Όλα δείχνουν ότι η παρέμβαση του Πακιστάν ήταν καθοριστική για να ανακοινωθεί τελικά η προσωρινή κυβέρνηση των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν
Όταν το περασμένο Σάββατο ο αντιστράτηγος Φαΐζ Χαμίντ, επικεφαλής της ISI, της υπηρεσίας πληροφοριών του Πακιστάν έφτανε στην Καμπούλ για διαβουλεύσεις με τους Ταλιμπάν, η δήλωση που έκανε ήταν «όλα θα είναι ΟΚ». Λίγες μέρες μετά οι Ταλιμπάν ανακοίνωναν την σύνθεση της προσωρινής κυβέρνησης τους. Όλα δείχνουν ότι η επίσκεψη του Χαμίντ ήταν καθοριστική για την τελική διαμόρφωση της κυβέρνησης των Ταλιμπάν.
Οι δεσμοί του Πακιστάν με το Αφγανιστάν και τους Ταλιμπάν
Οι δεσμοί του Πακιστάν με το Αφγανιστάν και τους Ταλιμπάν είναι παλιοί. Πέραν των δεσμών που γεννά το γεγονός ότι στο Πακιστάν ζει μια μεγάλη μειονότητα Παστούν, υπήρχε πάντα και ένα γεωπολιτικό ενδιαφέρον, καθώς το Πακιστάν δεν ήθελε ποτέ το Αφγανιστάν να περάσει στην επιρροή της Ινδίας.
Αυτό αποτυπώθηκε σε διάφορα επίπεδα δεσμών, συμπεριλαμβανομένων και των Ταλιμπάν, που στη δεκαετία του 1990 είχαν κατεξοχήν τη στήριξη του Πακιστάν καθώς ακόμη και την περίοδο των πολεμικών επιχειρήσεων των ΗΠΑ και των συμμάχων τους στο Αφγανιστάν, οι υπηρεσίες ασφαλείας του Πακιστάν και κυρίως η ISI διατηρούσαν δεσμούς με τους Ταλιμπάν, που ουσιαστικά εκεί κατά κύριο λόγο μπορούσαν να βρουν καταφύγιο. Αυτό συχνά ήταν μια άσκηση λεπτών ισορροπιών καθώς την ίδια στιγμή οι υπηρεσίες του Πακιστάν προσπαθούν να αντιμετωπίσουν τη δράση των Ταλιμπάν του Πακιστάν που στόχο είχαν την ανατροπή της πακιστανικής κυβέρνησης.
Δεν είναι τυχαίο πάντως ότι τον Νοέμβριο του 2001 ήταν ο τότε πρόεδρος του Πακιστάν Περβέζ Μουσάραφ που διαπραγματεύτηκε με τις ΗΠΑ την εκκένωση με πακιστανικά στρατιωτικά αεροσκάφη από την Κουντούζ, που ήταν περικυκλωμένη από τη Βόρεια Συμμαχία (και αμερικανικές ειδικές δυνάμεις) εκατοντάδων στελεχών των Ταλιμπάν και μελών της Αλ Κάιντα. Μάλιστα πληροφορίες αναφέρουν ότι ανάμεσά τους ήταν ο Μαουλάουι Αμίρ Χαν Μουτακί, ο σημερινός προσωρινός υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης των Ταλιμπάν.
Από ό,τι φαίνεται η παρέμβαση του Πακιστάν ήταν αρκετά καθοριστική για να βρεθούν ισορροπίες και στο εσωτερικό των Ταλιμπάν. Η βασικότερη που φαίνεται ότι υπήρχε ήταν ανάμεσα στον Μουλά Αμπντούλ Γάνι Μπαραντάρ, τον επικεφαλής της διαπραγματευτικής ομάδας στη Ντόχα και θεωρούμενο μέχρι τώρα ως τον δεύτερο στην ιεραρχία των Ταλιμπάν και το δίκτυο Χακάνι, που εκπροσωπείται στην κυβέρνηση από τον υπουργό Εσωτερικών Σιρατζουντίν Χακάνι.
Παρά τη δημοσιότητα που έχει λάβει η επικήρυξη του Χακάνι από τις ΗΠΑ σε σχέση με μια τρομοκρατική επίθεση το 2008, οι σχέσεις του Δικτύου Χακάνι με τις ΗΠΑ και το Πακιστάν είναι πιο κάπως πιο σύνθετες. Στη δεκαετία του 1980 και τον πόλεμο κατά των Σοβιετικών η ομάδα μουτζαχεντίν του Τζαλαλουντίν Χακάνι είχαν στενές σχέσεις όχι μόνο με το Πακιστάν αλλά και τη CIA, που χρηματοδότησε αδρά την ομάδα του. Το Δίκτυο Χακάνι συνδέθηκε με τους Ταλιμπάν το 1995 και πάντα διατήρησε μια σχετικά διακριτή δομή, κατοχυρώνοντας και το ρόλο του μετά και τη σχετική αποκατάσταση της ενότητας των Πακιστάν στην περίοδο μετά το 2015 – στην οποία πάλι στο Πακιστάν έπαιξε σημαντικό ρόλο. Δεν είναι χωρίς σημασία επίσης ότι μετά το 2016 οι ΗΠΑ δεν θεωρούσαν ως βασικό στόχο τους το δίκτυο Χακάνι, υποστηρίζοντας ότι κυρίως αφορά τις υπηρεσίες ασφαλείας του ίδιου του Αφγανιστάν.
Όταν το Πακιστάν φυλάκιζε τον Μπαραντάρ
Ενδεικτική του ρόλου του Πακιστάν στις εξελίξεις στο Αφγανιστάν είναι η σχέση με του Μουλά Αμντούλ Γάνι Μπαραντάρ. Στη δεκαετία του 2000 ο Μπαραντάρ ήταν ψηλά στην ιεραρχία των Ταλιμπάν και είχε ηγετικό ρόλο στο «συμβούλιο ηγεσίας» των Ταλιμπάν, την Κέτα Σούρα. Μάλιστα θεωρείτο τότε ο κατεξοχήν ηγέτης των Ταλιμπάν που ήθελε να υπάρξει συνεννόηση με την Αφγανική κυβέρνηση και τον Χαμίντ Καρζάι όπως και ότι αντιστεκόταν περισσότερο στην επιρροή του Πακιστάν.
Όταν το 2010 τον συνέλαβε η ISIS, η υπηρεσία πληροφοριών του Πακιστάν στο Καράτσι, ο λόγος ήταν ότι ήταν σε συνεννοήσεις με την κυβέρνηση του Αφγανιστάν για μια συμφωνία ειρήνευσης και οι ότι πακιστανικές αρχές εκτίμησαν ότι αυτό είχε τον κίνδυνο να μειώσει την επιρροή του Πακιστάν στο Αφγανιστάν.
Μάλιστα θα χρειαστεί η παρέμβαση του Αμερικανού ειδικού απεσταλμένου για το Αφγανιστάν Ζαλμάι Χαλιζάντ το 2018 προς τις αρχές του Πακιστάν, ώστε ο Μπαραντάρ να απελευθερωθεί και να μπορέσει να ηγηθεί της αντιπροσωπείας των Ταλιμπάν στις διαπραγματεύσεις στη Ντόχα που οδήγησαν εκτός των άλλων και στη συμφωνία των Ταλιμπάν με τις ΗΠΑ το Φεβρουάριο του 2020.
Σε αυτό το φόντο η υποβάθμιση του Μπαραντάρ στη θέση του αναπληρωτή επικεφαλής της κυβέρνησης δείχνει να είναι αποτέλεσμα και των πακιστανικών χειρισμών.
Ο ρόλος του Μουλά Χασάν Αχούντ
Όσο για τη φιγούρα του Μουλά Χασάν Αχούντ, του επικεφαλής της προσωρινής κυβέρνησης του Αφγανιστάν, αυτή έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Σε αντίθεση με άλλα ηγετικά στελέχη του κινήματος δεν προέρχεται από τη «τζιχάντ» κατά των Σοβιετικών, αλλά κυρίως αναδείχτηκε ως ισχυρός «ιδεολόγος» στα συμβούλια ηγεσίας και υπηρέτησε ως υπουργός Εξωτερικών στην προηγούμενη κυβέρνηση των Ταλιμπάν.
Του αποδίδεται η επιμονή στην καταστροφή των αγαλμάτων του Βούδα στο Μπαμιγιάν το 2001 και είχε κομβικό ρόλο στη διαμόρφωση της ιδεολογίας των Ταλιμπάν, συμπεριλαμβανομένης των θέσεων για την υποδεέστερη θέση των γυναικών και για την άρνηση δικαιωμάτων στις εθνικές και θρησκευτικές μειονότητες.
Προέρχεται από μια ισχυρή και μεγάλη φυλή Παστούν της Κανταχάρ, τους Ντουράνι, από τους οποίους καταγόταν και ο Αχμάντ Σαχ Ντουράνι, ο ιδρυτής του σύγχρονου Αφγανιστάν στον 18ο αιώνα.
Το γεγονός ότι κατά βάση μετά το 2001 έδρασε ως εξόριστο μέλος της ηγεσίας στο Πακιστάν σημαίνει ότι για τις Πακιστανικές αρχές είναι μια οικεία φιγούρα και μια βολική συμβιβαστική λύση ανάμεσα στην πιο πραγματιστική πτέρυγα των Πακιστάν και την πιο «σκληροπυρηνική».
Η σημασία της επίσκεψης Ράαμπ στο Πακιστάν
Πλευρές όλων αυτών είναι πιθανό το Πακιστάν να τις συζήτησε και με άλλες χώρες. Είναι ενδεικτική η επίσκεψη την περασμένη εβδομάδα στο Πακιστάν του Βρετανού υπουργού Εξωτερικών Ντόμινκ Ράαμπ ο οποίος δήλωσε ότι «το Πακιστάν είναι ένας ζωτικός συνεργάτης του Ηνωμένου Βασιλείου στο Αφγανιστάν», ενώ προηγουμένως ο επικεφαλής διπλωματίας είχε επισκεφθεί το Κατάρ, τη χώρα που επίσης διατηρεί διαύλους επικοινωνίας με τους Ταλιμπάν και φιλοξένησε τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις.
Η διεθνής κοινότητα σε αναμονή
Όλα δείχνουν ότι σε πρώτη φάση το κριτήριο είναι να εξασφαλιστεί η ενότητα των ίδιων των Ταλιμπάν όπως και η εξασφάλιση της εσωτερικής σταθερότητας του Αφγανιστάν (μετά και την κατίσχυση στη σύγκρουση στο Παντσίρ) και σε δεύτερο χρόνο η αποκατάσταση καλύτερων σχέσεων με τη διεθνή κοινότητα (σημειώνουμε ότι η παρουσία ανθρώπων στην κυβέρνηση για τους οποίους υπάρχουν κυρώσεις του ΟΗΕ είναι εάν όχι αμελητέο τεχνικό εμπόδιο στην αναγνώριση τα Ηνωμένα Έθνη). Αυτό αφορά και το γεγονός ότι η «συμπεριληπτικότητα» περιορίστηκε στην παρουσία στελεχών των Ταλιμπάν τατζικικής ή ουζμπεκικής εθνότητας και όχι ακριβώς στην ουσιαστική εκπροσώπηση των άλλων εθνοτήτων (ενδεικτική η απουσία των Σιιτών Χαζάρων), αλλά και το ζήτημα της ενίσχυσης ενόπλων οργανώσεων.
Όμως, όλο το προηγούμενο διάστημα Κίνα, Ρωσία και Ιράν έχουν κάνει σαφές ότι είναι διατεθειμένες να έχουν αναβαθμισμένες σχέσεις με τη νέα κατάσταση υπό τη σαφή προϋπόθεση ότι οι Ταλιμπάν εξασφαλίζουν ότι δεν θα χρησιμοποιηθεί το έδαφος του Αφγανιστάν ως εφαλτήριο για τη δράση ενόπλων οργανώσεων εναντίον τους όπως και ότι θα μπορέσουν να αποφύγουν την επιστροφή σε μια συνθήκη εμφυλίου πολέμου.