Δεν επιβεβαιώνεται προς το παρόν το σενάριο για «απρόκλητη επίθεση από δεκάδες αγνώστους» πριν τον ξυλοδαρμό 30χρονου. Τι αναφέρουν οι αστυνομικοί και τα ερωτήματα για τα νέα καθήκοντα της ομάδας ΔΙΑΣ.
Δεν επιβεβαιώνεται από την αρχική εσωτερική έρευνα η επίσημη εκδοχή της ΕΛΑΣ –που αποτυπώθηκε και στο δελτίο Τύπου που εξέδωσε το αρχηγείο του Σώματος – ότι οι αστυνομικοί που πρωτοστάτησαν στη βίαιη επίθεση στην πλατεία Νέας Σμύρνης είχαν δεχθεί πιο πριν «απρόκλητη επίθεση» από 30 αγνώστους.
Οι ισχυρισμοί αυτοί που διατυπώθηκαν από αστυνομικούς που πρωταγωνιστούσαν στο εν λόγω περιστατικό δεν φαίνεται να επαληθεύονται, τουλάχιστον προς το παρόν, ούτε από άλλους αυτόπτες μάρτυρες, ούτε από βίντεο καμερών από γειτονικά καταστήματα ή από άλλα κτίρια.
Η χθεσινή έρευνα από αστυνομικούς για την αναζήτηση του υλικού επαλήθευσης των ισχυρισμών αυτών απέβη άκαρπη. Σύμφωνα με στελέχη της ΕΛΑΣ, το σημείο που εκδηλώθηκε η επίθεση είναι «τυφλό» και δεν καλύπτεται από κάμερες . Όμως τουλάχιστον τις πρώτες περίπου 36 ώρες δεν είχαν βρεθεί κάμερες κι από περιφερειακούς χώρους ή γύρω δρόμους που να δείχνουν την διέλευση αυτών των 30 ατόμων που φέρεται ακολούθως να επιτέθηκαν (σ.σ. σύμφωνα με τους ισχυρισμούς των ενστόλων που υιοθετήθηκαν με χαρακτηριστική ευκολία από ανώτατους αξιωματούχους) στους αστυνομικούς που πρωταγωνιστούν στα βίντεο με τους ξυλοδαρμούς.
Τα ερωτήματα
Επιπλέον, ζητούμενο είναι πού κατευθύνθηκε αυτή η ομάδα των αγνώστων και γιατί οι αστυνομικοί εστίασαν το ενδιαφέρον τους μόνο στον 30χρονο που ξυλοκοπήθηκε, ενώ στα βίντεο δεν φαίνεται να γίνονται άλλες προσαγωγές. Με αρχική εικόνα αξιωματικών της ΕΛΑΣ ότι στο εν λόγω συμβάν συμμετείχαν λίγα άτομα που αντέδρασαν όταν οι αστυνομικοί πήγαν να επιβάλουν πρόστιμα. Επιτελείς της ΕΛΑΣ αναφέρουν ότι θα εξετασθεί αν υπάρχουν βίντεο από κινητά κατοίκων σε γειτονικά μπαλκόνια ή άλλοι αυτόπτες μάρτυρες.
Σημειώνεται ότι στο δελτίο Τύπου της ΕΛΑΣ που εκδόθηκε εσπευσμένα το απόγευμα της Κυριακής, περίπου δύο ώρες μετά τα επεισόδια στη Ν. Σμύρνη και χωρίς να προσμετρηθούν όλα τα δεδομένα, σημειωνόταν ότι «την 14.50 ώρα σήμερα Ομάδα ΔΙ.ΑΣ. μετέβη στην Πλατεία της Νέας Σμύρνης, προκειμένου να διενεργήσει ελέγχους για την εφαρμογή των μέτρων αποφυγής και περιορισμού της διάδοσης του κορωνοϊού. Κατά τη διάρκεια των ελέγχων η ομάδα των αστυνομικών δέχθηκε απρόκλητα επίθεση από ομάδα (30) περίπου ατόμων με αποτέλεσμα τον τραυματισμό δύο αστυνομικών. Στη συνέχεια οι αστυνομικές δυνάμεις που έσπευσαν στο σημείο προσήγαγαν (11) άτομα από την ομάδα που επιτέθηκε στους αστυνομικούς».
Αναφέρεται ότι και σε προηγούμενα περιστατικά έχουν υπάρξει λανθασμένες αναφορές σε δελτία Τύπου των αρχών ασφαλείας ή παραπλανητικές δηλώσεις ανώτατων στελεχών. Είναι ενδεικτική η επιδρομή αστυνομικών σε κατάληψη στο Κουκάκι το 2019 όπου υιοθετήθηκαν ισχυρισμοί αστυνομικών για εμπλοκή κατοίκων γειτονικού κτιρίου ή για χρήση από διαδηλωτές –τον περασμένο Οκτώβριο- στην δίκη της Χρυσης Αυγής… φιάλης ασετυλίνης (σ.σ. αποδείχθηκε ότι ήταν πυροσβεστήρας) προκειμένου ν’ «ανατιναχθεί» κλούβα των ΜΑΤ.
Σημειώνεται ότι σύμφωνα με πληροφορίες ένας εκ των αστυνομικών υποστήριξε, σε κατάθεση του για το περιστατικό, ότι κάποιος εκ των επιτιθεμένων άγγιξε τη θήκη του πιστολιού του και το σημείο της ζώνης του που είχε υπηρεσιακά είδη. Κάτι που ερευνάται επίσης αν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.
Η ανάλυση του βίντεο
Την ίδια ώρα περαιτέρω προβληματισμός υπάρχει σε υψηλόβαθμα στελέχη της ΕΛΑΣ ύστερα από την ανάλυση του βίντεο με τον ξυλοδαρμό του 30χρονου πολίτη. Κι αυτό γιατί, όπως αναφέρουν, «εικονίζονται τρεις τεσσερις αστυνομικοί να τον περικυκλώνουν και να τον κτυπούν χωρίς να στοχεύουν να τον εγκλωβίσουν άμεσα και να τον ακινητοποιήσουν Δεν γίνεται δηλαδή αντιληπτό τι θέλουν να κάνουν οι αστυνομικοί. Με μερικούς από αυτούς πότε να συμμετέχουν στην επίθεση στον 30χρονο και πότε ν’ αφήνουν την πρωτοβουλία σε έναν επικεφαλής ανθυπαστυνόμο που πρωτοστατεί στις βιαιότητες. Κι ενώ γύρω τους άλλοι αστυνομικοί φαίνονται να βρίσκονται σε κατάσταση σύγχυσης».
Τέλος, τα επεισόδια στην Νέα Σμύρνη επανέφεραν τη συζήτηση στο εσωτερικό της ΕΛΑΣ για την ενεργοποίηση της ομάδας ΔΙΑΣ που είχε μοναδικό έργο τον περιορισμό της εγκληματικότητας και τη σύλληψη των κακοποιών, στους ελέγχους για τον Covid-19 και να επιβάλει σχετικά πρόστιμα.