Οι ηγέτες των «27» έδωσαν εντολή στους τεχνοκράτες να ετοιμάσουν το πλαίσιο για το νέο πιστοποιητικό εντός των επόμενων τριών μηνών, όμως δεν είναι βέβαιο ότι αυτό θα τεθεί σε ισχύ ενόψει του καλοκαιριού.
Ποιο ήταν το στοιχείο που σφράγισε τη χθεσινή, πρώτη ημέρα της τηλεδιάσκεψης κορυφής των «27»; Ιδού ποια είναι η εκτίμηση του – συνήθως καλά πληροφορημένου – Politico: «Μετά από ένα χρόνο πανδημίας, οι Ευρωπαίοι πολίτες εμφανίζουν μια γενικευμένη κόπωση από τον κορονοϊό, όπως διαπίστωσαν οι ηγέτες της ΕΕ την Πέμπτη. Αλλά και οι ίδιοι οι ηγέτες μοιάζουν μάλλον εξαντλημένοι, καθώς οι δικές τους προσπάθειες να διαχειριστούν την κρίση βρίσκονται διαρκώς αντιμέτωπες με αποτυχίες ή καθυστερήσεις».
Όσον αφορά στα περιοριστικά μέτρα και την πορεία των εμβολιασμών δεν χρειάζεται να γράψουμε πολλά για να αποδείξουμε του λόγου το αληθές. Ειδικά όσον αφορά στο δεύτερο, τα κακά νέα για τις παραδόσεις από τις εταιρείες δεν σταματούν να έρχονται – κάτι που, εκτός των άλλων, ανάγκασε τους συμμετέχοντες να περιλάβουν στα συμπεράσματα της συνόδου και μια… απειλητική παραίνεση: «Οι εταιρείες οφείλουν να διασφαλίζουν την προβλεψιμότητα όσον αφορά στην παραγωγή εμβολίων και να σέβονται τα χρονοδιαγράμματα για τις παραδόσεις που περιέχονται στις συμβάσεις».
Κραυγή αγωνίας για τουρισμό
Κάτι ανάλογο, όμως, φαίνεται πως θα συμβεί και σε ένα άλλο ζήτημα που κυριάρχησε στην ατζέντα των χθεσινών συζητήσεων: Την καθιέρωση του αποκαλούμενου «διαβατηρίου εμβολιασμού», το οποίο ζητούν εναγωνίως και μετ’ επιτάσεως κυρίως οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου (μαζί και η Ελλάδα βεβαίως), σε μια προσπάθεια να σώσουν τη θερινή τουριστική περίοδο – και μαζί τις οικονομίες τους από την ολοκληρωτική καταστροφή.
Παρά το γεγονός ότι στη σύνοδο έγινε ένα βήμα προς την κατεύθυνση της καθιέρωσης του παραπάνω πιστοποιητικού, αυτό σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει πως υπάρχει πλέον σαφής οδικός χάρτης και αυστηρό χρονοδιάγραμμα. Οι δηλώσεις που έκανε η Ανγκελα Μέρκελ στους δημοσιογράφους μετά το πέρας της συνόδου δεν αφήνει περιθώρια αμφιβολιών.
Προβάλλοντας ως επιχείρημα το χαμηλό ποσοστό των Ευρωπαίων πολιτών που έχουν εμβολιαστεί (κάτω από το 10% ο μέσος όρος), η καγκελάριος της Γερμανίας ξεκαθάρισε πως αυτό «δεν τίθεται καν τέτοιο θέμα τη συγκεκριμένη στιγμή». Αντ’ αυτού, αρκέστηκε να πει ότι «πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι» ώστε να προκύψει ένα πανευρωπαϊκό ψηφιακό σύστημα πιστοποίησης «σε μερικούς μήνες».
Πόσοι θα είναι αυτοί οι «μερικοί» άραγε; Από τεχνοκρατικής πλευράς, θα απαιτηθούν τρεις μήνες μέχρι να αναπτυχθεί η βάση δεδομένων που θα υποστηρίζει αυτό το πιστοποιητικό, όπως δήλωσε η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Σε πολιτικό επίπεδο, όμως, κάθε άλλο παρά βέβαιο είναι ότι μόλις ολοκληρωθεί αυτό το στάδιο, οι εμβολιασμένοι θα αρχίσουν να εφοδιάζονται με το εν λόγω «διαβατήριο» και να περνούν ελεύθερα τα σύνορα.
Μπλόκο λόγω εκλογών
Οι κυρίως υπεύθυνοι πρέπει να αναζητηθούν στο Βερολίνο και το Παρίσι. Η Μέρκελ, για παράδειγμα, είναι φανερό ότι… παίζει άμυνα επειδή γνωρίζει ότι θα προκληθούν έντονες κοινωνικές αντιδράσεις εάν αποκλειστούν από τις παραλίες της Μεσογείου όσοι συμπολίτες της δεν έχουν εμβολιαστεί – είτε γιατί δεν θα έχουν υπάρξει επαρκείς δόσεις είτε επειδή θα ανήκουν στις τάξεις των «αρνητών». Κι αυτό είναι κάτι που δεν θέλει να συμβεί με τίποτα ενόψει των εκλογών του Σεπτεμβρίου – έστω κι αν η ίδια δεν θα είναι υποψήφια.
Κάπως έτσι σκέφτεται και ο Εμανουέλ Μακρόν, ο οποίος έχει μεγαλύτερο πρόβλημα με τους «σκεπτικιστές» Γάλλους – κάτι που, εκτός των άλλων, οφείλεται και στα προηγούμενα σκάνδαλα με τις φαρμακευτικές εταιρείες που τους έχουν κάνει καχύποπτους. Υπενθυμίζεται, εξάλλου, ότι μετά τη Γερμανία έρχεται και η σειρά της δικής του χώρας να πάει στις κάλπες – στο τέλος της άνοιξης του 2022 – με τον ίδιο να διεκδικεί και μια δεύτερη προεδρική θητεία.
Θα πέσει, λοιπόν, το «εμβολιαστικό διαβατήριο» θύμα των πολιτικών σκοπιμοτήτων Γερμανίας και Γαλλίας (ενδεχομένως και Ολλανδίας, όπου διεξάγονται εκλογές στις 17 Μαρτίου); Είναι πιθανό – αλλά ας μην ξεχνάμε και το πολύ σοβαρό θέμα των προσωπικών δεδομένων που θέτουν αρκετοί και πρέπει να απαντηθεί πειστικά προτού αρχίσουν να μπαίνουν οι ψηφιακές σφραγίδες.