Οι προσεγγίσεις σε Έλληνες στρατιωτικούς, οι πιθανές ύποπτες χρηματοδοτήσεις σε ΜΜΕ και οι συναντήσεις… ενθάρρυνσης με «αρχηγούς» του αντιεμβολιαστικού κινήματος και εκκλησιαστικούς παράγοντες
Υποπτες επαφές με άτομα από τον πανεπιστημιακό χώρο και εκπροσώπους ΜΜΕ μικρού βεληνεκούς για προώθηση φιλορωσικών θέσεων ή για πρόκληση κοινωνικών αντιδράσεων, καθώς και επαφές με οργανωτές του… αντιεμβολιαστικού κινήματος – κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα -, φέρονται να αποδίδονται, ύστερα από διετή έρευνα της ΕΥΠ, στους 12 ρώσους διπλωμάτες που απελάθηκαν προ μερικών ημερών μετά την κήρυξή τους ως ανεπιθύμητων από το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών.
Η απέλαση αυτή ήταν σχεδόν ταυτόχρονη με δεκάδες άλλες από τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιταλία, τη Δανία, τη Σουηδία και την Ισπανία, σε μια ακόμα κίνηση «ευρωπαϊκής» διάρρηξης των σχέσεων με τη Μόσχα, μετά την αποκάλυψη των σφαγών στα περίχωρα του Κιέβου.
Στους 260 ανέρχεται ο συνολικός αριθμός
Υπολογίζεται ότι 260 ρώσοι διπλωμάτες έχουν απελαθεί, συνολικά, από χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης με την έναρξη της ρωσικής εισβολής. Προ δύο 24ώρων σε παρόμοιες κινήσεις προχώρησαν η Ιαπωνία και το Μαυροβούνιο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η προηγούμενη φορά που το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών είχε προχωρήσει σε παρόμοια κίνηση ήταν με την εκδίωξη τεσσάρων ρώσων διπλωματών τον Ιούλιο του 2018. Τότε υπήρχαν αναφορές για σχέδιο των μυστικών υπηρεσιών της Ρωσίας για «αποσταθεροποίηση» και για χρηματισμό βουλευτών ώστε να αποτραπεί η κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών από την ελληνική Βουλή. Παράλληλα τονιζόταν η αύξηση της ρωσικής επιρροής στο Αγιον Ορος μέσω καταγγελλομένων «αφανών χρηματοδοτήσεων», ενώ είχε διαπιστωθεί περίεργη προσέγγιση πρώην πρακτόρων της ΕΥΠ. Μάλιστα και τότε – όπως συνέβη και στις πρόσφατες απελάσεις – υπήρχε δέσμευση της εκπροσώπου του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, Μαρίας Ζαχάροβα, ότι η κίνηση της ελληνικής πλευράς θα «έχει συνέπειες».
«Σύμβουλοι» με… παρελθόν
Σύμφωνα με πληροφορίες του «Βήματος της Κυριακής» οι 12 διπλωμάτες που απελάθηκαν κατείχαν κυρίως θέσεις «συμβούλου» στις διπλωματικές αντιπροσωπείες και είχαν παραμονή – κατά μέσο όρο – τρία χρόνια στην Ελλάδα και προγενέστερη θητεία σε Κοπεγχάγη, Σόφια, Βερολίνο και άλλες ευρωπαϊκές πόλεις, στις οποίες πάλι φαίνεται να υπήρχαν αναφορές μυστικών υπηρεσιών για «ύποπτη δράση» πολλών από αυτούς. Ενας εκ των απελαθέντων φέρεται, σύμφωνα με έλληνες αξιωματούχους, ότι ήταν ο συντάκτης «σκληρών» ανακοινώσεων της ρωσικής πλευράς, ενώ τουλάχιστον τρεις από αυτούς είχαν πεδίο δράσης στη Βόρεια Ελλάδα. Για τη διερεύνηση των κινήσεων και των επαφών των 12 απελαθέντων φαίνεται να είχε ασχοληθεί ένα πολυμελές αυτόνομο τμήμα της ΕΥΠ με περισσότερα από 50 άτομα, που προχωρούσε σε φυσική παρακολούθησή τους αλλά και συλλογή πληροφοριών από κρίσιμες συνομιλίες (η ΕΥΠ διαθέτει νέο σύγχρονο σύστημα συνακροάσεων).
Προσέγγιζαν στρατιωτικούς
Οπως αναφέρουν καλά πληροφορημένες πηγές, δύο τουλάχιστον από τους απελαθέντες είχαν επιχειρήσει, με προσεγγίσεις ελλήνων στρατιωτικών και άλλων ή ατόμων από το περιβάλλον τους, να αποκτήσουν κρίσιμες πληροφορίες για θέματα κυρίως «στρατιωτικής τεχνολογίας» που ήταν το κύριο ενδιαφέρον τους. Οι έλληνες ερευνητές αναφέρουν ότι «αυτές οι προσπάθειες των ρώσων πρακτόρων, με προσεγγίσεις που φαίνονταν τάχα τυχαίες, έμειναν ημιτελείς». Χωρίς να δίνονται όμως άλλες λεπτομέρειες…
Ενας άλλος τομέας στον οποίο φαίνεται να δραστηριοποιούνταν πολλοί από τους ρώσους απελαθέντες ήταν η προώθηση των ρωσικών θέσεων, με εστίαση τον τελευταίο καιρό στον πόλεμο της Ουκρανίας. Φαίνεται να είχαν συναντήσεις και συνομιλίες με τουλάχιστον 20-30 άτομα (από ΑΕΙ και ΤΕΙ, ορισμένους «μελετητές», ιδιοκτήτες περίπου 10 μικρών ιστοτόπων και ΜΜΕ μικρής αναγνωσιμότητας ή θεαματικότητας) για να παρουσιάζονται φιλορωσικές θέσεις.
Ερευνα για ύποπτες χρηματοδοτήσεις
Επιπλέον, πολιτικοί παράγοντες αλλά και ερευνητές της υπόθεσης αναφέρονται σε «επιδιώξεις πολλών από τους ρώσους απελαθέντες να εμφανίζονται αντικυβερνητικές θέσεις ή να εκφράζεται δυσαρέσκεια για την οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα, για επιλογές κρατικών παραγόντων κ.λπ.». Σύμφωνα μάλιστα με πληροφορίες, έχει ήδη ενεργοποιηθεί η Αρχή για το Ξέπλυμα Χρήματος προκειμένου να διαπιστωθεί αν πίσω από ορισμένες «φιλορωσικές» απόψεις των συγκεκριμένων ατόμων υποκρύπτονται ύποπτες χρηματοδοτήσεις από τη ρωσική πλευρά. Χωρίς ωστόσο μέχρι σήμερα να παρουσιάζονται συγκεκριμένα στοιχεία.
Σχέσεις και με αντιεμβολιαστές
Μάλιστα, ύστερα από παρακολουθήσεις, φέρεται να είχε διαπιστωθεί ότι ένας εκ των ρώσων «συμβούλων» ερχόταν σε επαφή με ορισμένους από τους ηγέτες του αντιεμβολιαστικού κινήματος. Ερευνητές της δράσης των ρώσων διπλωματών αναφέρουν σαφώς ότι «οι συναντήσεις αυτές με γραφικούς οργανωτές του αντιεμβολιαστικού κινήματος εντάσσονταν στη λογική να δημιουργείται αναστάτωση».
Τέλος, όπως αναφέρουν οι ίδιοι παράγοντες, υπήρξαν επαφές ορισμένων από τους απομακρυνθέντες Ρώσους με εκκλησιαστικούς παράγοντες και υπευθύνους κάποιων σχετικών δημοσιευμάτων που αφορούν θρησκευτικά-εκκλησιαστικά ζητήματα για την απονομή της Αυτοκεφαλίας από το Οικουμενικό Πατριαρχείο στην Εκκλησία της Ουκρανίας και την εκκλησιαστική διαμάχη που έχει ξεσπάσει με το Πατριαρχείο Μόσχας.