Κεντρικοί δρόμοι της πρωτεύουσας όπως η Βασιλέως Κωνσταντίνου, η Καλλιρρόης και η Σταδίου δημιουργήθηκαν με βάση τις υδάτινες ροές που η φύση είχε ανοίξει στο λεκανοπέδιο. Από τις ιστορικές ροές νερού στην πρωτεύουσα έχουν απομείνει ο Κηφισός και ένα κομμάτι του Ιλισού.
Ολοένα και συχνότερα είναι πλέον τα πλημμυρικά φαινόμενα στην Αττική, δεδομένης και της καταστροφής των δασών στα βουνά που περικλείουν την πρωτεύουσα, με βασική αιτία το γεγονός ότι η άναρχη δόμηση της Αθήνας στον 20ό αιώνα οδήγησε στο μπάζωμα άνω των 800 χιλιομέτρων υδάτινων ροών, αλλού για δημιουργία οδών και αλλού για οικοδόμηση.
Κεντρικοί δρόμοι της πρωτεύουσας όπως η Βασιλέως Κωνσταντίνου, η Καλλιρρόης και η Σταδίου δημιουργήθηκαν με βάση τις υδάτινες ροές που η φύση είχε ανοίξει στο λεκανοπέδιο. Από τις ιστορικές ροές νερού στην πρωτεύουσα έχουν απομείνει ο Κηφισός και ένα κομμάτι του Ιλισού.
Δύο ποταμοί που, με την επέλαση του «Μπάλλου», κατέβασαν για ακόμη μια φορά μεγάλη ποσότητα νερού δημιουργώντας έντονο προβληματισμό στις αρχές για το ενδεχόμενο υπερχείλισης.
Πώς θα ήταν η Αθήνα αν είχε χτιστεί στις όχθες των ποταμών της
Ολες οι σημαντικές πόλεις από την αρχαιότητα, τον μεσαίωνα και μέχρι τον τελευταίο αιώνα χτίζονταν πάνω σε ποτάμια και συνδέονταν με ποτάμια. Εκτός από την Αθήνα, στην οποία τα ποτάμια της μπαζώθηκαν και έγιναν άσχημοι αυτοκινητόδρομοι.
Γνωστές πόλεις όπως το Λονδίνο, η Πράγα, η Κολονία, η Μόσχα, το Παρίσι, η Αγία Πετρούπολη, η Βουδαπέστη, η Βιέννη, κλπ, αλλά και τόσες πανέμορφες άγνωστες πόλεις όπως το Κόμπλενζ, το Μέλκ, το Ουγκλιτς, το Κίζι, το Ρουντεσχάιμ και άλλες έχουν χτιστεί γύρω από τα ποτάμια τους και αποτελούν μαγνήτη για τους ντόπιους κατοίκους και τους τουρίστες.
Όπως αναφέρει η ιστοσελίδα michanikos.gr, οι γεωτρήσεις του ΙΓΜΕ (Ινστιτούτο Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών) απέδειξαν ότι οι περισσότεροι δρόμοι της Αθήνας κρύβουν ένα μπαζωμένο ρέμα ή ένα υπόγειο ποτάμι. Ο Ιλισός, ο Ηριδανός, ο Κυκλόβορος, το Λυκόρεμα, ο Βουρλοπόταμος, ο Βοϊδοπνίχτης, ο Αλασσώνας είναι μερικά από αυτά.
Σύμφωνα με μελέτη του ΕΜΠ, τα ανοιχτά ρέματα το 1945 είχαν μήκος 1.280 χιλιόμετρα και σήμερα μόλις, 434 χιλιόμετρα, μειώθηκαν, δηλαδή, σε ποσοστό 66,4%. Όπως, δε, προκύπτει από μελέτη του ΙΓΜΕ, πριν από μερικά χρόνια, το 80% των νερών της βροχής το απορροφούσε το έδαφος και μόλις το 20% έπεφτε στην θάλασσα, σήμερα το ποσοστό αυτό έχει αλλάξει δραματικά.
Ο Κηφισός, το τελευταίο χαμένο ποτάμι του Λεκανοπεδίου
Η κοίτη του απλώνεται σε έκταση 12.000 στρεμμάτων και η αρχή του εντοπίζεται στην Πάρνηθα, ενώ διέρχεται μέσα από τουλάχιστον δέκα περιοχές της Αττικής, μεταξύ των οποίων η Νέα Ερυθραία, η Κηφισιά, η Λυκόβρυση, η Μεταμόρφωση και η Νέα Φιλαδέλφεια και εκβάλλει στο Φαληρικό όρμο του Σαρωνικού.
Οι πρώτες αναφορές στον Κηφισό γίνονται από αρχαίους Έλληνες συγγραφείς, περισσότερα από 2000 χρόνια πριν. Ιερός ήταν για τους αρχαίους ο ποταμός Κηφισός, πηγή ζωής για τη μεγάλη, εύφορη πεδιάδα. Δυστυχώς, η υποβάθμιση του Κηφισού και των παραχειμάρρων του τα τελευταία χρόνια, αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα ανοικτά περιβαλλοντικά μέτωπα του Λεκανοπεδίου.
Το όνειρο του Φορέα για τον Κηφισό:
Απόλυτη αδιαφορία
Το 1994 η κατάσταση του Κηφισού ήταν τόσο άσχημη ώστε εκδόθηκε προεδρικό διάταγμα για τη διαφύλαξή του. Όμως, 13 χρόνια μετά το Προεδρικό Διάταγμα (ΦΕΚ 632/27-6-1994) για τον καθορισμό των ζωνών προστασίας του, ο Κηφισός παραμένει ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα κακοποίησης του φυσικού περιβάλλοντος στην πολύπαθη Αττική και ειδικά στους γειτονικούς του Δήμους, ανάμεσα στους οποίους είναι και η Νέα Φιλαδέλφεια.
Ταυτόχρονα, ο Φορέας Διαχείρισης και Ανάπλασης του Κηφισού που συστάθηκε με Π.Δ. (ΦΕΚ 346/2002), δεν έχει καταφέρει να ασκήσει αποτελεσματικά τις εκτεταμένες αρμοδιότητές του, καθώς δε στελεχώθηκε και δεν του έχουν καταβληθεί οι προβλεπόμενες από το νόμο χρηματοδοτήσεις και κατά συνέπεια δεν λειτούργησε ποτέ.
Ας σημειωθεί ότι νέα ίχνη από τμήμα του Αδριάνειου υδραγωγείου εντοπίστηκαν από τα μέλη της οικολογικής εξόρμησης Αττικής στην κοίτη του Κηφισού, στο ύψος του αμαξοστασίου των ΗΛΠΑΠ, στη Νέα Φιλαδέλφεια. Στο συγκεκριμένο σημείο, διακρίνονται τρία φρεάτια και λιθοδομές σε μήκος περίπου 50 μέτρων. Το αρχαιολογικό εύρημα υφίσταται φθορές από τα μπάζα και τα σκουπίδια που πετούν ασυνείδητοι από τα γειτονικά κτίρια, ενώ επιβαρύνεται και από τα νερά που εκτρέπονται από την τσιμεντένια πλατφόρμα των ΗΛΠΑΠ, καθώς πρόσφατα προστέθηκαν και επιχωματώσεις και άχρηστα υλικά στον χώρο λόγω ανέγερσης παρακείμενης οικοδομής.
Οι αντιδράσεις των κατοίκων
Το 1999 τα σχέδια για δρόμο πάνω από το ποτάμι είχαν οριστικοποιηθεί και επιτροπή κατοίκων είχε πάει στο υπουργείο για να μεταφέρει την αντίδρασή της. Συναντήθηκαν με κάποιο αρμόδιο διευθυντή, που για να τους πείσει για την αναγκαιότητα του έργου, άνοιξε πάνω σε ένα τραπέζι μια μεγάλη αεροφωτογραφία. Τους έδειξε ότι όλα ήταν χτισμένα –τσιμέντο παντού- και η μόνη ελεύθερη λωρίδα ήταν ο Κηφισός.
«Από που θέλετε να περάσει ο δρόμος, είπε. Δεν υπάρχει άλλος χώρος».
Με αυτές λοιπόν τις πολιτικές πορευτήκαμε την τελευταία δεκαετία. Ήρθε και η «μεγάλη ιδέα» των Ολυμπιακών Αγώνων και ο Αυτοκινητόδρομος ταχείας κυκλοφορίας πάνω από τον Κηφισό έγινε μέρος του μεγάλου ολυμπιακού δακτυλίου.
Δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός για να διαπιστώσει ότι το έργο είναι ασύμβατο με την περιοχή και τα προβλήματα που έχει δημιουργήσει στους κατοίκους πολλά. Αρκεί μια μικρή βόλτα για να τα δει κάποιος.
Επειδή έπρεπε να συνδεθεί με την υπερυψωμένη παραλιακή λεωφόρο, ο δρόμος υψώθηκε πάνω από το ποτάμι περνώντας κυριολεκτικά πάνω από διώροφες οικοδομές.
Άλλαξε το μικροκλίμα της περιοχής
Ο όγκος του τσιμέντου είναι τόσος πολύς που το μικροκλίμα της περιοχής άλλαξε. Η αύρα της θάλασσας πια δεν περνά και το καλοκαίρι η θερμοκρασία είναι μεγαλύτερη. Ο όγκος του δρόμου σκοτείνιασε την περιοχή και ο ήλιος δεν βλέπει αρκετά τις παρακηφίσιες κατοικίες.
Ακόμα και το οδικό έργο μέσα σε πέντε χρόνια έφτασε στα όριά του.
Τα μποτιλιαρίσματα στον δρόμο ταχείας κυκλοφορίας σχεδόν καθημερινά, κάνοντας ακόμα μεγαλύτερο το πρόβλημα του θορύβου και το καυσαέριο στα πνευμόνια των κατοίκων περισσότερο. Ο θόρυβος, τα ανήλιαγα νερά κάτω από τον δρόμο, τα κουνούπια από τα στάσιμα σκοτεινά νερά, η δυσοσμία κάνουν την ζωή των κατοίκων δύσκολη και την υποβάθμιση της ποιότητας ζωής εμφανή.
Ποιοί μπάζωσαν τον Ιλισσό
Αθήνα, 1937, κάλυψη Ιλισού. Ο Διοικητής Πρωτευούσης (επί δικτατορίας Μεταξά) Κωνσταντίνος Κοτζιάς επισκέπτεται τα έργα της κάλυψης Ιλισού. Στις αρχές του 20ου αιώνα ολόκληρη η περιοχή μεταξύ Ιλισού και Υμηττού είχε κηρυχθεί αναδασωτέα και είχε φυτευτεί.
Στη δεκαετία του ’50, επί Κωνσταντίνου Καραμανλή, ολοκληρώθηκε η κάλυψη της κοίτης του ποταμού και τη θέση του ποταμού πήραν οι οδοί Μιχαλακοπούλου, Βασιλέως Κωνσταντίνου και Καλλιρόης. Το έργο είχε ξεκινήσει το 1939 και το θεμελίωσε ο Μεταξάς με τη χαρακτηριστική φράση: «Θάπτομεν τον Ιλισόν».
Πηγή φωτογραφιών: michanikos.gr