Η μητέρα του Παύλου Φύσσα γράφει για την 7η Οκτωβρίου 2020, ημέρα καταδίκης της Χρυσής Αυγής ως εγκληματικής οργάνωσης.
Για την 7η Οκτωβρίου 2020, ημέρα καταδίκης της Χρυσής Αυγής ως εγκληματικής οργάνωσης γράφει η μητέρα του Παύλου Φύσσα.
Συγκεκριμένα η μητέρα του Παύλου Φύσσα ξετυλίγει το κουβάρι των συναισθημάτων που ένιωσε πριν, μετά και κατά τη διάρκεια της δίκης.
Με λέξεις όπως «θολωμένη», «άδειασα συναισθηματικά», « τεράστια κραυγή», και «συγκίνηση», η μητέρα-σύμβολο περιέγραψε στην έντυπη Lifo για πρώτη φορά όλα όσα ένιωσε εκείνη την μεγάλη ημέρα που θα μείνει στην ιστορία ως μέρα-γροθιά στον φασισμό.
Διαβάστε το κείμενο της Μάγδας Φύσσας:
«ΦΥΓΑΜΕ ΝΩΡΙΣ το πρωί της 7ης Οκτωβρίου από το σπίτι έχοντας στο μυαλό μας ένα μόνο πράγμα: την καταδίκη αυτής της εγκληματικής οργάνωσης. Δεν μπορούσα να διανοηθώ κάποιο άλλο ενδεχόμενο, είτε της αθώωσης είτε της αναγνώρισης ελαφρυντικών. Υπήρχαν ατράνταχτα αποδεικτικά στοιχεία που απέκλειαν οποιαδήποτε άλλη ετυμηγορία. Φτάνοντας έξω από το Εφετείο, λίγο μετά τις 8:30, φορούσα μια μάσκα που έγραφε Killah P (σ.σ. το καλλιτεχνικό όνομα του γιου της, που σήμαινε, σύμφωνα με τον ίδιο, «Killah Past – Δολοφόνος του παρελθόντος»). Θυμάμαι ότι δεν σκεφτόμουν τίποτα. Ήμουν θολωμένη. Δεν καταλάβαινα καν τι συνέβαινε εκείνη τη στιγμή.
Το μυαλό μου ήταν προσκολλημένο στη στιγμή της απόφασης. Σίγουρα αυτό που διατηρώ έντονα στη μνήμη μου είναι την αγωνία που ένιωθα εκείνες τις ώρες, την οποία εύχομαι να μη βιώσει κανείς. Κατακλύζεσαι από χιλιάδες σκέψεις, θυμάσαι τις απαισιόδοξες στιγμές κατά τη διάρκεια της δίκης, ενώ σκοτεινές εικόνες απ’ όλα αυτά τα χρόνια επανέρχονταν διαρκώς. Όταν μπήκα στη δικαστική αίθουσα, σκεφτόμουν ότι οι μέρες εκείνες ήταν ιστορικές. Ύστερα από πεντέμισι χρόνια ακροαματικής διαδικασίας και επτά χρόνια μετά τη δολοφονία του παιδιού μου είχε φτάσει η ώρα που θα άκουγα την τελική απόφαση.
Η τεράστια κραυγή έξω από το δικαστήριο
Λίγα λεπτά αργότερα, γύρω στις 11 το πρωί, μόλις ανακοινώθηκε η ετυμηγορία για τη δίκη της Χρυσής Αυγής, ένα συναίσθημα με κυρίευσε: «άδειασα». Είναι η μοναδική λέξη που περιγράφει την ψυχική μου κατάσταση. Γι’ αυτό και στη συνέχεια, βγαίνοντας από το δικαστήριο, το μόνο που ήθελα ήταν να επικοινωνήσω με τον Παύλο. Να του φωνάξω, με μια τεράστια κραυγή, «αγόρι μου, δικαιωθήκαμε! Παλέψαμε. Αντέξαμε. Τα καταφέραμε! Ο Παύλος τα κατάφερε! Γιε μου!».
Εκείνη την ώρα άκουγα τις χιλιάδες κόσμο που είχαν συγκεντρωθεί έξω από το δικαστήριο να ξεσπούν σε ζητωκραυγές και χειροκροτήματα. Μέχρι τη στιγμή που, δυστυχώς, τα επεισόδια που ακολούθησαν αμαύρωσαν αυτήν τη συγκλονιστική εικόνα των ανθρώπων κάθε ηλικίας που επέλεξαν να έρθουν εκεί και να εκφράσουν την υποστήριξή τους με την παρουσία τους. Ένιωσα, πραγματικά, μια τεράστια συγκίνηση για όλο το συγκεντρωμένο πλήθος. Και πιστεύω απόλυτα όλα όσα είπα εκείνη την ημέρα. Ότι νίκησε η δημοκρατία. Και το χρωστάμε στον Παύλο, όπως και στην Πολιτική Αγωγή, που αγωνίστηκε τόσο πολύ όλον αυτόν τον καιρό.
Γιατί έδωσαν μεγάλο αγώνα και οφείλουμε και σε αυτούς ένα μεγάλο «ευχαριστώ». Και φυσικά στον Παύλο. Για όλα, για το αίμα του και τη ζωή που έχασε. Το ότι άντεξε. Ας μην το ξεχνάμε. Τα τέσσερα λεπτά του Παύλου λίγο πριν ξεψυχήσει ήταν πολύ σημαντικά για να μπορέσουν να τους συλλάβουν. Το ότι το παιδί μου κατάφερε να ζήσει για λίγα λεπτά μετά την επίθεση αποδείχθηκε ότι ήταν η αιτία ώστε να καταπέσουν οι ισχυρισμοί πως όλα έγιναν για έναν τσακωμό για το ποδόσφαιρο, ότι ήταν μια παρεξήγηση μεταξύ αγνώστων και ένα έγκλημα για μικροδιαφορές. Η αλήθεια, όμως, κέρδισε. Μια ιστορική απόφαση για την Ελλάδα – και είναι σημαντικό το ότι ήταν ομόφωνη από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών. Παρ’ όλο το θράσος της εισαγγελέως, που τους υποστήριξε τόσο όσο ούτε οι συνήγοροι υπεράσπισής τους, μπαίνοντας στο δικαστήριο αισθανόμουν μια σιγουριά, μια βεβαιότητα.
Η απόφαση να αποτελέσει φάρο για την έναρξη του αντιφασιστικού αγώνα
Ευτυχώς, βλέποντας τη στάση της προέδρου, ένιωθα ότι θα μείνει ανεπηρέαστη και, πράγματι, ήταν από τις σπάνιες φορές που πρόεδρος δικαστηρίου κράτησε μια τέτοια γενναία στάση σε μια τόσο κρίσιμη δίκη. Πίστεψα πολύ στην κ. Μαρία Λεπενιώτη και οφείλω να το πω. Ήταν μια δίκη όπου έπρεπε να αποδείξεις τα πάντα, κάθε λεπτομέρεια. Και αξίζει ένα μεγάλο μπράβο στους δικηγόρους, οι οποίοι έκαναν εξαιρετική δουλειά. Και το λέω, επειδή, για παράδειγμα, στη δίκη για τους πρωταίτιους της χούντας ήξερες τι είχε συμβεί στη διάρκεια των επτά ετών. Εδώ, όμως, έπρεπε κάθε στιγμή να αποδεικνύεις τα αυτονόητα. Είναι ουσιώδες ότι η ελληνική Δικαιοσύνη αποφάνθηκε πως η Χρυσή Αυγή αποτελεί εγκληματική οργάνωση. Ωστόσο, η διαφυγή του Χρήστου Παππά αποδεικνύει, ταυτόχρονα, την ξεφτίλα της Ελληνικής Αστυνομίας, όπως και του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, του κ. Χρυσοχοΐδη, αλλά και του κ. Μπαλάσκα.
Ελπίζω αυτή η απόφαση του φετινού Οκτωβρίου, μιας θλιβερής χρονιάς, να αποτελέσει τον φάρο για την έναρξη του αντιφασιστικού αγώνα. Γιατί πιθανόν να ξεμπερδέψαμε με τη Χρυσή Αυγή, όχι όμως με τον φασισμό. Στο τέλος εκείνης της ημέρας έσφιξα στην αγκαλιά μου τους ανθρώπους που περίμεναν ως αργά έξω από το δικαστικό μέγαρο. Και τους είπα: «Μας ανοίγεται ένας δρόμος καλός, αλλά δεν κερδίζεται έτσι ο φασισμός. Χρειάζεται αγώνας. Κερδίσαμε μια μάχη, αλλά στο χέρι σας είναι από δω και πέρα. Μας άνοιξε τον δρόμο ο Παύλος». Φτάνοντας το βράδυ στο σπίτι μου, δεν ήθελα να μιλήσω με κανέναν.
Οι φίλοι του Παύλου γέμισαν την κενή ζωή μου
Και για μεγάλο χρονικό διάστημα δεν επιδίωκα καμία επικοινωνία. Όμως εκείνη τη νύχτα, την πρώτη μετά την απόφαση του δικαστηρίου, συνειδητοποίησα ότι ουσιαστικά τίποτα δεν είχε αλλάξει. Η πόρτα δεν θα ανοίξει ποτέ για να μπει ο Παύλος, ούτε και η φωνή του θα ακουστεί ξανά μέσα στο σπίτι μας. Ναι, δικαιωθήκαμε. Όλα αυτά τα χρόνια εισέπραξα πολλή αγάπη. Αλλά τίποτα δεν μπορεί να αναπληρώσει τον πόνο της μάνας που χάνει το παιδί της. Η μνήμη του γιου μου αποκαταστάθηκε, αλλά, τώρα, αισθάνομαι πραγματικά ότι έφυγε από κοντά μας. Η μοναξιά, για μένα, μόλις ξεκινά. Ο αγώνας μας ολοκληρώθηκε. Πεντέμισι χρόνια βρεθήκαμε απέναντι σε θηρία, ακούσαμε χλευασμούς, προσβολές και ατελείωτα ψέματα. Σπίλωσαν τη μνήμη του παιδιού μου, ενώ τις περισσότερες φορές ήμουν μόνη μου σε μια άδεια αίθουσα δικαστηρίου, φτάνοντας στα όριά μου. Αλλά πόσο λίγοι αποδείχθηκαν… Ζούμε σε μια εποχή που έχουν χαθεί οι αξίες και τα ιδανικά.
Όμως θέλω να πω κάτι για τους φίλους του Παύλου, οι οποίοι ήταν όλοι εκεί και δίπλα μας στο δικαστήριο. Να ξέρατε πόση δύναμη μου έδωσαν αυτά τα παιδιά… Στην κενή ζωή μου ήταν εκείνοι που γέμισαν κάπως την ψυχή μου. Ειδικά τη στιγμή που με αποκάλεσαν όλοι «μάνα» τους. Ο χρόνος δεν γυρνά πίσω. Ο Παύλος δεν είναι πια εδώ. Από αυτή την τραγωδία που χτύπησε την οικογένειά μας και θα βιώνουμε ώσπου να φύγουμε από τη ζωή, αυτά τα παιδιά είναι η μόνη μου ελπίδα».