Ειδικοί μιλούν στα «ΝΕΑ» σκιαγραφώντας τον ψυχισμό των συζυγοκτόνων - γυναικοκτόνων
Δύο μόλις μήνες μετά τη δολοφονία της 19χρονης Καρολάιν στα Γλυκά Νερά, μία ακόμη υπόθεση γυναικοκτονίας, με δράστη τον νεαρό σύντροφο του θύματος, βλέπει το φως της δημοσιότητας. Η κοινή γνώμη συγκλονίζεται, τα στοιχεία είναι ανατριχιαστικά. Τι κρύβεται, όμως, στο βάθος της σκοτεινής ψυχής του; Ποιο είναι το προφίλ ενός ανθρώπου που φτάνει να διαπράξει ένα τέτοιας φύσεως έγκλημα;
Ειδικοί μιλούν στα «ΝΕΑ» σκιαγραφώντας τον ψυχισμό ενός συζυγοκτόνου – γυναικοκτόνου: άνθρωποι με απουσία ενσυναίσθησης, χειριστικοί, με ανασφάλεια στον πυρήνα της προσωπικότητάς τους, που αποδίδουν στον άλλο δικά τους χαρακτηριστικά και εν συνεχεία τα «τιμωρούν», είναι οι δράστες ειδεχθών εγκλημάτων, όπως οι πρόσφατες γυναικοκτονίες που προκάλεσαν αποτροπιασμό. Οπως επισημαίνεται, πρόκειται για άτομα με πλήρη συνείδηση του αδίκου της πράξης τους αλλά με δυσανεξία στην εγγύτητα και με αδυναμία διαπραγμάτευσης με τους άλλους.
«Κοινός παρονομαστής αυτών των εγκλημάτων είναι η απουσία ενσυναίσθησης, δηλαδή η αδυναμία του δράστη να μπει στη θέση του άλλου, που εν προκειμένω είναι ο σύντροφός του. Ειδικά για τη Φολέγανδρο, από το υλικό των ανακριτικών Αρχών προκύπτει ότι ο πυροδοτικός μηχανισμός ήταν γελοίος – το γεγονός ότι υπήρξε μια διαφωνία μεταξύ του ζευγαριού επειδή παρεξέκλιναν από τη διαδρομή τους. Τι σημαίνει αυτό; Τα συγκεκριμένα άτομα, λόγω των χαρακτηριστικών της προσωπικότητάς τους ή λόγω μιας διαταραχής αντικοινωνικού, ψυχοπαθητικού τύπου – χωρίς αυτό να θεμελιώνει διάγνωση με ελαφρυντικά -, δεν μπορούν να ανεχτούν από το απέναντι άτομο, ειδικά όταν με αυτό διατηρούν σχέσεις εγγύτητας όπως ένας ερωτικός σύντροφος, ότι μπορεί να ξεφύγει από το άκαμπτο πλαίσιο που οι ίδιοι έχουν θέσει ως πλαίσιο ικανοποίησης του εαυτού τους. Οταν αυτό συμβεί, τότε η πιο ασήμαντη αφορμή λειτουργεί εκρηκτικά με πολλαπλασιαστικό τρόπο», εξηγεί στα «ΝΕΑ» ο Χρήστος Λιάπης, ψυχίατρος, διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών και πρόεδρος του ΚΕΘΕΑ.
Οι δράστες τέτοιων εγκλημάτων είναι άτομα χειριστικά, συνεχίζει ο ίδιος, που στον πυρήνα της προσωπικότητάς τους υπάρχει ανασφάλεια, την οποία θέλουν να καλύψουν χειριζόμενα τους άλλους, χωρίς να μπαίνουν στην υγιή διαπραγμάτευση που εμπεριέχει κάθε ανθρώπινη σχέση, στην υγιή υποχώρηση και αλληλοπεριχώρηση. «Κύριο χαρακτηριστικό τους είναι το πρόβλημα στην ανάπτυξη σχέσεων με άλλους ανθρώπους, γεγονός που στη βάση του κρύβει πρόβλημα με τον ίδιο τον εαυτό τους», επισημαίνει. «Αντιλαμβάνονται τον άλλον ως χειριστική προέκταση της προσωπικότητάς τους και επειδή στο βάθος του υπαρξιακού τους πυρήνα αισθάνονται ότι η προσωπικότητά τους είναι ελλειμματική, προβάλλουν τα δικά τους χαρακτηριστικά στον απέναντι. Οταν πυροδοτούνται από κάποιο αίτιο, το οποίο σε καμία περίπτωση δεν δικαιολογεί την έκρηξη, για παράδειγμα όταν ο απέναντι διεκδικήσει τα δικαιώματά του ή όταν αρχίσει να συμπεριφέρεται ως χωριστή οντότητα αρνούμενος τον χειρισμό, τότε επιτίθενται στον απέναντι βλέποντας στο πρόσωπό του τις δικές τους ελλειμματικές πλευρές».
Προκειμένου να μην υπάρχουν περιθώρια παρερμηνείας, ο ψυχίατρος ξεκαθαρίζει πως οι δράστες τέτοιων εγκλημάτων «έχουν συναίσθηση του αδίκου της πράξεώς τους, εκτός αν συντρέχουν ειδικές προϋποθέσεις ψυχιατρικής νόσου, κάτι που δεν φαίνεται να ισχύει σε καμία από τις περιπτώσεις γυναικοκτονίας που είδαν το φως της δημοσιότητας το τελευταίο χρονικό διάστημα». Σχολιάζοντας την αύξηση των γυναικοκτονιών σε σύνδεση με τις ασφυκτικές συνθήκες που επέβαλε η πανδημία, ο ειδικός θεωρεί κάτι τέτοιο «άδικο για τα θύματα»: «Σαφώς και οι ψυχοπιεστικές καταστάσεις παίζουν ρόλο στην εκδήλωση συμπεριφορών, όμως δεν μπορούμε να αποδώσουμε ακραία περιστατικά στις ειδικές συνθήκες της μεταβολής των κοινωνικών ρυθμών. Αντιθέτως, πρέπει να εστιάσουμε στα ελλείμματα της προσωπικότητας και στη δυσανεξία στην εγγύτητα που παρουσιάζουν τέτοιοι τύποι χαρακτήρων. Η οικογένειά μας, ως η πρώτη κοινότητα στην οποία μεγαλώνουμε, παίζει σαφώς ρόλο στο αν θα έχουμε υγιή εσωτερίκευση των εξωτερικών αντικειμένων, δηλαδή των άλλων ανθρώπων και των σχέσεων μαζί τους, ή αν θα παρεκκλίνουμε σε δρόμους νοσηρούς ώστε μετέπειτα να αντιδρούμε στο κακώς εσωτερικευμένο αντικείμενο είτε με προβληματική συμπεριφορά προς τον εαυτό μας είτε με επίθεση προς τον απέναντι».
Πώς μπορούν, όμως, να γίνουν αντιληπτές οι χειριστικές προσωπικότητες, ώστε να απομακρυνθούν εγκαίρως τα εν δυνάμει θύματα; «Τα χειριστικά χαρακτηριστικά», εξηγεί ο Χρήστος Λιάπης, «γίνονται εμφανή από την αρχή σε μια σχέση και δεν μιλάμε αναγκαστικά για γυναικοκτονίες ή για ακραία βίαιη συμπεριφορά. Υπάρχουν λεκτικές κακοποιήσεις και καθημερινές ταλαιπωρίες που συνδέονται με αυτά τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας. Συχνά, όμως, υπάρχει η παγίδα ότι ο άλλος «θα αλλάξει», γεγονός που δεν ισχύει. Επίσης πρέπει να επισημάνουμε ότι συχνά οι χειριστικές προσωπικότητες επιλέγουν να αλληλεπιδράσουν με συντρόφους που εμφανίζουν εξαρτητικά χαρακτηριστικά αναζητώντας και οι ίδιοι τη συμπλήρωση δικών τους ελλειμμάτων. Τέλος, αξίζει να αναφέρουμε ότι προβλήματα στην εγγύτητα δεν εμφανίζουν μόνο άνδρες – παρότι δικαίως συνδέουμε την έμφυλη βία και με παθογένειες της πατριαρχίας – αλλά και γυναίκες, οι οποίες τα εκδηλώνουν με άλλο τρόπο. Απλώς η σωματική ρώμη του άνδρα τον βοηθά στο να οδηγηθεί σε ακραίες περιπτώσεις βίαιης και εγκληματικής συμπεριφοράς».