Παρά τις στρατιωτικές επιτυχίες, το Κίεβο αντιμετωπίζει οικονομική καταστροφή, πολίτες που εκτοπίζονται από τη Ρωσία και τον κίνδυνο συρρίκνωσης της διεθνούς υποστήριξης.
Υπάρχει σχεδόν ευφορία αυτό τον καιρό μεταξύ των υποστηρικτών της Ουκρανίας για τις συνεχείς στρατιωτικές ανατροπές που προκαλεί στις ρωσικές δυνάμεις. Η αλήθεια είναι, όμως, ότι η Ουκρανία έχει πολύ δρόμο να διανύσει μέχρι να πετύχει οποιοδήποτε αποδεκτό αποτέλεσμα από αυτό τον πόλεμο – και τα πράγματα θα γίνονται όλο και πιο δύσκολα όσο πιο κοντά φαίνεται να βρίσκεται στη νίκη.
Όπως εξηγεί, με άρθρο του στον Guardian, ο Keir Giles (εργάζεται στο πρόγραμμα για τη Ρωσία και την Ευρασία του Chatham House και είναι συγγραφέας του βιβλίου Moscow Rules: Μόσχα: Τι οδηγεί τη Ρωσία να έρθει αντιμέτωπη με τη Δύση), δεν είναι μόνο οι μεγάλες εδαφικές εκτάσεις υπό ρωσικό έλεγχο, όπου η Ουκρανία πρέπει ακόμη να αγωνιστεί για να ανακουφίσει τα δεινά των πολιτών της που βιώνουν μια άγρια στρατιωτική κατοχή. Είναι επίσης οι πολιτικές και οικονομικές πτυχές του πολέμου, οι οποίες τόσο συχνά παραβλέπονται στις καθημερινές τακτικές λεπτομέρειες των στρατιωτικών καταστροφών, που συχνά η Ρωσία προκαλεί μόνη της.
Ο οικονομικός αντίκτυπος του πολέμου επισύρει τώρα μεγαλύτερη προσοχή, όχι μόνο από το συνεχές σφυροκόπημα των πολιτικών υποδομών της Ουκρανίας από πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς, αλλά και από τις παγκόσμιες επιπτώσεις των ουκρανικών εξαγωγών που αποκλείονται από τη Ρωσία – εξαγωγές που περιλαμβάνουν προμήθειες τροφίμων ζωτικής σημασίας για άλλες περιοχές.
Έχουν γίνει πολλές συζητήσεις για το ποιος θα χρηματοδοτήσει την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας μετά τον πόλεμο. Αλλά υπάρχει ένα πιο επείγον ερώτημα: πώς μπορεί να διατηρηθεί ο ζωτικός ρόλος της Ουκρανίας στη σίτιση του κόσμου;
Και αυτός ο οικονομικός στραγγαλισμός από τη Ρωσία αποτελεί μια πρόσθετη πολιτική πρόκληση για την Ουκρανία στη συνέχιση του πολέμου. Υπάρχει ήδη πίεση στο Κίεβο να κάνει παραχωρήσεις προς τη Μόσχα, και αυτή θα αυξηθεί καθώς ο ευρύτερος οικονομικός αντίκτυπος χτυπάει την πόρτα άλλων χωρών. Εάν η Ουκρανία προχωρήσει πέρα από τη γραμμή ελέγχου πριν από την εισβολή και απελευθερώσει την κατεχόμενη Κριμαία, αυτό θα θέσει τους υποστηρικτές της ενώπιον περαιτέρω σοβαρών ερωτημάτων. Αλλά αυτό δεν αποτελεί δικαιολογία, προκειμένου να γίνονται προτάσεις στην Ουκρανία ότι θα πρέπει να δώσει στον επιτιθέμενο ένα κομμάτι της επικράτειάς της, για χάρη της ψυχικής ηρεμίας του Βλαντίμιρ Πούτιν.
Οι στρατιωτικές επιτυχίες της Ουκρανίας συνεχίζονται, ενισχυόμενες από όλο και περισσότερους δυτικούς υποστηρικτές της – με τη συνεχή εξαίρεση ορισμένων μεγάλων κρατών της ΕΕ – που ξεπερνούν την απροθυμία τους να βοηθήσουν. Αλλά πολλές από αυτές τις επιτυχίες εξακολουθούν να φαίνονται ως συνάρτηση τόσο της ρωσικής στρατιωτικής αποτυχίας, όσο και της ουκρανικής ανδρείας.
Δεν θα πρέπει να βασιστεί κανείς σε αυτό, όμως, πιστεύοντας ότι θα συνεχιστεί επ’ αόριστον. Καθώς ο πόλεμος συνεχίζεται – και ο Πούτιν έχει ήδη διαψεύσει τις προβλέψεις ότι θα αναζητήσει ένα μέσο για τον τερματισμό του μέχρι την Ημέρα της Νίκης της Ρωσίας – δεν θα πρέπει να αποκλειστεί το ενδεχόμενο η Ρωσία να καταλήξει τελικά σε μια πιο λογική χρήση των στρατιωτικών πόρων και του ανθρώπινου δυναμικού που της έχουν απομείνει. Ο ρώσος στρατιωτικός σχολιαστής και συνταξιούχος συνταγματάρχης, Μιχαήλ Χονταρένοκ, έχει βρεθεί στο κέντρο της προσοχής για τις επικρίσεις του στη ρωσική κρατική τηλεόραση, σχετικά με τη διεξαγωγή της εκστρατείας και την κατάσταση του ρωσικού στρατού.
Προς το παρόν, ο Χονταρένοκ εκπληρώνει το ρόλο του «γελωτοποιού» της αυλής ή του «ιερού ανόητου» για τη Ρωσία, που του επιτρέπεται περιστασιακά να λέει την αλήθεια όταν όλοι γύρω του εξακολουθούν να επαναλαμβάνουν τα επίσημα ψέματα. Οι λόγοι για τους οποίους του επετράπη να το κάνει αυτό είναι ακόμη ασαφείς, αλλά ορισμένοι έμπειροι παρατηρητές της Ρωσίας αναρωτιούνται αν αυτό υποδηλώνει την προοπτική ενός κλονισμού του ρωσικού στρατού ή ακόμη και της διεξαγωγής του πολέμου συνολικά.
Παράλληλα, υπάρχουν και άλλες ζωτικές ανάγκες για την Ουκρανία, που θα είναι ακόμη πιο δύσκολο να επιτευχθούν, από την απώθηση του ρωσικού στρατού. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της ίδιας της Ρωσίας, πάνω από ένα εκατομμύριο Ουκρανοί έχουν εκτοπιστεί σε απομακρυσμένες περιοχές της Ρωσίας, σε μια τρομακτική ηχώ των προγραμμάτων εκτοπισμού του 20ού αιώνα – όπου η «απέλαση» ήταν ένας εξυγιαντικός ευφημισμός για την υποδούλωση.
Ο πόλεμος δεν θα έχει τελειώσει για την Ουκρανία μέχρι να ανακτήσει τους ανθρώπους της – πολλοί από αυτούς είναι πολύ πιθανό να κρατηθούν όμηροι από τη Ρωσία ως μοχλός πίεσης, μόλις οι μάχες θεωρητικά τελειώσουν, με τον ίδιο τρόπο που η Μόσχα κρατούσε δεκάδες χιλιάδες Βρετανούς και Αμερικανούς αιχμαλώτους πολέμου ως διαπραγματευτικό χαρτί πολύ μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Καθώς το κόστος της υποστήριξης της Ουκρανίας αρχίζει να γίνεται αντιληπτό σε όλη την Ευρώπη και ο πόλεμος παρατείνεται, με την απειλητική προοπτική ενός ακόμη χειμώνα με βίαιες αυξήσεις στις τιμές της ενέργειας, η υποστήριξη προς την Ουκρανία για να συνεχίσει να πολεμά μπορεί να μειωθεί μεταξύ των δυτικών ηγετών της ΕΕ και των λαών τους.
Αυτό θα είναι μια συνεχής πρόκληση, όχι μόνο για την Ουκρανία, αλλά και για όσους από τους υποστηρικτές της βλέπουν καθαρά ότι αυτός δεν είναι μόνο ο πόλεμος της Ουκρανίας – και ότι είναι ζωτικής σημασίας να μην φύγει ο Πούτιν από αυτό το εγχείρημα, πιστεύοντας ότι ήταν κάτι άλλο από ένα καταστροφικό στρατηγικό λάθος.