«Αλλά εγώ δεν είμαι αυτό που νομίζουν. Οι Εκκλησίες με μισούν. Οι πιστοί τρέμουν στο όνομά μου. Αλλά, είτε το θέλουν είτε όχι, έχω έναν ρόλο στον κόσμο..."
«Αλλά εγώ δεν είμαι αυτό που νομίζουν. Οι Εκκλησίες με μισούν. Οι πιστοί τρέμουν στο όνομά μου. Αλλά, είτε το θέλουν είτε όχι, έχω έναν ρόλο στον κόσμο.
Δεν είμαι ούτε επαναστατημένος εναντίον του θεού ούτε το πνεύμα που αρνείται. Είμαι ο Θεός της Φαντασίας, απολωλώς γιατί δεν δημιουργώ. […]
Είμαι το πνεύμα που δημιουργεί χωρίς να δημιουργεί, που η φωνή του είναι καπνός και η ψυχή του ένα λάθος.
Ο θεός με δημιούργησε για να τον μιμούμαι τη νύχτα. Αυτός είναι ο Ηλιος, εγώ είμαι η Σελήνη.
Το φως μου αιωρείται πάνω από το καθετί που είναι μάταιο ή ψεύτικο, φωσφορισμούς, όχθες ποταμών, έλη και σκιές».
Το διήγημα «Η ώρα του διαβόλου» (απόσπασμα του οποίου μόλις διαβάσατε) αποτελεί ένα από τα πιο πρώιμα έργα του Φερνάντο Πεσόα.
Κρυμμένο στο μυθικό μπαούλο με τα χειρόγραφα, το έργο εκδόθηκε πενήντα χρόνια μετά τον θάνατο του ποιητή.
Ο διάβολος συναντά μια συνηθισμένη Μαρία. Σε ελάχιστο χρόνο τής αποκαλύπτει μυστικά του κόσμου και της ύπαρξης και της αναγγέλλει τη γέννηση του ποιητή, του γιου της.
Ο διάβολος-ποιητής, μορφή βαθιά, ευγενική και οικεία, οντολογεί περιγράφοντας τη δική του ιστορία, το πλέγμα των σχέσεων ανάμεσα στον ίδιο, τον θεό και τους ανθρώπους.
Ποίηση και πραγματικότητα ταυτίζονται σε ένα σύντομο διαμάντι που δεν ηθικολογεί, δεν θεολογεί, αλλά παραχωρεί στη φαντασία μια κοσμογονική δύναμη.
Πόσο περίεργο, πόσο άβολο και παράδοξο είναι να μιλάς για τον Φερνάντο Πεσόα με αφορμή επεισόδια σαν αυτά έξω από το θέατρο «Αριστοτέλειον» της Θεσσαλονίκης!
Εδώ που οι χριστιανοί Ταλιμπάν των τριών συμφώνων συναντούν τους χουλιγκάνους ιερολοχίτες τον δύο φωνηέντων.
Είμαστε μπροστά στην επιστροφή σε μια προγλωσσική εποχή, όταν ο ήχος ήταν το ίδιο το νόημα του ήχου, το μούγκρισμα το νόημα του μουγκρίσματος.
Σε μια εποχή που δεν μπορεί να υπάρξει αντίληψη ανάμεσα στην πραγματικότητα και την αναπαράστασή της, στο γεγονός και το είδωλό του.
Σε μια εποχή που δεν υπάρχει απόσταση ανάμεσα σε αυτό που μου ανήκει και σε αυτό που μπορεί να ανήκει ή να αναφέρεται σε άλλους.
Σε μια εποχή που η επιβολή είναι απλώς προέκταση του σώματός μου.
Ολη αυτή η σκοτεινή μάζα, η μαύρη ύλη που έρχεται συμπαγής μέσα από την ιστορία και φέρνει τα στοιχεία της περιόδου πριν από την ίδια την ιστορία, είναι παρούσα στις σύγχρονες κοινωνίες.
Ενα κομμάτι που όσο ψηλά κτίρια κι αν χτιστούν, όσες ανακαλύψεις κι αν καταγραφούν, όση παιδεία κι αν μοιραστεί ισόποσα, το αυτό θα παραμείνει.
Το σκοτάδι αυτό ίσως να μη μετακινείται, υπάρχει εκεί για να μας θυμίζει μια άλλη εκδοχή της ανθρώπινης εμπειρίας που πεισματικά προσπαθούμε να παρακάμψουμε, χρησιμοποιώντας το πιο αναίμακτο και υποκριτικό μας ξόρκι: αν κάτι το αγνοήσεις ηθελημένα, παύει να υπάρχει.
Υπάρχουν όμως κάποιοι που φυσικά και δεν θα τους αγνοήσουν. Γιατί αυτό που έχει σημασία είναι πως η μάζα αυτή είναι πιο εύκολα χειραγωγήσιμη από οποιαδήποτε άλλη κατηγορία ανθρώπων.
Η Χρυσή Αυγή έστησε την εκλογική της άνοδο αντλώντας ακριβώς από αυτή τη δεξαμενή. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο πως εμφανίστηκε για ακόμα μία φορά, τώρα έξω από το «Αριστοτέλειον».
Οπως έγινε γνωστό, βουλευτές της Χρυσής Αυγής κατέθεσαν μηνυτήρια αναφορά κατά των συντελεστών της παράστασης. Η δικογραφία θα αποσταλεί στο εισαγγελέα.
Οι διαμαρτυρίες των σκοταδιστών δεν έχουν να κάνουν ούτε με κάποια θρησκευτική αντίθεση ούτε με κάποια πίστη ούτε με τίποτα.
Είναι η επιθυμία του σκοταδιού να επαληθεύσει τον εαυτό του. Να τον επιβάλει ως μόνη επιλογή σε έναν κόσμο χωρίς επιλογές. Οπως το απόσπασμα του έργου που παραθέτουμε αποδεικνύει, είναι αντίθεση απέναντι στην ίδια τη φαντασία των κοινωνιών.
Την ελευθερία, την έκφραση, οτιδήποτε διαχωρίζει τον άνθρωπο από την τετράποδη εκδοχή του που διαδηλώνει έξω από το θέατρο.
Για τον λόγο αυτό, όσο γραφικά και αν μας φαίνονται τέτοια περιστατικά, στην πραγματικότητα μας αφορούν όλους άμεσα.
Και ο εναγκαλισμός των χρυσαυγιτών έξω από το θέατρο μας υποδεικνύει ξεκάθαρα όλους τους λόγους που κάτι τέτοιο ισχύει.