Τι θα γινόταν άραγε, αν -όπως συνέβη και στην πραγματικότητα- ο ΠΑΟΚ έμενε επίσης με 10 παίκτες και αναγκαζόταν στην ουσία να παίξει με 9.5 εναντίον 10;
Ένα από τα δημοσιογραφικά κλισέ που περιγράφει τη μάχη των πάγκων, είναι η αναφορά στη «σκακιέρα των προπονητών».
Ορθή προσέγγιση δε λέω, αν και νομίζω πως τα περί σκακιέρας περιγράφουν περισσότερο την προετοιμασία και τα πλάνα των προπονητών, πριν το ξεκίνημα του αγώνα. Όταν αυτός αρχίζει, η προσέγγιση παραπέμπει μάλλον σε τζόγο.
Όχι με την εκλαϊκευμένη έννοια του όρου όπου αγοράζεις ένα λαχείο κι ότι κάτσει, αλλά με αυτόν του επαγγελματία τζογαδόρου, που μετράει τα πάντα, από την συχνότητα εμφάνισης φύλλων, μέχρι κάποια σύσπαση στο πρόσωπο του αντιπάλου.
Είναι μέσα στο παιγνίδι να συμβεί κάτι όχι τόσο αναμενόμενο στη διάρκεια μιας αναμέτρησης και να κληθεί ο προπονητής να το διαχειριστεί αναλόγως, να μην τραβήξει ένας παίκτης-κλειδί, κάποιος να τραυματιστεί και να έρθουν τα πάνω-κάτω κι ακόμα χειρότερα να μείνει με παίκτη λιγότερο και μάλιστα πριν καλά καλά σβήσει το τσιγάρο που ανάβουμε όλοι με το σφύριγμα της έναρξης.
Όπως ακριβώς συνέβη σήμερα στο ΟΑΚΑ. Σε τέτοιες περιπτώσεις, αν είσαι Χιμένεθ δεν έχεις και πολλές επιλογές που σημαίνει πως είναι κατά βάσει προβλέψιμες… Εκείνος που θα μπορούσε θεωρητικά να παίξει καλύτερη μπάλα από τον πάγκο, ήταν ο Λουτσέσκου.
Δεν έπαιξε όμως… Η ομάδα του έμεινε ίδια ποντάροντας μόνο στο αριθμητικό πλεονέκτημα, που θα γινόταν ολοένα και πιο εμφανές με την πάροδο του χρόνου. Η πιο ορθολογικά ποδοσφαιρική επιλογή, θα ήταν η σχεδόν άμεση χρησιμοποίηση του Μπίσεσβαρ.
Ο Ολλανδός είναι ο ποιοτικότερος μεσοεπιθετικός άξονα που διαθέτει ο ΠΑΟΚ, αποδεδειγμένο στο χορτάρι αυτό.
Ποιότητα διαθέτει κι ο Ελ Καντουρί μόνο στα χαρτιά όμως ακόμα δεν την έχουμε δει, αφήστε που δεν είναι αυτή η θέση του. Το γεγονός ωστόσο πως Μπίσεσβαρ σπαταλά όλη του την ενέργεια στο δημιουργικό κομμάτι παραβλέποντας τις ανασταλτικές υποχρεώσεις του. δεν του επέτρεψε ποτέ να γίνει αυτό που λέμε βασικός κι αναντικατάστατος, αν και βάσει αξίας θα το άξιζε.
Έχοντας όμως αριθμητικό πλεονέκτημα, οι κακές επιστροφές του Ολλανδού δε θα είχαν κόστος, γιατί απλά, το μεγαλύτερο μέρος του παιγνιδιού θα παιζόταν γύρω από την περιοχή της ΑΕΚ, εκεί που ο Ντιέγκο, μπορεί να θυμίσει αυτόν που έκανε διάσημο τ όνομα΄του.
Αυτά λέει η κοινή ποδοσφαιρική λογική. Επειδή όμως το ευκολότερο πράγμα του κόσμου είναι να παριστάνεις τον προπονητή πατώντας πλήκτρα, έχω δυο απορίες. Τι θα γινόταν άραγε, αν -όπως συνέβη και στην πραγματικότητα- ο ΠΑΟΚ έμενε επίσης με 10 παίκτες και αναγκαζόταν στην ουσία να παίξει με 9.5 εναντίον 10, λόγω των κακών επιστροφών του Ολανδού?
Αν πάλι ο ΠΑΟΚ συνέχιζε με αριθμητική υπεροπλία, γιατί να μη γινόταν η ίδια αλλαγή στο ημίχρονο ή στο 55, όταν οι παίκτες της γηπεδούχου θα είχαν κουραστεί ακόμα περισσότερο, θα είχε θολώσει κι άλλο το μυαλό παίζοντας άμυνα στο μεγαλύτερο μέρος του αγώνα, κάτι που σημαίνει πως ο αφάνας θα είχε ακόμα καλύτερο πεδίο δράσης?
Προβληματισμούς παραθέτω, τίποτα περισσότερο, απλώς για να καταδείξω πως τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά όσο θέλουμε να νομίζουμε ορισμένες φορές. Οι κραυγές «παίξε φουλ επίθεση, βάλε τον τάδε, βγάλε το δείνα, άλλαξε σύστημα ρεεεεε», δεν είναι μόνο εύκολες, αλλά δεν έχουν κόστος, ουδείς από τους επαΐοντες κρίνεται στην πράξη!
Είναι γνωστό άλλωστε πως όταν μια ομάδα χάνει, οι καλύτεροι παίκτες είναι όσοι δεν έπαιξαν, το ιδανικό σύστημα αυτό που δεν προτιμήθηκε τελικά και οι χρησιμότερες αλλαγές όσες δεν έγιναν