Τα υψηλά επίπεδα στρες, άγχους και μετατραυματικού στρες κάνουν τους ειδικούς να φοβούνται ότι το προσωπικό των βρετανικών νοσοκομείων δεν θα μπορέσει να αντέξει ένα δεύτερο κύμα κορωνοϊού.
Τον Απρίλιο, όταν η έξαρση κορωνοϊού γνώριζε την κορύφωσή της στη Βρετανία, μαστίζοντας τα νοσοκομεία της χώρας, η ειδικευόμενη γιατρός Ρεμπέκα Θόρτον είδε την ψυχική της υγεία να επιδεινώνεται. Εντέλει, χρειάστηκε νοσηλεία σε ψυχιατρική κλινική.
Ακόμη και τώρα, τρεις μήνες αργότερα, δεν μπορεί να αντιμετωπίσει την επιστροφή στη δουλειά της και πιστεύει ότι θα χρειαστεί έναν χρόνο για να αναρρώσει από τον τρόμο που βίωσε ως εργαζόμενη σε πτέρυγα κορωνοϊού σε μια φτωχή συνοικία του Λονδίνου.
«Ήταν αποτρόπαιο», θυμάται η Θόρτον. «Ήταν τόσο ψυχοφθόρο να βλέπεις ανθρώπους να πεθαίνουν καθημερινά. Κάθε φορά που κάποιος έχανε τη ζωή του, έλεγα «Είναι δικό μου λάθος». Στο τέλος σταμάτησα να τρώω και να κοιμάμαι».
Στρες και ψυχική εξάντληση
Η περίπτωση της Θόρτον μπορεί να φαίνεται ακραία, όμως η εμπειρία της από την εργασία σε πτέρυγα κορωνοϊού είναι κάθε άλλο παρά ξεχωριστοί. Περισσότεροι από 1.000 γιατροί σχεδιάζουν να παραιτηθούν από το βρετανικό σύστημα δημόσιας υγείας (NHS) εξαιτίας της διαχείρισης της πανδημίας από την κυβέρνηση, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα. Ορισμένοι αναφέρουν ως αιτία την ψυχική εξάντληση.
Ήδη από τα μέσα Απριλίου, έρευνα του YouGov για τη δεξαμενή σκέψης IPPR ανακάλυψε ότι το 50% των 996 επαγγελματιών υγείας σε όλη τη Βρετανία δήλωναν ότι η ψυχική τους υγεία είχε επιδεινωθεί από τη στιγμή που ο ιός άρχισε να ασκεί πιέσεις στο NHS. Ταυτόχρονα, τα τελευταία στοιχεία για τις ασθένειες στο προσωπικό του NHS στην Αγγλία δείχνουν ότι τον Απρίλιο σημειώθηκε ο μεγαλύτερος αριθμός αναρρωτικών αδειών, από όταν άρχισαν να τηρούνται σχετικά αρχεία το 2009. Το άγχος, το στρες, η κατάθλιψη και άλλες ψυχιατρικές παθήσεις ήταν οι πιο συνηθισμένες αιτίες που ανέφερε το προσωπικό αιτούμενο άδεια, αγγίζοντας συνολικά το 20,9% σε σύγκριση με το 14% που αφορούσε αναπνευστικά προβλήματα, κρυώματα ή γρίπη και λοιμώδεις ασθένειες. Τα στοιχεία για τους μήνες που ακολούθησαν δεν έχουν δημοσιευθεί μέχρι στιγμής.
Ωστόσο, πρόσφατη έρευνα από την Κίνα δείχνει ότι οι υγειονομικοί υπάλληλοι κινδυνεύουν περισσότερο να αναπτύξουν άγχος και άλλα προβλήματα ψυχικής υγείας στην αρχή της πανδημίας – μεταξύ τους και το μετατραυματικό στρες.
«Είχα ταχυκαρδίες και κρίσεις πανικού»
Η Λίντα Μπέρι, η οποία εργάζεται ως διασώστρια στην ανατολική Αγγλία εδώ και περισσότερα από 10 χρόνια, μπορεί να επιβεβαιώσει τα υψηλά επίπεδα προβλημάτων ψυχικής υγείας μεταξύ των επαγγελματιών υγείας στην κορύφωση της πανδημίας. «Τα επίπεδα στρες ήταν απίστευτα», εξηγεί. «Η ψυχική υγεία πολλών εργαζόμενων σε ασθενοφόρα ήταν εξαιρετικά εύθραυστη, με ορισμένους να παρουσιάζουν μετατραυματικό στρες». Όπως προσθέτει: «Εγώ βίωσα στρες, άγχος, δυσκολία στον ύπνο. Είχα ταχυκαρδίες και κρίσεις πανικού. Έβγαλα εξανθήματα».
Δραματικές επιπτώσεις στο προσωπικό
Ανησυχίες για το τι επιφυλάσσει το μέλλον εξαπλώνονται τώρα σε όλα τα επίπεδα του NHS. Έρευνα που πραγματοποιήθηκε τον Ιούνιο από το δίκτυο γυναικών ηγετών υγείας και περίθαλψης της Συνομοσπονδίας του NHS, αποκαλύπτει ότι ο τομέας υγείας κινδυνεύει να χάσει σημαντικό μέρος του προσωπικού του εξαιτίας του στρες και της εξάντλησης που προκάλεσε η κρίση του κορωνοϊού. Τα τρία τέταρτα των 1.300 συμμετεχόντων – συμπεριλαμβανομένων διευθυντών, νοσηλευτών, διοικητικού προσωπικού, γιατρών και άλλων επαγγελματιών υγείας – ανέφεραν ότι η δουλειά τους είχε πιο έντονη αρνητική επίπτωση από ό,τι συνήθως σε ό,τι αφορά τη συναισθηματική τους υγεία, ως αποτέλεσμα της πανδημίας.
Η έρευνα δεν ξαφνιάζει τη Θόρτον, η οποία βρίσκεται στο τέλος της δεκαετίας των 20. Η ίδια έχει ιστορικό προβλημάτων ψυχικής υγείας και ήδη είχε βιώσει συμπτώματα ψυχικής εξάντλησης το 2018, επειδή εργαζόταν σε υποστελεχωμένη πτέρυγα, όμως πάντα κατάφερνε να ξεπερνά τα προβλήματα που προέκυπταν. Στην αρχή της φετινής χρονιάς είχε αλλάξει πρόγραμμα βαρδιών και ένιωθε ευτυχισμένη, ακολουθώντας το όνειρό της να γίνει γιατρός.
«Έχω δει τι σε περιμένει, και είναι άσχημο»
Στις αρχές Μαρτίου, κόλλησε κοροναϊό από έναν ασθενή τον οποίο φρόντιζε σε θάλαμο χειρουργείου και απουσίασε για να αναρρώσει. Όταν επέστρεψε στη δουλειά της, την μετέθεσαν σε πτέρυγα ασθενών κορωνοϊού. Η εργασία εκεί για περίπου έναν μήνα την έφερε στα όριά της.
Πολλοί από τους ασθενείς που φρόντιζε ήταν ηλικιωμένοι και δεν μπορούσαν να δέχονται ασθενείς, ενώ ήταν ξεκάθαρο ότι υπήρχε περίπτωση να πεθάνουν σύντομα. Η Θόρτον τονίζει ότι ένιωθε ανήμπορη καθώς τους έβλεπε να υποφέρουν. «Ήταν τόσο διαφορετικό από αυτό που συμβαίνει συνήθως, όταν οι άνθρωποι περιτριγυρίζονται από τα αγαπημένα τους πρόσωπα», εξηγεί. «Το νοσοκομείο είχε ένα iPad. Πολλές οικογένειες δεν μπορούσαν να πουν το τελευταίο αντίο… φτάσαμε σε σημείο που όταν ένας άνθρωπος που κινδύνευε εισαγόταν στο θάλαμο, τον κοιτούσα και σκεφτόμουν «δεν νομίζω να γυρίσεις στο σπίτι σου. Έχω δει τι σε περιμένει, και είναι άσχημο».
Ταυτόχρονα, είχε πρόσβαση σε ψυχολόγο μόνο μέσω τηλεφώνου, γεγονός που όπως λέει δεν την βοηθούσε τόσο όσο η φυσική παρουσία. Ωστόσο, συνέχισε να μιλά στον ψυχαναλυτή της για τα συναισθήματά της. Θυμάται ότι στο τέλος μιας βάρδιας «πραγματικά δεν άντεχα και νομίζω ότι ο ψυχαναλυτής μου κάλεσε την αστυνομία που ήρθε και με πήρε». Νοσηλεύτηκε σε ψυχιατρική κλινική για τρεις εβδομάδες.
«Δεν πρόκειται για μια κρίση που τέλειωσε»
Ψυχολόγος που προσφέρει υπηρεσίες σε νοσηλευτικό προσωπικό στη Βρετανία και ζήτησε να παραμείνει ανώνυμος, μίλησε στον Guardian για το τίμημα που πλήρωσε το προσωπικό του NHS. «Έχω δει συμπτώματα μετατραυματικού στρες σε ορισμένους επαγγελματίες υγείας», τονίζει. «Το προσωπικό πραγματικά στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων και εργάστηκε πολύ σκληρά. Ήταν μια κατάσταση κρίσης που εξελισσόταν πολύ γρήγορα… όταν υποχώρησε λίγο, η εξάντλησή τους έγινε πολύ εμφανής».
Το άγχος και η απειλή της ψυχικής εξάντλησης δεν είναι καινούργια προβλήματα για το NHS. Η τελευταία μελέτη, που είχε εκπονηθεί πριν την εμφάνιση του κορωνοϊού, ανακάλυψε ότι το 40% του προσωπικού ανέφερε άγχος που σχετιζόταν με τη δουλειά του. «Το ζήτημα με τον κοροναϊό είναι ότι δεν πρόκειται για μια κρίση που τελείωσε και αυτή είναι η δυσκολία τώρα… Ο χειμώνας πλησιάζει και ενδέχεται να υπάρξει δεύτερο κύμα», εξηγεί η ψυχολόγος.
Προς το παρόν, το μέλλον παραμένει αβέβαιο. Η Θόρτον, η ψυχική υγεία της οποίας έχει σταθεροποιηθεί αυτή τη στιγμή, χωρίς όμως να της επιτρέπει την επιστροφή στη θέση της, τονίζει: «Ο γενικός πληθυσμός μοιάζει να έχει προχωρήσει, να έχει ξεχάσει τι έγινε. Είναι πολύ εύκολο να ξεχάσουν πόσο άσχημα ήταν τα πράγματα. Λυπάμαι τους συναδέλφους μου όσο ο χειμώνας πλησιάζει. Είμαι υποχρεωμένη να ελπίζω ότι το δεύτερο κύμα δεν θα είναι εξίσου άσχημο. Αυτό που με ανησυχεί είναι ότι θα δούμε κορύφωση των κρουσμάτων κορωνοϊού ταυτόχρονα με τη συνηθισμένη εμφάνιση άλλων ασθενειών, πράγμα που θα κάνει την κατάσταση ακόμη πιο δύσκολη από ό,τι ήταν την πρώτη φορά».
Πηγή: www.theguardian.com