Περιορισμένες οι ενεργειακές διέξοδοι της Ευρώπης – Γιατί οι ΗΠΑ δεν είναι εύκολη λύση

Περιορισμένες οι ενεργειακές διέξοδοι της Ευρώπης – Γιατί οι ΗΠΑ δεν είναι εύκολη λύση

Όσο απομακρύνεται η ρωσική διέξοδος, η Ευρώπη καλείται να βρει νέες λύσεις, τουλάχιστον μέχρι την ενεργειακή αυτονόμησή της και τον περιορισμό της σε ΑΠΕ, σύμφωνα με το ευρωπαϊκό ενεργειακό πλάνο, το οποίο «έχει πάει πολύ πίσω», λόγω του πολέμου.

Το ζήτημα της ενεργειακής κρίσης για την Ευρώπη είναι ένα από τα σημαντικά θέματα που περιλαμβάνονται στο Δελτίο Διεθνών & Ευρωπαϊκών Εξελίξεων #5 του Ινστιτούτου ΕΝΑ.

Ενώ μαίνεται ο πόλεμος στην Ουκρανία, η Ευρώπη αναζητεί ενεργειακή διέξοδο, προσπαθώντας να υπερβεί τις εξαρτήσεις της από την Ρωσία, με την αναζήτηση εναλλακτικών να διαφαίνεται, προς το παρόν, ένα αρκετά δύσκολο εγχείρημα.

Η δύσκολη και ακριβή ενεργειακή διέξοδος για την Ευρώπη

Σύμφωνα με την ανάλυση που δημοσιεύεται στο 5ο Δελτίο Διεθνών & Ευρωπαϊκών Εξελίξεων του ΕΝΑ, από την πολιτική επιστήμονα, Ηλέκτρα Νησίδου, από την αρχή της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, στην κορυφή της ημερήσιας διάταξης της ΕΕ βρίσκεται η ενέργεια και η από κοινού ανεύρεση «ενεργειακής» διεξόδου για τα ευρωπαϊκά κράτη, τώρα που η Ρωσία δεν είναι πλέον δίπλα, αλλά απέναντί τους.

Είναι γεγονός ότι η Ευρώπη διέρχεται μια σημαντική ενεργειακή κρίση, τη στιγμή που δεν έχει υπολογίσιμα αποθέματα φυσικού αερίου και πετρελαίου και είναι άμεσα εξαρτώμενη από τρίτα κράτη, με κυριότερο, έως τώρα, το ρωσικό. 

Η πλειονότητα των παγκόσμιων αποθεμάτων φυσικού αερίου είναι συγκεντρωμένη στην Ασία, συγκεκριμένα στη Ρωσία (24,3%) και το Ιράν (17,3%), ενώ οι ΗΠΑ κατέχουν μόνο το 5,3% του παγκόσμιου φυσικού αερίου και καταναλώνουν περίπου το 21% της παγκόσμιας παραγωγής.

Οι ΗΠΑ είναι η πρώτη χώρα σε κατανάλωση και τέταρτη παγκοσμίως σε παραγωγή. Το αμερικανικό φυσικό αέριο δεν είναι σε θέση να καλύψει τις ανάγκες της Ευρώπης εν συνόλω, αν αναλογιστούμε ότι μόνο η Γερμανία καταναλώνει ετησίως περίπου το 2% της παγκόσμιας παραγωγής φυσικού αερίου· εκτός αυτού, στην περίπτωση της προμήθειας αμερικανικού φυσικού αερίου, μιλάμε αποκλειστικά για υγροποιημένο αέριο και για αντίστοιχες εγκαταστάσεις υποδοχής και επεξεργασίας στα κράτη-αγοραστές.

Συνεπώς, δεν μπορούμε να πούμε ότι οι ΗΠΑ είναι η λύση στο ευρωπαϊκό ενεργειακό πρόβλημα – ενδεχομένως να αποτελούν μέρος της λύσης. Θα πρέπει, ωστόσο, να υπάρξουν και άλλα κράτη-παραγωγοί/εξαγωγείς, προκειμένου να διασφαλιστεί η ενεργειακή επάρκεια και ασφάλεια της Ευρώπης. 

Όσο απομακρύνεται η ρωσική διέξοδος, η Ευρώπη καλείται να βρει νέες λύσεις, τουλάχιστον μέχρι την ενεργειακή αυτονόμησή της και τον περιορισμό της σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, σύμφωνα με το ευρωπαϊκό ενεργειακό πλάνο, το οποίο «έχει πάει πολύ πίσω», λόγω της έκρυθμης κατάστασης που επικρατεί μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Βλέπουμε, δηλαδή, την Ευρώπη, από την ενεργειακή ανεξαρτησία, που ήταν ένας από τους βασικούς της στόχους για τις επόμενες δεκαετίες, να οδεύει προς τη διατήρηση της ενεργειακής εξάρτησης, έστω και από τη ρωσική πηγή.

Σε ό,τι αφορά τις ενδεχόμενες διεξόδους, αυτές όλο και λιγοστεύουν. Ο δεύτερος μεγαλύτερος προμηθευτής φυσικού αερίου παγκοσμίως είναι μια χώρα με τεταμένες σχέσεις με τη Δύση, το Ιράν. Μάλιστα, από την περίοδο της συριακής κρίσης, το Ιράν τάσσεται ανοιχτά με τη ρωσική πλευρά, με την οποία σχεδίαζε και τη δημιουργία νέου αγωγού, ο οποίος θα διερχόταν από την Συρία.

Αντίστοιχο σχέδιο είχε καταρτίσει και η Δύση, στην περίπτωση που ο Άσαντ έχανε τον πόλεμο, η Ρωσία απέσυρε τα στρατεύματά της και ο έλεγχος της περιοχής περνούσε στα χέρια των ΗΠΑ και της διεθνούς κοινότητας. Ωστόσο, υπήρχε μια σημαντική διαφορά: σύμφωνα με το δυτικό σχέδιο, ο αγωγός θα ξεκινούσε από το Κατάρ, το οποίο μοιράζεται το κοίτασμα φυσικού αερίου με το Ιράν, θα περνούσε από τη Σαουδική Αραβία, την Ιορδανία και την Συρία και θα έφτανε μέχρι την Τουρκία (από όπου θα μεταφερόταν στη Βουλγαρία και στην υπόλοιπη Ευρώπη), ενώ ο «ανατολικός» αγωγός θα ξεκινούσε από το Ιράν, θα περνούσε από τη Συρία και το Λίβανο και θα έβγαινε στη Μεσόγειο, όπου τα εγγύτερα κράτη – αποκλείοντας την Τουρκία, λόγω αντίθετων συμφερόντων – είναι η Κύπρος και η Ελλάδα.

Το Κατάρ και το Ιράν μοιράζονται το πλουσιότερο υποθαλάσσιο κοίτασμα φυσικού αερίου του πλανήτη (South Pars/North Dome). Συνεπώς, η δημιουργία ενός αγωγού φυσικού αερίου στην περιοχή είναι τόσο σημαντική, που μπορεί να εξηγήσει πολλά, όπως την εμπλοκή κάποιων κρατών στον πόλεμο της Συρίας, από τον οποίο φαινομενικά δεν είχαν τίποτα να κερδίσουν.

Όπως είναι ευρέως γνωστό, ο Άσαντ δεν κατέρρευσε και το συριακό κράτος διατηρεί στενούς δεσμούς με το ρωσικό, ενώ οι σχέσεις Ιράν-Δύσης είναι σχεδόν ανύπαρκτες, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι το δυτικό σχέδιο για τη δημιουργία αγωγού στην περιοχή έχει εγκαταλειφθεί. Το μόνο που θα μπορούσε η Ευρώπη να σκεφτεί ως λύση, προκειμένου να έχει ενεργειακή επάρκεια, είναι η αγορά φυσικού αερίου από το Κατάρ – σε υγροποιημένη μορφή, καθώς δεν υπάρχει αγωγός – και σε σχετικά υψηλή τιμή, λόγω της μεγάλης απόστασης. Ως εκ τούτου, ούτε το κοίτασμα Ιράν-Κατάρ αποτελεί λύση στο ευρωπαϊκό ενεργειακό πρόβλημα. 

Ως προς τη δημιουργία του αγωγού EastMed προκειμένου να εκμεταλλευτεί η Νότια Ευρώπη τα κοιτάσματα Κύπρου-Ισραήλ, εκεί υπάρχουν δύο βασικοί ανασταλτικοί παράγοντες. Ο πρώτος είναι το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος του ισραηλινού κοιτάσματος αφορά στην κατανάλωση του ίδιου του Ισραήλ και καθιστά το έργο, ως ένα βαθμό, μη βιώσιμο, χωρίς ιδιαίτερες προοπτικές απόσβεσης. Ο δεύτερος είναι ότι το «Κυπριακό» αποτελεί τροχοπέδη στη συνδιαλλαγή της Κύπρου με άλλα κράτη για κάτι τόσο σημαντικό, χωρίς την απειλή της Τουρκίας και την άμεση ανάμειξή της στις διαδικασίες, κάτι που a priori η Κύπρος δεν θα δεχτεί. 

Φαίνεται, λοιπόν, ότι οι διέξοδοι της Ευρώπης για φυσικό αέριο είναι περιορισμένες. Οι ΗΠΑ σαφώς αποτελούν μια ασφαλή, αλλά όχι φθηνή ούτε εύκολη, λύση για τους λόγους που προαναφέρθηκαν. Η προσέγγιση χωρών, όπως το Ιράν, η Κίνα, η Ινδία, είναι αρκετά δύσκολη για τη Δύση, ιδίως αυτή την περίοδο, που βλέπουμε τον κόσμο να αλλάζει, να γίνεται ανακατανομή ισχύος σε διάφορες περιοχές του πλανήτη, να αναδύονται νέες δυνάμεις και να ισχυροποιούνται πρώην αδύναμες οικονομίες ή να απειλούνται πρώην ισχυρές οικονομίες κρατών, αλλάζοντας έτσι τα παγκόσμια δεδομένα και διαταράσσοντας τη διεθνή τάξη πραγμάτων.

Είναι δύσκολο σε μια τέτοια περίοδο η Ευρώπη να οραματίζεται ένα πράσινο μέλλον. Ήδη ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν Φ. Τίμερμανς «έκλεισε το μάτι» στα κράτη – μέλη για τη χρήση λιγνίτη λόγω της έκτακτης κατάστασης, ενώ η Γερμανία αντιμετωπίζει τεράστιες δυσκολίες στην απεξάρτησή της από το ρωσικό αέριο.

Παράλληλα, οι τιμές του αερίου έχουν ανέβει σε πρωτοφανή επίπεδα, ενώ η Ρωσία έχει αρχίσει να γυρίζει τη στρόφιγγα, διακόπτοντας την παροχή σε ευρωπαϊκά κράτη, όπως η Βουλγαρία.

Συνεπώς, το μέλλον είναι απρόβλεπτο, η Ρωσία συνεχώς στενεύει τον ενεργειακό κλοιό, ενώ από την άλλη οι ΗΠΑ δηλώνουν την απεριόριστη στήριξή τους στην ΕΕ και η ΕΕ προσπαθεί να βρει τη χρυσή τομή, προκειμένου να διασφαλίσει την ενεργειακή της ασφάλεια με τα μέσα που διαθέτει, ώστε να επέλθει μια σχετική σταθερότητα τόσο σε επίπεδο επάρκειας, όσο και σε επίπεδο κόστους.

Ακολουθήστε στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις αθλητικές ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Αθλητικές Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, από

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΑΡΘΡΑ