Ο Ισπανός επικεφαλής της διπλωματικής υπηρεσίας της Ε.Ε. γράφει ότι οι σχέσεις της Ευρώπης με την Τουρκία «έχουν βαθιές ιστορικές ρίζες», αλλά ότι η κατεύθυνση την οποία έχει πάρει η Άγκυρα «μοιάζει να την απομακρύνει από την Ε.Ε.».
Οι εντάσεις στην Ανατολική Μεσόγειο και οι σχέσεις με την Τουρκία υπήρξαν μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις της ΕΕ το 2020 και αυτό πιθανότατα θα παραμείνει το 2021 αναφέρει στο μπλογκ του ο Ύπατος Εκπρόσωπος της ΕΕ για θέματα Εξωτερικής Πολιτικής Ζοζέπ Μπορέλ.
«Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι στο τελευταίο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της χρονιάς, που πραγματοποιήθηκε την περασμένη εβδομάδα, ήταν ένα από τα κύρια θέματα εξωτερικής πολιτικής για συζήτηση» συμπληρώνει.
Ταυτόχρονα, τονίζει ότι «υπάρχει μεγάλη πιθανότητα εάν συνεχίσουμε σε αυτήν την καθοδική πορεία, η ΕΕ να πρέπει να υιοθετήσει ισχυρά μέτρα, για να πείσει την Τουρκία ότι είναι σοβαρή και αποφασισμένη να διασφαλίσει το σεβασμό των συμφερόντων της. Θα το αναφέρω στους Ευρωπαίους ηγέτες τον Μάρτιο του 2021».
Προσθέτει ότι κατά την ανάληψη των καθηκόντων του « η σχέση της ΕΕ με την Τουρκία ήταν ήδη σε φθίνουσα πορεία».
Eιδικότερα, αναφέρεται σε «ένα έτος ταραχών και συνεχών δραστηριοτήτων και διαλόγου».
Δεν σημειώθηκε πρόοδος
«Όταν ανέλαβα τις ευθύνες μου ως Ύπατος Εκπρόσωπος πριν από ένα χρόνο, η σχέση της ΕΕ με την Τουρκία ήταν ήδη σε φθίνουσα πορεία. Ήξερα από την αρχή ότι η επανόρθωση αυτής της κατάστασης θα ήταν μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις της εντολής μου. Οι αμοιβαίες προσδοκίες από την κοινή δήλωση ΕΕ-Τουρκίας του 2016, που ακολούθησε το ξέσπασμα της μεταναστευτικής κρίσης του 2015, δεν απέδωσαν καρπούς, παρόλο που συνέβαλε στον έλεγχο των μεταναστευτικών ροών προς την Ευρώπη. Από τον Ιούνιο του 2016 και μετά, δεν σημειώθηκε πρόοδος στις ενταξιακές διαπραγματεύσεις.
Η αντιπαράθεση για την εκμετάλλευση των πόρων στην Ανατολική Μεσόγειο επιταχύνθηκε, σε συνδυασμό με μακροχρόνιες διαφωνίες σχετικά με τον έλεγχο των θαλάσσιων ζωνών μεταξύ των σχετικών παράκτιων κρατών. Οι προσπάθειες στο Κραν Μοντανά για να βρεθεί μια τελική λύση για την επανένωση της Κύπρου είχαν αποτύχει το 2017. Η περιφερειακή δέσμευση της Τουρκίας από την Ανατολική και τη Βόρεια Αφρική στα Δυτικά Βαλκάνια συνέχισε να μαζεύει δύναμη. Ειδικότερα, η ενεργός και μονομερής συμμετοχή της Τουρκίας τόσο στη Συρία όσο και στη Λιβύη θεωρείται όλο και περισσότερο ότι δεν ευθυγραμμίζεται με τα συμφέροντα ασφάλειας της ίδιας της ΕΕ ούτε με τις αντιλήψεις μεταξύ όλων των κρατών μελών».
Αναφορικά με την υπογραφή του τουρκο-λιβυκού μνημονίου, ο κ. Μπορέλ υπογραμμίζει ότι « προκάλεσε σοβαρές ανησυχίες» και επισημαίνει ότι η «συμφωνία περιείχε επίσης ρήτρες για τη στρατιωτική υποστήριξη που ήταν σε αντίθεση με το εμπάργκο όπλων του ΟΗΕ για τη Λιβύη. Αυτό σύντομα συνοδεύτηκε από τη συνεχή ανάπτυξη τουρκικών πλοίων ερευνών ή γεωτρήσεων στην Ανατολική Μεσόγειο, προκαλώντας άμεσα την Ελλάδα και την Κύπρο.
Αυτές οι δραστηριότητες είχαν ήδη ξεκινήσει νωρίτερα και οδήγησαν στην ανάπτυξη ενός ειδικού καθεστώτος περιοριστικών μέτρων της ΕΕ με στόχο την προστασία των κυπριακών υδάτων. Δυστυχώς, οι τουρκικές NAVTEX και σκάφη όπως το «Oρούτς Ρέις» ή το «Μπαρμπαρός», είχαν γίνει οικίες ονομασίες στις Βρυξέλλες».
«Μεγάλη κρίση» τον Μάρτιο
Για «μεγάλη κρίση» τον Μάρτιο του 2020 κάνει λόγο ο Ύπατος Εκπρόσωπος και προσθέτει ότι «μέσω της ισχυρής κινητοποίησης των μέσων ενημέρωσης, οι αρχές της Τουρκίας ενθάρρυναν τους μετανάστες και τους πρόσφυγες να προχωρήσουν προς τα ελληνικά σύνορα και να προσπαθήσουν να εισέλθουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση». Τονίζει ότι « οι ελληνικές αρχές απάντησαν με αποφασιστικότητα» ενώ «η ΕΕ απάντησε με πλήρη πολιτική αλληλεγγύη»..
Πιο συγκεκριμένα, ο Ύπατος Εκπρόσωπος υπογραμμίζει ότι «τον Μάρτιο του 2020, είχαμε μια μεγάλη κρίση. Επίσης μέσω της ισχυρής κινητοποίησης των μέσων ενημέρωσης, οι υψηλότερες αρχές της Τουρκίας ενθάρρυναν τους μετανάστες και τους πρόσφυγες να προχωρήσουν προς τα ελληνικά σύνορα και να προσπαθήσουν να εισέλθουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι ελληνικές αρχές απάντησαν με αποφασιστικότητα, απωθώντας την πίεση και η Ευρωπαϊκή Ένωση απάντησε με πλήρη πολιτική αλληλεγγύη. Ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και η Πρόεδρος της Επιτροπής, μαζί με τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ταξίδεψαν αμέσως στα βόρεια ελληνικά σύνορα σε αυτές τις δύσκολες στιγμές. Συνάντησα τον Πρόεδρο Μισέλ λίγο αργότερα στην ‘Αγκυρα και είχαμε ανταλλαγή απόψεων σε έντονο ύφος με τον Πρόεδρο Ερντογάν και άλλες τουρκικές αρχές. Ακολούθησε λίγες μέρες αργότερα επίσκεψη του Προέδρου Ερντογάν στις Βρυξέλλες.
Η σταθερότητα στα σύνορα αποκαταστάθηκε. Κατόπιν αιτήματος της Τουρκίας, η ΕΕ παρείχε διευκρινίσεις σχετικά με την εφαρμογή μέτρων στήριξης σε πρόσφυγες που φιλοξενούσε η Τουρκία. Συνεχίσαμε επίσης συζητήσεις για το πώς να επιστρέψουμε σε μια θετική ατζέντα. Ενώ η Τουρκία φάνηκε να αναζητά μια ισχυρή πολιτική δέσμευση, ήμουν πρόθυμος να προχωρήσω στην πρακτική εφαρμογή της κοινής δήλωσης του 2016. Ελέγξαμε την πορεία, συμπεριλαμβανομένης της αποτελεσματικής εκταμίευσης της υποστήριξής μας στους πρόσφυγες της Συρίας που φιλοξένησε η Τουρκία και συμφωνήσαμε ότι απαιτούνται περαιτέρω προσπάθειες και από τις δύο πλευρές για να επαναφερθούν όλες αυτές οι προσπάθειες».
Υπολείμματα πολέμου
«Γεωτρύπανα και αναχρονισμός υπολειμμάτων πολέμου» σημειώνει Ο Ζοζέπ Μπορέλ εξηγώντας ότι «η συνεχής ανάπτυξη τουρκικών γεωτρήσεων και εξερευνητικών σκαφών, είτε σε ύδατα που γειτνιάζουν με την Κύπρο είτε την Ελλάδα, δημιούργησε ένα πολύ αρνητικό περιβάλλον που εμπόδισε την ανάπτυξη μιας θετικής ατζέντας. Αυτό με οδήγησε να ταξιδέψω στην Ελλάδα, την Κύπρο και την Τουρκία στα τέλη Ιουνίου. Ο στόχος μου ήταν σαφής: ήθελα να διερευνήσω με τους κύριους πρωταγωνιστές τις δυνατότητες έναρξης ενός πραγματικού διαλόγου που θα βοηθούσε στην αντιμετώπιση των εκκρεμών ζητημάτων. Εκτός από τη σθεναρή υποστήριξη τόσο του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου όσο και της Προέδρου της Επιτροπής. Θέλω επίσης να επισημάνω εδώ την αξιοσημείωτη διπλωματική δραστηριότητα που έγινε από τη Γερμανία, ξεκινώντας από την Καγκελάριο Μέρκελ και τον καλό φίλο και συνάδελφο υπουργό Εξωτερικών Χάικο Μάας».
«Ήθελα να διερευνήσω με τους κύριους πρωταγωνιστές τις δυνατότητες έναρξης ενός πραγματικού διαλόγου που θα βοηθούσε στην αντιμετώπιση των εκκρεμών ζητημάτων» ανέφερε.
Συμπλήρωσε ότι «επισκέφτηκα τα βόρεια σύνορα της Ελλάδας και πέταξα όσο το δυνατόν πιο κοντά στις πλατφόρμες γεώτρησης που ανέπτυξε η Τουρκία σε μια περιοχή κοντά στις ακτές της Κύπρου. Είχα επίσης μια νυχτερινή βόλτα στην πράσινη γραμμή στη Λευκωσία και είδα την εγκαταλελειμμένη πόλη των Βαρωσίων από ελικόπτερο εντός κυπριακής ελεγχόμενης περιοχής. Ο αναχρονισμός αυτών των υπολειμμάτων πολέμου, παγωμένος στο παρελθόν, και μαρτυρία για μια ακόμη άλυτη σύγκρουση στη μέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ήταν βαθιά ενοχλητική και αποκαλυπτική. Δεν υπήρξε καμία πρόοδος από τότε που επισκέφθηκα τα Βαρώσια το 2005 ως Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Αν μη τι άλλο, αυτή η επίσκεψη ενίσχυσε περαιτέρω την αποφασιστικότητά μου να αναζητήσω λύσεις.
Περίπλοκη σχέση
Ενώ η σχέση με την Τουρκία είναι πολύ περίπλοκη και έχει πολλές διαστάσεις, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι οι διαφωνίες με την Ελλάδα και η μη επίλυση του Κυπριακού είναι κεντρικά στοιχεία. Το ταξίδι μου τον Ιούλιο στην ‘Αγκυρα το επιβεβαίωσε, με τον υπουργό Εξωτερικών Τσαβούσογλου να υπογραμμίζει τον ρόλο της Τουρκίας στην προστασία των δικαιωμάτων των Τουρκοκυπρίων και να εξηγεί τις τουρκικές απόψεις σχετικά με την εκμετάλλευση των πόρων στα κυπριακά ύδατα. Από την πλευρά του, ο Υπουργός ‘Αμυνας, Χουλούσι Ακάρ, μου πρόσφερε μια λεπτομερή παρουσίαση, από την τουρκική προοπτική, του συμβάντος μερικές εβδομάδες νωρίτερα μεταξύ μιας γαλλικής φρεγάτας και μιας ομάδας τουρκικών ναυτικών μονάδων.
Ο υπουργός Τσαβούσογλου με αποχαιρετά σε μια κοινή συνέντευξη Τύπου όπου επέκρινε σκληρά ορισμένα κράτη μέλη, καθώς και την ίδια την ΕΕ, καταγγέλλοντας μεροληπτικές και εχθρικές στάσεις απέναντι στην Τουρκία. Προτίμησα να απαντήσω με τη γλώσσα της διπλωματίας, αν και ο τόνος και οι διατυπώσεις που χρησιμοποίησε ο Τούρκος οικοδεσπότης μου έθεσαν ερωτήματα σχετικά με το αν αυτό θα ήταν αρκετό.
Δεν θέλω να συνεχίσω με μια αναλυτική περιγραφή των διαφόρων προσπαθειών μου που προσπαθούν να βρουν χώρο για έναν ανανεωμένο διμερή διάλογο μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας σχετικά με τις θαλάσσιες διαφορές και τα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης, ή να συζητήσω πώς να στηρίξω τις προσπάθειες του ΟΗΕ για την επανέναρξη των Συζητήσεων για την επίλυση του Κυπριακού. Αρκεί να πούμε εδώ ότι η διοχέτευση και των δύο θεμάτων μέσω κατάλληλων διπλωματικών και τεχνικών διαδικασιών είναι απαραίτητη για τη δημιουργία χώρου για μια υγιή σχέση ΕΕ-Τουρκίας. Αυτά είναι ερωτήματα που δεν μπορούν πλέον να αναβληθούν.
Το ταξίδι μου στη Μάλτα στα μέσα Αυγούστου, για να συναντηθώ με τον Υπουργό Τσαβούσογλου έληξε λόγω της υπογραφής συμφωνίας θαλάσσιας οριοθέτησης μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου. Η απάντηση της Τουρκίας ήταν να αναστείλει μια προβλεπόμενη ανανέωση διερευνητικών συνομιλιών με την Ελλάδα με στόχο την αντιμετώπιση των θαλάσσιων διαφορών».
Συνεχίζει λέγοντας ότι «πρέπει να βρούμε μια διέξοδο από τη δυναμική του οφθαλμός αντί οφθαλμού και να επιστρέψουμε στη συνεργασία και την εμπιστοσύνη. Αυτό ήταν το κύριο μήνυμα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Οκτωβρίου και αυτό το μήνυμα επαναλήφθηκε την περασμένη εβδομάδα. Πιστεύω ότι υπάρχει μεγαλύτερη κατανόηση γι ‘αυτό σήμερα από την πλευρά της Τουρκίας από ό, τι τον Οκτώβριο» σημειώνει προσθέτοντας ωστόσο ότι «η κατάσταση δεν έχει βελτιωθεί ουσιαστικά. Ως εκ τούτου, η συνολική εκτίμησή μας για το έτος πρέπει να είναι αρνητική. Αλλά έχουμε επίσης την ευκαιρία να διορθώσουμε τα πράγματα και αυτό πρέπει να κάνουμε».
Τέλος, ο Ζοζέπ Μπορέλ αναφέρει ότι «έχουμε ακόμη την ευκαιρία να ανακατευθύνουμε τις σχέσεις μας. Η ΕΕ απλώνει το χέρι στην Τουρκία ελπίζοντας ότι θα την καταλάβει και η ατζέντα που παρουσιάζουν οι ηγέτες της ΕΕ είναι σαφής. Είμαι έτοιμος, σε συνεργασία με την Επιτροπή και τα κράτη μέλη, για να συζητήσουμε τις προτάσεις μας για μια θετική ατζέντα με την Τουρκία και να διερευνήσω τρόπους προώθησης των σχέσεών μας. Αυτό θα μπορούσε επίσης να περιλαμβάνει την ενίσχυση της περιφερειακής συνεργασίας μέσω διάσκεψης για την Ανατολική Μεσόγειο. Αλλά για να συμβούν όλα αυτά, πρέπει να σταματήσουν οι ενέργειες που μπορεί να θεωρηθούν επιθετικές ή αντίθετες προς τα συμφέροντα της ΕΕ».
Πηγή: ΑΜΠΕ