Ποιοι παράγοντες θα κρίνουν την ταχύτητα εμβολιασμού των πολιτών ΕΕ, ΗΠΑ και Βρετανίας
Τα εμβόλια για τον κορωνοϊό βρίσκονται σε πορεία έγκρισης, όμως οι χώρες κινούνται με διαφορετικές ταχύτητες προς την παραλαβή και τη χορήγησή τους.
Πρώτη στον αγώνα δρόμου είναι η Βρετανία, που χθες έγινε η πρώτη χώρα της Δύσης που προχώρησε σε έγκριση του εμβολίου της Pfizer-BioNTech, ανοίγοντας το δρόμο προς τους εμβολιασμούς πολιτών ήδη από την ερχόμενη εβδομάδα.
Στη δεύτερη θέση βρίσκονται οι ΗΠΑ, έχοντας επενδύσει 18 δισ. δολάρια στο πρόγραμμα «Επιχείρηση Ταχύτητα του Φωτός».
Όμως η ΕΕ αναμένεται να μείνει λίγο πίσω στον εμβολιασμό των εκατομμυρίων πολιτών της, αναφέρει το Bloomberg, τη στιγμή που τα εμβόλια της Pfizer, της AstraZeneca και της Moderna προσεγγίζουν τη γραμμή τερματισμού. Αυτό θα μπορούσε να αφήσει την ένωση για περισσότερο καιρό έρμαιο της πανδημίας και να ενισχύσει τις προσπάθειες της Βρετανίας να αποδείξει ότι η αποχώρηση από την ΕΕ λειτουργεί προς όφελος της χώρας.
Δεύτερη η ΕΕ;
Η ΕΕ είναι πιθανό να έχει στη διάθεσή της αρκετά εμβόλια για να καλύψει τις ανάγκες των δύο τρίτων του πληθυσμού της μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2021. Αν συμβεί κάτι τέτοιο, θα προπορευτεί κατά περισσότερους από τέσσερις μήνες των ΗΠΑ, αλλά θα καθυστερήσει κατά δύο μήνες σε σχέση με τη Βρετανία, σύμφωνα με ανάλυση της λονδρέζικης εταιρείας Airfinity. Οι υπολογισμοί στηρίζονται στις προμήθειες κατά κεφαλήν που έχουν εξασφαλίσει οι κυβερνήσεις, τη δυνατότητα παραγωγής σε κάθε περιοχή και την αναμενόμενη αποτελεσματικότητα των εμβολίων.
Αρκετές δυτικές χώρες καταστρώνουν σχέδια άμεσου εμβολιασμού, πράγμα που απαιτεί ενδελεχή έλεγχο της ασφάλειας των εμβολίων. Ανεξάρτητα από το πόσο άμεσα θα αρχίσουν να χορηγούνται τα εμβόλια, ο εμβολιασμός του 60% με 70% του πληθυσμού είναι το σημείο καμπής, καθώς ενδέχεται να επιτρέψει το ασφαλές «άνοιγμα» των κοινωνιών χωρίς την απειλή των μαζικών λοιμώξεων και της κατάρρευσης των συστημάτων υγείας.
Κυβερνήσεις «στην πρέσα»
Οι κυβερνήσεις σε όλο τον ανεπτυγμένο κόσμο ήδη δέχονται επικρίσεις για τις αποτυχημένες προσπάθειές τους να αναθερμάνουν τις εθνικές τους οικονομίες, τη στιγμή που μόνο στις ΗΠΑ καθημερινά στα νοσοκομεία καταφτάνουν περίπου 100.000 νέοι ασθενείς. Τη στιγμή που οι ανησυχίες ότι τα πλουσιότερα κράτη θα αφήσουν στην τύχη τους τις περιοχές χαμηλότερων και μεσαίων εισοδημάτων αυξάνονται, η προοπτική ορισμένες περιοχές του πλούσιου κόσμου να καθυστερήσουν να ανακάμψουν σε σύγκριση με άλλες γεννά την απειλή δημιουργίας επιπρόσθετων διεθνών τριβών.
Η Γαλλία, η Γερμανία και άλλα ευρωπαϊκά κράτη έχουν κατορθώσει να μειώσουν τα κρούσματα κοροναϊού, όχι όμως χωρίς νέα lockdown και περιορισμούς που έχουν βλάψει ακόμη περισσότερο τις ήδη παραπαίουσες επιχειρήσεις.
«Υποθέστε ότι οι ΗΠΑ προχωρούν μπροστά και καταφέρνουν να εμβολιάσουν μεγάλο μέρος του πληθυσμού τους πριν την Ευρώπη. Μπορείτε να φανταστείτε την πίεση που θα δεχτούν σε αυτή την περίπτωση οι Ευρωπαίοι πολιτικοί», τόνισε στο Bloomberg ο Simon Evenett, καθηγητής διεθνούς εμπορίου και οικονομικής ανάπτυξης στο Πανεπιστήμιο του St. Gallen της Ελβετίας. «Όπως κάθε πηγή έντασης μεταξύ κρατών, αυτό θα μπορούσε να κλιμακωθεί».
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που έχει εξασφαλίσει σχεδόν δύο δισεκατομμύρια δόσεις εμβολίων μέσω έξι συμβάσεων προμήθειας εκ μέρους των κρατών μελών της, αρνήθηκε να σχολιάσει ευθέως αν είναι πιθανό να επιτύχει τον εμβολιασμό των πληθυσμών της ΕΕ με την ταχύτητα των ΗΠΑ και άλλων κρατών.
«Αυτό που έχει σημασία είναι να διασφαλίσουμε την άμεση χορήγηση των εμβολίων που έχουν κριθεί ασφαλή και αποτελεσματικά», έγραψε το εκτελεστικό όργανο της ΕΕ σε e-mail στις 30 Νοεμβρίου, προσθέτοντας ότι συνεργάζεται με τα κράτη μέλη για να εξασφαλίσει ότι θα είναι σε θέση να διανείμουν το εμβόλιο αμέσως μόλις αυτό καταστεί διαθέσιμο.
Αν και τα εμβόλια θα αρχίσουν να κυκλοφορούν στις ΗΠΑ και τη Βρετανία πριν το τέλος του έτους, η Airfinity προβλέπει ότι οι πρώτες δόσεις δεν πρόκειται να φτάσουν στην ΕΕ πριν τον Ιανουάριο. Αξιωματούχοι υγείας από τη Γαλλία έχουν δηλώσει ότι περιμένουν πως οι εμβολιασμοί θα ξεκινήσουν στα τέλη Δεκεμβρίου ή τις αρχές Ιανουαρίου και ότι όλες οι χώρες της ΕΕ θα παραλάβουν ταυτόχρονα τις δόσεις που τους αναλογούν, αναφέρει το Bloomberg.
Ο γερμανός υπουργός υγείας, Γιενς Σπαν, έχει αναφέρει ταυτόχρονα ότι τα ειδικά κέντρα εμβολιασμού δεν θα είναι έτοιμα πριν τα μέσα του μήνα και ότι περιμένει ότι οι εμβολιασμοί των ομάδων υψηλού κινδύνου θα ξεκινήσουν τον Ιανουάριο.
Τη στιγμή που η Βρετανία έχει ήδη προχωρήσει στην έγκριση του εμβολίου της Pfizer-BioNTech και οι ΗΠΑ αναμένεται να την ακολουθήσουν μέχρι τα μέσα Δεκεβρίου. Όμως η έγκριση από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων (ΕΜΑ) δεν αναμένεται πριν το τέλος του έτους.
Ζητήματα προμηθειών
Οι συμφωνίες προμηθειών αποτελούν κρίσιμο παράγοντα των προοπτικών της κάθε πλευράς. Η ΕΕ έχει εξασφαλίσει περίπου 1,9 δόσεις ανά άτομο του πληθυσμού της από τις τρεις κατασκευάστριες εταιρείες που βρίσκονται πιο κοντά στην έγκριση, σε σύγκριση με τις 4,2 δόσεις των ΗΠΑ και τις 2,2 δόσεις της Βρετανίας, σύμφωνα με το Bloomberg. Η ΕΕ έχει συνάψει επίσης περισσότερα συμβόλαια με εταιρείες όπως η Johnson&Johnson που φαίνεται ότι θα καθυστερήσουν να φτάσουν στη γραμμή τερματισμού.
Οι ΗΠΑ κατέχουν ηγετική θέση και στο κομμάτι της παραγωγής. Και αυτό θα παίξει σημαντικό ρόλο καθώς «οι χώρες είναι απίθανο να εξάγουν μεγάλες ποσότητες εμβολίων πριν ολοκληρώσουν τους δικούς τους στόχους εμβολιαστικής κάλυψης», δήλωσε ο Rasmus Bech Hansen, επικεφαλής εκτελεστικός αξιωματούχος της Airfinity.
Μια σειρά άλλων παραγόντων θα μπορούσε να ασκήσει σημαντική επίδραση στους ρυθμούς του εμβολιασμού. Προς το παρόν δεν έχουν γίνει ξεκάθαρες οι μέθοδοι με τις οποίες οι χώρες θα προσπελάσουν τα διαδικαστικά προβλήματα, ούτε και το ποσοστό του πληθυσμού τους που είναι πρόθυμο να σηκώσει τα μανίκια του. Επιπλέον, ορισμένες χώρες της ΕΕ κάνουν τα δικά τους, αυτόνομα βήματα, προς την κατεύθυνση του εμβολιασμού των πολιτών τους.
Επιπλέον δόσεις εξασφάλισε η Γερμανία
Για παράδειγμα, η Γερμανία συνομιλεί άμεσα με κατασκευαστές εντός της επικράτειάς της, προκειμένου να εξασφαλίσει περισσότερες δόσεις από όσες της αναλογούν βάσει του κοινού σχεδίου της ΕΕ, αναφέρει ο Σπαν, υπουργός υγείας της χώρας. Μέχρι στιγμής έχει εξασφαλίσει πρόσβαση σε περισσότερες από 300 εκατ. επιπλέον δόσεις, μεταξύ άλλων και από το εμβόλιο που αναπτύσσουν η Pfizer και η BioNTech, αναφέρουν γερμανοί αξιωματούχοι.
Οι ΗΠΑ έχουν επωφεληθεί από το γεγονός ότι επένδυσαν περισσότερα κονδύλια σε σχέση με άλλα κράτη, τα οποία μάλιστα μοίρασαν σε έναν αριθμό εμβολίων, όπως σημειώνει ο Klaus Stohr, πρώην αξιωματούχος του ΠΟΥ που βοήθησε στην κινητοποίηση κυβερνήσεων και φαρμακευτικών απέναντι σε δυνητικές πανδημίες. Η εμπειρία της χώρας στην ανάπτυξη εμβολίων, που υποστηρίζεται από την Αρχή Προηγμένης Βιοϊατρικής Έρευνας και Ανάπτυξης των ΗΠΑ (BARDA), έχει επίσης συμβάλει σε ατή την εξέλιξη, αναφέρει ο Stohr, ο οποίος έχει απασχοληθεί στο παρελθόν και στη Novartis.
Αγανακτισμένοι οι ευρωπαίοι πολίτες
Όποιες και αν ήταν οι αιτίες που θα οδηγούσαν σε ένα τέτοιο αποτέλεσμα, το ενδεχόμενο η Ευρώπη να μείνει πίσω σε σχέση με τη Βρετανία και τις ΗΠΑ, θα έφερνε σε πολύ δύσκολη θέση τους ευρωπαίους αξιωματούχους. Η ένωση ήδη είναι αντιμέτωπη με εκκλήσεις αναβάθμισης των προσπαθειών διαχείρισης της κρίσης, ενώ η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιερν έχει ανακοινώσει πρόταση δημιουργίας μιας ευρωπαϊκής εκδοχής του BARDA.
Η αμερικανική υπηρεσία έχει δείξει «ότι μπορεί να φέρει αποτελέσματα», τονίζει ο Stohr. «Είναι σταθερή και εξακολουθεί να χρηματοδοτείται. Μια ανάλογη ευρωπαϊκή υπηρεσία θα μπορούσε να βγάζει νόημα».
Ωστόσο, ο Stohr πιστεύει ότι η ΕΕ τα έχει καταφέρει καλά σε ό,τι αφορά την εξασφάλιση εμβολίων. Παρά την ύπαρξη παγκόσμιας πρωτοβουλίας για την ισότιμη κατανομή των εμβολίων, η κύρια ανησυχία σχετίζεται με τη μοίρα των αναπτυσσόμενων χωρών, και όχι τόσο με το ενδεχόμενο η ΕΕ να καθυστερήσει σε σύγκριση με τις ΗΠΑ, επισημαίνει.
«Η κύρια ανησυχία μου αφορά περισσότερο το ενδεχόμενο οι άνθρωποι στη Νοτιοανατολική Ασία, την Αφρική, τη Λατινική Αμερική να μην έχουν πρόσβαση σε εμβόλιο», τόνισε. Η πλειοψηφία των ανθρώπων στον πλανήτη «δεν θα έχει εμβόλιο για το μεγαλύτερο μέρος του 2020 – πιθανότατα ακόμη και του 2022».
Στη διάρκεια της πανδημίας, η δυσανάλογη διαθεσιμότητα εξοπλισμού ατομικής προστασίας και άλλων προμηθειών έχει προκαλέσει την κατακραυγή. Όταν έρθουν τα εμβόλια, το διακύβευμα θα είναι ακόμη υψηλότερο, τονίζει ο Evenett, ο καθηγητής από την Ελβετία.
Αν ορισμένα πλούσια κράτη κατορθώσουν να εμβολιάσουν τους πληθυσμούς τους με αξιοσημείωτα μεγαλύτερη ταχύτητα σε σύγκριση με τα υπόλοιπα στη διάρκεια του 2021, σημειώνει, «αυτό θα κάνει τον τρελό ανταγωνισμό που επικράτησε για την εξασφάλιση εξοπλισμού ατομικής προστασίας να μοιάζει παιχνιδάκι».