Το ζητούμενο ωστόσο είναι η επιστροφή των μαθητών στα θρανία να μην πυροδοτήσει μια νέα έκρηξη του φονικού ιού και πιθανώς ένα νέο κύμα της πανδημίας.
Μπορεί τα κρούσματα του κορωνοϊού να παρουσιάζουν τις τελευταίες εβδομάδες σταθεροποίηση και οι κρίσιμοι δείκτες να μειώνονται, ωστόσο κάθε άλλο παρά εφησυχασμός επικρατεί στην κυβέρνηση.
Ο λόγος δεν είναι άλλος βέβαια από το άνοιγμα των σχολείων, το οποίο, όπως δηλώνουν οι επιστήμονες, θα φέρει σίγουρα την αύξηση των κρουσμάτων. Το ζητούμενο ωστόσο είναι η επιστροφή των μαθητών στα θρανία να μην πυροδοτήσει μια νέα έκρηξη του φονικού ιού και πιθανώς ένα νέο κύμα της πανδημίας. Σε κάθε περίπτωση, η επίπτωση του ανοίγματος αναμένεται να φανεί σε περίπου δύο εβδομάδες.
Σύμμαχος σε ένα πιθανό νέο κύμα αναμένεται να αποτελέσει η μετάλλαξη Δέλτα, η οποία συνεχίζει να περικυκλώνει τη χώρα μας προκαλώντας συναγερμό.
Σε κάθε περίπτωση, ο μεγάλος στόχος της κυβέρνησης, αλλά και το «θέλω» όλης της εκπαιδευτικής κοινότητας είναι τα σχολεία να παραμείνουν ανοιχτά. Όλοι καταλαβαίνουν ότι το καλύτερο για τους μαθητές είναι να βρίσκονται διά ζώσης στα θρανία και στις σχολικές μονάδες και όχι να ξαναγυρίσουν σε καθεστώς τηλεκπαίδευσης. Κάτι τέτοιο θα προκαλούσε νέες μεγάλες δυσκολίες στην εκπαίδευση των παιδιών, αλλά και στην κοινωνικοποίησή τους.
Το κυβερνητικό επιτελείο και οι ειδικοί τονίζουν ότι το ισχυρότερο όπλο για να παραμείνουν τα σχολεία ανοιχτά είναι να προχωρήσει ο εμβολιασμός των παιδιών, αλλά και να τηρούνται τα μέτρα για τον κοροναϊό. Θυμίζουμε ότι τη φετινή εκπαιδευτική χρονιά τα τμήματα και οι τάξεις θα κλείνουν μόνο αν νοσήσουν πάνω από τους μισούς μαθητές σε αυτά, δηλαδή 50% + 1.
Δυσοίωνες προβλέψεις για το μέλλον
Την ίδια στιγμή, οι προβλέψεις για την επόμενη μέρα μόνο… ευοίωνες δεν είναι. Ενδεικτικά είναι τα όσα αναφέρει ο καθηγητής Περιβαλλοντικής Μηχανικής του ΑΠΘ, Δημοσθένης Σαρηγιάννης.
«Ήμασταν σε κάμψη, ήμασταν σε καθαρή πτωτική πορεία περίπου 12 μέρες πριν, πριν τρεις με τέσσερις μέρες έχουμε επιβράδυνση της πτωτικής πορείας, και αυτή τη στιγμή ο κυλιόμενος εβδομαδιαίος μέσος όρος είναι σε σταθερότητα, πέφτουμε ακόμα, αλλά πιο αργά» εξήγησε ο καθηγητής.
Ο κ. Σαρηγιάννης ανέφερε χαρακτηριστικά ότι αυτό είναι προάγγελος μιας μεταβολής της εικόνας που περιμένουμε να δούμε 18 με 20 του μήνα, με μια αναστροφή σε αυξητική πορεία που μπορεί να οδηγήσει σε ημερησία αυξητική τιμή πάνω από 4000 – 4500 κρούσματα προς το τέλος το μήνα, ενώ ο εβδομαδιαίος μέσος όρος θα είναι γύρω στα 3.500 – 3.700. «Και 4.900 σε μια μέρα μπορούμε να δούμε, άλλα θα είναι μια μέρα» είπε.
Από την πλευρά του ο εντατικολόγος-πνευμονολόγος, Νίκος Καπραβέλος, εξηγεί πως είμαστε σε μια πολύ επικίνδυνη τέταρτη φάση με καινούρια χαρακτηριστικά της πανδημίας, χωρίς να μπορούμε να κάνουμε προβλέψεις.
«Βλέπουμε μια πολύ μεγάλη διασπορά, με την πίεση στο σύστημα υγείας να είναι ελεγχόμενη, παρότι μας φαίνεται αδιανόητος ο καθημερινός αριθμός των θανάτων. Εξαρτάται ποιον στόχο βάζεις. Γιατί δεν μπορεί να βάζεις στόχο την μείωση των θανάτων αλλά την εξάλειψή τους, να μετατρέψουμε αυτή την θανατηφόρο πανδημία σε ένα κοινό κρυολόγημα. Και αυτό θέλει πολύ μεγάλη προσπάθεια. Δεν το έχουμε κάνει και θα το πληρώσουμε ακριβά και στο 4ο κύμα».
Ξεκίνησε η τρίτη του εμβολίου
Όλα αυτά την στιγμή που η συζήτηση για την τρίτη δόση του εμβολίου έχει ήδη ανοίξει, με τους πρώτους πολίτες μάλιστα των ευπαθών ομάδων να έχουν σπεύσει να εμβολιαστούν.
Μιλώντας στο MEGA και τον Νίκο Ευαγγελάτο, ο Παναγιώτης Παναγιωτόπουλος, μέλος Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών, σημείωσε ότι τα αντισώματα δεν έχουν τόσο μεγάλη σχέση με την προστασία απέναντι στον ιό.
«Ο αριθμός των αντισωμάτων δεν ταυτίζεται με την προστασία» τόνισε.
Σχετικά με την τρίτη δόση σημείωσε ότι αρχικά θα τη λάβουν όσοι βρίσκονται σε ανασοκαταστολή, οι άνω των 60 ετών και όσοι διαμένουν σε δομές φιλοξενίας ηλικιωμένων. «Δεν είναι για τους πάντες» εξήγησε.
Όπως σημειώνει ο κ. Παναγιωτόπουλος, η συζήτηση της τρίτης δόσης «δημιουργεί την ψευδή εντύπωση ότι η πρώτη και δεύτερη δόση είναι αναποτελεσματικές. Λάθος».
Καταλήγοντας, τόνισε ότι το μονοδοσικό εμβόλιο ίσως να έχει πολύ μικρότερη απόκλιση, απέναντι στις δύο δόσεις των υπόλοιπων εμβολίων.