Οι έρευνες για ενστόλους που εμπλέκονται και σε λαθρεμπόριο καυσίμων, οι υποπτες επενδυτικές και κατασκευαστικές εταιρείες, η καταγγελία αφορμή των ερευνών κι οι συναντήσεις της σπείρας μέσα σε αστυνομικά τμήματα.
«Τελευταία ταυτότητα που έβγαλε ο Ε. ήταν την προηγούμενη εβδομάδα, στη Γλυφάδα. Πήγαν εκεί αυτός, ο Κ. και κάνα δυό ακόμα την Παρασκευή το μεσημέρι κατά τις δυόμισι που είχαν φύγει όλοι και βγάλανε ταυτότητα σε μία γυναίκα γύρω στα 50, Ρωσίδα με ξανθιά κοντά μαλλιά. Η ταυτότητα πήγε 25 χιλιάρικα. Ο ταυτοτητάς της Γλυφάδας πήρε τα 10. Μάρτυρας ήταν ένας Καζακστανός απ’ το Μενίδι. Λένε ότι θα της βγάλουν και διαβατήριο. Γι’ αυτό ο διαβατηριάς θα πάρει ένα πεντοχίλιαρο. Την άκρη με τον Αστυφύλακα στην Γλυφάδα την έχει ο κουμπάρος του Ε. και απ’ ότι έμαθα είπαν ότι θα βγάλουν και άλλη ταυτότητα τον Μάιο πάλι εκεί και θα συνεργαστούν όλοι μαζί ξανά. Να έχετε τον νου σας…»
Απόσπασμα από την καταγγελία που αποτέλεσε την αφορμή για την πολυσύνθετη έρευνα της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΛ.ΑΣ που οδήγησε στον σχηματισμό δικογραφίας σε βάρος 25 ατόμων από τους οποίους οι εννιά αστυνομικοί (σσ. ενας διοικητής Τμήματος Ασφαλείας στην δυτική Αττική) για την έκδοση τουλάχιστον 200 πλαστών ταυτοτήτων και ταξιδιωτικών εγγράφων που διευκόλυναν τις κινήσεις και την διαφυγή επικίνδυνων αλλοδαπών κακοποιών.
Το in.gr αποκαλύπτει την δικογραφία της υπόθεσης από την οποία διαπιστώνεται ότι τα μέλη του κυκλώματος είχαν προχωρήσει στην συσταση εταιρείας επενδύσεων, στην δημιουργία με πλαστα στοιχεία κατασκευαστικής εταιρείας.
Ακόμη στον δικαστικό φακελο υπάρχουν ενδεικτικές αναφορές κι υπόνοιες για τυχόν εμπλοκή του προαναφερόμενου αστυνομικού διοικητή, στο χρηματοκιβώτιο του οποίου βρέθηκαν 320.000 ευρω σε υπόθεση λαθρεμπορίου καυσίμων ενώ άλλο μέλος του κυκλώματος φέρεται να προχωρούσε σε παρανομες συμβολαιογραφικές πράξεις.
Εντυπωσιάζει ακόμη ότι τα μέλη του κυκλώματος δήλωναν παρα τα τεράστια εσοδα τους μηδενικά εισοδήματα και έπαιρναν κρατικά επιδόματα! Ακόμη διαπιστώνεται ότι «ακρες» του κυκλώματος ήταν στη ν περιοχή της Αραχωβας, αλλά και στα Χανιά με πιθανή εμπλοκή επίορκων αστυνομικών.
Ως αρχηγός του κυκλώματος εμφανίζεται 60χρονος από το Καζακστάν που είχε κατηγορηθεί στο παρελθόν για απάτες κι ο οποίος επισκεπτόταν με συνεργούς του (σ.σ. ορισμένοι ήταν συγγενείς του) πολλές αστυνομικές υπηρεσίες της Αττικής και φρόντιζε για την έκδοση πλαστών ταξιδιωτικών χρησιμοποιώντας πολλές φορές τους ίδιους μάρτυρες για την ταυτοπροσωπία. Τις ώρες των επισκέψεων οι αστυνομικοί προχωρούσαν σε ηλεκτρονικές αναζητήσεις στο συστημα Police on Line για να διευκολύνουν το κύκλωμα, κάτι που αποτέλεσε ενοχοποιητικό στοιχείο για αυτούς.
Η ΕΛΑΣ κατέγραψε ακόμη ενδεικτική συνομιλία μελών του κυκλώματος που ανέφεραν «για τα χαρτιά. Εντάξει. Τους καθησύχασα, πήγα στη συνάντηση, έδωσα τα χαρτιά. Ο Αλβανός ικανοποιημένος, όλα εντάξει. Του λέω τι έγινε; Λέει, έφερε τα μισά χρήματα. Επτά χιλιάδες, λέει, έφερε και τις άλλες επτά χιλιάδες δεν τις μάζεψε. Του λέω, έλα να ξεκινήσουμε με τα εφτά. Λέει, όχι Δημήτρη, λέει. Εγώ ακόμα τα χρήματα όλα δεν θα τα πάρω. Εγώ λέει δεν θέλω να χρωστάω εγώ μετά. Και πότε; Λέει, περίπου σε μια εβδομάδα το πολύ δέκα μέρες θα μου φέρει το άλλο μισό. Λέω εγώ, αστ τώρα. Κάθομαι, και νομίζω που θα βρω για να πληρώσω τις δυο δόσεις. Εμπιστεύομαι αυτό το βλάκα. Εγώ, το ένα το άλλο, δεν θέλω να του πω γαμώτο, ότι χρειάζομαι χρήματα, άντε δώστα, για να μην τον φοβίσω. Πρέπει να μας δώσει δεκαπέντε χιλιάδες, και στην Αστυνομία ακόμη δέκα πέντε χιλιάδες να πάει. Γι’ αυτό σε κάλεσα πριν μια ώρα, να ρωτήσω εσένα, μετά δεν απάντησες,. Γενικά, όλα πήγανε ανάποδα. Τώρα ζήτησε για τον φίλο του. Λέω, συγγνώμη αδελφέ, εικοσιπέντε δεν βγαίνω, τουλάχιστον τριάντα. Εντάξει θα του πω. Και την προηγούμενη εβδομάδα λέει, έτοιμος είναι και αυτά. Εκείνος έπρεπε χρήματα να του φέρει. Αποδείχτηκε ότι του έφερε μόνο εφτά χιλιάδες, τα μισά. Λέω εφτά χιλιάδες έστω θα πάρω τα χαρτιά, ένα δυο τη νύχτα θα ετοιμάσω. Εκείνος λέει και αν αυτός δεν τα φέρει. Εγώ, λέει, θα τα πληρώσω;»
Σε μία άλλη περίπτωση που εμφανίζεται εμπλοκή στην εκδοση πλαστών πιστοποιητικών καταγραφεται η συνομιλία μελών του κυκλώματος «το ξέρω, το ξέρω. Μα δεν το περίμενα ρε Σλάβα. Να σου, ναι να σου πω κάτι. Έχει τύχει ας πούμε και άλλοι από την Αράχωβα, που δεν έχουν φέρει μάρτυρα και λέω να βάλουμε κάποιον γνωστό. Και τους έχω βάλει. Εντάξει, δεν έχει τύχει τώρα, στράβωσε από εκεί που δεν το περιμένεις να σου πω την αλήθεια»
Ακόμη υπάρχει αναφορά για ήδη κατηγορούμενη υπάλληλο ληξιαρχείου στα δυτικά προάστια ότι « ο ρόλος και η συμμετοχή της ήταν καθοριστικής σημασίας για την επίτευξη των σκοπών της οργάνωσης. Όπως προαναφέρθηκε βασική μέριμνα της οργάνωσης ήταν η προμήθεια πιστοποιητικών οικογενειακής κατάστασης. Λόγω της ιδιότητάς της ως υπάλληλος του Ληξιαρχείου και εκμεταλλευόμενη τις γνωριμίες μέσα στην Υπηρεσία της, καθώς η ίδια δεν είχε πρόσβαση στο Εθνικό Δημοτολόγιο, εξασφάλιζε τα απαραίτητα πιστοποιητικά οικογενειακής κατάστασης»
Ακόμη ειδική μνεία υπάρχει για την υποβοήθηση Αλβανού ποινικού αφού όπως χαρακτηριστικά μνημονευεται «διωκόταν διεθνώς για ηθική αυτουργία σε ανθρωποκτονία αστυνομικού, η οποία έλαβε χώρα στην Αλβανία, απευθύνθηκε σε μέλη του κυκλώματος προκειμένου να εξασφαλίσει ταξιδιωτικά έγγραφα (ταυτότητα και διαβατήριο). Αυτό το έκανε όπως ανέφερε ο ίδιος για να μπορεί να διαμένει στην Ελλάδα, δίχως να είναι εφικτή η εκτέλεση της σε βάρος του ποινής και να είναι με αυτόν τον τρόπο κοντά σε συγγενείς του που διέμεναν στην Χώρα. Έτσι λοιπόν, με τη βοήθεια της εγκληματικής οργάνωσης, αφού πρώτα εξασφάλισε τα απαραίτητα εκ του νόμου έγγραφα για την έκδοση, κατόπιν σχετικής υπόδειξης μετέβη στα Χανιά, όπου με τη βοήθεια αστυνομικών, μελών της οργάνωσης, προμηθεύτηκε ταυτότητα Έλληνα πολίτη, με καινούριο πλέον ονοματεπώνυμο ΧΑΜΚΙΔΗΣ Χρήστος».
Τελος για τον κατηγρούμενο διοικητή του τμήματος ασφαλείας σημειώνεται «ο ίδιος είχε επικοινωνίες με τον διευθυντή της εγκληματικής οργάνωσης Ε. , συνέπραττε ως Διοικητής στην παράνομη έκδοση δελτίων ταυτότητας, τα οποία εκδίδονταν από την αρμόδια υπάλληλο του Τμήματος του και στενή συγγενή του , αναζητούσε άτομα στις βάσεις δεδομένων της ΕΛ.ΑΣ, τόσο πριν την έκδοση των δελτίων, όσο και μετά από αυτή, παρέχοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τις απαιτούμενες πληροφορίες, οι οποίες διασφάλιζαν την «ασφαλή» έκδοση δελτίων, η οποία αποτελούσε βασικό στοιχείο για την απρόσκοπτη δράσης της οργάνωσης».