Ο Ολυμπιακός του Μίτσελ και οι επιδόσεις που λένε τη φετινή ιστορία αλλιώς.
Τον Ολυμπιακό πρωταθλητή, το πιθανότερο είναι ο Μίτσελ να μην προλάβει να τον φτιάξει ως την ολοκλήρωση της αγωνιστικής σεζόν. Κρατούν βεβαίως οι Ερυθρόλευκοι –ακόμη- την τύχη στα χέρια τους, δεν έχουν καταφέρει όμως εδώ και μήνες να σκαρφαλώσουν έστω στο νο 2 του βαθμολογικού πίνακα. Στην ουσιαστική θέση «διεκδίκησης». Και αυτό έχει τη σημασία του όσο ο χρόνος περνά.
Ο Ισπανός όμως μπορεί κάποιος -με βεβαιότητα- να πει πως έξι μήνες μετά την επιστροφή του έχει προλάβει να φτιάξει έναν Ολυμπιακό που θες να πληρώσεις εισιτήριο για να τον δεις. Μια ομάδα που σκοράρει, που έχει βάθος, ένταση και που τέλος πάντων αν δεν τα καταφέρει να πιεί νερό αυτό θα οφείλεται στην επιβεβαίωση ενός πανίσχυρού ποδοσφαιρικού κλισέ.
Του ίδιου που λέει πως καμιά ομάδα δεν κατέκτησε το πρωτάθλημα στις πρώτες αγωνιστικές μιας σεζόν, αλλά πολλές κατάφεραν σε αυτό το διάστημα να το χάσουν.
Η διαφορά ανάμεσα σε πρώτο και δεύτερο γύρο μια στροφή πριν από το φινάλε δεν αποτυπώνεται στη βαθμολογία. Στα μισά του Νοέμβρη οι Ερυθρόλευκοι είχαν 25 βαθμούς, τώρα πριν την ΑΕΚ από τα τέλη Δεκέμβρη και πέρα έχουν 28. Θα υπάρξει ισοτιμία στο ανταλλακτήριο μόνο αν γίνουν οι πρώτοι που δεν θα φύγουν ηττημένοι από το νέο γήπεδο στη Νέα Φιλαδέλφεια – πολλώ δε μάλλον αν αποχωρήσουν και νικητές-.
Η διαφορά όμως σε όλα τα άλλα είναι ήδη μέρα με νύχτας σε δείκτες που μπορεί κάποιος να μετρήσει με ασφάλεια: 18 τα γκολ στο ενεργητικό του πρώτου γύρου, 32 στο δεύτερο. Το goal average στο +10 στον πρώτο γύρο, στο +27 στο δεύτερο. Τα μόλις πέντε γκολ παθητικό στην άμυνα που από τα μισά του δρόμου και πέρα τον διατηρούν πρώτο στη σχετική λίστα μαζί με τον ΠΑΟΚ.
Αν δεν ήταν και η μουτζούρα στον έλεγχο, εκείνο το βράδυ Δεκέμβρη στα Γιάννενα όταν το 2-0 ως το 64΄έγινε 2-2 τότε…
Ο Ολυμπιακός του δεύτερου γύρου ουσιαστικά έχει δύο προσθήκες πρώτης γραμμής (και μια έξτρα υποψηφιότητα με τον Σέρζι Κανός) σε σχέση με τον Ολυμπιακό του πρώτου. Τον Ροντινέι που από τις αρχές Γενάρη δίνει την αίσθηση πως οι Ερυθρόλευκοι ξεμπέρδεψαν με αυτή την ατελείωτη αναζήτηση αντικαταστάτη του Ομάρ Ελαμπντελαουί. Και φυσικά η «μεταγραφή από μέσα» που ακούει στο όνομα Κώστας Φορτούνης.
Μπορεί ο Μίτσελ να ταλαιπωρήθηκε και ακόμη να ταλαιπωρείται για το πώς ο 400άρης από χθες σε Super League συμμετοχές Έλληνας άσος να ταιριάξει στα ίδια τετραγωνικά με τον Πεπ Μπιέλ και τον Χάμες Ροντρίγκες, αλλά ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει πως ο κάτοχος του «7» δίνει άλλες δυνατότητες στο group.
Και εδώ το πράγμα είναι μετρήσιμο: Έχει 3 γκολ, 6 ασίστ και ένα κερδισμένο πέναλτι κάτι που σημαίνει πως κάθε 71΄αναγκάζει τον αντίπαλο να μαζέψει τη μπάλα από τα δίχτυα. Κυρίως όμως αλλάζει τους όρους παραγωγικότητας του group. Ο Κώστας Φορτούνης έχει ξεκινήσει ως εδώ σε 10 ματς πρωταθλήματος. Σε αυτά ο Ολυμπιακός έχει συνολικά 154 τελικές (15,4), 30-3 γκολ και κερδίζει 2,4 βαθμούς ανά παιχνίδι.
Στα άλλα 15 της Super League οι τελικές είναι 195 (13), τα γκολ 20-10 και οι βαθμοί 1,93 ανά ματς. Μόνο στο τελευταίο τετράγωνο με Παναιτωλικό, Λαμία, Παναθηναϊκό και Λεβαδειακό οι τελικές προσπάθειες έφτασαν συνολικά τις 70!
Προφανώς για το τεχνικό τιμ με θέα στα playoffs –που επί της ουσίας ξεκινούν από την Κυριακή και όλας- το αρχικό σχήμα με παραπάνω από ένα 10άρι δύσκολα θα βγει αν υποθέσουμε ότι το θέμα με τον Μπιέλ λύθηκε μιας και ο Ισπανός συνήθισε πια να αγωνίζεται στο δεξί άκρο της επίθεσης.
Διόλου τυχαία ο Μίτσελ χθες επιστράτευσε εκ νέου τον πολύτιμο Γιώργο Μασούρα ενώ κράτησε ζεστό και τον Σέρζι Κανός. Έχει τρεις για τις δύο θέσεις. Και τον Φορτούνη με τον Χάμες για μια. Κάποιοι, ίσως οι περισσότεροι το βλέπουν αυτό σαν πρόβλημα. Άλλοι πάλι το θεωρούν προνόμιο.
Ο συναγωνισμός μέσα σε ένα ρόστερ σε πάει μόνο προς τα πάνω. Και ο covid άφησε κληρονομία ένα ποδόσφαιρο με δέκα-έξι. Αρκεί κάποιος να μπορεί να μοιράσει την τράπουλα σωστά…