Εκείνο που πρέπει να τονιστεί είναι οι υπερβάσεις που πέτυχε ο οργανισμός του Ολυμπιακού για να υπερπηδήσει τους ανασταλτικούς παράγοντες που βρέθηκαν στον δρόμο προς την κορυφή σε μια σεζόν της οποίας οι επιτυχίες δεν έχουν προηγούμενο.
Θα ήταν άκαιρο, και πιθανότατα άδικο, να γράφονται αυτό τον καιρό κείμενα που στόχο θα είχαν να κάνουν απολογισμό της σεζόν για τον Ολυμπιακό. Η ομάδα του Πέδρο Μαρτίνς πέτυχε μεν τον πιο επιβεβλημένο και αναγκαίο στόχο της κερδίζοντας το πρωτάθλημα, ωστόσο βρίσκεται ακόμη με πολλές αξιώσεις μέσα στους υπόλοιπους δύο στόχους της. Το ταβάνι της, δεν είναι ακόμη ούτε καν ορατό.
Τα αγωνιστικά επιτεύγματα, το όμορφο ποδοσφαιρικό θέαμα, τα ασύλληπτα στατιστικά στοιχεία και τα ρεκόρ που κυνηγούν οι ερυθρόλευκοι τη φετινή σεζόν έχουν αναλυθεί δεόντως και πολύπλευρα. Εκείνο όμως που πρέπει να τονιστεί είναι οι υπερβάσεις που πέτυχε ο οργανισμός του Ολυμπιακού για να υπερπηδήσει τους ανασταλτικούς παράγοντες που βρέθηκαν στον δρόμο προς την κορυφή σε μια σεζόν της οποίας οι επιτυχίες δεν έχουν προηγούμενο.
Γιατί καμία φορά στη δίνη των επαίνων και του θαυμασμού, παραλείπουμε να θυμηθούμε τα εμπόδια που υπερπηδήθηκαν προς την επιτυχία. Σε μία μακροσκελέστατη λόγω συνθηκών σεζόν λοιπόν, ο Ολυμπιακός χρειάστηκε να πραγματοποιήσει πολλές υπερβάσεις για να φτάσει στην δια περιπάτου κατάκτηση του πρωταθλήματος, τον τελικό του κυπέλλου και τρία παιχνίδια μακριά από τον τελικό του Europa League.
Προκριματικά από τον Ιούλιο
Ο Ολυμπιακός ξεκίνησε τον δρόμο του προς τους Ομίλους του Champions League στις 23 Ιουλίου του 2019 και σφράγισε τον τίτλο του Πρωταθλήματος στις 28 Ιουνίου 2020. Η δε χρονιά του, δεν πρόκειται πιθανότατα να ολοκληρωθεί μέχρι τον Αύγουστο. Οι ποδοσφαιριστές του θα έχουν δηλαδή στα πόδια τους 13 συνεχόμενους μήνες ποδοσφαίρου. Φυσικά το γεγονός ότι λόγω συνθηκών πανδημίας δεν διεξάγονταν ματς για περίπου 3 μήνες συνιστά μία μικρή ελάφρυνση για το σύνολο του Μαρτίνς, ωστόσο οι ποδοσφαιριστές γυμνάζονταν εντατικά στο σπίτι τους και ακολουθούσαν ενδελεχές και εντατικό πρόγραμμα διατροφής και διαχείρισης καθ’υπόδειξη των αρμοδίων συνεργατών του Πορτογάλου.
Πώς θα ζήσει χωρίς τον Φορτούνη;
Το ερώτημα μπορεί τον Ιούνιο του 2020 να φαντάζει παράξενο λόγω της καταπληκτικής σεζόν που διανύει ο Ματιέ Βαλμπουενά, όμως όταν ο Κώστας Φορτούνης αποχώρησε με τον χιαστό του τραυματισμένο πριν ένα χρόνο από το φιλικό με το Αμβούργο, βγήκε από τα χείλη σύσσωμου του ερυθρόλευκου κοινού. Η επιθετική λειτουργία της προηγούμενης σεζόν ήταν εν πολλοίς χτισμένη πάνω στα ταλέντα του χαρισματικού μεσοεπιθετικού και ο Βαλμπουενά ήταν ακόμη ένας τριανταπεντάχρονος που μόλις είχε πιάσει λιμάνι μετά από αμφιλεγόμενες σεζόν στην Τουρκία με τη φανέλα της Φενέρμπαχτσε. Τα play off του Champions League πλησίαζαν και η ομάδα έδειχνε κλονισμένη από πλευράς ψυχολογίας και ποιότητας. Εν τέλει, η οξυδέρκεια του Μαρτίνς, η ποιότητα του Βαλμπουενά και η ομοιογένεια που είχε αναπτύξει ο βασικός κορμός από την προηγούμενη χρονιά μετέτρεψαν την απώλεια του Φορτούνη σε προτέρημα και η ομάδα έγινε πιο συμπαγής αμυντικά και απρόβλεπτη επιθετικά.
Πυρκαγιά σε πολλά μέτωπα
Η δια πυρός και σιδήρου πρόκριση στους χρυσοφόρους ομίλους του Champions League έδωσε στον σύλλογο περηφάνια, ικανοποίηση και περαιτέρω οικονομική ευρωστία. Οι κυνικοί και απαισιόδοξοι επισήμαναν όμως ότι θα καθιστούσε πολύ δυσκολότερο το έργο της κατάκτησης του πρωταθλήματος, που αποτελούσε αδήριτη και αφόρητη ανάγκη για έναν οργανισμό που είναι φτιαγμένος για να κερδίζει τίτλους και μετρούσε ήδη δύο χρονιές απουσίας από το θρόνο. Ο Μαρτίνς ήταν ανέκαθεν οπαδός του μικρού rotation και ο αντίπαλος ΠΑΟΚ είχε για ακόμη μία φορά θυσιάσει τον Ευρωπαϊκό του ευτελισμό στο βωμό της εγχώριας κυριαρχίας. Συν τοις άλλοις, οι αρμόδιοι φορείς του ποδοσφαίρου βρίσκονταν ανοιχτά απέναντι στον Ολυμπιακό. Ο σύλλογος γνώριζε καλά ότι δεν επρόκειτο να τύχει της μεταχείρισης που αρμόζει σε κάποιον που εκπροσωπεί ολομόναχος το όνομα της Ελλάδας στο διεθνές ποδοσφαιρικό στερέωμα.
Η πώληση του Podence
Ας ξεκινήσουμε από τα βασικά. Η πώληση του βραχύσωμου και αεικίνητου Πορτογάλου ήταν ορθότατη και επιβεβλημένη βάσει συνθηκών, δεδομένων και περιρρέουσας ατμόσφαιρας. Ο Podence είχε εντυπωσιάσει στους διεθνείς αγώνες και παρόλο που είχε δεθεί με το σύλλογο και τους οπαδούς ήθελε να κάνει το επόμενο βήμα στην καριέρα του προς ένα καλύτερο πρωτάθλημα. Από την άλλη πλευρά, τα χρήματα που έδινε η Wolves για να τον αποκτήσει ήταν ασύλληπτα για τα Ελληνικά δεδομένα, απόδειξη ότι αποτέλεσε μεταγραφή ρεκόρ στην ιστορία του εσωστρεφούς ποδοσφαίρου της χώρας μας. Ωστόσο, σε αγωνιστικό επίπεδο, η ομάδα έπρεπε να μάθει να ζει χωρίς έναν από τους κυριότερους άξονες της επιθετικής λειτουργίας της. Πότε ο Μασούρας και πότε ο Βαλμπουενά κάλυψαν τη θέση με το δικό τους προσωπικό και ιδιαίτερο τρόπο και η ομάδα κέρδισε άλλα στοιχεία, αντικαθιστώντας αυτά που έχασε μαζί με τον Podence.
Η πανδημία
Φυσικά, μπορεί κάποιος να ισχυριστεί ότι η σχεδόν τρίμηνη αποχή από την αγωνιστική δράση ευνόησε την ομάδα του Μαρτίνς, που κουβαλούσε τον Μάρτιο στα πόδια της ήδη οκτώ μήνες αγωνιστικών υποχρεώσεων. Ανάλυση εν μέρει σωστή, μα μονοδιάστατη. Διότι ο Ολυμπιακός του Μαρτίου κουβαλούσε στα πόδια και την ψυχολογία του ένα απίστευτο momentum, που στο παιχνίδι εκδηλωνόταν με επιθετικούς αυτοματισμούς και αμυντικές αλληλοκαλύψεις και στην ψυχολογία με μία απίστευτη αυτοπεποίθηση. Οι ποδοσφαιριστές του Μαρτίνς είχαν μόλις κάνει το ουσιαστικότερο βήμα για την επιστροφή τους στο θρόνο του πρωταθλητή κερδίζοντας τον βασικό ανταγωνιστή τους εύκολα μέσα στην έδρα του, είχαν αφήσει εκτός των 16 του Europa League την Arsenal με κινηματογραφικό τρόπο και το σκορ με τη Wolves τους έδινε βάσιμες ελπίδες για περαιτέρω Ευρωπαϊκή υπέρβαση. Μαζί λοιπόν με τον αγωνιστικό ρυθμό που μοιραία θα επηρεαζόταν για όλους λόγω της αποχής, Ο Ολυμπιακός κινδύνευε να χάσει το άστρο και το momentum μένοντας για τόσο καιρό εκτός αγωνιστικής δράσης.
Eν κατακλείδι, μια χρονιά που εξελίσσεται σε όνειρο για τον ερυθρόλευκο οργανισμό χρειάστηκε να περάσει μέσα από δυσκολίες, αναποδιές και εμπόδια. Όμως ο Ολυμπιακός, με άξονα πάντα το καλό ποδόσφαιρο και την ομοψυχία μεταξύ διοίκησης, αγωνιστικού τμήματος και οπαδών κοιτάζει ακόμη ψηλά για να βρει το ταβάνι του και συνεχίζει να ονειρεύεται.
*Για την υπογραφή: Κάτι μαγικό