28η Οκτωβρίου: Η μπάλα στην… Αντίσταση!

Ο Ηλίας Αλεξόπουλος αποτίει φόρο τιμής στους (αθλητικούς) ήρωες της Αντίστασης και γράφει για τους μύθους Ιβάνοφ, Γόδα, Παπάζογλου, Κοντούλη, Λαμπράκη

Μητέρα, Πολωνή. Πατέρας, Ρώσος αξιωματικός. Όταν πέθανε, η μάνα του ξαναπαντρεύτηκε. Τον Έλληνα, Λαμπριανίδη. Και μετακόμισαν, Θεσσαλονίκη.

Απ’ τα τέλη της δεκαετίας του ’30, ενώ ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος έχει αρχίζει το «μαύρο» του ζεϊμπέκικο, αρχίζει αντιστασιακή δράση, ως κατάσκοπος των Πολωνών στην Παλαιστίνη. Εκεί τον βρίσκει το ’40. Εκπαιδεύεται από τους Βρετανούς στο Κάιρο και το ’41 επιστρέφει στην Ελλάδα μυστικά. Ως… Νικόλας Τσενέγλου. Για τους συντρόφους, «Άθως».

Μέσω μυστικού ασυρμάτου, «μιλάει» με Μέση Ανατολή. Πληροφορίες, κατασκοπεία. Όταν η ομάδα διαμορφώνεται, περνά στην «πράξη». Οργανώνει σαμποτάζ στο εργοστάσιο πυρομαχικών Μαλτσινιώτη. Βυθίζει, στη Σαλαμίνα, ένα γερμανικό υποβρύχιο U-133 (45 άτομα πλήρωμα). Το ναζιστικό ισπανικό ατμόπλοιο «San Isidore» στον Πειραιά και άλλα, σε Πάτρα, Πάρο. Μέχρι το μεγάλο κόλπο…

Αεροδρόμιο Ελληνικού, τότε Χασάνι. Μεταμφιέζεται σε Γερμανό, ποτίζει τα πάντα με βενζίνη. Κηροζίνη, σπίρτο και φιτίλι. Μπουρλότο. Από τη Μέση Ανατολή, ειδοποιούν: «Κινδυνεύεις. Πίσω, Κάιρο…». Δεν υπακούει. Ή δεν πρόλαβε. Συλλαμβάνεται (όπως και το ’41, αλλά τότε δραπέτευσε). Φυλακές Αβέρωφ. Κι από εκεί, Καισαριανή…

Πρωί Δευτέρας 4 Ιανουαρίου 1943. Στο λιγόστεμα των μέτρων, σπρώχνει δυο φρουρούς και πηδάει απ’ το καμιόνι. Τον πρόλαβε, πισώπλατα μια σφαίρα. Ετοιμοθάνατος, στήνεται στον «ματωμένο τοίχο». Μαζεύει τα τελευταία του κουράγια: «Ζήτω η Πολωνία, ζήτω η Ελλάδα». Και μετά, αιωνιότητα…

Χρόνια μετά, ο Πολωνός, Στάνισλαβ Βοϊτσκίεβιτς μετέφερε στην ιστορία του σε αφήγημα («Πράκτωρ Νο1»). Και το ’71 στο πανί: «Ιβάνοφ: Μυστικός Πράκτωρ υπ’ αριθ. 1». Αυτός ήταν. Ο Γεώργιος Ιβάνοφ. Η πλέον μυθική φιγούρα στην ιστορία του Ηρακλή. Απ’ το ’28, ποδόσφαιρο. Μετά, κολύμβηση. Και πόλο. Αν η εξίσωση «πόλεμος – αντίσταση – ποδόσφαιρο» ζητούσε κωδικούς, η περίπτωση του «Γέρζι» θα ήταν απ’ τους πρώτους.

«ΜΕ ΤΗΝ ΕΡΥΘΡΟΛΕΥΚΗ ΚΑΤΑΣΑΡΚΑ»
Μπάλα και καλώδια. Χαλάσματα και σκόνη. Πέπλο φόβου, τ’ ανατριχιαστικό θρόισμα της σφαίρας, ριπές εννέα ογδόων στον τοίχο διάσπαρτων Καισαριανών. Αίμα, μοιρολόι, μυρωδιά θανατικού. Αλλά και μεγαλείο ανυπόταχτο, στα κατάβαθα λιπόσαρκων κορμιών.

Σωρός οι ποδοσφαιριστές, που μεσόδιαβα εντάχθηκαν σε ΕΛΑΣ και σε ΕΠΟΝ (οι «νεολαίοι» του ΕΑΜ). Έφτιαξαν ομάδες, βοήθησαν να μείνει αναμμένο το καντήλι και φορώντας το χακί, στόχευσαν ευθεία στη σαπίλα του αγκυλωτού. Ειδικά απ’ το ’43, όταν και «φούντωσε» το κίνημα της εθνικής αντίστασης. Κύρια, στις φτωχογειτονιές του Πειραιά…

Παιδιά του Εθνικού (Μπαντινιώτης, Καλλίτσης, Φερλέμης, Πατινιώτης, Κασισόγλου), του Ατρομήτου (Τσολακίδης)… Φυσικά, του Ολυμπιακού. Ο Αποστολόπουλος, ο Γεωργάτος, ο Μουράτης, ο Δαρίβας, ο Πολίτης, ο Μαλαμόπουλος, ο Αναματερός. Και ο Νίκος Γόδας. Πρόσφυγας, απ’ το Αϊβαλί. Λοχαγός του 5ου Λόχου του ΕΛΑΣ, στην Κοκκινιά, επικεφαλής στη μάχη της 7ης Μαρτίου του ’44, μπροστάρης σε μάχες κατά των Γερμανών στον Πειραιά, στο Πέραμα και, ειδικά, στη διάσωση «της Ηλεκτρικής» (Εταιρείας) από γερμανικό σαμποτάζ, κατά την εκκένωση Αθήνας – Πειραιά.

«Τα χαράματα της 13ης Οκτωβρίου» γράφουν οι Μπογιόπουλος – Μηλάκας («Μια θρησκεία χωρίς απίστους»), «οι Γερμανοί ανατίναξαν τις εγκαταστάσεις της ΣΕΛΛ και πήραν το δρόμο για το ηλεκτρικό εργοστάσιο. Μόλις έφτασαν κοντά, κατέβηκαν απ’ τα φορτηγά και πλησίασαν την είσοδο του εργοστασίου. Εκείνη τη στιγμή δέχθηκαν πυρά μέσα από το εργοστάσιο. Η μάχη ήταν σκληρή, κράτησε δυόμιση ώρες. Νίκη για τα τμήματα του ΕΛΑΣ. Η Ηλεκτρική είχε σωθεί. Ανάμεσα στους λόχους που έδωσαν τη μάχη, ήταν και ο επίλεκτος 5ος λόχος του ΕΛΑΣ. Επικεφαλής του ήταν ένας σπουδαίος ποδοσφαιριστής…».

Τέσσερα χρόνια πιο μετά, το ’48, λίγο μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας, ο Γόδας εκτελέστηκε στο Λαζαρέτο, έξω από την Κέρκυρα. Χρόνια εμφυλίου. Κι άλλος, πλέον, ο εχθρός. Όπως θυμάται ο συγκρατούμενός του, Σταμάτης Σκούρτης, «ο Νίκος ζήτησε να τον εκτελέσουν με την ερυθρόλευκη φανέλα κατάσαρκα…».

Και από δίπλα, παιδιά του Ηρακλή (Λιάρος), Παναθηναϊκού (Γαζής, Παπαντωνίου)… Περίπτωση Μιχάλη Παπάζογλου. Παίκτης, παράγοντας, εμπνευστής του εμβλήματος (τριφύλλι). Φθινόπωρο του ’42, τον έπιασαν. Η συνέχεια, στεφανωμένος μύθος, χαμένος κάπου ανάμεσα σε δύο εκδοχές.

Έλεγε η πρώτη. Τον πετάξαν’ στα μπουντρούμια των φυλακών Αβέρωφ, από εκεί, παριστάνοντας τον τρελό, οδηγήθηκε στο «Αιγινίτειο» και πάνω στη διαδικασία, με τη συνδρομή των (ιδρυτή του Παναθηναϊκού) Γιώργου Καλαφάτη και Δημήτρη Γιαννάτου (πιονέρου του τμήματος μπάσκετ) φυγαδεύτηκε. Η δεύτερη ότι, ύστερα απ’ το «εις θάνατον» μιας δίκης – παρωδία, γλίτωσε με μεσολάβηση του Αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού (μετέτρεψε την ποινή σε 13ετή καταναγκαστικά έργα στην Αίγινα). Η ακριβής ιστορική αλήθεια δεν είναι το απόλυτο ζητούμενο σε τέτοιες περιπτώσεις…

ΣΠΥΡΟΣ ΚΟΝΤΟΥΛΗΣ
Της ΑΕΚ… Ο άσβεστος θρύλος του Σπύρο Κοντούλη. Δευτέρα, 24 Απριλίου 1941, ώρες μετά τον τελευταία αγώνα της ζωής του (2-1 τον Παναθηναϊκό, Κύπελλο Πάσχα). Δραματικός διάλογος στο διαμέρισμα της Πατησίων (του παράγοντα, Σπύρου Σκούρα, κατοχικό κρησφύγετο για πολλούς Κιτρινόμαυρους): «Σπύρο, τρελάθηκες;» Αντιστασιακός από την Κοκκινιά. «Σημειωμένος». Καταδικαστικό, αν έπεφτε σε μπλόκο. «Δεν γίνεται, θα πάω. Να δω τη μάνα μου…».

Φεύγει. «Κάποιο μέσον θα βρεθή. Προχωρεί, Πατησίων για Ομόνοια. Βρίσκει ένα γκαζοζέν. Αν ο Θεός βοηθήση και τραβήξουν τα λάστιχα…». Τράβηξαν. «Αγκάλιασε τη μητέρα του. Βρισκόταν και ο αδελφός του, ο Βασίλης». Τον άλλο, τον Γιάννη, τον έψαχναν οι Γερμανοί. Βρύδυ, το κακό: «Γερμανοί μπλόκαραν το σπίτι, μπήκαν μέσα, σαν τους λύκους. Πήγαν για τον Γιάννη. Δεν ήταν. Και έπιασαν αυτούς που βρήκαν». Ο δρόμος για το Χαϊδάρι…

Εκεί και ο Χριστοδούλου, του Παναθηναϊκού. Μαρτύρησε, μα σώθηκε. Και ο άλλος αδελφός του, ο Βασίλης. Τον σκότωσαν. Και ο Σπύρος;

Στην ΑΕΚ ψάχνουν, ρωτούν, παρακαλούν. Ιούνιος ’44, ταβέρνα του Σεβαστάκη, στην Ιθάκης. Ένα τραπέζι, δύο Γερμανοί αξιωματικοί και πέντε Έλληνες. Σκούρας, Σεβαστάκης (παράγοντες), Μαρόπουλος, Κουτσουλιέρης (παίκτες), Φούσκας (του Απόλλωνα). «Κάτι πάει να γίνη. Οι Γερμανοί δέχονται να εξετάσουν την υπόθεση». Τίποτα… Καθ’ οδόν για την Καισαριανή, είπαν ότι πήδησε απ’ το καμιόνι. «Μπροστά από το Ολυμπιακό Κολυμβητήριο, προς Μετς. Δεν πρόλαβε. Το “στάγερ” τον γάζωσε…»

ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΜΟΝΑΔΩΝ ΚΑΙ ΟΜΑΔΩΝ
Αντίσταση μονάδων. Κι αντίσταση ομάδων. Απ’ τα κρυφά ραδιόφωνα σε αποδυτήρια και γραφεία, με σταθερό το σήμα BBC και την έκδοση πολυγραφημένων φυλλαδίων (καταγράφεται σχετική δράση σ’ ένα σωρό ομάδες), έως τη «μητερούλα» ΕΕΑ. Η περίφημη Ένωση Ελλήνων Αθλητών. Το trademark σύμβολο στήριξης των αθλητών στα χρόνια από ατσάλι. Αναξιοπαθούντες, άποροι, φυματικοί που ξερνούσαν αίμα στα νεκροκρέβατα του «Σωτηρία».

Το άρχισαν οι «στιβικοί». Του Γρηγόρη Λαμπράκη. Η μπάλα «μπήκε» απ’ το ’42. Με «πυρήνα», μια ιστορία – έμβλημα… Φθινοπωράκι. Προσβλέποντας στη μαζικοποίηση της ΕΕΑ, κανονίζεται στη Λεωφόρο αγώνας ΑΕΚ – Παναθηναϊκού. Θα εξελισσόταν στην πρώτη (σημειολογικά, αλλά και ουσιαστικά) έκφραση αθλητικής αντίστασης στα χρόνια της φωτιάς. Χρόνια μετά, ο μεγάλος Κλεάνθης Μαρόπουλος κατέθετε διήγηση: «Γέμισε ασφυκτικά το γήπεδο. Πάνω από 15.000 μέσα, πολλοί απ’ έξω. Λίγο πριν απ’ τον αγώνα, όπως είχαμε συμφωνήσει, φτιάξαμε μια επιτροπή από ποδοσφαιριστές –εγώ και ο Τζανετής από την ΑΕΚ, ο Κρητικός απ’ τον Παναθηναϊκό- και πήγαμε στο γραφείο του Απόστολου Νικολαϊδη…».

Το αίτημα, συγκεκριμένο: η διάθεση μέρους των εισπράξεων για τους φυματικούς του «Σωτηρία». Το «πικ» της ιστορίας… Άρνηση, επιπλέον ορισμός –ως διαιτητή- ενός Αυστριακού «κατοχικού» αξιωματικού. Μαθαίνεται. Η «έκρηξη»… «Αποφασίσαμε να μην παίξουμε. Θα ήταν σαν να συμφωνούσαμε με τους κατακτητές. Βγήκαμε, λοιπόν, έξω οι ομάδες, χαιρετίσαμε τους φιλάθλους και ανεβήκαμε στις εξέδρες, εξηγώντας τι είχε γίνει. Ο κόσμος δέχτηκε τις εξηγήσεις μας, αλλά αυτό που επακολούθησε…».

Χιλιάδες λαού μπαίνουν στον αγωνιστικό χώρο, ξερνούν θυμό. Σπάνε τις ξύλινες εξέδρες, ξεριζώνουν τα δοκάρια, καταστρέφουν ό,τι καταστρέφεται, ενώ συνθήματα, βρισιές και απειλές εκσφενδονίζονται «κατά των υπαιτίων» με ταχύτητα Μιράζ. Μπροστά στα (ήδη) παρατεταμένα «Λούγκερ» των κάθιδρων Γερμαναράδων. «Γρήγορα», συνεχίζει ο Μαρόπουλος, «σχηματίστηκε αντιφασιστική διαδήλωση που έφθασε μέχρι την Ομόνοια. Διαλύθηκε μόνο με την εμφάνιση των γερμανικών δυνάμεων…».

«ΖΗΤΩ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ»
Φθάνοντας στη λεφτεριά, αρχές Οκτώβρη του ’44, στον τοίχο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας, εμφανίζεται γραμμένο με άσπρη κιμωλία: «Την προσεχή Κυριακή μέγας ποδοσφαιρικός αγών Παναθηναϊκού – Αγγλικής Αεροπορίας. Ζήτω η Ελευθερία!» Και παράλληλα, στον ιστό του γηπέδου, υψωμένη η γαλανόλευκη.

Στο γραφείο του δημάρχου Αθηναίων, Γεωργαντά φθάνει ένα έγγραφο: «Λαμβάνω την τιμή να σας γνωστοποιήσω ότι υπό την ιδιότητά μου ως διευθυντού του Γυμναστηρίου του Παναθηναϊκού Α.Ο. ύψωσα εν αυτώ σήμερον 8 Οκτωβρίου 1944 και ώραν 7ης π.μ. την Ελληνικήν Σημαίαν». Υπογραφή, Αντώνης Βρεττός. Απέναντι, πίσω απ’ τα σίδερα των φυλακών Αβέρωφ, οι πατριώτες γιόμιζαν κουράγιο… Σε λίγο θα «ξημέρωνε»…

Ακολουθήστε στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις αθλητικές ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Αθλητικές Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, από