Ο Γκιγιέρμο Ναράνχο έκανε τον δικό του απολογισμό για το Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα γυναικών, το οποίο οδεύει προς την τελική του ευθεία.
Τον απολογισμό της παρουσίας της εθνικής βόλεϊ γυναικών στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα, έκανε ο Γκιγιέρμο Ναράνχο, σε συνέντευξή του στην επίσημη ιστοσελίδα τηε ΕΟΠΕ. Ο Ισπανός ομοσπονδιακός τεχνικός ανέλαβε την ευθύνη για το αρνηητικό αποτέλεσμα της ελληνικής ομάδας στη Φιλιππούπολη (πέντε ήττες σε ισάριθμους αγώνες), πρόσθεσε όμως ότι οι προσδοκίες που είχαν καλλιεργηθεί πριν την έναρξη της διοργάνωσης ήταν υπερβολικές, ιδιαίτερα αν ληφθούν υπόψη τα προβλήματα που προκλήθηκαν στην προετοιμασία, λόγω κορονοϊού.
Ο Ναράνχο έκανε αναλυτική αναφορά στις αγωνιστικές επιλογές του και δήλωσε αισιόδοξος για το μέλλος της εθνικής ομάδας. Σε ό,τι αφορά το δικό του μέλλον, τόνισε ότι ο ίδιος θέλει να συνεχίσει στο «τιμόνι» της εθνικής γυναικών, αλλά στην ουσία άφησε ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα.
Αναλυτικά τα όσα είπε ο Ισπανός προπονητής:
-Ποια είναι η γεύση που μένει λίγες ώρες μετά το τέλος του Ευρωπαϊκού πρωταθλήματος για την εθνική μας ομάδα;
«Σίγουρα αφήνει άσχημη γεύση… Ήρθαμε εδώ μ’ ένα στόχο. Κάποιοι από εμάς πιστεύανε ότι ο στόχος ήταν ακόμη μεγαλύτερος ή θέλανε να ονειρεύονται ότι θα μπορούσαμε να νικήσουμε κάποιες από τις τοπ ομάδες του ομίλου, αλλά η αλήθεια είναι ότι δεν είχαμε την ίδια προετοιμασία μ’ αυτούς. Όταν μπαίνεις σε μια μάχη κι ο ένας προετοιμάζεται ένα ολόκληρο χρόνο κι άλλος 2-3 μήνες, αυτό είναι ένα μειονέκτημα. Κι όλοι ξέρουμε ποια ήταν κατάσταση στην Ελλάδα τον τελευταίο ενάμιση χρόνο λόγω της πανδημίας».
-Ναι αλλά κάποιος θα πει ότι τα αναφέρεις τώρα αυτά και όχι πριν το Ευρωπαϊκό…
«Ναι, αλλά εγώ ποτέ δεν είπα ότι πάμε για να κερδίσουμε τις μεγάλες ομάδες του ομίλου. Δεν ειπώθηκε ποτέ από εμένα ότι μπορούμε να κερδίσουμε Βουλγαρία, μπορούμε να κερδίσουμε Πολωνία, μπορούμε να κερδίσουμε Γερμανία. Αντιθέτως, αυτό που έλεγα ήταν ότι, όταν μιλάμε για βόλεϊ γυναικών, μπορούν να συμβούν τα πάντα, αλλά υπό φυσιολογικές συνθήκες αυτό μπορεί να συμβεί μία φορά στις δέκα. Δεν ήταν η μέρα μας, δεν ήμασταν προετοιμασμένοι γι’ αυτό κόντρα στους μεγάλους και φάνηκε, ειδικά στα δύο πρώτα ματς με Βουλγαρία, Πολωνία. Νομίζω ότι υπήρχαν υψηλές προσδοκίες σε πολλούς ανθρώπους. Άλλοι τις είχαν καλοπροαίρετα, άλλοι κακοπροαίρετα και θα εξηγήσω τι εννοώ.
Μπορείς να έχεις υψηλές προσδοκίες γιατί πιστεύεις σε μια προσπάθεια και μπορείς να το εκφράσεις με θετικό τρόπο, λέγοντας για παράδειγμα «ναι μπορείτε να το κάνετε», «ναι σας πιστεύουμε». Αντιστοίχως, μπορείς να το κάνεις με αρνητικό τρόπο λέγοντας «αφού το κάνατε πριν από δυο χρόνια, πρέπει να το κάνετε ξανά και τώρα». Ε, λοιπόν, δεν υπάρχει κανένα «πρέπει». Δυστυχώς υπάρχει πολύ μεγάλη άγνοια στο άθλημά μας κι ο καθένας, παρόλο που δεν καταλαβαίνει πολλά πράγματα, είναι ελεύθερος να λέει ό,τι θέλει. Όλες αυτές οι προσδοκίες πάντως, θετικές ή αρνητικές, δε βοήθησαν καθόλου».
-Κι όλο αυτό που περιγράφεις θεωρείς ότι δημιούργησε επιπλέον πίεση;
«Ναι, υπήρξε ακόμη μεγαλύτερη πίεση στην ομάδα. Στις 16 Μαΐου η εθνική ομάδα έπαιξε το τελευταίο της επίσημο παιχνίδι. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Μετά είχαμε την προετοιμασία, η οποία το λέω για μία ακόμη φορά ήταν καλή. Δεν μπορούσαμε να συμμετάσχουμε στο Ευρωπαϊκό λιγκ, αλλά η Ομοσπονδία προσπάθησε και είχαμε την καλύτερη δυνατή προετοιμασία παίζοντας και τρεις σειρές φιλικών αγώνων με ομάδες που οι δύο έπαιζαν στον Golden European League, ενώ και οι τρεις συμμετέχουν στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα.
Από το προηγούμενο Ευρωπαϊκό είχαμε την ιδέα να παίζει η Ανθή (σ.σ. Βασιλαντωνάκη) ως ακραία και είχαμε προσπαθήσει σιγά-σιγά να παίρνει πολλές επιθέσεις από το «4» και να «ματσάρει» με την Κωνσταντίνα (σ.σ. Βλαχάκη) που συνήθως έπαιζε διαγώνια. Κι αυτό για να μπορεί η Ανθή να πέφτει στο μπλοκ με τις υψηλόσωμες διαγώνιες που έχουν συνήθως οι αντίπαλοί μας. Είναι λογικό να θέλεις να έχεις μια ομάδα με μεγαλύτερο μέσο όρο ύψους, απλά τότε ήταν η πρώτη χρονιά που η Ανθή έπαιζε ως ακραία στην Ιταλία με τη Φιλοτράνο, αλλά με άλλη μπάλα κι ήταν πολύ νωρίς για να το δοκιμάσουμε».
-Κι εμφανίστηκε στο προσκήνιο η Ανθούλη…
«Δύο χρόνια αργότερα λοιπόν, σιγά-σιγά αρχίσαμε να βάζουμε στην ομάδα αυτό το παιδί που έγινε 17 χρονών τον Αύγουστο. Ξεκίνησε προπονήσεις με την Εθνική, χωρίς να την πιέζουμε, έδειξε εξαιρετική προσαρμογή, πήρε τις πρώτες της εμφανίσεις, για να φτάσουμε στην Αυστρία όπου στο τελευταίο ματς των προκριματικών είχε 19 πόντους με 60% αποτελεσματικότητα. Όταν επιστρέψαμε το είχαμε στο μυαλό μας ότι θα μπορούσαμε να δοκιμάσουμε κάτι διαφορετικό στην ομάδα, όμως από τον όμιλο της Λάρισας δουλεύαμε με την Ανθή στην υποδοχή και βλέπαμε ότι ήταν καλή στην πρώτη μπάλα.
Δεν είναι μυστικό ότι είμαστε μια επιθετική ομάδα, η οποία δεν έχει τον κλασικό υποδοχέα. Η μοναδική κλασική υποδοχέας μας ήταν η Σοφία (σ.σ. Κοσμά), η οποία δυστυχώς την παραμονή του αγώνα με την Ισπανία τραυματίστηκε και δεν μπορούσε να βοηθήσει. Κι αυτό ήταν μεγάλη ατυχία. Θα μπορούσαμε να είχαμε καλέσει και κάποιο άλλο κορίτσι με έφεση στην υποδοχή; Θα μπορούσαμε, αλλά δεν το κάναμε. Εκείνη την περίοδο (σ.σ. που έγιναν οι κλήσεις) επιλέξαμε να φέρουμε την Εύα (σ.σ. Χαντάβα) που είχε κάνει δύο καλές χρονιές με ΠΑΟΚ, Παναθηναϊκό και άξιζε μια θέση μαζί με την Όλγα (σ.σ. Στράντζαλη) που πήρε το ντάμπλ στην Πολωνία και την Κωνσταντίνα (σ.σ. Βλαχάκη). Όταν ξεκινήσαμε λοιπόν τις προπονήσεις, βλέπαμε καθημερινά την Μάρθα να αλλάζει, να βελτιώνει τεχνικές αδυναμίες, να ωριμάζει. Έτσι στα οικογενειακά διπλά πάντα παίζαμε ένα σετ με την Μάρθα διαγώνια και την Ανθή ακραία και τα αποτελέσματα ήταν πολύ ενθαρρυντικά.
Η Μάρθα είναι ένα πανύψηλο παιδί, που δεν κάνει λάθη κι ας είναι μόλις 17 χρονών. Μπορεί να μην έχει ακόμη τη δύναμη, την ελαστικότητα που έχει η Ανθή στα 25 της, αλλά αυτό είναι κάτι που έρχεται με το χρόνο και μέσα από τη δουλειά. Έτσι λοιπόν πήρα την απόφαση να το δοκιμάσουμε στα φιλικά παιχνίδια για να δούμε πώς λειτουργούσε και μέχρι που μπορούμε να πάμε μ’ αυτό το σχήμα.
Ήρθε λοιπόν το Αζερμπαϊτζάν, μία αδύναμη ομάδα, για την πρώτη σειρά των φιλικών. Στο πρώτο φιλικό νικήσαμε 4-0, στο δεύτερο με 3-1 και στο τρίτο κάναμε διάφορες δοκιμές με το σκορ να είναι 2-2. Όμως, το σχήμα με την Μάρθα και την Ανθή λειτούργησε και είχαμε πλέον πολύ ψηλό μπλοκ στη θέση «2» και εξακολουθούσαμε να έχουμε ψηλό μπλοκ στο «4», ενώ και η υποδοχή της Ανθής ήταν καλή. Κι έτσι είπαμε να συνεχίσουμε τη δοκιμή και στα ματς με την Σλοβακία, όπου είχαμε τα ίδια αποτελέσματα με το συγκεκριμένο σχήμα. Εδώ να θυμίσω ότι σε όλα τα ματς παίζαμε τρία σετ με την Μάρθα ως διαγώνια και μετά έπαιζε ένα σετ και η Ανθή, γιατί ποτέ δεν εγκαταλείψαμε οριστικά την ιδέα να παίξει η Ανθή διαγώνια.
Μετά ήρθε το μεγάλο τεστ με την Ουκρανία, μια πολύ έμπειρη ομάδα. Στο πρώτο παιχνίδι η Ουκρανία ήταν κουρασμένη από το ταξίδι, έχασε εύκολα 4-0, ενώ στο δεύτερο ματς με την άλλη επτάδα μας το σκορ ήταν 1-3 αλλά τα κορίτσια πραγματικά έπαιξαν πολύ καλά. Στο τρίτο και τελευταίο φιλικό, που πλέον κι η Ουκρανία είχε προσαρμοστεί, κερδίσαμε 3-2 κι ήταν ένα πραγματικά πολύ καλό παιχνίδι. Εκεί λοιπόν σκέφτηκα ότι κόντρα στις μεγάλες ομάδες θα μπορούσαμε να κάνουμε κάτι μ’ αυτό το σχήμα, αλλά γνώριζα ότι δεν έχει δοκιμαστεί υπό συνθήκες πίεσης σ’ ένα επίσημο παιχνίδι.
Ήξερα επίσης ότι αυτά τα δύο πρώτα ματς, με Βουλγαρία και Πολωνία, θα ήταν δύσκολα, γιατί μπορούσαν να μας επηρεάσουν ψυχολογικά και να μεγαλώσουν την πίεση, καθώς ακολουθούσαν Ισπανία και Τσεχία. Δεν θα ήταν εύκολο λοιπόν να προερχόμαστε από δύο ήττες ή θα έπρεπε να έχουμε χάσει έχοντας όμως παλέψει, έχοντας την αίσθηση ότι ήμασταν ανταγωνιστικοί. Έτσι, όταν χάσαμε τα δύο ματς, δημιουργήθηκαν κάποιες αμφιβολίες για το σύστημά μας, για το αν όντως είναι το καλύτερο. Έτσι συμβαίνει όμως όταν δοκιμάζεις κάτι καινούριο. Αν και είχαμε θετικά δείγματα, όπως αποδείχθηκε δεν λειτούργησε όπως περιμέναμε κι έτσι φτάσαμε στο παιχνίδι με την Ισπανία, όπου η πίεση είχε γίνει πλέον πολύ μεγαλύτερη».
-Δεδομένου όμως ότι ο βασικός μας στόχος ήταν τα δύο ματς με την Ισπανία και την Τσεχία, γιατί αποφασίσατε στο συγκεκριμένο ματς να ξεκινήσετε με το προηγούμενο σχήμα και την Βασιλαντωνάκη διαγώνια και όχι με το σχήμα που θεωρητικά ήταν η πρώτη επιλογή;
«Γιατί και στα δύο πρώτα ματς για δύο σετ είχαμε παίξει με την Μάρθα διαγώνια και στο τελευταίο με την Ανθή. Ήμασταν ανάμεσα στα δύο σχήματα, αλλά είπαμε σ’ αυτό το κρίσιμο ματς να παίξουμε με την Ανθή διαγώνια, γιατί σ’ αυτά τα σετ που έπαιξε στις δύο πρώτες αγωνιστικές μας έδωσε την αίσθηση ότι η ομάδα έπαιζε με μεγαλύτερη σιγουριά. Κι αυτό ήταν ένα παιχνίδι που κάλλιστα θα μπορούσαμε να είχαμε κερδίσει εμείς, αφού το φέραμε στα μέτρα μας όταν προσαρμοστήκαμε στο παιχνίδι τους με τα πολλά πλασέ και τα μπλοκ άουτ.
Σ’ έναν αγώνα δεν παίζεις μόνος σου, αλλά παρά τις δυσκολίες και την ποιότητα του αντιπάλου προηγηθήκαμε 8-3 στο τάι μπρέικ. Ξέραμε ότι θα έχουμε κάποιο θέμα με την υποδοχή, δεν είμαστε η μόνη ομάδα και εννοείται ότι αυτό δεν είναι μομφή για τα κορίτσια. Κι είναι απίστευτο το γεγονός ότι κάποιοι επιτίθενται στα κορίτσια. Κολλήσαμε δυστυχώς σε μια περιστροφή. Δοκιμάσαμε τα πάντα, με αλλαγές στις επιθέσεις, βάζοντας την Ανθή να κάνει υποδοχή, κάναμε τη διπλή αλλαγή, αλλά δεν είχαμε και λίγη τύχη… Η Στέλλα (σ.σ. Χριστοδούλου) έκανε το τέλειο πλασέ, κάνοντας την σωστή επιλογή, αλλά η μπάλα βγήκε έξω για ένα εκατοστό».
-Δηλαδή χάσαμε από μια τέτοια λεπτομέρεια;
«Όχι βέβαια… Σας είπα και πριν, κολλήσαμε σε μια περιστροφή και είχαμε θέματα με την υποδοχή μας, ενώ την ίδια ώρα η μοναδική μας ακραία που μπορούσε να μας βοηθήσει στην υποδοχή, η Σοφία (σ.σ. Κοσμά), ήταν τραυματισμένη στον πάγκο και δεν μπορούσε να παίξει. Έτσι δεν μπορούσαμε να αλλάξουμε κάτι μέχρι το τέλος και βρεθήκαμε να χάνουμε 8-11, αλλά είχαμε μία δεύτερη ευκαιρία στο 13-14 χωρίς να μπορέσουμε να τα καταφέρουμε. Δυστυχώς το αδύνατο σημείο μας ήταν η υποδοχή και σ’ αυτό το επίπεδο δεν είναι εύκολο να λειτουργεί στο απόλυτο το σύστημα μιας ομάδας, γιατί κι ο αντίπαλος έχει τα δικά του πλεονεκτήματα, σε… διαβάζει και ξέρει πώς να σε κερδίσει. Αλλά κι εμείς ξέραμε πώς να τους κερδίσουμε, γιατί το υπέρ μας 8-3 δεν ήρθε στην τύχη.
Παρόλα αυτά, ο βαθμός που πήραμε μας έδωσε μια τελευταία ευκαιρία για να διεκδικήσουμε την πρόκριση κόντρα στην Τσεχία, σ’ ένα ματς όπου η πίεση είχε ανέβει ακόμη περισσότερο. Δοκιμάσαμε το σχήμα με την Μάρθα διαγώνια, γιατί μ’ όλα όσα είχαμε δει στα προηγούμενα παιχνίδια πιστεύαμε ότι ήταν το καλύτερο και δούλεψε. Η Κοσιόνοβα, που ήταν εξαιρετική με τις Πολωνία, Γερμανία, έγινε αλλαγή γιατί η Ανθούλη ήταν εξαιρετική πάνω στο φιλέ. Προηγηθήκαμε 22-21 και έγινε η φάση με την κόντρα της Ανθής που οι διαιτητές έδωσαν άουτ, αλλά όλοι είδαν ότι υπήρχε μπλοκ και στο τέλος του αγώνα η Τρινκόβα ήρθε και μου είπε «συγνώμη, την ακούμπησα τη μπάλα και δεν έχω ιδέα πώς δεν το είδανε». Δεν ξέρω, σα να είμαστε καταραμένοι! Δεν λέω ότι θα κερδίζαμε, γιατί είδατε τι έγινε και στο 2ο σετ, αλλά το μομέντουμ ήταν με το μέρος μας και η πίεση ήταν στην άλλη πλευρά.
-Έχεις περιγράψει όλα όσα ζήσαμε εδώ στο Πλόβντιβ αλλά και όσα έγιναν στην προετοιμασία. Αν μπορούσες να γυρνούσες πίσω το χρόνο, θα άλλαζες κάτι ή έχεις μετανιώσει για κάποια απόφαση που πήρες;
«Όχι… Ό,τι κάναμε, ό,τι απόφαση πήραμε, ήταν γιατί πιστεύαμε ότι αυτή είναι η καλύτερη για την ομάδα. Δεν δούλεψε όμως και η ευθύνη είναι αποκλειστικά δική μου. Εγώ επέλεξα την ομάδα που έπαιξε σε κάθε παιχνίδι, γιατί ξαναλέω πίστευα ότι αυτή ήταν η καλύτερη επιλογή για την ομάδα, αλλά το αποτέλεσμα δεν ήρθε. Θέλω να πω όμως και κάτι άλλο. Δεν είναι σωστό να συγκρίνουμε αυτήν την ομάδα με την ομάδα του 2019 ή να λέμε ότι ήταν ένα πισωγύρισμα. Δεν μπορείς να κάνεις τέτοια σύγκριση, γιατί πολύ απλά δεν είχες την ίδια προετοιμασία, δεν είχες τις ίδιες αθλήτριες και δεν είχες τους ίδιους αντιπάλους. Είναι αδύνατο λοιπόν με αυτά τα δεδομένα να κάνεις μια τέτοια ανάλυση και να πεις αν ήταν πισωγύρισμα ή όχι. Αυτό εύκολα γίνεται σε ένα ατομικό σπορ, όπου έχεις κάποια δεδομένα. Αν σ’ ένα μίτινγκ τρέχεις τα 100 μέτρα σε 9.15 και στο επόμενο σε 9.25, προφανώς είναι πισωγύρισμα. Επίσης, δεν έχει σημασία πόσο γρήγορα έτρεξες, για παράδειγμα, στους προηγούμενους Ολυμπιακούς, γιατί μπορεί από 9.15 να έτρεξες 9.10 και να είσαι καλύτερος, αλλά να υπάρχουν δύο αθλητές που έτρεξαν την απόσταση σε 9.05 και να έχεις χάσει.
Θέλω να το πω λοιπόν ξεκάθαρα, ότι είναι λάθος οι άνθρωποι να κρίνουν τόσο εύκολα αν ήταν πισωγύρισμα ή όχι. Δεν είναι ούτε βήμα πίσω, ούτε βήμα μπροστά, αλλά ένα νέο βήμα! Ήρθαμε σ’ αυτό το Ευρωπαϊκό με μια αλλαγμένη κατά 50% ομάδα, κάποιοι με μηδενική εμπειρία σε τέτοιους αγώνες όπως η Ανθούλη, η Πολυνοπούλου, η Βεργίδου. Η Όλγα είναι 30 χρονών, πολύ έμπειρη αθλήτρια στο ελληνικό πρωτάθλημα, αλλά δεν είχε παίξει ποτέ σ’ αυτό το επίπεδο. Είχε κοπεί από τους Μεσογειακούς, από το προηγούμενο Ευρωπαϊκό γιατί είχε μπροστά της καλύτερους πασαδόρους. Τώρα απέδειξε ότι μπορούσε να είναι στην ομάδα και πήρε την ευκαιρία της. Η Μελίνα επίσης προέρχονταν από μια σοβαρή εγχείρηση, η Ανθή άλλαξε θέση… Για να μην παρεξηγηθώ, είναι η θέση που παίζει στην ομάδα της, απλά στην θέση της ως διαγώνια είχαμε ένα 17χρονο παιδί. Η Όλγα (σ.σ. Στράντζαλη) είχε μια πολύ δύσκολη χρονιά ξεκινώντας στην Ιταλία και πέρασε μια πολύ δύσκολη περιπέτεια με τον κορονοϊό και δεν ήταν εύκολο να βρει ρυθμό. Για κάποιους μπορεί να είναι εύκολο, αλλά δεν είναι όλοι οι άνθρωποι το ίδιο. Γενικά η περσινή χρονιά ήταν πολύ δύσκολη και κάποιοι ζορίστηκαν περισσότερο συγκριτικά με κάποιους άλλους για να ξεπεράσουν τα εμπόδια που προέκυψαν. Σίγουρα όμως η χρονιά αυτή δεν ήταν ίδια με το 2018-2019, όταν προετοιμαζόμασταν για το προηγούμενο Ευρωπαϊκό και δεν μπορούμε να συγκρίνουμε δύο διαφορετικά πράγματα».
-Ποιο είναι το μήνυμα που θα ήθελες να στείλεις στα κορίτσια; Όχι μόνο στις 14 που ταξίδεψαν στη Φιλιππούπολη, αλλά και σ’ αυτά που ήταν στην προετοιμασία και δεν ήταν στην αποστολή ή δεν είχαν βρεθεί στις προεπιλογές σου. Τι θα ήθελες να τους πεις μετά τη δεύτερη συνεχόμενη συμμετοχή μας τώρα που τα πράγματα δεν πήγαν όπως τα περιμέναμε;
«Νομίζω ότι όλοι ελπίζαμε, πιστεύαμε ότι θα ήταν καλύτερα. Τα κορίτσια έδωσαν ό,τι είχαν και δεν είχαν. Κάποιες έπαιζαν με φοβερούς πόνους αλλά το έκαναν για την ομάδα, για τη σημαία, για τη χώρα. Το μήνυμα που θέλω να στείλω είναι ότι η Εθνική ομάδα είναι η ομάδα όλων. Αν προσπαθείς και το δείχνεις μέσα από την ομάδα σου, τότε θα έχεις την ευκαιρία σου. Γιατί αν υπάρχει κάτι που έχει κάνει αυτή η εθνική ομάδα, είναι να βλέπει πραγματικά όλες τις αθλήτριες. Σ’ αυτά τα τρία χρόνια έχουν αγωνιστεί στα επίσημα παιχνίδια μας (Μεσογειακοί Αγώνες, Ευρωπαϊκό Λιγκ, προκριματικά και τελική φάση Ευρωπαϊκού) συνολικά 28 διαφορετικές αθλήτριες, ενώ ο αριθμός είναι πολύ μεγαλύτερος για τα κορίτσια που έχουν κάνει προπονήσεις.
Για μια χώρα σαν την Ελλάδα, που το πρωτάθλημα της δεν παράγει τόσες πολλές αθλήτριες υψηλού επιπέδου, αλλά έρχονται κάποιες γενιές πραγματικά πολύ καλές, νομίζω ότι αυτά τα νούμερα που ανέφερα παραπάνω είναι ένα μήνυμα προς όλα τα κορίτσια ότι η πόρτα της Εθνικής. Σίγουρα είναι ένα μήνυμα για όλους να βλέπουν ένα 17χρονο παιδί να ξεκινά βασικό στο Ευρωπαϊκό και να παίζει κόντρα σε ορισμένες από τις καλύτερες αθλήτριες του κόσμου».
Άρα είσαι αισιόδοξος για το μέλλον;
«Ναι είμαι και ξαναλέω ότι δεν κάναμε πισωγύρισμα στη Φιλιππούπολη. Σίγουρα ήταν κακό το αποτέλεσμα, ήταν απογοήτευση. Μια μεγάλη απογοήτευση για όλους. Πιστέψτε με όμως, ήταν πολύ μεγαλύτερη η απογοήτευση για εμάς στην ομάδα, απ’ ό,τι για όλους όσοι έβλεπαν τα παιχνίδια από την τηλεόραση και μετά σχολίαζαν στα social media. Ξέρω ότι πρέπει να ζήσουμε μ’ αυτό και έτσι κάθε μέρα, παρά τη στεναχώρια μας, δουλεύαμε ατελείωτα για να παρουσιαστούμε καλύτεροι στο επόμενο ματς. Πιστέψτε με, υποφέραμε όλοι στην ομάδα από αυτό που έγινε».
Τι πιστεύεις ότι μπορούσε να γίνει διαφορετικά;
«Τίποτα. Αυτό είναι το βόλεϊ. Στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα είχαμε 14 αθλήτριες και από αυτές οι 7 είχαν παίξει ξανά σε αυτό το επίπεδο. Ποτέ δεν ξέρεις τι θα γίνει. Έχουμε κάποιες αθλήτριες πάνω από 30 ετών. Μπορεί σε δύο χρόνια να μην παίζουν πλέον, όπως η Κονόμι που αποφάσισε να σταματήσει. Δεν παίξαμε στο Ευρωπαϊκό Λιγκ επειδή θέλαμε να κρατήσουμε λεφτά. Δεν παίξαμε γιατί δεν υπήρχαν τα χρήματα για να παίξουμε. Η απόφαση αυτή σίγουρα δεν θα ήταν εύκολη για την Ομοσπονδία, αλλά δείχνει τι άνθρωπος είσαι. Ίσως προηγούμενες διοικήσεις να μην τους ένοιαζαν αυτά και απλά να πλήρωναν δημιουργώντας χρέος. Μπορεί κάποιες επιχειρήσεις να έκλεισαν επειδή στο παρελθόν δεν μπορούσε η Ομοσπονδία να τους πληρώσει. Κατά τη γνώμη μου, η δουλειά που κάνει ο κ. Καραμπέτσος και η Ομοσπονδία σε αυτό το κομμάτι είναι πολύ έξυπνη. Δείχνει εξυπνάδα. Πάντα η Ομοσπονδία ήταν ειλικρινής μαζί μου. Μου έλεγαν τόσα έχω να σου δώσω, δέχεσαι; Θέλω να είμαι εδώ, δεν έχουν σημασία τα λεφτά».
Θέλει ο Γκιγιέρμο Ναράνχο να μείνει;
«Δεν θέλω να φύγω, αγαπώ την ομάδα, το σταφ, τις αθλήτριες, την Ομοσπονδία. Υπάρχει καλό υλικό που πρέπει να αναπτυχθεί και να δοθούν ευκαιρίες σε αθλήτριες στο ελληνικό πρωτάθλημα και να μην κάθονται στο πάγκο. Έχει καλό μέλλον η Εθνική. Όμως δεν μπορούν από την μία μέρα στην άλλη να έρθουν να παίξουν στη γυναικεία ομάδα. Πρέπει να δουλέψουν. Δείτε την Μάρθα Ανθούλη, η οποία είναι 17 ετών. Δεν είναι εύκολο. Στην Ελλάδα γράφει ο καθένας ό,τι θέλει, προσωπικά πράγματα σε αθλήτριες και προπονητές. Νομίζεις πως ένα νεαρό κορίτσι που διαβάζει όλα αυτά, θέλει να έρθει στην Εθνική; Να πάρουν την ευθύνη να αντικαταστήσουν αθλήτριες και να είναι εύκολος στόχος; Οι περισσότεροι δεν ξέρουν το βάρος των λέξεων που χρησιμοποιούν. Άνθρωποι ηλικίας 40-50 ετών μιλούν άσχημα για μία αθλήτρια που αγωνίζεται δωρεάν. Έχουμε αθλήτριες που όταν έχουν ρεπό πάνε να δουλέψουν. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Κάθε κορίτσι ηλικίας 16 ετών έχει σόσιαλ μίντια και τα βλέπει όλα. Δεν ξέρουν οι περισσότεροι το βάρος αυτών που λένε. Μία νέα αθλήτρια μπορεί να πάρει πράγματα από αυτή την Εθνική. Οι αθλήτριες είναι δεμένες μεταξύ τους, είναι εκπληκτικοί χαρακτήρες. Τις θυμάμαι σε όλες τις προετοιμασίες να πηγαίνουν σε καμπ, να βγαίνουν συνεχώς φωτογραφίες με μικρά παιδιά, να επισκέπτονται σχολεία. Όλα αυτά τα κάνουν για την Εθνική και γιατί θέλουν να την πάνε την ομάδα ψηλά. Για μένα είναι απίστευτα κάποια πράγματα που διαβάζω.
Αυτή η ομάδα έχει προκριθεί δύο συνεχόμενες φορές σε Ευρωπαϊκό και έχει κατακτήσει μετάλλια σε Μεσογειακούς Αγώνες και στο Ευρωπαϊκό Λιγκ. Χάσαμε ένα παιχνίδι στο Ευρωπαϊκό και ο κόσμος νομίζει ότι καταστρεφόμαστε. Οι περισσότεροι στοχεύουν εμένα, αλλά ουσιαστικά επιτίθενται στην ομάδα. Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί. Δεν έγινε καμία τραγωδία. Είχαμε ένα κακό τουρνουά. Πρέπει να αναλύσουμε ό,τι έγινε, να τα βάλουμε στο τραπέζι με ηρεμία και θα δούμε τι θα συμβεί. Φυσικά είμαι υπεύθυνος. Ο πρόεδρος πάντα μου έβγαζε μία εμπιστοσύνη και με υπολογίζει. Θεωρώ πως έχω την εκτίμηση της ομάδας, του προπονητικού επιτελείου και όπως είπα δεν θέλω να φύγω. Θα δούμε τι θα γίνει».
Πόσο Έλληνας νιώθεις;
«Πολύ! Έχω μάθει τον Εθνικό ύμνο της Ελλάδας και τον τραγουδάω κάθε φορά. Δυσκολεύομαι λίγο στην αρχή, αλλά μετά το… βρίσκω. Έχω πολλούς φίλους στην Ελλάδα, γνώρισα καταπληκτικούς ανθρώπους και αυτό δεν αλλάζει. Έχω μόνο καλές αναμνήσεις στην Ελλάδα. Νιώθω σπίτι μου εδώ. Με στεναχωρούν κάποια πράγματα που διαβάζω, γιατί πρέπει να σκεφτεί κανείς ότι είμαι εδώ μόνος μου. χωρίς την οικογένειά μου. Είναι δύσκολο για εμένα πολλές φορές. Θεωρώ πως έχω βοηθήσει την ομάδα αυτά τα χρόνια, την έχω δει να βελτιώνεται και θα συνεχίσει να το κάνει. Υπάρχει μέλλον στην ομάδα και δεν νομίζω η ομάδα να κάνει πίσω βήματα».