Ο άνδρας, που παραλίγο να διαφύγει της σύλληψης, καταδικάστηκε σε ισόβια για την αποτρόπαια δολοφονία μιας 36χρονης γυναίκας, έχει υποβάλει έφεση ισχυριζόμενος ότι η καταδίκη του στηρίζεται σε δεδομένα στα οποία δεν θα έπρεπε να έχει πρόσβαση η αστυνομία.
Η καταδίκη του Graham Dwyer για δολοφονία το 2015, ήταν θρίαμβος για την αστυνομία και το δικαστικό σύστημα της Ιρλανδίας.
Σύμφωνα με τους εισαγγελείς, ο αρχιτέκτονας «σχεδόν εκτέλεσε τον τέλειο φόνο», όμως τελικά συνελήφθη και καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη, χάρη σε μια ενδελεχή αστυνομική έρευνα.
Πέντε χρόνια αργότερα, όμως, η καταδίκη του δεν αποκλείεται να ανατραπεί, εξαιτίας της χρήσης τηλεφωνικών δεδομένων εκ μέρους της αστυνομίας. Πρόκειται για μια ανατροπή που όχι μόνο θα μπορούσε να απελευθερώσει τον Dwyer, αλλά και να επηρεάσει τη νομοθεσία προστασίας προσωπικών δεδομένων σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Ο Dwyer, ένας φαινομενικά αξιοσέβαστος και επιτυχημένος επαγγελματίας, δολοφόνησε την Elaine O’ Hara τον Αύγουστο του 2012, αφού πρώτα την είχε υποβάλει σε grooming (δηλαδή σε ψυχολογική προετοιμασία) γύρω από τις σαδομαζοχιστικές φαντασιώσεις του.
Ανάμεσα σε αυτές, ήταν και η επιθυμία του να μαχαιρώνει γυναίκες στη διάρκεια του σεξ.
Αφού τη δολοφόνησε, έκρυψε τη σορό της σε δάσος στα βουνά του Δουβλίνου, ενώ πέταξε σε μια λίμνη αντικείμενα που θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην ταυτοποίησή της αλλά και στη σύνδεσή της με εκείνον: Κινητά τηλέφωνα, κλειδιά, μια κάρτα μέλους σε κατάστημα, sex toys και λοιπά σεξουαλικά αξεσουάρ.
Τον Αύγουστο του 2013, ένας άνδρας που έβγαζε βόλτα το σκύλο του ανακάλυψε τα οστά της γυναίκας, ενώ ορισμένα από τα αντικείμενα που συνδέονταν με εκείνη βρέθηκαν στη λίμνη, η στάθμη της οποίας ήταν ασυνήθιστα χαμηλή εξαιτίας της ξηρασίας του καλοκαιριού.
Η αστυνομική έρευνα ανακάλυψε δύο κινητά τηλέφωνα στη λάσπη, μέσω των οποίων εντοπίστηκαν μηνύματα μεταξύ μιας «σκλάβας» και του «αφέντη» της. Αυτά τα μηνύματα τους οδήγησαν στον Dwyer. Δεν υπήρχαν αυτόπτες μάρτυρες ούτε στοιχεία πέραν των μηνυμάτων, όμως τα τηλεφωνικά δεδομένα που αποκάλυψαν τις μετακινήσεις τους, οδήγησαν στην καταδίκη του.
Τώρα, ο Dwyer έχει υποβάλει έφεση, ισχυριζόμενος ότι η αποθήκευση των δεδομένων κινητής τηλεφωνίας του, αλλά και η πρόσβαση της αστυνομίας σε αυτά, παραβιάζουν νομοθεσίες της ΕΕ.
Το ανώτατο δικαστήριο της Ιρλανδίας παρέπεμψε την υπόθεση στο Ευρωπαϊκό δικαστήριο, το οποίο αναμένεται να την εκδικάσει εντός των ερχόμενων εβδομάδων υπέρ του… Dwyer. Η υπόθεση ενδέχεται να προκαλέσει τεράστιο νομικό πονοκέφαλο στην ιρλανδική κυβέρνηση.
Σε πρόσφατες υποθέσεις που ενέπλεκαν το Βέλγιο, τη Γαλλία και τη Βρετανία, το Ευρωπαϊκό δικαστήριο έχει κρίνει ότι οι κυβερνήσεις και οι πάροχοι τηλεπικοινωνιών δεν έχουν το δικαίωμα να αποθηκεύουν δεδομένα των πολιτών, ενώ έμπειροι νομικοί αναμένουν ότι και στην περίπτωση του Dwyer η απόφαση θα κινηθεί στο ίδιο μοτίβο. «Δεν πρόκειται να αλλάξουν γνώμη για τη μαζική αποθήκευση δεδομένων», υποστηρίζει ο Fred Logur, κορυφαίος δικηγόρος με ειδίκευση στα δεδομένα, με έδρα το Δουβλίνο.
Το δικαστήριο έχει αναλύσει τη θέση του για την αποθήκευση δεδομένων, αφαιρώντας από την αστυνομία και τις υπηρεσίες πληροφοριών τη δυνατότητα να αντλούν δεδομένα, σε μια απόφαση-ορόσημο του 2014 –ένα χρόνο πριν την καταδίκη του Dwyer. Όπως έκαναν, όμως, η Βρετανία και άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ, έτσι και η Ιρλανδία επέλεξε να την αγνοήσει.
«Υπεύθυνες για το λάθος είναι αποκλειστικά οι ιρλανδικές αρχές, που δεν έλαβαν υπόψη τους την απόφαση του ευρωπαϊκού δικαστηρίου», υποστηρίζει ο Johnny Ryan, μέλος του Ιρλανδικού Συμβουλίου Πολιτικών Ελευθεριών. «Επειδή το ιρλανδικό κράτος δεν προχώρησε ποτέ σε επικαιροποίηση της νομοθεσίας του, προκειμένου αυτή να αντανακλά τη συγκεκριμένη απόφαση, τώρα αντιμετωπίζει τον κίνδυνο της ανατροπής καταδικαστικών αποφάσεων. Είναι ένα μάθημα για το τι συμβαίνει όταν οι νομοθέτες είναι αδιάλλακτοι».
Οι ιρλανδικές αρχές ίσως αναγκαστούν τώρα να «αντιμετωπίσουν επώδυνες συνέπειες», συνεχίζει μιλώντας στον Guardian, προσθέτοντας ότι το γεγονός ότι η απόφαση του 2014 στηρίχτηκε σε μια ιρλανδική υπόθεση, καθιστά την επακόλουθη αδράνεια ακόμη πιο αδικαιολόγητη. «Το ιρλανδικό κράτος δεν κατάφερε να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του και να δημιουργήσει αυστηρότερους νόμους για την αποθήκευση δεδομένων».
Μια νίκη στο Λουξεμβούργο δεν μεταφράζεται και σε απελευθέρωση του Dwyer. Θα μπορούσε, όμως, να παίξει ρόλο στην κύρια έφεση που έχει ασκήσει και η οποία εκκρεμεί σε εφετείο της Ιρλανδίας. Στη συνέχεια το εφετείο θα κληθεί να κρίνει κατά πόσον τα επιπρόσθετα στοιχεία, εκτός των δεδομένων κινητής τηλεφωνίας, είναι αρκετά για να νομιμοποιήσουν την καταδίκη του.
Η O’Hara, το θύμα του Dwyer, ήταν μια 36χρονη παιδαγωγός με ιστορικό προβλημάτων ψυχικής υγείας. Η οικογένειά της υποστηρίζει ότι επηρεάστηκε από τον δολοφόνο της, επειδή ήθελε να νιώσει ότι την αγαπούν.
Ο Dwyer έφτασε κοντά στο να αποφύγει τη σύλληψη για το έγκλημά του. Μετά τη δήλωση της εξαφάνισης της O’Hara, το αυτοκίνητό της βρέθηκε κοντά στον τάφο της μητέρας της, στα νότια του Δουβλίνου, δημιουργώντας την εντύπωση ότι η γυναίκα είχε αυτοκτονήσει πηδώντας από παρακείμενους βράχους στην ιρλανδική θάλασσα.
Αναγκαίες υποχωρήσεις;
Ωστόσο, ο Logue τονίζει ότι το ενδεχόμενο εγκληματίες να αποφεύγουν τη σύλληψη δεν είναι αρκετό για να απαλείψει το δικαίωμα της κοινωνίας στην προστασία δεδομένων. «Οι ακραίες υποθέσεις μπορούν να οδηγήσουν σε κακές νομοθεσίες, γιατί πολλές φορές ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Όμως αυτές οι λογικές είναι τα πρώτα βήματα προς τον αυταρχισμό. Σε μια ανοιχτή κοινωνία θα πρέπει να έχει κανείς το δικαίωμα να κάνει τη δουλειά του χωρίς να βρίσκεται διαρκώς υπό επιτήρηση. Αυτό ίσως σημαίνει ότι κάποια εγκλήματα θα μένουν ανεξιχνίαστα, όμως αυτό είναι το τίμημα που πρέπει να πληρώσουμε για μια ανοιχτή κοινωνία».
Πηγή: Guardian