Ο Βλαντίμιρ Πούτιν έχει να πάρει δύσκολες αποφάσεις για τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία συμπληρώνει σήμερα 78 ημέρες και όλα δείχνουν ότι υπάρχει τόσο στρατιωτικό αδιέξοδο, όσο και «βάλτωμα» στις συνομιλίες για τον τερματισμό του.
Πολλοί είναι οι αναλυτές που σημειώνουν ότι καμία από τις δύο πλευρές δεν μπορεί να ανακοινώσει ότι είναι νικήτρια έστω κι αν η Ρωσία υποστηρίζει ότι προχωράει στην επιχείρηση κατάληψης του Ντονμπάς ή η Ουκρανία τονίζει ότι έχει καταφέρει να περάσει στην αντεπίθεση στο Χάρκοβο.
To TRT, σε ανάλυσή του για τον πόλεμο, σημειώνει ότι για τη Ρωσία δεν υπάρχει εύκολη διαφυγή από την «ειδική στρατιωτική επιχείρηση», όπως επιμένει να βαφτίζει η Μόσχα την εισβολή της στα ουκρανικά εδάφη.
Ωστόσο στην ίδια ανάλυση επισημαίνεται ότι ενώ η ουκρανική άμυνα έχει διαταράξει τα σχέδια της Μόσχας, δεν εγγυάται την επιστροφή στο προηγούμενο status quo.
Οι ρωσικές αυταπάτες
Το σχέδιο της Μόσχας στην Ουκρανία επικεντρώθηκε στην εσφαλμένη υπόθεση ότι οι συνθήκες που επικρατούσαν κατά τη διάρκεια της υβριδικής εκστρατείας στην Κριμαία το 2014 εξακολουθούσαν να ισχύουν, επισημαίνει το TRT.
Ο πόλεμος, στα μάτια του προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν, θα ήταν σύντομος. Άλλωστε, οι χώρες του ευρωατλαντικού χώρου ήταν ήδη διχασμένες, ενώ ο Γάλλος πρόεδρος είχε μάλιστα χαρακτηρίσει το ΝΑΤΟ «εγκεφαλικά νεκρό».
Η ρωσική επίθεση στην Ουκρανία, επομένως, θα είχε βαθύνει αυτές τις προβληματικές διαιρέσεις. Με τις τιμές της ενέργειας να είναι ήδη υψηλότερες και δεδομένης της προβληματικής εξάρτησης της Ευρώπης από τη ρωσική παροχή φυσικού αερίου, η εξασφάλιση μιας ακόμη νίκης για το «δόγμα Γερασίμοφ» δεν θα έπρεπε να αποτελεί μεγάλο ζήτημα. Αυτό που βρήκε ο ρωσικός στρατός στην Ουκρανία, ωστόσο, απέχει αρκετά από το να είναι ένα επίτευγμα αιφνιδιασμού, τονίζεται στο άρθρο.
Η Μόσχα ξεκίνησε την επίθεση με μια κακώς υπολογισμένη προετοιμασία του πεδίου μάχης. Αυτό φάνηκε για πρώτη φορά στην αποτυχημένη επιδρομή των αερομεταφερόμενων στρατευμάτων στο αεροδρόμιο του Χοστόμελ στην αρχή του πολέμου, αναμένοντας ελάχιστη, αν όχι καθόλου, ουκρανική αντίσταση.
Το σχέδιο ήταν να πάρουν τον έλεγχο των εγκαταστάσεων και να τις χρησιμοποιήσουν για να μεταφέρουν τις επίλεκτες μονάδες του ρωσικού στρατού στο Κίεβο για να ανατρέψουν την κυβέρνηση του Ουκρανού προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι. Στη συνέχεια θα επιβαλλόταν ένα φιλορωσικό καθεστώς για να υπάρξει η «ιστορική ενότητα των Ουκρανών και των Ρώσων» στον μετασοβιετικό χώρο, όπως οραματιζόταν κάποτε ο Πούτιν. Ο ουκρανικός στρατός και λαός, ωστόσο, επέδειξαν απροσδόκητη αποφασιστικότητα και αντίσταση, τονίζει το TRT.
Κατέφυγαν σε συμβατικές επιχειρήσεις
Έχοντας αποτύχει στην υβριδική απόπειρα, ο ρωσικός στρατός κατέφυγε σε συμβατικές επιχειρήσεις, αναδεικνύοντας την έλλειψη ετοιμότητάς του για έναν διακρατικό πόλεμο μεγάλης κλίμακας. Οι ρωσικές αεροδιαστημικές δυνάμεις δεν μπόρεσαν να εδραιώσουν αεροπορική υπεροχή πάνω από την Ουκρανία, ενώ ο στρατός της υπέφερε από κακοσχεδιασμένη και κακοεκτελεσμένη διοικητική μέριμνα.
Καθώς η κατάληψη της ουκρανικής πρωτεύουσας κατέστη ανέφικτος στόχος, το ρωσικό Γενικό Επιτελείο διέταξε την αποχώρηση από τα βόρεια τμήματα της Ουκρανίας για να επικεντρώσουν τις προσπάθειές τους στα ανατολικά.
Καθώς η σύγκρουση προχωρούσε, οι Ρώσοι έπρεπε να μάθουν από τα λάθη των πληροφοριών τους με ακόμη πιο σκληρό τρόπο. Το πυραυλοφόρο καταδρομικό Moskva, η ναυαρχίδα του ρωσικού στόλου της Μαύρης Θάλασσας, βυθίστηκε από τους αντιπλοϊκούς πυραύλους Neptune της Ουκρανίας.
Ο πόλεμος όπως είναι
Τα ανατολικά σύνορα της Ουκρανίας είναι το «θέατρο των μαχών» σε μεγάλο βαθμό με ορισμένες στρατιωτικές-γεωστρατηγικές παραμέτρους που διαμορφώνουν τη σύγκρουση: το τοπογραφικό περιβάλλον στα ανατολικά, ιδίως οι αγροτικές πεδινές περιοχές, δίνει προτεραιότητα στις μαζικές χερσαίες επιθέσεις μέσω πυροβολικού και πυραυλικών συστημάτων πολλαπλής εκτόξευσης, καθώς και στον πόλεμο τεθωρακισμένων.
Έχοντας δει τη μεταμόρφωση της σύγκρουσης, η δυτική στρατιωτική βοήθεια συμβαδίζει επίσης με το νέο παιχνίδι. Η Πολωνία και η Τσεχία μετέφεραν στις Ένοπλες Δυνάμεις της Ουκρανίας άρματα μάχης T-72 που είχαν απομείνει από τον Ψυχρό Πόλεμο, εκμεταλλευόμενες την εξοικείωση του ουκρανικού προσωπικού με τα συγκεκριμένα άρματα. Άλλα Δυτικά έθνη, ιδίως οι ΗΠΑ, έχουν ενισχύσει τη μεταφορά όπλων πυροβολικού και υποστηρικτικών μέσων.
Μπορεί να αντεπιτεθεί η Ουκρανία;
Ωστόσο, αν και μια, μεγάλης κλίμακας, επιτυχημένη αντεπίθεση εκ μέρους της Ουκρανίας δεν είναι αδύνατη, είναι ευκολότερο να ειπωθεί παρά να γίνει λόγω δύο σημαντικών επιφυλάξεων.
Η πρώτη αφορά τα θεμέλια του επιχειρησιακού σχεδιασμού. Μέχρι στιγμής, η ουκρανική άμυνα ήταν πολύ επιτυχής απέναντι στον ρωσικό στρατό, ιδίως μέσω της κινητής άμυνας που διεξάγεται από τακτικές μονάδες σε αστικές και προαστιακές περιοχές. Τα ουκρανικά στρατεύματα έχουν επίσης με εντυπωσιακό τρόπο εξουδετερώσει στρατηγούς και υψηλόβαθμους αξιωματικούς του Πούτιν.
Επίσης, ο ρωσικός στρατός υπέφερε από υψηλά ποσοστά φθοράς σε υλικό και προσωπικό και έχασε περίπου το 20% του οπλοστασίου αρμάτων μάχης πρώτης γραμμής.
Ωστόσο, δεν θα πρέπει να συγχέεται η επιτυχημένη κινητή αμυντική συμπεριφορά της Ουκρανίας που παράγει ασύμμετρο αντίκτυπο στο πεδίο της μάχης με μια ισχυρή αντεπίθεση για την ανακατάληψη και, κυρίως, την κατοχή εδάφους.
Το δεύτερο αφορά τη φύση των προγραμμάτων αμυντικής βοήθειας και τους κύκλους αποτελεσματικότητας. Όλα τα προγράμματα στρατιωτικής βοήθειας δεν αφομοιώνονται εξίσου από τους αποδέκτες.
Ο εξοπλισμός των ουκρανικών Εδαφικών Δυνάμεων Άμυνας με φορητά συστήματα αεράμυνας (MANPADS) και αντιαρματικούς κατευθυνόμενους πυραύλους (ATGM) έχει δημιουργήσει επικίνδυνες ικανότητες κατά των ρωσικών τεθωρακισμένων και των αεροσκαφών που πετούν σε χαμηλό ύψος. Ωστόσο, η κεφαλαιοποίηση των εισερχόμενων αρμάτων μάχης T-72 και η προετοιμασία μεγάλων σχηματισμών μάχης για να ανταποκριθούν στη ρωσική ικανότητα δεν θα είναι τόσο εύκολη ή γρήγορη.
Πώς θα εξελιχθούν οι συγκρούσεις
Ο νότιος τομέας φαίνεται να φτάνει στα όρια των δυνατοτήτων του ρωσικού στρατού σε σχέση με το τι μπορεί να εξασφαλίσει. Η παρουσία, ειδικότερα, παράκτιων αποτρεπτικών πυραύλων κατά πλοίων (τόσο των Neptunes της Ουκρανίας όσο και λόγω των σχεδίων της Βρετανίας να παραδώσει Brimstones) έχει καταστήσει μια αμφίβια απόβαση στις ακτές της Οδησσού εξαιρετικά επικίνδυνη.
Οι Ένοπλες Δυνάμεις της Ουκρανίας έχουν επίσης δώσει αποτελεσματικές μάχες στο Μικολάιβ, οι οποίες ανέκοψαν τη ρωσική προέλαση από τη Χερσώνα. Η Ρωσία μπορεί να καταστρέψει την Οδησσό με πυραύλους, αλλά να βρεθούν ρωσικές μπότες στο έδαφος της είναι κάτι που έχει μικρή πιθανότητα, τουλάχιστον προς το παρόν, υποστηρίζει το TRT.
Ο ανατολικός τομέας, από την άλλη πλευρά, είναι πιθανό να γίνει μάρτυρας μιας παρατεταμένης και αιματηρής σύγκρουσης. Οι ρωσικές μονάδες ελιγμών δεν κατάφεραν να περικυκλώσουν τα ουκρανικά στρατεύματα που έχουν συγκεντρωθεί κατά μήκος του άξονα Ιζιούμ – Σλοβιάνσκ. Απολαμβάνοντας ακόμη τη ροή υλικοτεχνικής υποδομής και ενισχύσεων και έχοντας σχετικά εξασφαλισμένες γραμμές επικοινωνίας, οι Ουκρανοί μπορούν να αντέξουν περισσότερο.
Δύο τα επικρατέστερα σενάρια
Επί του παρόντος, δύο σενάρια – κανένα από αυτά δεν είναι αισιόδοξο – διαφαίνονται, σύμφωνα με το TRT.
Το πιο ήπιο σενάριο θα περιστρεφόταν γύρω από τις προοπτικές του Κρεμλίνου, με νηφάλιο τρόπο, να αναπροσαρμόσει τη στρατιωτική του πολιτική και να συνεχίσει με τα περιορισμένα κέρδη που έχει ήδη κατακτήσει.
Στην πραγματικότητα, ορισμένες στρατηγικές προβλέψεις καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η Μόσχα μπορεί να επιλέξει να προσαρτήσει τα ουκρανικά εδάφη υπό τον έλεγχό της, όπως η Χερσώνα, αντί να ιδρύσει δορυφορικές «λαϊκές δημοκρατίες».
Ωστόσο, αυτό το σενάριο συνοδεύεται από κάποια προβλήματα για τη Ρωσία. Ο τοπικός πληθυσμός στα κατεχόμενα ουκρανικά εδάφη μπορεί να μην αισθάνεται άνετα να ζει ως πολίτης κάτω από σκληρές κυρώσεις, περιορισμένη ψηφιακή συνδεσιμότητα και ένα πολιτικό σύστημα που κυριαρχείται από τη σοβιετορωσική ελίτ των μυστικών υπηρεσιών.
Μια παρατεταμένη εξέγερση, υποστηριζόμενη από τη Δύση και το ουκρανικό κατεστημένο ασφαλείας, μπορεί να ανατρέψει τα ρωσικά σχέδια. Παρόλα αυτά, ο Πούτιν, ελπίζοντας να σώσει τον εαυτό του, μπορεί να επιλέξει να βασιστεί στην περιβόητη Rosgvardya του στρατηγού Βίκτορ Ζολότοφ για να καταστείλει τις εξεγέρσεις με σιδηρά πυγμή.
Ωστόσο, το σενάριο των τετελεσμένων γεγονότων μπορεί να έχει ακόμη πιο πικρές συνέπειες. Η Δύση έχει προ πολλού ξεπεράσει τα σημεία αναφοράς της Γεωργίας του 2008 και της Κριμαίας του 2014. Οι προοπτικές να ρίξει κλαδί ελιάς ή να παρουσιάσει ένα «κουμπί επαναφοράς», όπως προτιμούσε η τότε υπουργός Εξωτερικών Χίλαρι Κλίντον, στο ρωσικό κατεστημένο των Σιλοβίκι είναι εξαιρετικά απίθανες αυτή τη φορά.
Καμία σχέση με το 2009
Το επερχόμενο στρατηγικό σχέδιο του ΝΑΤΟ δεν θα έχει καμία σχέση με το έγγραφο του 2009, το οποίο, αφελώς, επεδίωκε να δημιουργήσει μια «εταιρική σχέση» με τη Μόσχα, αγνοώντας τη ρωσική εισβολή στη Γεωργία. Στο τέλος, η Ρωσία πιθανότατα θα εξαρτάται όλο και περισσότερο από την Κίνα και θα απομονώνεται όλο και περισσότερο στη διεθνή σκηνή.
Στη συνέχεια, υπάρχει η δεύτερη, πιο απαισιόδοξη πορεία. Εάν οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις αποτύχουν να παράσχουν σύντομα στον Πούτιν ένα επίτευγμα που μπορεί να «πουλήσει» ως τέτοιο, το Κρεμλίνο θα μπορούσε να αρχίσει να υπολογίζει ότι έχει καταναλώσει τα συμβατικά μέσα που έχει στη διάθεσή του.
Θα χρησιμοποιήσει πυρηνικά ο Πούτιν;
Εδώ είναι που μπαίνει στο παιχνίδι το σενάριο χαμηλής πιθανότητας και υψηλού αντίκτυπου. Η Ρωσία μπορεί να καταφύγει σε περιορισμένη χρήση τακτικών πυρηνικών όπλων στην Ουκρανία. Η Μόσχα θα περίμενε να επιτύχει δύο πράγματα με μια τέτοια πρωτοφανή κλιμάκωση: να σταματήσει τη Δυτική στρατιωτική βοήθεια και να κάμψει τη θέληση της Ουκρανίας να συνεχίσει να πολεμά. Η τακτική πυρηνική οδός θα ήταν ένα ριψοκίνδυνο, δίκοπο μαχαίρι για τον Πούτιν.
Εάν το ΝΑΤΟ επιλέξει να απαντήσει στην πρόκληση της κλιμάκωσης, τα πράγματα μπορεί να γίνουν πιο άσχημα.
Επιπλέον, κανείς δεν μπορεί να υποθέσει με ασφάλεια ότι ο ουκρανικός στρατός και ο λαός θα παραδοθούν άνευ όρων αν ξεπεραστεί το πυρηνικό όριο. Τα πρότυπα συμπεριφοράς των ανθρώπινων ομάδων είναι εξαιρετικά δύσκολο να προβλεφθούν, σημειώνει το TRT. Το πιο σημαντικό είναι ότι ο πρόεδρος Πούτιν μπορεί να αντιμετωπίσει αντιδράσεις από τους εσωτερικούς του κύκλους, αν ακολουθήσει έναν τέτοιο επικίνδυνο δρόμο.
Συνολικά, ο ανεπαρκής σχεδιασμός των πληροφοριών σε συνδυασμό με τις κακές επιδόσεις του ρωσικού στρατού στη μάχη οδήγησαν σε αδιέξοδο το Κρεμλίνο. Ο πόλεμος μπορεί να διαρκέσει μήνες με τους μετασεισμούς να διαρκούν για χρόνια και η κατάσταση ασφαλείας να γίνεται όλο και πιο επικίνδυνη, καταλήγει το TRT.