Σύμφωνα με την δεύτερη ετήσια έκθεση για τη βία κατά των γυναικών, που δημοσιεύτηκε τον Νοέμβριο του 2021, την Ημέρα της Εξάλειψης της Βίας κατά των Γυναικών, από τη Γενική Γραμματεία Δημογραφικής και Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας των Φύλων, καταγγέλθηκαν 202 περιστατικά βιασμού το 2020.
Ήταν λίγο μετά την αλλαγή του χρόνου. Ήθελε να βγει, να περάσει καλά με τη φίλη της. Ωστόσο το τρίτο και τελευταίο ποτό που της προσέφεραν σε εκείνο το πάρτι είχε μια εξέλιξη που δεν θα μπορούσε να την είχε φανταστεί.
Το επόμενο πράγμα που θυμάται είναι να βρίσκεται σε μια σουίτα, γυμνή και με τα ρούχα της πεταμένα στο πάτωμα.
Κατάλαβε αμέσως τι είχε συμβεί.
Η υπόθεση ομαδικού βιασμού της 24χρονη στη Θεσσαλονίκη έχει προκαλέσει κύμα οργής και παράλληλα κύμα συμπαράστασης στο θύμα, το οποίο συγκέντρωσε όλο της το θάρρος και να μιλήσει για τον εφιάλτη που βίωσε.
Το πρωί της Τετάρτης ένα ακόμα φρικτό περιστατικό βλέπει το φως της δημοσιότητας.
Στον Βόλο, ακόμα μια κοπέλα 20 ετών καταγγέλλει ότι υπέστη ομαδικό βιασμό.
202 καταγγελίες για βιασμό το 2020
Σύμφωνα με την δεύτερη ετήσια έκθεση για τη βία κατά των γυναικών, που δημοσιεύτηκε τον Νοέμβριο του 2021, την Ημέρα της Εξάλειψης της Βίας κατά των Γυναικών, από τη Γενική Γραμματεία Δημογραφικής και Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας των Φύλων, καταγγέλθηκαν 202 περιστατικά βιασμού το 2020.
Διαβάστε επίσης: Χάπια βιασμού – Από φάρμακα κατά της αυπνίας, «φονικά όπλα» βιαστών
Ο αριθμός αυτός αναφέρεται σε θύματα γυναίκες, οι οποίες κατήγγειλαν τα περιστατικά στις Αρχές. Ο αριθμός εκτιμάται πως μπορεί να είναι ακόμα μεγαλύτερος, δεδομένου ότι αρκετά είναι τα θύματα σεξουαλικής κακοποίησης, τα οποία δεν καταφέρνουν πολλές φορές να απευθυνθούν στις Αρχές.
Συνολικά από το 2015 έχουν καταγγελθεί 1.238 περιστατικά βιασμού στην Ελλάδα.
Οι περισσότερες καταγγελίες, καταγράφεται στην αρχή της οικονομικής ύφεσης στην Ελλάδα, με τον αριθμό των θυμάτων τα αγγίζει τα 263.
Απογοητευτικές οι αλλαγές στον ΠΚ
Το ελληνικό #MeToo έδωσε έναυσμα στο υπουργείο Δικαιοσύνης για μία σειρά αλλαγές στον νέο Ποινικό Κώδικα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
Πρόκειται για μία σειρά αυστηροποιήσεων οι οποίες θα εφαρμόζονται, εφόσον το νομοσχέδιο ψηφιστεί στη Βουλή, προς υπεράσπιση ομάδων, όπως ανηλίκων, πολιτών τρίτων χωρών, θυμάτων σεξουαλικής κακοποίησης και εκμετάλλευσης, trafficking που λόγω της θέσης τους και της κακοποίησης που έχουν υποστεί αδυνατούν να καταθέτουν χωρίς την υποστήριξη ειδικών επιστημόνων.
Αιχμηρή ήταν πάντως η αντίδραση του Κέντρου για τα Έμφυλα Δικαιώματα και την Ισότητα «Διοτίμα», εκτιμώντας πως οι αλλαγές «αμφισβητούν την αξιοπιστία των θυμάτων σεξουαλικής βίας» καθώς «με βάση τη νέα διάταξη, θα διορίζεται και θα παρίσταται, ως πραγματογνώμονας ψυχολόγος ή ψυχίατρος, ο οποίος θα προετοιμάζει την παθούσα/όντα για την εξέταση από τις ανακριτικές αρχές (π.χ. αστυνομία, ανακριτής), χρησιμοποιώντας τις κατάλληλες διαγνωστικές μεθόδους και θα αποφαίνεται για την αντιληπτική ικανότητα και την ψυχική κατάστασή της/του».
Δεύτερον, «η κατάθεση των παθόντων για τα προαναφερόμενα αδικήματα θα συντάσσεται εγγράφως και θα καταχωρίζεται σε ηλεκτρονικό οπτικοακουστικό μέσο με την πρόβλεψη για την ηλεκτρονική προβολή της κατάθεσης ή την ανάγνωση της γραπτής κατάθεσης στο ακροατήριο να αναπληρώνει την φυσική παρουσία των θυμάτων- επιζωσών στο δικαστήριο».
Τέλος, «για τα θύματα των παραπάνω πράξεων επιβάλλεται η διενέργεια ειδικής κοινωνικής έρευνας για την αξιολόγηση των προσωπικών χαρακτηριστικών τους, της σχέσης τους με τον δράστη και των συνθηκών τέλεσης του εγκλήματος, του βαθμού της βλάβης που υπέστησαν καθώς και των περιστάσεων του εγκλήματος προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνος επαναθυματοποίησής τους. Στην περίπτωση αυτή, η κοινωνική έρευνα θα μπορεί να διεξαχθεί και από κοινωνικούς λειτουργούς δήμων ή περιφερειών».
Πιο συγκεκριμένα η «Διοτίμα» αντιδρά που «η διεύρυνση των παραπάνω προβλέψεων σε θύματα εγκλημάτων, όπως ο βιασμός και η σεξουαλική παρενόχληση στον εργασιακό χώρο, στερείται δικαιολογητικής βάσης, με δεδομένο ότι οι διατάξεις αυτές αφορούν ανήλικα άτομα και θύματα εμπορίας ανθρώπων και έχουν εισαχθεί στη νομοθεσία της χώρας σε συμμόρφωση με διεθνή κείμενα».
Αντιθέτως, εκτιμά, «τα θύματα βιασμού ή σεξουαλικής παρενόχλησης στον χώρο εργασίας, ούτε μπορούν να θεωρηθούν εκ προοιμίου ευάλωτα ούτε είναι ευάλωτα αποκλειστικά και μόνο λόγω του ότι είναι θύματα έμφυλης βίας, ώστε να δικαιολογείται η κατάθεσή τους στο πλαίσιο διαφορετικών και φερόμενων ως προστατευτικών διαδικαστικών προϋποθέσεων».
Επομένως, συμπεραίνει, «η εισαγόμενη διάταξη εγείρει προβληματισμό για τον σκοπό νομοθέτησής της».