Η ρωσική εισβολή ανάγκασε τις ΗΠΑ να αναθεωρήσει τη στρατηγική που είχε χαράξει γύρω από τη μελλοντική της παρουσία στην Ευρώπη
Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει θέσει υπό αμφισβήτηση τα μακροπρόθεσμα σχέδια του Πενταγώνου για την Ευρώπη, υποστηρίζει η Washington Post. Σύμφωνα με την αμερικανική εφημερίδα, υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι της αμερικανικής άμυνας αναμένεται να επανεξετάσουν τη μορφή της στρατιωτικής παρουσίας των ΗΠΑ στην Ανατολική Ευρώπη και τις χώρες της Βαλτικής, ως αποτέλεσμα της αυξανόμενης ανησυχίας για τις ευρύτερες φιλοδοξίες του Κρεμλίνου.
Ο στρατηγός Μαρκ Μάιλι, επικεφαλής των Ενιαίων Προσωπαρχών, δήλωσε την Τρίτη ότι προκρίνει τη δημιουργία σταθερών αμερικανικών βάσεων στην περιοχή, με το προσωπικό, ωστόσο, να τις στελεχώνει εκ περιτροπής, «ώστε να έχουμε το αποτέλεσμα της μονιμότητας» με μικρότερο κόστος, αποφεύγοντας έξοδα όπως η οικογενειακή στέγαση και η εκπαίδευση των παιδιών.
«Θα τις χτίσουν και θα τις πληρώσουν»
«Πιστεύω ότι πολλοί από τους συμμάχους μας, όπως εκείνοι στη Βαλτική και στην Πολωνία ή τη Ρουμανία, είναι πολύ πρόθυμοι να εγκαταστήσουν σταθερές βάσεις», δήλωσε στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Στρατιωτικών Υπηρεσιών. «Θα τις χτίσουν οι ίδιοι και θα πληρώσουν για αυτές».
Απευθυνόμενος στην ίδια επιτροπή την περασμένη εβδομάδα, ο πτέραρχος Τοντ Ντ. Γουόλτερς, επικεφαλής της US European Command, υποστήριξε ότι η σημερινή πολιτική του ΝΑΤΟ της εκ περιτροπής αποστολής στρατιωτών στην Ανατολική Ευρώπη «θα πρέπει να αλλάξει» και ότι τα κράτη είναι «πολύ πρόθυμα» να δεχτούν τη μόνιμη παρουσία νατοϊκών δυνάμεων.
Αυτές οι συζητήσεις υψηλού επιπέδου έρχονται τη στιγμή που οι ρωσικές δυνάμεις εγκαταλείπουν τις προσπάθειες κατάληψης των περισσότερων μεγάλων πόλεων της Ουκρανίας, συμπεριλαμβανομένου και του Κιέβου, με αμερικανούς αξιωματούχους να εικάζουν ότι ο Βλαντίμιρ Πούτιν έχει αναθεωρήσει τους στόχους του και σκοπεύει να ρίξει περισσότερες δυνάμεις στις μάχες των ανατολικών.
Το Πεντάγωνο έχει αυξήσει δραστικά τον αριθμό των αμερικανών στρατιωτών στην Ευρώπη, από περίπου 60.000 σε 100.000 ως αποτέλεσμα της ανάπτυξης ρωσικών στρατευμάτων στα ουκρανικά σύνορα και της εισβολής που ακολούθησε. Στην κορύφωση του Ψυχρού Πολέμου, στη διάρκεια της δεκαετίας του ’50, η αμερικανική παρουσία στην Ευρώπη είχε ξεπεράσει τους 400.000 στρατιώτες.
Επίκεινται συζητήσεις
Υψηλόβαθμοι αμερικανοί αξιωματούχοι έχουν υπάρξει επιφυλακτικοί στις περιγραφές τους για τη μελλοντική στρατηγική του αμερικανικού στρατού, τονίζοντας παράλληλα ότι η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία είναι ένα σημείο καμπής που έχει ανατρέψει την παγκόσμια τάξη. Ο εκπρόσωπος του Πενταγώνου, Τζον Κίρμπι, δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι οι ΗΠΑ θα συζητήσουν με τους συμμάχους τους «την κατάλληλη στιγμή» για να αποφασίσουν ποια θα είναι η σωστή στάση για την Ευρώπη σε επίπεδο ασφάλειας «ανεξάρτητα από το πώς θα τελειώσει αυτός ο πόλεμος» και ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν είναι ανοιχτή σε συζητήσεις για το κατά πόσον υπάρχει ανάγκη για «μεγαλύτερη σταθερή παρουσία».
Την Τρίτη, ο υπουργός άμυνας Λόιντ Όστιν, δήλωσε ότι το ζήτημα είναι πιθανό να προκύψει στη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ τον Ιούνιο.
«Στόχος μας», σημείωσε ο Λόιντ, «είναι να βεβαιωθούμε ότι θα συνεχίσουμε να ενισχύουμε την ασφάλεια των συμμάχων και των εταίρων μας, ιδίως εκείνων που βρίσκονται στο ανατολικό μέτωπο και ιδίως των συμμάχων μας στην περιοχή της Βαλτικής».
Ρωσία και Κίνα
Οι συζητήσεις περιπλέκονται από τις εκτιμήσεις των ΗΠΑ ότι η Κίνα και όχι η Ρωσία αποτελεί τον σημαντικότερο κίνδυνο για την αμερικανική ασφάλεια μακροπρόθεσμα.
Υψηλόβαθμος αμερικανός αξιωματούχος, μιλώντας στη Washington Post με τον όρο της ανωνυμίας του, δήλωσε ότι «θα υπάρξει αλλαγή στάσης στην Ευρώπη» ως αποτέλεσμα του πολέμου στην Ουκρανία και ότι «αυτό μπορεί να περιλαμβάνει και την αμερικανική παρουσία». Όμως η Ανατολική Ευρώπη θα οχυρωθεί και με στρατιώτες από άλλες χώρες του ΝΑΤΟ που εκτιμούν ότι ο περιορισμός της Ρωσίας θα αποδειχθεί αναγκαίος στους επόμενους μήνες και χρόνια.
«Αυτή τη στιγμή πιστεύω ότι θα μπορέσουμε να τα κάνουμε όλα ταυτόχρονα: να καταστήσουμε προτεραιότητα την περιοχή του Ινδικού-Ειρηνικού, ενώ παράλληλα αντιλαμβανόμαστε ότι υπάρχει ανάγκη ενίσχυσης στην Ευρώπη», κατέληξε.