«Αυτό δεν γίνεται, δίνουμε αυτό το προνόμιο στους εμβολιασμένους, θέτουμε τους ίδιους σε κίνδυνο και θέτουμε σε κίνδυνο για παράδειγμα τα μικρά παιδιά κάτω των 5 ετών, για τα οποία δεν υπάρχει εμβόλιο», εξήγησε. Για το Πάσχα, η κυρία Λινού είπε ότι τα πράγματα θα είναι πιο εύκολα, καθώς θα είναι καλός ο καιρός.
Προβληματισμένη από τη διαχείριση διαφόρων πεδίων της επιδημίας στην Ελλάδα εκ μέρους της Πολιτείας, παρουσιάστηκε η καθηγήτρια της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και πρόεδρος του Ινστιτούτου Προληπτικής, Περιβαλλοντολογικής και Εργασιακής Ιατρικής Prolepsis, Αθηνά Λινού.
«Ακόμα και τώρα που χαλαρώνουν τα μέτρα, δεν υπάρχει παράλληλα η πληροφόρηση ότι ο ιός παραμένει εδώ. Πρέπει να αναιρέσουμε ή να ακυρώσουμε κάποια μέτρα για να συντηρηθεί η Οικονομία της χώρας και να λύσουμε άλλα προβλήματα, αλλά δεν γίνεται πλήρως κατανοητό ότι οι άνθρωποι να συνεχίσουν να τηρούν ορισμένα μέτρα που δεν έχουν κόστος», τόνισε μιλώντας στο Πρώτο Πρόγραμμα. Έκανε ιδιαίτερη αναφορά στη χρήση μάσκας, στην τήρηση ασφαλών αποστάσεων και στην αποφυγή κλειστών χώρων.
«Θέτουμε σε κίνδυνο τα μικρά παιδιά κάτω των 5 ετών»
«Παράλληλα, έχει δημιουργηθεί ένα χάσμα μεταξύ εμβολιασμένων και ανεμβολίαστων. Στην προσπάθεια να πείσουμε το σύνολο του πληθυσμού να εμβολιαστεί δίνουμε προνόμια στους εμβολιασμένους τα οποία όμως τους θέτουν σε κίνδυνο. Και μολύνονται και μολύνουν, αλλά παρόλα αυτά τους επιτρέπουμε στην εστίαση και στη διασκέδαση να έχουμε πληρότητα 100%. Θα μπορούσε να είναι 70% η πληρότητα και να επιμένουμε να υπάρχει φυσικός αερισμός των χώρων. Και ας τρώγαμε με το παλτό μας, δεν χάλασε ο κόσμος», είπε χαρακτηριστικά.
«Αυτό δεν γίνεται, δίνουμε αυτό το προνόμιο στους εμβολιασμένους, θέτουμε τους ίδιους σε κίνδυνο και θέτουμε σε κίνδυνο για παράδειγμα τα μικρά παιδιά κάτω των 5 ετών, για τα οποία δεν υπάρχει εμβόλιο», εξήγησε. Για το Πάσχα, η κυρία Λινού είπε ότι τα πράγματα θα είναι πιο εύκολα, καθώς θα είναι καλός ο καιρός.
Επισήμανε ότι με σαφείς οδηγίες για τον ασφαλή τρόπο που θα ταξιδέψουμε και με «μια σύνεση» για να κινούμαστε στην ύπαιθρο με αποστάσεις, η πιθανότητα να νοσήσουμε θα είναι μικρή. «Ελπίζουμε ότι μέχρι τότε θα έχουν μειωθεί τα κρούσματα δεν θα είμαστε στα σημερινά επίπεδα. Οπότε σε περιοχές που είναι μικρότερη η διασπορά της νόσου θα μπορούμε να πάμε, αλλά με τη σύνεση να γιορτάσουμε έξω και όχι να βρεθούμε σε κλειστούς χώρους όλοι μαζί», υπογράμμισε.
Λάθος το μήνυμα της κυβέρνησης για τη μετάλλαξη Όμικρον
«Είναι πολύ κρίμα να χάνουμε τόσους πολλούς συνανθρώπους μας, ακόμα και νεότερους και παιδιά. Είναι ένας πόνος αυτός που πληγώνει την πατρίδα μας. Πρέπει να καταλάβουμε από την άλλη ότι υπάρχουν και πάρα πολλά κρούσματα. Είναι πολλοί αυτοί που νοσούν, πολλαπλάσιοι σε σχέση με τα πρώτα κύματα της πανδημίας. Στο πρώτο κύμα είχαμε πάει καλά με αυστηρά μέτρα προστασίας και λιγότερα κρούσματα. Τώρα έχουμε να κάνουμε με ένα πολύ πιο μεταδοτικό στέλεχος. Επιπλέον, είτε λόγω κόπωσης των πολιτών είτε λόγω προσπάθειας της Πολιτείας να διορθώσει τις οικονομικές συνέπειες και τις δυσκολίες με την αύξηση των τιμών, έχουμε μια δύσκολη ισορροπία», δήλωσε.
«Και οι άνθρωποι κουράστηκαν και δεν τηρούν τόσο πολύ τα μέτρα και η Πολιτεία δεν επιβάλλει τόσο αυστηρά μέτρα. Επίσης έχει περάσει το μήνυμα ότι είναι ηπιότερη η παραλλαγή Όμικρον, άρα δεν κινδυνεύουμε. Και αυτό δεν είναι πλήρως τεκμηριωμένο», σημείωσε.
Πρέπει να υπάρξει πολύ σοβαρότερο κίνημα αλληλεγγύης
Σύμφωνα με την ίδια, και η Όμικρον προκαλεί θανάτους και σοβαρή νόσηση, κάτι που αποτυπώνεται στους σκληρούς δείκτες. Υπενθύμισε ότι πολλοί επιστήμονες επισημαίνουν το ενδεχόμενο η νόσος να ήταν ηπιότερη κυρίως λόγω των εμβολιασμών. «Οπότε τώρα είμαστε σε ένα δίλημμα. Οι διεθνείς οργανισμοί Υγείας επιμένουν ότι πρέπει να συνεχίσουμε να τηρούμε μέτρα προστασίας παράλληλα με την ενθάρρυνση και την ενίσχυση των εμβολιασμών, οι δε κυβερνήσεις χαλαρώνουν τα μέτρα. Τα χαλαρώνουν γιατί προσπαθούν να διασώσουν ό,τι μπορούν από την Οικονομία», πρόσθεσε.
«Ο ΠΟΥ τονίζει ότι αυτή τη στιγμή πρέπει να υπάρξει πολύ σοβαρότερο κίνημα αλληλεγγύης, χρειάζονται περίπου 28 δισεκατομμύρια από τις μεγάλες και πλούσιες χώρες να βάλουν δηλαδή βαθιά το χέρι στην τσέπη για να ελεγχθεί παγκόσμια η πανδημία. Διαφορετικά δεν θα το καταφέρουμε. Είναι ένας συνδυασμός πραγμάτων που παραμένουν οι σκληροί δείκτες», επισήμανε η κυρία Λινού.