Πώς η Bundesliga έγινε πρωτάθλημα εκατομμυριούχων…

Πώς η Bundesliga έγινε πρωτάθλημα εκατομμυριούχων…

Η Bundesliga γιορτάζει 60 χρόνια από την ίδρυσή της. Έκτοτε έχει διανύσει τεράστια απόσταση – και έχει εκτοξευθεί οικονομικά: πώς το γερμανικό πρωτάθλημα έγινε διοργάνωση εκατομμυριούχων;

Όταν ιδρύθηκε η Bundesliga πριν από 60 χρόνια, η συντριπτική πλειοψηφία των επαγγελματιών ποδοσφαιριστών συνέχισε να κάνει και μία δεύτερη δουλειά. Λόγω των πολύ περιορισμένων απολαβών στο ποδόσφαιρο συγκριτικά με σήμερα, ακόμη και μεγάλα αστέρια όπως ο Ούβε Ζέελερ δεν είχαν άλλη επιλογή.

«Δεν θα μπορούσα να νοικιάσω ούτε σκηνή για την οικογένειά μου στο Αμβούργο με αυτά τα λεφτά», είχε αστειευτεί ο άλλοτε αρχηγός της Εθνικής Γερμανίας πριν από χρόνια, αναφερόμενος στο ανώτατο μισθολογικό όριο των 1.200 μάρκων που είχε οριστεί όταν ιδρύθηκε το πρωτάθλημα.

Διαβάστε επίσης: Ο Κέντρικ Ναν «βλέπει» ζεστά Ολυμπιακό, αλλά…

Αδιανόητα τα σημερινά χρηματικά ποσά

Σήμερα εκτιμάται πως ο μέσος ετήσιος μισθός των επαγγελματιών της Bundesliga κυμαίνεται μεταξύ 1,5 και 2 εκατομμυρίων ευρώ. Οι υψηλόμισθοι της πρωταθλήτριας Μπάγερν Μονάχου φτάνουν ακόμη και τα 20 εκατομμύρια ευρώ σε απολαβές. Ο σύμβουλος παικτών Στέφαν Μπακς θεωρεί ότι τα ποσά αυτά είναι δικαιολογημένα: «Εάν οι αστέρες του Χόλυγουντ μπορούν να κερδίζουν εκατομμύρια, το ίδιο μπορούν να κάνουν και οι αστέρες του ποδοσφαίρου, αφού διασκεδάζουν εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως. Δεν είναι πια ένα άθλημα όπως ήταν παλιά, αλλά ένα καλά οργανωμένο τμήμα μιας βιομηχανίας ψυχαγωγίας».

Μόνο την τελευταία εξαετία το συνολικό κόστος προσωπικού στην Bundesliga για επαγγελματίες και προπονητές αυξήθηκε από 1,05 δισεκατομμύρια ευρώ σε 1,46 δισεκατομμύρια ευρώ. «Όλοι όσοι παίζουν στην Bundesliga θα πρέπει να είναι ευγνώμονες κάθε μέρα – σε όποια ομάδα και αν ανήκουν – που έχουν αυτό το ταλέντο», σχολίασε στις αρχές του 2017 ο τότε εκτελεστικός διευθυντής της γερμανικής λίγκας Κρίστιαν Ζάιφερτ.

Ακόμη και η απώλεια εσόδων κατά την πανδημία μείωσε τους μισθούς ελάχιστα και μονάχα προσωρινά. Πλέον κάθε ταλαντούχος παίκτης έχει και έναν σύμβουλο. Σύμφωνα με τον Μπακς πάντως, οι σύμβουλοι συμβάλλουν στην αύξηση του κόστους προσωπικού μόνο σε περιορισμένο βαθμό: «Επιταχύνουν την αύξηση των αμοιβών, όμως δεν είναι και ο λόγος ύπαρξης ή διατήρησης αυτού του συστήματος».

Ταχύτατη η οικονομική ανάπτυξη

Οι πλουσιοπάροχες πληρωμές βρίσκονται συχνά στο επίκεντρο του δημοσίου διαλόγου. Ωστόσο οι εκκλήσεις για ένα «ανώτατο μισθολογικό όριο», όπως αυτό που ισχύει στο NBA, αποτυγχάνουν τακτικά. «Το ΝΒΑ είναι ένα κλειστό σύστημα, ενώ το ποδόσφαιρο όχι. Εξαρτάται από τις επιμέρους ομοσπονδίες σε ολόκληρη την Ευρώπη και εάν μία μόνο ομοσπονδία δεν ακολουθεί, υπονομεύονται τα πάντα», σχολιάζει ο Μπακς. Ταυτοχρόνως οι προσπάθειες της UEFA για ένα πλαίσιο που θα ρυθμίζει τα οικονομικά ζητήματα, μέσω του Financial Fair Play, έχουν αποβεί έως τώρα μονάχα εν μέρει αποτελεσματικές.

Από την ίδρυση της Bundesliga οι μισθοί αυξήθηκαν ραγδαία και νέες πηγές εσόδων συνέβαλαν στην περαιτέρω εμπορευματοποίηση του αθλήματος. Όταν οι παίκτες της Άιντραχτ Μπράουνσβαϊγκ φόρεσαν στις 24 Μαρτίου 1973 τις πρώτες φανέλες με διαφήμιση, που έφεραν το σήμα ενός κατασκευαστή λικέρ, αποφέροντας στον σύλλογο 160.000 μάρκα, το ποδοσφαιρικό κοινό είχε αντιδράσει έντονα, σήμερα όμως το συγκεκριμένο περιστατικό προκαλεί απλώς ένα νοσταλγικό χαμόγελο. Με την έναρξη και της ιδιωτικής ραδιοφωνίας και τηλεόρασης τη δεκαετία του 1980, η ανάπτυξη επιταχύνθηκε σημαντικά. Η οικονομία ανακάλυψε τις διαφημιστικές προοπτικές του τηλεοπτικού αθλητισμού, ενώ επιπλέον ξέσπασε ένας «πόλεμος» προσφορών για τα δικαιώματα αναμετάδοσης.

Διαπραγματεύσεις εκατοντάδων εκατομμυρίων

Πάντως κανένας γερμανικός σύλλογος δεν αγοράζει παίκτες δαπανώντας ποσά-ρεκόρ, όπως τα 222 εκατομμύρια ευρώ που πλήρωσε η Παρί Σεν Ζερμέν για την αγορά του Βραζιλιάνου Νεϊμάρ το 2017. Όμως και η Bundesliga βρίσκεται σε ιλιγγιώδη ύψη – για την πρωτοπόρο Μπάγερν, ακόμη και τα 100 εκατομμύρια ευρώ δεν φαίνονται πλέον εμπόδιο.

Όταν ο Ζέελερ απέρριψε μια ακαταμάχητη προσφορά εκατομμυρίων από την Ιταλία στις αρχές της δεκαετίας του 1960, τα πράγματα ήταν ακόμη διαφορετικά. «Εξάλλου, δεν υπήρχαν σύμβουλοι. Είχα κάνει λίγη έρευνα εκ των προτέρων και κάθε μέρα ζαλιζόμουν περισσότερο», είχε πει ο Ζέελερ, ο οποίος εργαζόταν ως μερικώς απασχολούμενος σε μία εταιρεία αθλητικών ειδών. Μετά από πολυήμερες συνομιλίες σε ξενοδοχείο του Αμβούργου, αποφάσισε να απορρίψει την πρόταση. Σημαντικό ρόλο στην απόφασή του έπαιξε η συμβουλή του πατέρα του: «Μου είπε ότι κι εγώ μπορώ να φάω μόνο μία μπριζόλα την ημέρα».

Ακολουθήστε στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις αθλητικές ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Αθλητικές Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, από

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ