Το παγκόσμιο κόστος για εισαγωγές τροφίμων θα ανέβει λόγω ανατιμήσεων και όχι λόγω αύξησης όγκου.
Νέο υψηλό ρεκόρ ύψους 1,8 τρισ. δολαρίων θα σημειώσει φέτος η αξία των εισαγωγών τροφίμων σε όλο τον κόσμο. Και αυτό, όχι γιατί θα αγοραστούν περισσότερα τρόφιμα, αλλά επειδή έχουν εκτοξευτεί οι τιμές και το κόστος μεταφοράς.
Αυτό επισημαίνει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας (FAΟ) του ΟΗΕ, ο οποίος κρούει τον κώδωνα του κινδύνου ότι «είναι ανησυχητικό πως πολλές ευάλωτες χώρες πληρώνουν περισσότερα αλλά παίρνουν λιγότερα τρόφιμα».
Ο… λογαριασμός που θα πληρώσουν οι χώρες για τις εισαγωγές τροφίμων προβλέπεται να είναι αυξημένος κατά 51 δισ. δολάρια από το 2021. Από αυτά, τα 49 δισ. δολάρια οφείλονται στην άνοδο των τιμών.
Απειλείται η επισιτιστική ασφάλεια
Για τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες (LDCs) αναμένεται να μειωθεί κατά 5% την αξία των τροφίμων που θα εισάγουν, ενώ η υποσαχάρια Αφρική και η ομάδα των αναπτυσσόμενων χωρών που είναι καθαροί εισαγωγείς τροφίμων αναμένεται να αντιμετωπίσουν αύξηση στο συνολικό κόστος, παρά το γεγονός ότι ο όγκος των εισαγωγών τους θα μειωθεί.
«Αυτά είναι ανησυχητικά σημάδια από τη σκοπιά της επισιτιστικής ασφάλειας. Υποδεικνύουν ότι [οι χώρες που εισάγουν] θα δυσκολευτούν να χρηματοδοτήσουν το αυξανόμενο διεθνές κόστος, γεγονός το οποίο προοιωνίζεται το τέλος της ανθεκτικότητάς τους απέναντι σε υψηλότερες τιμές», σημειώνουν οι συντάκτες της έκθεσης του FAO.
«Λαμβάνοντας υπόψη τις αυξανόμενες τιμές των εισροών, τις ανησυχίες για τις καιρικές συνθήκες και την αυξημένη αβεβαιότητα της αγοράς που προέρχεται από τον πόλεμο στην Ουκρανία, οι τελευταίες προβλέψεις του FAO δείχνουν μια πιθανή σύσφιξη των αγορών τροφίμων και του κόστους εισαγωγής τροφίμων που φθάνουν σε νέο υψηλό ρεκόρ», δήλωσε ο οικονομολόγος του FAO Upali Galketi Arachilage.
Τα ζωικά λίπη και τα φυτικά έλαια είναι αυτά που βαραίνουν περισσότερο στην αύξηση του κόστους των εισαγόμενων προϊόντων για τις ανεπτυγμένες χώρες, χωρίς να είναι και μεγάλη η διαφορά των δημητριακών.
Οι αναπτυσσόμενες χώρες, στο σύνολό τους, μειώνουν τις εισαγωγές δημητριακών, ελαιούχων σπόρων και κρέατος, γιατί πολύ απλά δεν μπορούν να ανταποκριθούν στην αλματώδη αύξηση των τιμών.
Κίνδυνος μείωσης της παγκόσμιας παραγωγής
Μαζί με τις αυξανόμενες τιμές των τροφίμων, καθώς ο Δείκτη Τιμών Τροφίμων του FAO (FFPI) παραμένει κοντά στο ιστορικό υψηλό, και με τις τιμές πολλών βασικών προϊόντων να έχουν καταγράψει μεγάλες αλλεπάλληλες ανατιμήσεις τον προηγούμενο χρόνο, η γεωργία δέχεται πιέσεις λόγω της αλματώδους αύξησης του κόστους εισροών, ιδίως για τα λιπάσματα και τα καύσιμα, που αποτελεί καθοριστικό παράγοντα αύξησης των τιμών των τροφίμων.
Οι υψηλές τιμές των τροφίμων θα περίμενε κανείς να αποφέρουν κέρδος για τους παραγωγούς. Ωστόσο, το ταχέως αυξανόμενο κόστος των εισροών εξανεμίζει το κέρδος και εάν αυτό παραταθεί θα απειληθεί ο έγκαιρος και επαρκής εφοδιασμός της αγοράς, επισημαίνει ο FAO.
«Η αύξηση των τιμών εισροών εγείρει ερωτήματα σχετικά με το αν οι αγρότες του κόσμου έχουν την οικονομική δυνατότητα να τα αγοράσουν», σημειώνουν οι Josef Schmidhuber και Bing Qiao του Τμήματος Αγορών και Εμπορίου του FAO.
Με δυο λόγια, οι αγρότες ενδέχεται να περιορίσουν καλλιεργητικές φροντίδες ή να στραφούν σε καλλιέργειες που είναι λιγότερο απαιτητικές σε επίπεδο εισροών. Κάτι τέτοιο, προειδοποιεί ο FAO, όχι μόνο θα οδηγήσει σε μείωση της παραγωγικότητας, αλλά θα επιφέρει και αρνητικές επιπτώσεις στις εξαγωγές βασικών τροφίμων στις διεθνείς αγορές, δημιουργώντας ακόμα μεγαλύτερο πρόβλημα στις χώρες που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές για την κάλυψη των διατροφικών αναγκών των πληθυσμών τους. Ήδη, επισημαίνεται, σε μεγάλες εξαγωγικές περιοχές του πλανήτη όπως στη Βόρεια Αμερική, παρατηρείται η τάση να αντικαθιστούν οι αγρότες το καλαμπόκι με τη σόγια, η οποία απαιτεί λιγότερο αζωτούχο λίπασμα.
Ο Παγκόσμιος Δείκτης Τιμών Εισροών (GIPI), που κατάρτισε ο FAO το 2021, βρίσκεται πλέον σε υψηλό όλων των εποχών και έχει αυξηθεί με υψηλότερη ταχύτητα από ό, τι ο δείκτης τιμών τροφίμων τους τελευταίους 12 μήνες.
Αυτό υποδεικνύει αφενός χαμηλές (και πτωτικές) πραγματικές τιμές για τους αγρότες, παρά τις υψηλότερες τιμές στις οποίες φτάνουν τα προϊόντα στους καταναλωτές, αφετέρου ότι οι αγρότες έχουν λιγότερα κίνητρα για να αυξήσουν την παραγωγή τους στο μέλλον.
Προς το παρόν, καταλήγει ο FAO, με τα υπάρχοντα δεδομένα δεν προμηνύουν θετικές εξελίξεις όσον αφορά μια ενδεχόμενη μείωση των τιμών για τη σεζόν 2022/23 και πιθανώς την επόμενη.