Η Εθνική είναι παρατημένη. Κάτι που λειτουργεί από «υποχρέωση». Γιατί λοιπόν τόση συζήτηση;
Κυκλοφορεί κατά κόρον στα εμπορικά καταστήματα που πουλούν αυτοκόλλητα τοίχου. Και ομολογουμένως είναι πειρασμός, μιας και ταιριάζει γάντι στην περίσταση. Θα μπορούσαν οι άνθρωποι της ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας να το προμηθευθούν και γιατί όχι να το τοποθετήσουν στην πόρτα που οδηγεί στα αποδυτήρια της εθνικής μας ομάδας. Ου μην και στην είσοδο των γραφείων στο πάρκο Γουδή. Γιατί η έκφραση «You cant lost if you don’t Know where you ‘re going» μοιάζει με έναν τρόπο μαγικό να ανακαλύφθηκε απλά και μόνο για να περιγράψει όσα συμβαίνουν μια ολόκληρη εποχή στο ελληνικό ποδόσφαιρο.
Ας την κολλήσουμε στους τοίχους λοιπόν. Μπας και κάποια στιγμή κατανοήσουμε το πραγματικό πρόβλημα.
Ναι, «δεν μπορείς να χαθείς αν δεν ξέρεις που πηγαίνεις». Άρα μικρό το κακό για τα μαντάτα που έφερε η ολοκλήρωση της διαδρομής στο Νations League. Ακόμη και η διαπίστωση πως τρέχοντας μόνοι μας φτάσαμε δεύτεροι. «Θα έκανα τις ίδιες επιλογές. Πάντα είναι εύκολο να μιλάς εκ του αποτελέσματος» είπε απότομα μπροστά στο ανοιχτά μικρόφωνα ο Τζον Φαν Σιπ, έπειτα από το προηγούμενο 0-0: Εκείνο με το Κόσοβο στο ΟΑΚΑ που εν πολλοίς αποφάσισε την κατάταξη στον όμιλο μας. Δεν τερματίσαμε δεύτεροι διότι ο Όμπλακ είναι σπουδαίος τερματοφύλακας, ούτε γιατί δεν νικήσαμε τον χθεσινό τελικό της Ριζούπολης. Την πατήσαμε τον Οκτώβρη, απέναντι στο 117 της παγκόσμιας κατάταξης. Τότε που ήταν της «μόδας» να σχηματίζονται εντεκάδες με το εθνόσημο δίχως ποδοσφαιριστές του Ολυμπιακού. Νυν αλλά και πρώην. Χθες βράδυ πολλοί βλέποντας μια ομάδα δίχως φορ θυμήθηκαν τον Κώστα Μήτρογλου; Άραγε ο κατά τεκμήριο καλύτερος «σκόρερ» του ελληνικού ποδοσφαίρου την τελευταία 10ετία δεν έχει θέση σε αυτή την ομάδα, ειδικά τώρα που ο ίδιος ψάχνει «χώρο» και αγωνιστικό ρυθμό;
Ποιος ξέρει; Ίσως κάποιος να έχει πει στον ομοσπονδιακό προπονητή ότι ο Μήτρο-γκολ είναι κολλητός του Σιόβα που είναι κουμπάρος του Μανωλά που είναι κάτι σαν «το μαύρο πρόβατο» για κάθε κουβέντα γύρω από την εθνική ομάδα. Ο Ότο Ρεχάγκελ και ο Φερνάντο Σάντος που καλούσαν και εμπιστεύονταν ποδοσφαιριστές που δεν έπαιζαν στις ομάδες τους μάλλον ήταν… κορόιδα. Και σίγουρα δεν είχαν την απαραίτητη ενημέρωση.
Ο Τζον Φαν Σιπ, υπήρξε καλός ποδοσφαιριστής. Αγωνίστηκε χρόνια στον Άγιαξ, μετακόμισε στα μέσα της δεκαετίας του ΄90 στο περίφημο Ιταλικό πρωτάθλημα για την Τζένοα, φόρεσε 41 φορές το εθνόσημο της Ολλανδίας με την οποία κατέκτησε το Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα του 1988 στα γήπεδα της Γερμανίας. Σαν προπονητής όμως δεν κατάφερε ποτέ να σχηματίσει ένα «ικανοποιητικό» βιογραφικό παρά το εντυπωσιακό του όνομα. Το «γιατί» ίσως να το βλέπουμε στις οθόνες μας όλο αυτό το διάστημα που κάποιοι προσπαθούν να μας πείσουν πως «επιτέλους βρέθηκε ένας προπονητής που θα ξανακάνει την εθνική μας, κανονική ομάδα». Πως; Έχοντας καλέσει 50+ ποδοσφαιριστές σε 15 μήνες, σε μια διαδικασία που θυμίζει κέντρο διερχομένων.
Σε αυτή την εθνική ομάδα από τις 8 Σεπτεμβρίου του 2019 δεν έχουν θέση, ο επί σειρά ετών αρχηγός της Σωκράτης Παπασταθόπουλος (90 συμ. με το εθνόσημο) και ο -κατά τεκμήριο καλύτερος Έλληνα ποδοσφαιριστή των καιρών μας- Κώστας Μανωλάς (42 συμ). Σε αυτή την εθνική ομάδα, έναν χρόνο μετά έχασε τη θέση του –με την ανακοίνωση να γίνεται από τηλεοπτικό σταθμό!- και ο Δημήτρης Σιόβας (20 συμ) που τόλμησε να θυμίσει πως οι δύο άλλοτε συμπαίκτες του θα μπορούσαν να βοηθήσουν πολύ με την ποιότητα και την εμπειρία τους. Και μιας και ξεμείναμε από στόπερ: Επέστρεψε ο Γιώργος Τζαβέλας (!) που χθες έδειξε ότι καταλαβαίνει τους τελικούς με τον τρόπο που είχε στα ΠΑΟΚ-Ολυμπιακός στην Τούμπα και ο Χατζηδιάκος που ειλικρινά κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά πως είναι καλύτερους του Γούτα: Άραγε ποιος από τους δύο θα είχε μια θέση στην εντεκάδα του Κάναντι στον Ατρόμητο;
Είναι το πρόβλημα μόνο ο προπονητής; Προφανώς και όχι. Ακόμη και αν χρησιμοποίησε τον Κώστα Φορτούνη και τον Κώστα Τσιμίκα μόνο όταν δεν είχε άλλους στη διάθεση του. Το πρόβλημα είναι βαθύτερο. Σε σημείο που να μην εξηγεί πειστικά γιατί πρέπει να κουβεντιάζουμε για την εθνική ομάδα. Ο Φαν Σιπ είναι ο τρίτος προπονητής στα τελευταία δύο χρόνια της διοίκησης Βαγγέλη Γραμμένου στην ΕΠΟ. Στην εποχή που η ιστορία καταγράφει πως η Εθνική Ελλάδας βρίσκεται στη χαμηλότερη θέση όλων των εποχών στην διεθνή κατάταξη. Προηγήθηκε ο Μίχαλ Σκίμπε που μας οδήγησε ως τα μπαράζ για το Μουντιάλ του ΄18 (εκεί που μας απέκλεισε η μετέπειτα φιναλίστ Κροατία) αλλά που το επιτυχημένο έργο του δεν βάσταξε στη ζυγαριά με την ιδέα πως ήταν εκλεκτός της προηγούμενης διοίκησης. Ακολούθησε ο Άγγελος Αναστασιάδης που άντεξε επτά μήνες και τον αντέξαμε επτά ματς –ανάμεσα τους οι εντός έδρας ήττες με Αρμενία και Εσθονία-. Και από τον περασμένο Ιούλη μπήκαμε στην εποχή του Ολλανδού.
Τι κοινό έχουν αυτοί οι προπονητές; Ποιες ιδέες και πια «ενότητα» της ποδοσφαιρικής φιλοσοφίας τους ταιριάζει ώστε να δικαιολογείται αυτή η σκυταλοδρομία; Ποιος έχει θέσει έναν ρεαλιστικό στόχο για αυτή την ομάδα και κυρίως ποιο είναι το σχέδιο για να βγούμε από αυτή την κρίση που κρατά χρόνια ολόκληρα; Κρίση που δεν έτυχε, αλλά που αποτελεί αποτέλεσμα χρήσης. Μην πάτε μακριά. Χθες φτάσαμε σε σημείο να παίζουμε στη Ριζούπολη. Γιατί; Διότι η ΕΠΟ δεν θέλει (δωρεάν) το καλύτερο γήπεδο της χώρας και έκανε τα πάντα για να απομακρυνθεί από αυτό.
Υπάρχει τεχνικός διευθυντής στην εθνική μας ομάδα; Κάποιος που να επικοινωνήσει δημόσια τις σκέψεις αλλά και το σχέδιο; Που να εξηγήσει στον κόσμο που πάμε και γιατί; Υπάρχει κάποιος παράγοντας της ομοσπονδίας που να μπορεί να αξιολογήσει αυτό το διάστημα των 15 μηνών με τον Φαν Σιπ και να μας πει τι πήγε καλά και τι δεν λειτούργησε; Προφανώς και όχι. Οι άνθρωποι έχουν εκλογές και ψάχνουν τρόπο να συνεχίσουν την «κόντρα» τους με τον Λευτέρη Αυγενάκη. Η εθνική είναι παρατημένη στη μοίρα της. Δεν ξέρει που πηγαίνει, άρα αποκλείεται να χαθεί…
ΥΓ. Τον στήριξαν λέει οι ποδοσφαιριστές τον Φαν Σιπ. Λογικό. Αφενός όποιος είπε κάτι διαφορετικό στο παρελθόν εξαφανίστηκε από τις κλήσεις. Αφετέρου πάντα φοβάσαι την επόμενη επιλογή, περισσότερο από την τρέχουσα με αυτή την ΕΠΟ.