Ο Ολυμπιακός «απάντησε» στους επικριτές του, για την παθητική εικόνα του στο Καμπ Νου με αντίπαλο την Μπαρσελόνα των δέκα παικτών, επικρατώντας του ΠΑΟΚ στο Καραϊσκάκη κι έδειξε ότι ακόμα έχει τον τρόπο να παίρνει τέτοιου είδους ντέρμπι κόβοντας παράλληλα τα «φτερά» του «δικέφαλου». Το παιχνίδι ήταν κακό από πλευράς θεάματος, αλλά ακόμα κι έτσι […]
Ο Ολυμπιακός «απάντησε» στους επικριτές του, για την παθητική εικόνα του στο Καμπ Νου με αντίπαλο την Μπαρσελόνα των δέκα παικτών, επικρατώντας του ΠΑΟΚ στο Καραϊσκάκη κι έδειξε ότι ακόμα έχει τον τρόπο να παίρνει τέτοιου είδους ντέρμπι κόβοντας παράλληλα τα «φτερά» του «δικέφαλου». Το παιχνίδι ήταν κακό από πλευράς θεάματος, αλλά ακόμα κι έτσι προκύπτουν θέματα προς συζήτηση…
Η επιστροφή του Σισέ!
Από το 2012, που ο Όλοφ Μέλμπεργκ αποφάσιζε να εγκαταλείψει τον Ολυμπιακό για λογαριασμό της Βιγιαρεάλ, οι ερυθρόλευκοι ψάχνουν αγωνιωδώς, αλλά και μάταια, τον αντικαταστάτη του. Η ηγετική προσωπικότητα του Σουηδού λείπει εδώ και χρόνια από την ομάδα και ακόμα και η παρουσία του εκρηκτικού και ταχυδυναμικού Κώστα Μανωλά δεν στάθηκε ικανή να καλύψει το κενό της εμπειρίας και των τοποθετήσεων του Μέλμπεργκ. Σιόβας, Σαντάνα, Μποτία, Ντα Κόστα, Βιάνα είναι μερικοί από αυτούς που προσπάθησαν να… μπουν στα παπούτσια του και είτε κατάφεραν «μια τρύπα στο νερό» είτε δεν μπόρεσαν επ’ ουδενί να φτάσουν στο επίπεδο του. Η απόκτηση του σχεδόν δίμετρου Παπέ Αμπού Σισέ το καλοκαίρι αποτέλεσε την τελευταία προσπάθεια της διοίκησης του Ολυμπιακού να πέσει διάνα στην επιλογή της.
Έχοντας παραστάσεις μόνο από την δεύτερη κατηγορία της Γαλλίας με την φανέλα της Αζαξιό, ο Σενεγαλέζος παρουσίασε μια πολύ ενθαρρυντική εικόνα στα φιλικά προετοιμασίας μέχρι που ο Μπέσνικ Χάσι αποφάσισε να τον… εξαφανίσει. Ο Χάσι έφυγε, ο Σισέ επέστρεψε και η παρουσία του στη «μάχη» με τον ΠΑΟΚ κάνει τους ανθρώπους της ομάδας να αισιοδοξούν. Έξυπνες και επίκαιρες τοποθετήσεις, προσπάθεια να βγει πρώτος στην μπάλα μπροστά από τον αντίπαλο, δίχως να τον αφήνει να γυρνάει μέτωπο προς την εστία και μεγάλος διασκελισμός, ο οποίος τον κάνει να φαίνεται πιο γρήγορος απ΄ ότι είναι στην πραγματικότητα, και ικανότατος στο ψηλό παιχνίδι είναι τα βασικά χαρακτηριστικά του, που «εξαφάνισαν» τον Πρίγιοβιτς από το γήπεδο.
Πιστώνεται δε και με την επέμβαση του στην εκπνοή του ματς στερώντας τη χαρά του γκολ από τον Βαρέλα και σώζοντας δύο βαθμούς για την ομάδα του. Μέλμπεργκ ακόμα μπορεί να μην είναι, αλλά μετά τον Μανωλά είναι ότι καλύτερο έχει αποκτήσει ο Ολυμπιακός σε ατομικά χαρακτηριστικά στόπερ τα τελευταία χρόνια. Και ίσως αργότερα αποτελέσει και την επόμενη ακριβή πώληση του κλαμπ σε ομάδα του εξωτερικού. Τα μόλις 22 του χρόνια του επιτρέπουν να ονειρεύεται…
Η «κατάρα» του ΠΑΟΚ στην Αθήνα στοιχειώνει και τον Πρίγιοβιτς
Σ΄ ένα ακόμα εκτός έδρας παιχνίδι ο Αλεξάνταρ Πρίγιοβιτς απογοήτευσε με την απόδοση του. Ο άνθρωπος που προσφάτως έστειλε την Σερβία στα τελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου στη Ρωσία, ακολουθεί τη μοίρα του ΠΑΟΚ όταν κατεβαίνει στο λεκανοπέδιο και όχι μόνο. Άφαντος στον αγωνιστικό χώρο, χωρίς ίχνος ενέργειας και του καλώς εννοούμενου «τσαμπουκά» που βγάζει στην Θεσσαλονίκη, άφησε τον Σισέ να τον καταπιεί, με εξαίρεση τη φάση του 89’. όταν έστρωσε με το κεφάλι στον Βαρέλα, στη μεγάλη ευκαιρία των φιλοξενούμενων.
Η δυσκολία που φαίνεται να έχει στις συνεργασίες του με τους συμπαίκτες του μακριά από την περιοχή, όταν ο ΠΑΟΚ δεν έχει την κατοχή της μπάλας, περισσότερο σχετίζεται με την αδυναμία της ομάδας του να αναπτυχθεί ορθολογικά και λιγότερο με κάποιο δικό του έλλειμμα. Ναι, είναι μεν φορ περιοχής, αλλά όχι ότι του λείπει δα και η τεχνική κατάρτιση, για να ανταπεξέλθει σε διαφορετικές συνθήκες αγώνα. Το αντίθετο μάλιστα! Το δείχνουν και οι αριθμοί . Από τα 17 γκολ που έχει πετύχει στην Ελλάδα, μόλις τα δύο είναι σε εκτός έδρας ματς, την ώρα που από τα 68 γκολ καριέρας μέχρι την άφιξη του στην χώρα μας, τα 42 τα είχε βάλει ως φιλοξενούμενος!
Το «μυαλωμένο» παιχνίδι του Κούρτη!
Μπορεί να μην έχει την τρομακτική ικανότητα που είχε ο Μαζουακού στο επιθετικό κομμάτι του παιχνιδιού, αλλά ο Λεονάρντο Κούρτης σπάνια θα αφήσει τον Ολυμπιακό ακάλυπτο στα μετόπισθεν και θα τα… φέρει βόλτα και μπροστά. Ο Ελληνοβραζιλιάνος αριστερός μπακ στα 22 του χρόνια μοιάζει πολύ πιο ώριμος από την ηλικία του στον αγωνιστικό χώρο, «διαβάζει» πολύ καλά το παιχνίδι προκειμένου να καταλάβει πότε μπορεί να ανέβει ψηλά και πότε όχι, χωρίς να κινδυνεύσει να εκτεθεί και δεν υπήρξε ποτέ «ψαρωμένος» στον Ολυμπιακό, παρά το γεγονός πως πριν από ένα χρόνο έπαιζε στον διαλυμένο Εργοτέλη.
Από τα φιλικά του καλοκαιριού κιόλας άρχισε να καταθέτει τα διαπιστευτήρια του και φάνηκε για πού πάει το πράγμα. Η ταχύτητα του τον βοηθάει στην γρήγορη μετάβαση από την άμυνα στην επίθεση και το αντίθετο. Με σωστές ποδοσφαιρικές βάσεις εξ αιτίας της θητείας του, από τριών μόλις ετών (!)σε ακαδημίες ποδοσφαίρου στην πατρίδα της μητέρας του, είχε την τύχη να συνεργαστεί σε μικρή ηλικία με τον Γιάννη Πετράκη τόσο στην Κρήτη όσο και στον Πας Γιάννινα. Αν ο Ολυμπιακός θέλει να «χτίσει» ελληνικό κορμό, έχει βρει ήδη το ένα μέλος του!
Ο «άθλος» της Εθνικής ομάδας!
Όταν σ’ ένα από τα μεγαλύτερα ντέρμπι του ελληνικού πρωταθλήματος, το θέαμα είναι τόσο χαμηλού επιπέδου, με αποτέλεσμα ο νικητής να κρίνεται από μια… γονατιά, αντιλαμβάνεται κανείς την δυσκολία του Μίχαελ Σκίμπε, του Κλαούντιο Ρανιέρι, του Φερνάντο Σάντος και του Ότο Ρεχάγκελ παλιότερα, να φτιάξουν ένα αξιόμαχο αντιπροσωπευτικό συγκρότημα. Συνεχείς διακοπές, ελάχιστος « καθαρός» χρόνος μπάλας, καμιά πενηνταριά φάουλ, «τσαπατσούλικες» επιθέσεις, πολλές λάθος μεταβιβάσεις και καπνογόνα συνέθεσαν ένα ακόμα απογοητευτικό σκηνικό στο ταλαιπωρημένο ελληνικό ποδόσφαιρο!
Τι κι αν οι περισσότεροι απ’ αυτούς που αγωνίστηκαν στο Καραϊσκάκη ήταν ξένοι; Ο ΠΑΟΚ δεν είχε Έλληνα ούτε για δείγμα και ο Ολυμπιακός παρατάχθηκε με Φορτούνη, Κούτρη και Ανδρούτσο. Για τον φορμαρισμένο Πέλκα δεν υπήρχε χρόνος, αλλά και αυτός όπως και τα υπόλοιπα ελληνόπουλα των ομάδων σε τέτοιο περιβάλλον ανδρώνονται ποδοσφαιρικά και φυσιολογικά μένουν στάσιμα στην συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων. Ακόμα κι όσοι φεύγουν στο εξωτερικό δύσκολα βγάζουν από πάνω τους τα ελληνικά «κουσούρια» κι αν τα καταφέρουν ακούν περί επιστροφής στην Ελλάδα και ακολουθούν τη μέθοδο… «στρίβειν δια του αρραβώνος». Κι εμείς μένουμε να «απαιτούμε» από την Εθνική νίκες και προκρίσεις, που συνήθως μάλιστα, κατά ένα περίεργο τρόπο, έρχονται τα τελευταία χρόνια, αλλά κυρίως να γκρινιάζουμε για το έλλειμμα θεάματος και επιθετικού ποδοσφαίρου από ένα σύνολο παικτών που μαζεύονται μαζί μερικές μέρες το χρόνο!