Έξω από το νηπιαγωγείο, στα χώματα, ο Βλαντ και ένας φίλος του «βομβαρδίστηκαν» με χούφτες από άμμο. «Είμαι η Ουκρανία», είπε ένας. «Όχι, εγώ είμαι η Ουκρανία», απάντησε ο άλλος.
Το φέρετρο ήταν φτιαγμένο από τα κομμάτια μιας ντουλάπας. Σε ένα σκοτεινό υπόγειο, κάτω από ένα κτίριο που έτρεμε από τους βομβαρδισμούς, δεν υπήρχαν άλλες επιλογές.
Τον περασμένο μήνα, ο εξάχρονος Βλαντ παρακολούθησε τη σορό της μητέρας του να μεταφέρεται από το καταφύγιο στην αυλή ενός κοντινού σπιτιού. Η ταφή έγινε βιαστικά και σε κλίμα βαθιάς οδύνης.
Πλεόν, οι ρωσικές δυνάμεις έχουν αποσυρθεί από την Μπούκα, μετά από σχεδόν ένα μήνα κατοχής και ο πατέρας του Βλαντ, Ιβάν Ντράχουν, γονατίζει δίπλα στον τάφο. Απλώνει το χέρι του και αγγίζει το χώμα κοντά στα πόδια της συζύγου του, Μαρίνα. «Γεια σου, πώς είσαι;», της λέει με φωνή που σπάει. «Μου λείπεις τόσο πολύ. Έφυγες τόσο σύντομα. Δεν είπες καν αντίο».
Όπως περιγράφει το Associated Press, το μικρό αγόρι επισκέπτεται επίσης τον τάφο της μαμάς του, τοποθετώντας πάνω του ένα κουτί με χυμό και δύο κονσέρβες με φασόλια. Μέσα στο άγχος του πολέμου, η μητέρα του μόλις και μετά βίας έτρωγε. Η οικογένεια δεν γνωρίζει ακόμα ποια ασθένεια προκάλεσε τον θάνατό της. Αυτοί, όπως και η πόλη τους, μετά βίας ξέρουν πώς να προχωρήσουν.
Στην Μπούκα καταγράφηκαν μερικές από τις πιο φρικτές σκηνές του πολέμου στην Ουκρανία και από τότε σχεδόν κανένα παιδί δεν έχει βγει στους σιωπηλούς δρόμους. Οι πολλές φωτεινές παιδικές χαρές στο άλλοτε δημοφιλές προάστιο, με τα καλά σχολεία, είναι άδειες.
Οι Ρώσοι χρησιμοποίησαν μια παιδική κατασκήνωση στην Μπούκα ως τόπο εκτέλεσης. Κηλίδες αίματος και τρύπες από σφαίρες σηματοδοτούν τη θηριωδία σε ένα υπόγειο. Σε μια άκρη κοντά στην είσοδο του καμπ, ρώσοι στρατιώτες τοποθέτησαν ένα παιχνίδι τανκ. Φαινόταν να είναι συνδεδεμένο με πετονιά – μια πιθανή εκρηκτική παγίδα στο πιο ευάλωτο σημείο.
Λίγα βήματα μακριά από το σπίτι του Βλαντ, μερικοί από τους Ρώσους χρησιμοποίησαν ένα νηπιαγωγείο ως βάση, αφήνοντάς το ανέπαφο ενώ άλλα γειτονικά κτίρια σχεδόν καταστράφηκαν. Μόνο οι κάλυκες έμειναν πίσω, κατά μήκος ενός φράχτη στην αυλή. Σε μια κοντινή παιδική χαρά, τοποθετήθηκε ταινία για να προφυλάξει τον κόσμο από πυρομαχικά που δεν πυροδοτήθηκαν. Μερικές ελεγχόμενες εκρήξεις ναρκών από τα κλιμάκια του ουκρανικού στρατού, ενεργοποίησαν τους συναγερμούς αυτοκινήτων.
Στην πολυκατοικία όπου μένουν ο Βλαντ, ο μεγαλύτερος αδερφός του Βόβα και η αδερφή του Σοφία, κάποιος έχει βάψει με σπρέι τη λέξη «Children» (σ.σ. παιδιά). Στην είσοδο, ένα ξύλινο κουτί πυρομαχικών φιλοξενεί ένα αρκουδάκι και άλλα παιχνίδια.
Εδώ μπορεί να δει κανείς την εύθραυστη αναγέννηση της Μπούκα.
Μια μικρή ομάδα παιδιών της γειτονιάς μαζεύτηκε, προσπαθώντας να ξεχαστεί με το παιχνίδι. Φορώντας χειμωνιάτικα παλτά, έπαιξαν λίγο ποδόσφαιρο και περιπλανήθηκαν κρατώντας σακουλάκια με σνακ που μοίραζαν εθελοντές.
Οι γονείς τους, απολαμβάνοντας την ελαφριά ζεστασιά της άνοιξης μετά από εβδομάδες σε παγωμένα υπόγεια, μιλούσαν για το πώς προσπάθησαν να προστατεύσουν τα παιδιά. «Καλύψαμε τα αυτιά του», είπε η Πολίνα Σιμάνσκα για τον 7χρονο δισέγγονό της Νικίτα. «Τον αγκαλιάσαμε, τον φιλήσαμε».
Στον επάνω όροφο, στο διαμέρισμα ενός γείτονα όπου ο πατέρας του Βλαντ βρήκε καταφύγιο για την οικογένεια του, ο 6χρονος κουλουριάστηκε σε ένα κρεβάτι με ένα άλλο αγόρι και έπαιξε χαρτιά. Το καλοριφέρ ήταν κρύο. Δεν υπήρχε ακόμα φυσικό αέριο και ηλεκτρικό ρεύμα, ούτε τρεχούμενο νερό.
Δεν αντέχουν όλοι από την οικογένεια του Βλαντ να επιστρέψουν στο δικό τους διαμέρισμα. Οι αναμνήσεις της Μαρίνα είναι παντού, από τα μπουκάλια αρωμάτων στο τραπέζι δίπλα στην εξώπορτα, μέχρι την σιωπηρή κουζίνα.
Στο σαλόνι ο χρόνος έχει σταματήσει. Μισοφουσκωμένα μπαλόνια κρέμονται από το ταβάνι. Μια σειρά από πολύχρωμες σημαίες είναι ακόμα στον τοίχο, μαζί με μια οικογενειακή φωτογραφία: Ο Ιβάν και η Μαρίνα κρατούν τον Βλαντ την ημέρα που γεννήθηκε. Γιόρτασαν τα γενέθλιά του στις 19 Φεβρουαρίου.
Πέντε μέρες αργότερα άρχισε ο πόλεμος. Και η ζωή της οικογένειας συρρικνώθηκε σε ένα μικρό δωμάτιο στο υπόγειο, γεμάτο κουβέρτες και διάσπαρτα γλυκά και παιχνίδια. Έκανε πολύ, πολύ κρύο, θυμάται ο Ιβάν. Αυτός και η Μαρίνα έκαναν ό,τι μπορούσαν για να πνίξουν τους ήχους των βομβαρδισμών για τον Βλαντ και να τον κρατήσουν ήσυχο. Όμως φοβήθηκαν και αυτοί.
Πριν από δύο εβδομάδες, ο Ιβάν πήγε τον Βλαντ στην αυτοσχέδια τουαλέτα στο καταφύγιο και επισκέφτηκε κάποιους γείτονες. Μετά ήρθε στη Μαρίνα να της πει ότι θα πήγαινε έξω. «Της άγγιξα τον ώμο και ήταν κρύα. Συνειδητοποίησα ότι είχε φύγει», είπε.
«Στην αρχή ο Βλαντ φαινόταν να μην καταλαβαίνει τι είχε συμβεί», ανέφερε ο Ιβάν. Αλλά όπως είπε, «όταν με είδε να κλαίω κατάλαβε τι είναι ο θάνατος».
Ο θάνατος έχει κυριεύσει την Μπούκα. Οι τοπικές αρχές είπαν στο Associated Press ότι τουλάχιστον 16 παιδιά ήταν μεταξύ των εκατοντάδων θυμάτων. Όσα ήταν τυχερά και επέζησαν έχουν μια δύσκολη περίοδο μπροστά τους προκειμένου να αναρρώσουν.
«Έχουν συνειδητοποιήσει ότι τώρα είναι ήρεμα και ήσυχα», είπε ο Ιβάν. «Αλλά την ίδια στιγμή, τα μεγαλύτερα παιδιά καταλαβαίνουν ότι τίποτα δεν τελείωσε. Ο πόλεμος παραμένει. Και είναι δύσκολο να εξηγήσει κανείς στους μικρότερους ότι ο πόλεμος συνεχίζεται».
«Τα παιδιά προσαρμόζονται. Έχουν δει πολλά. Κάποιοι είδαν ακόμη και σκυλιά να σκοτώνονται. Τώρα η κατάσταση που ζούμε μεταφέρθηκε και στα παιχνίδια που παίζουν».
Έξω από το νηπιαγωγείο, στα χώματα, ο Βλαντ και ένας φίλος του «βομβαρδίστηκαν» με χούφτες από άμμο. «Είμαι η Ουκρανία», είπε ένας. «Όχι, εγώ είμαι η Ουκρανία», απάντησε ο άλλος.