Το 46,3% απάντησαν ότι σκοπεύουν να επιστρέψουν στην Ελλάδα τα επόμενα χρόνια. Το 61,4% εξ αυτών σκέφτονται να επιστρέψουν άμεσα, και συγκεκριμένα το 39% ότι σκοπεύουν να επιστρέψουν σε «1-2 χρόνια» και το 22,4% «φέτος».
Η ανεργία δεν «χτυπάει» τους κατόχους υψηλού επιπέδου τίτλων σπουδών, καθώς όπως δείχνουν τα στοιχεία του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης, το 97,5% ανάμεσα τους εμφανίζουν ποσοστά απασχόλησης στην ελληνική αγορά εργασίας.
Στην σχετική μελέτη του που έκανε το ΕΚΤ σε συνεργασία με την ερευνητική μονάδα περιφερειακής ανάπτυξης του πανεπιστημίου Μακεδονίας, παρουσιάζεται μια ολοκληρωμένη εικόνα για την γεωγραφική, επιστημονική και επαγγελματική κινητικότητα των Ελλήνων διδακτόρων.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα ευρήματα της έρευνας όσον αφορά την πρόθεση των Ελλήνων διδακτόρων που ζουν στο εξωτερικό, να επιστρέψουν στην Ελλάδα. Το 46,3% απάντησαν ότι σκοπεύουν να επιστρέψουν στην Ελλάδα τα επόμενα χρόνια. Το 61,4% εξ αυτών σκέφτονται να επιστρέψουν άμεσα, και συγκεκριμένα το 39% ότι σκοπεύουν να επιστρέψουν σε «1-2 χρόνια» και το 22,4% «φέτος». Επίσης, διατηρούν ισχυρούς δεσμούς με την Ελλάδα, καθώς σε ποσοστό 95% έρχονται τουλάχιστον μια φορά τον χρόνο στην Ελλάδα.
Οι προϋποθέσεις και οι λόγοι επιστροφής στην Ελλάδα συναρτώνται κυρίως με τη δυνατότητα εύρεσης εργασίας. Το 69,7% δήλωσαν ότι θα επέστρεφαν εάν έβρισκαν «εργασία ανάλογη με τα προσόντα τους στην Ελλάδα», το 43% θα επέστρεφαν για «οικογενειακούς λόγους» και το 35,6% εάν «ένας από τους δύο συντρόφους έβρισκε εργασία στην Ελλάδα που ήταν οικονομικά ικανοποιητική».
Στο ερώτημα για το τι μπορεί να κάνει το κράτος για να βοηθήσει την επιστροφή τους, το 60,7% δήλωσαν ότι ικανή συνθήκη είναι «να προκηρυχθούν νέες θέσεις εργασίας στα ΑΕΙ/ Ερευνητικά Κέντρα» και το 58,4% να βελτιωθούν οι γενικότερες συνθήκες στη χώρα (κοινωνικές υποδομές, βελτίωση της οικονομίας κλπ.). Σημαντικό τμήμα τους δήλωσαν ότι πρέπει να βελτιωθεί η διασύνδεση αυτών που εργάζονται στο εξωτερικό με την Ελλάδα. Συγκεκριμένα, το 37,2% θεωρούν ότι πρέπει «να βελτιωθούν οι δυνατότητες διασύνδεσής τους με την ελληνική ερευνητική κοινότητα» και το 29,2% ότι χρειάζεται «διαφάνεια και αμεσότητα στην ενημέρωση για κίνητρα-υποτροφίες που προσφέρονται στην Ελλάδα». Μόνο το 9,2% δήλωσαν πως δεν ενδιαφέρονται καθόλου να επιστρέψουν.
Τα βασικά στοιχεία
Οι Έλληνες διδάκτορες κατέχουν κατά κανόνα περισσότερους από έναν τίτλους σπουδών, εμφανίζουν πολύ υψηλό ποσοστό απασχόλησης (97,5%), κυρίως στον δημόσιο τομέα (66%), ενώ σε σημαντικό ποσοστό (31,3%) διαθέτουν εργασιακή εμπειρία στο εξωτερικό.
Στόχος της έρευνας, στην οποία συμμετείχαν 10.295 διδάκτορες από τον συνολικό πληθυσμό των Ελλήνων διδακτόρων της περιόδου 1985-2018 του Εθνικού Αρχείου Διδακτορικών Διατριβών, ήταν το να καταγραφούν όλα τα στοιχεία που αφορούν τους υπερεξειδικευμένους νέους και νέες στη χώρα μας, οι οποίοι άλλωστε συνδέονται με την ανάπτυξη και την οικονομική της ευημερία.
Ακόμη, όπως προκύπτει από την έρευνα:
- Οι Έλληνες διδάκτορες διαθέτουν κατά κανόνα περισσότερους από έναν τίτλους σπουδών: το 10,4% έχουν δεύτερο πτυχίο, το 74,4% μεταπτυχιακό, το 14,9% είναι κάτοχοι δεύτερου μεταπτυχιακού, το 0,8% έχουν αποκτήσει και δεύτερο διδακτορικό, ενώ το 11,2% έχουν διενεργήσει μεταδιδακτορική έρευνα (postdoc). Τα πτυχία τους είναι κυρίως στις Επιστήμες Υγείας, στις Φυσικές Επιστήμες, στα Μαθηματικά και τη Στατιστική. Σε σημαντικό ποσοστό, απέκτησαν τα πτυχία τους στο εξωτερικό: 8% πήραν το πρώτο πτυχίο τους στο εξωτερικό, 22,4% το μεταπτυχιακό τους, 2,8% το διδακτορικό τους και 26,3% το μεταδιδακτορικό τους.
- Ως προς τη γεωγραφική τους κινητικότητα, το 31,3% των διδακτόρων εργάστηκαν για κάποιο χρονικό διάστημα στο εξωτερικό (μάλιστα το 14,8% εξακολουθούν να ζουν και να εργάζονται σήμερα στο εξωτερικό). Το 68,7% των διδακτόρων δεν έφυγαν ποτέ από την Ελλάδα, και το 82,2% εξ αυτών δεν έχουν πρόθεση μετακίνησης στο εξωτερικό
- Όσον αφορά τους διδάκτορες που ζουν στην Ελλάδα (και δεν εργάστηκαν ποτέ εκτός Ελλάδας), σε ποσοστό 42,9% εργάζονται ως «Επαγγελματίες», κατά 27,6% ως «Διδακτικό προσωπικό ανώτατων εκπαιδευτικών και ερευνητικών ιδρυμάτων», κατά 15% ως «Ανώτερα διευθυντικά και διοικητικά στελέχη», κατά 7,6% ως «Υπάλληλοι (δημόσιοι ή ιδιωτικοί)» και κατά 5,7% ως «Ερευνητές».
Όσον αφορά τους διδάκτορες που ζουν στο εξωτερικό, το 40,3% δήλωσαν ότι εργάζονται ως «Διδακτικό προσωπικό ανώτατων εκπαιδευτικών και ερευνητικών ιδρυμάτων», το 32,2% ως «Επαγγελματίες», το 15% ως «Ερευνητές», το 9,5% ως «Ανώτερα διευθυντικά και διοικητικά στελέχη» και το 2,6% ως «Υπάλληλοι (δημόσιοι ή ιδιωτικοί)
- Το 73,8% από τους διδάκτορες που ζουν και εργάζονται στο εξωτερικό, είχαν εργαστεί στην Ελλάδα πριν φύγουν για το εξωτερικό. Το 52,6% από αυτούς, ακριβώς πριν φύγουν για το εξωτερικό, εργάζονταν και μάλιστα με ασφαλή εργασιακή σχέση ή/και με καλή αμοιβή ή/και σε σχετικό με τις σπουδές τους αντικείμενο. Οι περισσότεροι έφυγαν από την Ελλάδα μετά το 2011 (72,8%), για λόγους που συνδέονται άμεσα με την εργασία (επαγγελματική ανέλιξη, καλύτερες εργασιακές συνθήκες, καλύτερες οικονομικές απολαβές και εργασία στο αντικείμενό τους), ενώ για τους ίδιους λόγους επέλεξαν και τη χώρα στην οποία εγκαταστάθηκαν.
- Οι Έλληνες κάτοχοι διδακτορικού ζουν ή έζησαν σε πάνω από 50 χώρες, κυρίως στο Ηνωμένο Βασίλειο, στις ΗΠΑ, τη Γερμανία και τη Γαλλία (το 30,8% σε περισσότερες από μία χώρες), καθώς και σε περισσότερες από 500 πόλεις, κυρίως στο Λονδίνο, το Παρίσι, τη Βοστώνη, τη Λευκωσία και τη Νέα Υόρκη. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 67,5% αυτών που ζουν/έζησαν στο εξωτερικό έχουν εργαστεί/εργάζονται σε μία από τις 10 πιο καινοτόμες χώρες του κόσμου, και το 75,2% ζουν/έζησαν σε πόλεις που θεωρούνται παγκόσμιες μητροπόλεις