Όλα τα μέτωπα ανοικτά για την Ελλάδα. Η ΑΟΖ με την Αίγυπτο, οι δύσκολες σχέσεις με την Τουρκία, οι εξελίξεις στη Λιβύη
Τα καλοκαίρια κρύβουν συχνά εκπλήξεις – ενίοτε δυσάρεστες – για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Στη διπλωματία είναι καλό να αποφεύγονται οι κατηγορηματικές προβλέψεις για τα μελλούμενα, αλλά φαίνεται ότι και το εφετινό καλοκαίρι θα είναι γεμάτο εξελίξεις για την ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.
Σήμερα, Δευτέρα 13 Ιουλίου, οι υπουργοί Εξωτερικών της ΕΕ αναμένεται να συζητήσουν εις βάθος για τις ευρωτουρκικές σχέσεις. Τις προηγούμενες ημέρες βρέθηκαν στην Αθήνα Αιγύπτιοι εμπειρογνώμονες οι οποίοι συζήτησαν επί της οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών μεταξύ Ελλάδος και Αιγύπτου, στον δεύτερο γύρο των συνομιλιών των δύο πλευρών μετά από εκείνον που έλαβε χώρα κατά την πρόσφατη επίσκεψη του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Δένδια στο Κάιρο.
Στη Λιβύη, η κινητικότητα είναι διαρκής και η «ομίχλη» για την τελική έκβαση της σύγκρουσης πυκνή. Το μέτωπο της Λιβύης είναι πολύ κρίσιμο για την Αθήνα που προσπαθεί επιτακτικά να βρει θέση στην «τράπεζα των διαπραγματεύσεων» της επόμενης ημέρας. Παράλληλα, η Αθήνα επιδιώκει να σφυρηλατήσει ακόμη στενότερη σχέση με τη Γαλλία μέσα από την επικείμενη υπογραφή μιας στρατηγικής και αμυντικής συμφωνίας και την αγορά δύο φρεγατών Belh@rr@.
Οι προοπτικές διαλόγου
Παρά τις περί του αντιθέτου δημόσιες δηλώσεις, η παρέμβαση του Βερολίνου ώστε να ανοίξουν πάλι τα κανάλια επικοινωνίας Αθήνας – Αγκυρας υπήρξε ουσιαστική. Είναι ξεκάθαρο στους παρατηρητές των ελληνοτουρκικών σχέσεων ότι επιδιώκεται να διαμορφωθεί μια «βαλβίδα αποσυμπίεσης» των εντάσεων στις διμερείς σχέσεις ώστε οι δύο πλευρές να μπορέσουν στη συνέχεια να καθορίσουν έναν «οδικό χάρτη» με τα επόμενα βήματα.
Οι εμπλεκόμενοι παράγοντες δεν τρέφουν φυσικά αυταπάτες ότι οι δυσκολίες θα εξαφανιστούν μονομιάς, καθώς η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης θα πάρει χρόνο. Η Αθήνα θα επιδιώξει να αξιοποιήσει και το «ευρωπαϊκό γήπεδο» ώστε να αντλήσει οφέλη. Άλλωστε, η γερμανική προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ φαίνεται να έχει θέσει ψηλά τον πήχη στο ζήτημα αυτό και κρίνοντας από τις αντιδράσεις της Αγκυρας έχει διαμορφωθεί κάποιου είδους συνεννόηση.
Σύμφωνα πάντως με πληροφορίες του «Βήματος», η ελληνική πλευρά δεν έμεινε καθόλου ικανοποιημένη από την επίσκεψη του Ζοζέπ Μπορέλ στην Αγκυρα. Ο ύπατος εκπρόσωπος της ΕΕ για την εξωτερική πολιτική μάλλον απογοήτευσε με τις δημόσιες δηλώσεις του, αν και άνθρωποι που γνωρίζουν το παρελθόν του και τους συνεργάτες του δεν εξέφραζαν έκπληξη. Οι απόψεις του πάντως για μια συμφωνία-πακέτο απερρίφθησαν δημοσίως από τον Μεβλούτ Τσαβούσογλου σε… απευθείας σύνδεση, ενώ οι αναφορές του περί ελληνοτουρκικών διαφορών σε σχέση με τα χωρικά ύδατα και περί ενεργότερου ρόλου της ΕΕ στον διαμοιρασμό των εσόδων υδρογονανθράκων στην Κύπρο υπήρξαν είτε άστοχες (στην πρώτη περίπτωση) είτε άκαιρες (στη δεύτερη).
Η συνέντευξη Καλίν
Την ίδια στιγμή, ενδιαφέρον παρουσιάζει η συνέντευξη που παραχώρησε ο Ιμπραήμ Καλίν στο πρακτορείο «Anadolu» πριν από λίγες ημέρες. Ο «στρατηγικός εγκέφαλος» της τουρκικής προεδρίας τόνισε ότι η Ελλάδα ήταν η χώρα που στήριξε την ενταξιακή προοπτική της Τουρκίας, επανέλαβε την έκκληση για απευθείας διάλογο για το Αιγαίο αλλά και την Ανατολική Μεσόγειο, ενώ έβαλε στο τραπέζι και το ζήτημα της «τουρκικής μουσουλμανικής μειονότητας» της Θράκης που πάντα απασχολεί τον κ. Ερντογάν.
Ο κ. Καλίν εμφανίστηκε λιγότερο εμπρηστικός από τον υπουργό Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου και ιδιαίτερα από τον υπουργό Αμυνας Χουλουσί Ακάρ. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρεσβεύει διαφορετικές θέσεις, αλλά ότι ίσως να ήταν σκόπιμο η Αθήνα να επιδιώξει την σε βάθος και απευθείας συνομιλία με το περιβάλλον του τούρκου προέδρου πριν αρχίσουν να εξετάζονται σενάρια πολιτικών διαβουλεύσεων ή συζητήσεων επί Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ).
Το πεδίο στο οποίο η Αθήνα δεν θα πρέπει να αναμένει μεταβολή στάσης εκ μέρους της Αγκυρας ονομάζεται «Λιβύη». Η εμπλοκή της Αγκυρας δεν είναι απλά στρατιωτική και διπλωματική, αλλά έχει και βαθιά οικονομικά κίνητρα. Δεν πρέπει να λησμονούνται τα ανεκτέλεστα συμβόλαια της περιόδου Γκαντάφι, οι προοπτικές της ανοικοδόμησης, αλλά και πιο πρόσφατες εξελίξεις, όπως η επίσκεψη (στα τέλη Ιουνίου) στην Άγκυρα του διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας της Λιβύης Σιντίκ αλ Καμπίρ και η συνάντησή του με τον πρόεδρο Ερντογάν και τον υπουργό Οικονομικών Μπεράτ Αλμπαϊράκ. Σε αυτήν φέρεται να συμφωνήθηκε η μεταφορά συναλλαγματικών διαθεσίμων ύψους περίπου 8 δισεκατομμυρίων δολαρίων στην Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας για μία περίοδο τεσσάρων ετών.
«Πυριτιδαποθήκη» η Λιβύη
Ωστόσο, η Λιβύη έχει πλέον μετατραπεί στην απόλυτη «πυριτιδαποθήκη», καθώς έχουν εμπλακεί όλοι οι πιθανοί δρώντες. Τα βλέμματα έχουν επικεντρωθεί στο αν η Τρίπολη, με τη στήριξη της Αγκυρας, θα επιδιώξει να καταλάβει τη Σύρτη ή αν θα δεχθεί μια εκεχειρία και θα προσέλθει σε πολιτικές διαπραγματεύσεις. Η Σύρτη συνιστά κομβικό σημείο, καθώς από εκεί ελέγχεται η λιβυκή «πετρελαϊκή ημισέληνος» που παράγει περίπου το 60% του πετρελαίου της χώρας. Παράλληλα, όποιος την ελέγχει, ελέγχει και τη σύνδεση Τρίπολης – Βεγγάζης.
Η επίθεση στην Αλ Ουατίγια
Η πρόσφατη επίθεση εναντίον τουρκικών αμυντικών συστημάτων στη βάση της Αλ Ουατίγια κατέδειξε ότι τα πρόσφατα νικηφόρα αποτελέσματα των δυνάμεων της Κυβέρνησης Εθνικής Συμφωνίας (GNA) χάρη στην ισχυρή τουρκική συνδρομή δεν είναι ανεπίστρεπτα, ιδιαίτερα αν οι επιχειρήσεις διευρυνθούν προς τη Σύρτη ή προς την αεροπορική βάση Αλ Τζούφρα. Ας προστεθεί εδώ ότι η βάση της Αλ Τζούφρα προσφέρει τον αεροπορικό έλεγχο σχεδόν ολόκληρης της Λιβύης. Δεν είναι πάντως σαφές ποιος ευθύνεται για την επίθεση στην Αλ Ουατίγια. Κυκλοφορούν διάφορα σενάρια, ένα εκ των οποίων ομιλεί για συνεργασία Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων (ΗΑΕ), Αιγύπτου και Γαλλίας. Η Αγκυρα ίσως να ήθελε να διευρύνει τις επιχειρήσεις, αλλά η υποστήριξή τους δεν θα είναι εύκολη.
Η Τουρκία βρίσκεται σε ευθεία αντιπαράθεση πλέον όχι μόνο με την Αίγυπτο και τα ΗΑΕ, αλλά και με τη Γαλλία. Επίσης, η σκακιέρα έχει κι άλλους παίκτες. Οι Αμερικανοί κινούνται διακριτικά και δεν θέλουν ενίσχυση της επιρροής της Μόσχας. Παράλληλα, οι Ρώσοι συζητούν προφανώς με τους Τούρκους για την εκεχειρία. Αν όμως η Αγκυρα προχωρήσει σε διεύρυνση των επιχειρήσεων, ουδείς αποκλείει ότι η Μόσχα θα την πιέσει στο Ιντλίμπ της Συρίας.