Ενθαρρυντικά μηνύματα, για πρώτη -ίσως- φορά μετά από πολύ καιρό, αλλά και «παγίδες» επεφύλασσε η σημερινή ενημέρωση για τον κορωνοϊό. Εκτός από το άνοιγμα των καταστημάτων, οι επιστήμονες έκαναν λόγο για βελτίωση της επιδημιολογικής εικόνας της χώρας μας. Αυτός άλλωστε ήταν και ο λόγος που η επιτροπή των λοιμωξιολόγων άναψε το «πράσινο φως» για το άνοιγμα του λιανεμπορίου
Ενθαρρυντικά μηνύματα, για πρώτη -ίσως- φορά μετά από πολύ καιρό, αλλά και «παγίδες» επεφύλασσε η σημερινή ενημέρωση για τον κοροναϊό. Εκτός από το άνοιγμα των καταστημάτων, οι επιστήμονες έκαναν λόγο για βελτίωση της επιδημιολογικής εικόνας της χώρας μας. Αυτός άλλωστε ήταν και ο λόγος που η επιτροπή των λοιμωξιολόγων άναψε το «πράσινο φως» για το άνοιγμα του λιανεμπορίου.
Τις τελευταίες μέρες παρατηρείται μικρή ανακούφιση στις τάξεις των ειδικών, οι οποίοι βλέπουν τους φόβους για ραγδαία αύξηση κρουσμάτων μετά τις γιορτές των Χριστουγέννων και τις Πρωτοχρονιάς να διαψεύδονται. Παράλληλα, η πίεση στο σύστημα υγείας μειώνεται, αργά αλλά σταθερά, ενώ και οι θάνατοι κυμαίνονται σε περίπου 30 ημερησίως, μακριά από τα αρνητικά ρεκόρ των 100 κάθε μέρα.
«Εξετάζοντας τα δεδομένα της πορείας της πανδημίας στη χώρα μας κατά τη διάρκεια της τελευταίας εβδομάδας ίσως να μπορούμε να χαμογελάσουμε κάτω από τη μάσκα μας αφού τα δεδομένα είναι σταθερά. Δύο εβδομάδες μετά την Πρωτοχρονιά δεν είδαμε κάποια εκθετική αύξηση στον αριθμό των κρουσμάτων ή περαιτέρω αύξηση των νοσηλευόμενων ασθενών» είπε χαρακτηριστικά η Βάνα Παπαευαγγέλου κατά τη διάρκεια της σημερινής ενημέρωσης για την πορεία της πανδημίας στη χώρα μας.
Στη θετική πορεία της χώρας μας αναφέρθηκε και ο υφυπουργός Πολιτικής Προστασίας, Νίκος Χαρδαλιάς, ο οποίος είπε πως «η θετική εικόνα που παρουσιάζει η χώρα οδήγησε στην απόφαση για την σταδιακή άρση κάποιων περιορισμών».
Ωστόσο… τα καλά νέα σταματούν εκεί. Η επιδημιολογική κατάσταση της χώρας μας παρουσιάζει μεν βελτίωση αλλά παραμένει ανησυχητική. Αυτός είναι και ο λόγος που πολλοί επιστήμονες υποστηρίζουν ότι ακόμη δεν μπορούν εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα, χαρακτηρίζοντας παρακινδυνευμένη κίνηση το άνοιγμα της αγοράς. Ο υψηλός βαθμός επιφύλαξης των ειδικών για την επόμενη ημέρα και τις εξελίξεις στο μέτωπο της πανδημίας φαίνεται και στην απόφασή τους να μην ανοίξουν ακόμη ούτε τα σχολεία, ούτε την εστίαση, ώστε η κατάσταση να είναι απολύτως ελεγχόμενη ως προς τι πρέπει να κλείσει στην πρώτη αναποδιά.
Ενδεικτικά είναι τα όσα είπε κατά τη διάρκεια της σημερινής ενημέρωσης ο Γκίκας Μαγιορκίνης, ο οποίος υπογράμμισε πως «στο μαραθώνιο της πανδημίας που διανύουμε ακόμα δεν έχουμε περάσει το νήμα του τέρματος. Πολλοί ρωτάνε πόσο ακόμα θα διανύσουμε. Η καλύτερή μας εκτίμηση λέει ότι θα πρέπει να αντέξουμε τους επόμενους μήνες, μέχρι να καλύψουμε ικανό τμήμα του πληθυσμού με εμβόλια».
Το ότι δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να εφησυχάσουμε, γίνεται ξεκάθαρο και από το γεγονός, ότι σήμερα ακόμα μια περιοχή, ο δήμος Αχαρνών, τέθηκε σε καραντίνα.
Όλα αυτά τη στιγμή που η Ευρώπη αναγκάζεται να επιστρέψει στα πολύ αυστηρά μέτρα του Μαρτίου, με σκοπό να περιορίσουν την πανδημία, η οποία ξεφεύγει, ενώ και ο ΠΟΥ κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για τις νέες μεταλλάξεις, οι οποίες πρέπει να ερευνηθούν «γρήγορα και εντατικά». «Η κατάσταση είναι προς το παρόν… είμαστε λίγο παράλυτοι, λίγο μπερδεμένοι» είπε σε διαδικτυακή ενημέρωση στη Γενεύη ο επικεφαλής της Επιτροπής Εκτακτης Ανάγκης ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων για την του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, Ντιντιέ Χουσίν.
Αυξάνονται τα κρούσματα στην Αττική
Την ίδια στιγμή, ενώ η επιδημιολογική εικόνα της χώρας βελτιώνεται, στην Αττική παρατηρείται μία ελαφριά αύξηση του αριθμού των νέων κρουσμάτων.
Σύμφωνα με την κ. Παπαευαγγέλου σήμερα υπολογίζεται ότι στην Αττική συγκεντρώνονται περισσότερα από 2.500 ενεργά κρούσματα, δηλαδή 1 στους 3 ασθενείς που νοσούν από τον φονικό ιό διαμένουν στην Αττική. «Κυρίως μας απασχολεί η Δυτική Αττική και ο Κεντρικός Τομέας της Αττικής» είπε η κ. Παπαευαγγέλου.
«Υπολογίζεται ότι ο αριθμός αναπαραγωγής, ο γνωστός μας δείκτης RT στην Αττική είναι 0,91, δηλαδή κάτω από τη μονάδα, ενώ στη Βόρεια Ελλάδα είναι σημαντικά χαμηλότερος. Όμως, οι κάτοικοι της Αττικής πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί. Ο αριθμός των νοσηλευόμενων ασθενών έχει σημαντικά μειωθεί σε όλη την επικράτεια και υπολογίζεται στους 1.700 ασθενείς, ενώ ο μέσος αριθμός νέων εισαγωγών ανά ημέρα την περασμένη εβδομάδα ήταν 130, υποδιπλάσιος από αυτόν που είχαμε πριν από ένα μήνα» υπογράμμισε.
«Σήμερα η πληρότητα των Μονάδων Εντατικής Θεραπείας στην επικράτεια είναι 55% και στη Θεσσαλονίκη είναι στο 61%. Παράλληλα, βλέπουμε και ένα αυξημένο επιδημιολογικό φορτίο σε μεμονωμένες περιοχές της χώρας, κυρίως λόγω μικρών συρροών σε επαγγελματικούς χώρους ή λόγω οικογενειακών συγκεντρώσεων κατά τη διάρκεια των εορτών, που ξέρουμε ότι εάν δεν αντιμετωπιστούν μπορούν να οδηγήσουν σε έκρηξη κρουσμάτων. Η εμπειρία των τελευταίων μηνών μάς έχει δείξει ξεκάθαρα πως ο καλύτερος τρόπος αντιμετώπισης τέτοιων τοπικών εξάρσεων, είναι η πρόληψη μίας μεγαλύτερης διασποράς στην κοινότητα» συμπλήρωσε.
«Στην Αττική ο αριθμός των διαγνώσεων εξακολουθεί να δείχνει σταθεροποίηση με ήπιες αυξομειώσεις, ενώ στη Θεσσαλονίκη συνέχισε να συρρικνώνεται το επιδημιολογικό της φορτίο, αν και με βραδύτερο ρυθμό από τις προηγούμενες εβδομάδες, με περίπου 10% λιγότερες διαγνώσεις από την προηγούμενη εβδομάδα» συμπλήρωσε ο κ. Μαγιορκίνης.
«Δεν έχουν περάσει το δεύτερο κύμα» λένε οι επιστήμονες
Επιφυλακτικοί εμφανίζονται πάντως και οι επιστήμονες της χώρας μας, οι οποίοι τονίζουν ότι σε καμία περίπτωση «δεν έχουμε ξεπεράσει το δεύτερο κύμα».
Αυτό είπε, μεταξύ άλλων, ο πρόεδρος του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου, Αθανάσιος Εξαδάκτυλος αναφερόμενος στις εξελίξεις του κοροναϊού στη χώρα μας.
«Μπορούμε να πούμε μετά βεβαιότητας ότι ξεπερνούμε το 2ο κύμα, δεν το έχουμε όμως ξεπεράσει» σημείωσε, μιλώντας στον ΣΚΑΙ ο κ. Εξαδάκτυλος, αναφερόμενος στη επαναλειτουργία μεγάλου μέρους της αγοράς.
«Έχουμε υποβληθεί σε 72 ημερών εγκλεισμό, ελαφρύτερο ή βαρύτερο κατά περιόδους, έχουμε τα αντιρροπιστικά μέτρα της εβδομάδας 2 –10 Ιανουαρίου που έχουν εξισορροπήσει την όποια επίδραση υπήρξε από τη χαλάρωση της Χριστουγεννιάτικης περιόδου, και τώρα είμαστε στη φάση που μπορούμε να κάνουμε το αναγκαίο, λογικό και προσεκτικό βήμα» είπε χαρακτηριστικά.
Όπως επισήμανε, η επιτροπή αποφάσισε ένα βήμα σχετικά με το άνοιγμα της αγοράς, με σχετική πάντοτε ασφάλεια. «Το δίωρο πρέπει να καταναλώνεται για πραγματικές αγορές, δεν είναι ευκαιρία για βόλτα ή για συναντήσεις, δεν πρέπει να δούμε εικόνες κοσμοσυρροής στους δρόμους». «Και με το δίωρο και με τον αριθμό των ανθρώπων ανά τετραγωνικό διασφαλίζεται ότι δεν θα υπάρχει κοσμοσυρροή» τόνισε. Αν παρατηρηθούν όμως τέτοια φαινόμενα, πρόσθεσε, έχουμε τη διαβεβαίωση ότι θα υπάρχει επέμβαση, ήταν κύρια σημεία που συνετέλεσαν στο να δώσει τη θετική εισήγηση η επιτροπή.
Όταν ρωτήθηκε εάν εννοεί αστυνόμευση και μετά εκ νέου κλείσιμο, ο κ. Εξαδάκτυλος αποσαφήνισε «ότι πρώτα θα υπάρξει προσπάθεια τήρησης των μέτρων, κι αν αυτό δεν είναι εφικτό, τότε ενδεχομένως να εισηγηθούμε να επανέλθουν προς τα πίσω. «Εμείς θέλουμε τα βήματα να γίνονται προς τα εμπρός» σχολίασε πάντως. «’Ανάγκα και Θεοί πείθονται’… Αυτή τη στιγμή υπάρχει μεγάλη ανάγκη για την οικονομία έχουμε περίπου 72 μέρες σε λοκντάουν και είναι αναγκαίο να αποκατασταθεί το εισόδημα των νοικοκυριών… Αυτή είναι η πραγματικότητα» εξήγησε ο πρόεδρος του ΠΙΣ.
«Είδαμε ότι το click away δεν είχε ιδιαίτερη επιβάρυνση, όταν εφαρμόστηκε από 14 Δεκεμβρίου έως την 1η Ιανουαρίου, και κατά συνέπεια είμαστε σε κατάσταση που επιτρέπει και μπορούμε να κάνουμε αυτό το βήμα μεθαύριο» πρόσθεσε. Ο κ. Εξαδάκτυλος ξεκαθάρισε πάντως ότι δεν έχει εκλείψει ο κίνδυνος, υπάρχει μαζί μας, και ενδεχομένως να αυξηθεί στο μέλλον, αλλά και η φτώχεια συνιστά κίνδυνο που πρέπει να συνυπολογιστεί. «Ο κίνδυνος θα εκλείψει όταν εξαφανιστεί η πανδημία, ή όταν εμβολιαστούμε όλοι, αν δεν λάβουμε μέχρι τότε λελογισμένα ρίσκα και μείνουμε κλεισμένοι μέχρι να εξαλειφθεί παντελώς ο κίνδυνος άλλοι κίνδυνοι εξίσου ή και χειρότεροι μπορεί να τον αντικαταστήσουν» δήλωσε δε.
Παράλληλα, ο ίδιος αναφέρθηκε στα γυμνάσια και τα λύκεια σημειώνοντας ότι «πιθανώς τα επόμενα βήματα να μη γίνουν με τη συχνότητα που έγιναν τα δύο πρώτα, να μην έχουν απόσταση μιας εβδομάδας, να χρειαστεί περισσότερος χρόνος».
«Δεν έχει τεθεί στη συζήτηση η εστίαση ακόμα. Κάνουμε τα απολύτως αναγκαία βήματα, δεν μας δίνουν άλλη δυνατότητα τα δεδομένα» κατέληξε.