Ο Γκμπόλι Αριγίμπι μίλησε για την εν Ελλάδι παρουσία του, τον Παναιτωλικό, τις δυσκολίες που συνάντησε στην αρχή της καριέρας του και την πορεία του στα βρετανικά γήπεδα.
Για την εν Ελλάδι παρουσία του και τον Παναιτωλικό μίλησε ο Γκμπόλι Αριγίμπι, ενώ αναφέρθηκε και στις δυσκολίες που συνάντησε στην αρχή της καριέρας του, αλλά και το πέρασμα του από τα βρετανικά γήπεδα.
Ο 26χρονος μεσοεπιθετικός των «καναρινιών» σε συνέντευξη που παραχώρησε στην ιστοσελίδα «planetfootball» μίλησε για την πορεία του στο χώρο του ποδοσφαίρου.
Αναλυτικά όσα δήλωσε:
Για τα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα στην Αγγλία: «Μετακόμισα για να μείνω με τον αδερφό μου στο Λονδίνο για δύο μήνες όπου έπαιζα σε τοπικές ομάδες κάθε Κυριακή (σ.σ. Sunday League). Εστειλα ένα βιογραφικό μαζί με το email μου και μερικά βίντεο από YouTube σε 300 μάνατζερ και περίμενα. Δύο από αυτούς απάντησαν. Πήγα μόνος μου στη Λέιτον Οριεντ, με τα παπούτσια μου και ζήτησα να δοκιμαστώ όταν ήταν στη League Two. Προσπάθησα να τους πείσω και είπα ότι με έχει στείλει ο τάδε ατζέντης. Θυμάμαι ότι η πρώτη ομάδα με κοίταζε, ήταν όλοι στην καντίνα και αναρωτιούνταν: “Ποιος είναι αυτός ο παίκτης που ανεβαίνει με τα παπούτσια στο χέρι;”. Μου είπαν ότι δεν κάνουν δοκιμές και ήταν μια αξέχαστη στιγμή»
Για το ότι υπέραψε στη Λιντς: «Ηταν μια περήφανη στιγμή, όχι μόνο για μένα και την οικογένειά μου, αλλά για όλους τους νέους ποδοσφαιριστές εκεί έξω, με τους οποίους εκπαιδεύτηκα ή έπαιξα στο πρωτάθλημα της Sunday League για να δείξω ότι είναι εφικτό. Μετά από όλους τους συλλόγους που πήγα για δοκιμή για να με δουν και με απέρριπταν, κατάφερα εν τέλει να παίζω εναντίον της Φόρεστ στο Sky Sports. Ηταν μια περήφανη στιγμή».
Για το ότι δεν στέριωσε στη Λιντς: «Ηταν μια δύσκολη στιγμή για να μπω σε ένα κλαμπ όπως η Λίντς με τόση ιστορία. Αν και είχαν μεγάλα ονόματα, ήταν μια δύσκολη στιγμή για τον σύλλογο. Ο Μπράιαν Μακ Ντέρμοτ ήταν αυτός που μου έδωσε την ευκαιρία να ντεμπουτάρω ντεμπούτο μου σε αυτή τη δύσκολη στιγμή και δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Ηταν δύσκολο, αλλά μου άρεσε κάθε λεπτό και δεν μετανιώνω».
Για τη συνέχεια του στην Τσέστερφιλντ και μετά στη Νότιγχαμ Φόρεστ: «Είδα για πρώτη φορά από όταν έφυγα από το Σαουθάμπτον τον Γουόρντ Πράους και τον Τσέιμπερς. Θυμάμαι που μπήκα στο γήπεδο απέναντί τους, όχι πολύ, αλλά ήταν ιδιαίτερο από μόνο του. Πιστεύω ότι μπορώ να παίξω στο υψηλότερο επίπεδο. Πάντα θέλω να φτάσω στο μέγιστο των δυνατοτήτων μου».
Για το πέρασμα του από τις MK Ντονς, Νόρθαμπτον και Μάδεργουελ και την παρουσία του στην Ελλάδα για λογαριασμό του Παναιτωλικού: «Το να παίζεις στην πρώτη κατηγορία ήταν σίγουρα κάτι που με προσέλκυσε. Δεν ήμουν σίγουρος για τη μετάβαση στην Ελλάδα, να είμαι ειλικρινής, και οι πρώτοι δύο ή τρεις μήνες ήταν δύσκολοι για μένα. Αφού άρχισα να βρίσκω τα πατήματά μου και να συνηθίζω στο πρωτάθλημα, βρήκα ότι μου ταιριάζει πολύ λόγω του στυλ παιχνιδιού μου. Απέκτησα μεγάλη έκθεση στην παγκόσμια ποδοσφαιρική σκηνή. Το έχω απολαύσει και δεν έχω βιώσει μόνο το ποδόσφαιρο αλλά την κουλτούρα της χώρας. Είμαι ενθουσιασμένος για το μέλλον.
Ποτέ δεν πίστευα ότι θα έπαιζα στο εξωτερικό τόσο νωρίς στην καριέρα μου, αλλά μου άνοιξε το μυαλό να δω τι υπάρχει εκεί έξω. Παίζοντας και ζώντας στην Αγγλία για το μεγαλύτερο μέρος της καριέρας μου, ήταν ίσως η καλύτερη απόφαση που έχω πάρει για να βγω εδώ και να είμαι στην παγκόσμια σκηνή. Θα ήθελα να μείνω στο εξωτερικό. Για μένα, θέλω να παραμείνω στο υψηλότερο πρωτάθλημα και στο υψηλότερο επίπεδο, είτε πρόκειται για τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ισπανία ή την Ιταλία. Αυτό μου δίνει περισσότερη ευκαιρία να το κάνω αυτό».