Τζο Μπάιντεν και Μπόρις Τζόνσον «συμφώνησαν να διεξαχθεί ψηφιακή σύνοδος των αρχηγών των κρατών και των κυβερνήσεων της G7 την επόμενη εβδομάδα, προκειμένου να συζητηθεί κοινή προσέγγιση και στρατηγική», καθώς το Αφγανιστάν βρίσκεται πλέον στα χέρια των Ταλιμπάν.
Ο αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν και ο βρετανός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον συμφώνησαν κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής συνδιάλεξής τους χθες Τρίτη να συμμετάσχουν την επόμενη εβδομάδα σε έκτακτη σύνοδο κορυφής της G7 για το Αφγανιστάν, ενημέρωσαν με χωριστές ανακοινώσεις τους ο Λευκός Οίκος και η Ντάουνινγκ Στριτ.
Ψηφιακή σύνοδος της G7
Οι δύο άνδρες «συμφώνησαν να διεξαχθεί ψηφιακή σύνοδος των αρχηγών των κρατών και των κυβερνήσεων της G7 την επόμενη εβδομάδα, προκειμένου να συζητηθεί κοινή προσέγγιση και στρατηγική», καθώς το Αφγανιστάν βρίσκεται πλέον στα χέρια των Ταλιμπάν, ανέφερε το δελτίο Τύπου της αμερικανικής προεδρίας.
Οπως μεταδίδει το ΑΠΕ, ο Μπόρις Τζόνσον, η χώρα του οποίου ασκεί το τρέχον διάστημα την προεδρία της ομάδας των επτά πιο ανεπτυγμένων βιομηχανικά κρατών του κόσμου (ΗΠΑ, Καναδάς, Ιαπωνία, ΗΒ, Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία) κάλεσε προχθές Δευτέρα να οργανωθεί η σύνοδος αυτή, καθώς για την ώρα η διεθνής κοινότητα αντιδρά στις εξελίξεις κατά τρόπο αποδιοργανωμένο.
Στη διάρκεια της συνδιάλεξης, ο βρετανός πρωθυπουργός και ο αμερικανός πρόεδρος «χαιρέτισαν τη συνεργασία» των δύο χωρών στις επιχειρήσεις εκκένωσης, ανέφερε η Ντάουνινγκ Στριτ.
Μπάιντεν (αριστερά) – Τζόνσον (φωτογραφία Reuters)
Αναφέρθηκαν ακόμη στην «ανάγκη να συνεχιστεί στενή συνεργασία μεταξύ των συμμάχων και των δημοκρατικών εταίρων» ως προς το Αφγανιστάν, συμπλήρωσε ο Λευκός Οίκος.
Επρόκειτο για την πρώτη φορά που ο Τζο Μπάιντεν συζήτησε με αρχηγό κράτους ή κυβέρνησης μετά την πτώση της Καμπούλ, έπειτα από την 20ετή στρατιωτική επέμβαση διεθνούς συνασπισμού υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, στην οποία το Ηνωμένο Βασίλειο διαδραμάτισε μείζονα ρόλο.
Επικριτική η Βρετανία
Η απόφαση του Τζο Μπάιντεν να αποσύρει τα τελευταία αμερικανικά στρατεύματα από το Αφγανιστάν το αργότερο την 31η Αυγούστου και η διαχείριση της επιχείρησης αυτής από την Ουάσιγκτον επικρίθηκαν έντονα στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Η βρετανική κυβέρνηση ανακοίνωσε νωρίτερα χθες ότι θα συγκροτήσει πρόγραμμα για την υποδοχή έως και 20.000 αφγανών προσφύγων «μακροπρόθεσμα».
Βρετανοί πολίτες και αφγανοί με βρετανική υπηκοότητα εγκαταλείπουν την Καμπούλ (φωτογραφία Reuters)
«Εχουμε χρέος προς όλους όσοι συνεργάστηκαν μαζί μας για να κάνουν το Αφγανιστάν καλύτερο μέρος τα τελευταία 20 χρόνια», και «πολλοί εξ αυτών, ιδιαίτερα οι γυναίκες, χρειάζονται τώρα επειγόντως τη βοήθειά μας», συνόψισε ο Μπόρις Τζόνσον, σύμφωνα με δελτίο Τύπου που δημοσιοποιήθηκε από το υπουργείο Εσωτερικών της κυβέρνησής του.
Λίγες μέρες ήταν αρκετές για να πέσει η Καμπούλ ξανά στα χέρια των Ταλιμπάν, με τη διεθνή κοινότητα να κοιτάει παγωμένη και αμήχανη τα όσα συμβαίνουν στο «Ισλαμικό Εμιράτο του Αφγανιστάν».
Οι εξελίξεις ήταν τόσο ραγδαίες που κάποιος σκέφτεται πως οι Ταλιμπάν είχαν εδώ και καιρό θέσει τις βάσεις για τη νίκη τους και πως προετοιμάζονταν να δώσουν σκληρή μάχη για να αναλάβουν ξανά τον έλεγχο της χώρας που διοικούσαν από το 1996 μέχρι το 2001.
Επιχείρηση απομάκρυνσης των Αμερικανών
Ο αμερικανικός στρατός κατάφερε να απομακρύνει πάνω από 3.200 ανθρώπους από το Αφγανιστάν, κυρίως μέλη του αμερικανικού διπλωματικού προσωπικού, με μεταγωγικά αεροσκάφη, ανέφερε χθες Τρίτη αξιωματούχος του Λευκού Οίκου που θέλησε να παραμείνει ανώνυμος.
Αμερικανοί στρατιώτες ακροβολισμένοι στο αεροδρόμιο της Καμπούλ κρατούν σε απόσταση (φωτογραφία AP/Shekib Rahmani)
Πέραν των 3.200 Αμερικανών, σχεδόν 2.000 αφγανοί πρόσφυγες επίσης απομακρύνθηκαν με στρατιωτικές πτήσεις, στο πλαίσιο της επιχείρησης εκκένωσης που συνεχίζεται, και μεταφέρονται στις ΗΠΑ, πρόσθεσε.
Οι 1.100 Αμερικανοί, μόνιμοι κάτοικοι και μέλη των οικογενειών τους παραλήφθηκαν μόνο χθες. «Τώρα που έχουμε δημιουργήσει ροή, αναμένουμε οι αριθμοί αυτοί να αυξηθούν ραγδαία», διαβεβαίωσε ο αξιωματούχος.
Μας δεσμεύει η Σαρία
Στην πρώτη τους συνέντευξη Τύπου από τη στιγμή που κατέλαβαν την πρωτεύουσα του Αφγανιστάν, την Καμπούλ, οι Ταλιμπάν, απευθυνόμενοι στον λαό του Αφγανιστάν και στη διεθνή κοινότητα, ανακοίνωσαν πως δίνουν αμνηστία σε όλους τους αντιπάλους τους, υποσχέθηκαν ότι οι γυναίκες θα μπορούν να εργάζονται και να πηγαίνουν στο πανεπιστήμιο και παράλληλα δεσμεύτηκαν για τα δικαιώματα των γυναικών, ξεκαθαρίζοντας ωστόσο την ίδια ώρα πως τους δεσμεύει ο νόμος της Σαρία.
«Θα θέλαμε να διαβεβαιώσουμε ότι δεν πρόκειται να υπάρξει καμία διάκριση εις βάρος των γυναικών, αλλά φυσικά εντός των πλαισίων που έχουμε» δήλωσε ο εκπρόσωπος των Ταλιμπάν.
“Unfortunately the last government was weak, they didn’t keep their promises”
Taliban spokesman Zabihullah Mujahid tells Kabul residents “their security is ensured” as he addresses Afghans for first time since the group took took control
Latest: https://t.co/IUtAPurBs4 pic.twitter.com/0NLuuc6FwE
— BBC Breaking News (@BBCBreaking) August 17, 2021
Οι γυναίκες μας είναι μουσουλμάνες, θα είναι ευτυχείς επίσης να ζουν εντός του πλαισίου της σαρία. Οι γυναίκες μας έχουν δικαιώματα και θα είναι σε θέση να επωφεληθούν από αυτά τα δικαιώματα, έχουν δικαίωμα να μετέχουν στην εκπαίδευση, στην υγεία και σε άλλους τομείς, τόνισε.
«Οι επόμενες ημέρες θα είναι κρίσιμες. Ο πλανήτης παρακολουθεί. Δεν μπορούμε και δεν πρέπει να εγκαταλείψουμε τον λαό του Αφγανιστάν».
Αποτροπή των μεταναστών
Με αυτά τα λόγια, ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, κάλεσε τη Δύση να αναλάβει τις ευθύνες της, στη διάρκεια έκτακτης συνεδρίασης του Συμβουλίου Ασφαλείας τη Δευτέρα.
Ομως η Ευρώπη φαίνεται πως έχει σκοπό να κάνει ακριβώς αυτό. Να εγκαταλείψει τη συντριπτική πλειονότητα των Αφγανών που κινδυνεύουν άμεσα από τους Ταλιμπάν – με το τακτ που απαιτείται για να μην αντιμετωπίσει μεγαλύτερα εσωτερικά προβλήματα – και να εστιάσει σε δυο ζητήματα που δείχνουν να την απασχολούν σαφώς περισσότερο:
Την αποτροπή των μεταναστευτικών ρευμάτων που εύλογα θα μπορούσαν να προκύψουν ως αποτέλεσμα της επιστροφής της χώρας στον έλεγχο των φονταμενταλιστών και τη διαχείριση των σχέσεών της με τις ΗΠΑ, που από τη μία πλευρά την «παρέσυραν» σε λανθασμένες επιλογές στο Αφγανιστάν και από την άλλη αποτελούν τον σημαντικότερο σύμμαχό της.
Kaos v Afganistanu in predaja sodobne oborožitve za 300.000 mož Talibanom je doslej največji poraz za #NATO v zgodovini. Kot del zavezništva smo zanj soodgovorni. Prepuščanje afganistanskih zaveznikov terorju Talibanov pa je sramotno dejanje. Vse skupaj simbol konca neke dobe. https://t.co/JM9wvpQBgW
— Janez Janša (@JJansaSDS) August 16, 2021
Η φτωχή… χώρα με το πλούσιο υπέδαφος
Την ίδια στιγμή, αποκαλυπτικά είναι τα στοιχεία που καταδεικνύουν γιατί το Αφγανιστάν, εκτός από τη γεωστρατηγική θέση του, αποτελεί ισχυρό πόλο οικονομικής έλξης που καμία σχέση δεν έχει με την εικόνα της φτωχής χώρας που μέχρι σήμερα γνωρίζουμε.
Σύμφωνα με τις ανακαλύψεις αμερικανών γεωλόγων, το Αφγανιστάν θα µπορούσε να γίνει «η Σαουδική Αραβία του λιθίου», και όχι μόνο, καθώς η αξία των αποθεμάτων σπάνιων γαιών του Αφγανιστάν που περιλαμβάνουν λανθάνιο, νεοδύμιο, δημήτριο, όπως και φλέβες αλουμινίου, χρυσού, άργυρου, ψευδάργυρου, υδράργυρου και λιθίου, υπολογίζονται στα 1 με 3 τρισ. δολάρια.
Εξόρυξη νιοβίου στο Αφγανιστάν (φωτογραφία Reuters/Omar Sobhani)
Με βάση αυτές τις διαπιστώσεις, δεν είναι ίσως τυχαίο ότι η Κίνα διαμήνυσε πως είναι έτοιμη για… φιλική συνεργασία με το Αφγανιστάν, όχι μόνο διότι την χαροποιεί ο τρόπος με τον οποίο λαβώθηκε το κύρος των ΗΠΑ με την ανάκτηση των ηνίων της χώρας από τους ισλαμιστές αντάρτες που πολεμούσε για σχεδόν 20 χρόνια, αλλά κι επειδή, ενδεχομένως στο πίσω μέρος του μυαλού της, να βρίσκεται και η δυνατότητα νέας οικονομικής συνεργασίας.
Συνακόλουθα, οι εξελίξεις μάλλον δικαιολογούν τη νέα στρατηγική που χάραξε ο Τζο Μπάιντεν με την απόφαση αποχώρησης των αμερικανικών στρατευμάτων από τον φθοροποιό πόλεμο στο Αφγανιστάν για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της Κίνας – μαζί και της Ρωσίας – που αυξάνει με ταχύτατο ρυθμό την οικονομική και στρατιωτική ανάπτυξή της, απειλώντας όσο ποτέ στον παρελθόν την πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ στην παγκόσμια σκηνή.