Ο Ανδρέας Γιαννιώτης αναγκάστηκε να ακολουθήσει τον δύσκολο δρόμο και πλέον πορεύεται βλέποντας μπροστά του την ευκαιρία να προσπεράσει μύθους
Αν υπάρχει μια καλή παρακαταθήκη του Πάμπλο Γκαρσία στη rock κουλτούρα του ελληνικού ποδοσφαίρου, πέρα απ’ τις φαρμακερές ατάκες και τις σαρκοβόρες «τσίτες» του, έχει να κάνει με την εξέλιξη σε trend εκείνης της σοφής κουβέντας που κάποτε χάραξαν στο δέρμα του δύο δράμια μπλε μελάνης: «Caer estα permitido, levantarse es obligatorio»… «Επιτρέπεται να πέσεις, επιβάλλεται να σηκωθείς…».
Κατεγράφη, έκτοτε, στη λαϊκή συνείδηση ως ο ύμνος της «ρεβάνς». Γράφτηκε, κατά κόρον, σε πληκτρολόγια και χειρόγραφα, έδωσε ψωμί σε tattoo artists, έγινε βολικό κλισέ στις κουβέντες τις παρέας. Η «ρεβάνς»… Με κύρια συστατικά, δουλειά και καρτερία. Συχνά, μπόλικη. Ετών. Τα… χρόνια της υπομονής, που έγραψε ο Μάνος Ελευθερίου, τραγούδησε ο Νταλάρας και, στη σύγχρονη ποδοσφαιρική τους «διασκευή» (ένα «πειραγμένο» σίκουελ με ακούρδιστο ρυθμό εξέδρας), βάλθηκε ν’ αποθεώσει ένας ψηλός, με εξαιρετικά ρεφλέξ και ολίγον acrobatic style και σκούφια τον ηρωικό Αχινό Σερρών. Aνδρέας Γιαννιώτης, η αυτού εξοχότης…
ΑΓΓΙΖΕΙ ΤΑ ΡΕΚΟΡ ΤΩΝ ΜΥΘΩΝ
Για την ποδοσφαιρική επικαιρότητα, ο λόγος της (δόκιμης) «αγιογραφίας» του 24χρονου πρωταγωνιστή της εντυπωσιακής πορείας του Ατρομήτου, περπατάει επιδέξια ανάμεσα σε ουσία και αριθμούς: απ’ την 3η αγωνιστική που πήρε γάντια βασικού στο Περιστέρι, μηδέν παθητικό – αυτό που οι Εγγλέζοι έχουν το χούι να αποκαλούν «clean sheet».
Επτά αγώνες. Ή, άλλως, 630 αγωνιστικά λεπτά (ξέχωρα τα… ψιλά, στα χασομέρια), new kid σ’ ένα (κλειστό) keeper block.
Ήδη, η υπέρβαση ενός Νίκου Σαργκάνη (625’) περιποιεί τιμή. Με άλλα 20′ μπαίνει δεκάδα (650’ ο Σαββουλίδης του ΠΑΟΚ απ’ το 1971-’72), με 39’ περνάει και τον Αντώνη Μανίκα του Πανιωνίου (669’ απ’ το 1986-’87) και με άλλο ένα καθαρό 90λεπτο ταΐζει σκόνη (και) τους Μέγερι (668’ με τον Ολυμπιακό το 2011-’12), Τζανετουλάκο (697’ με την Παναχαϊκή το 1972-’73) και (ξανά) Μέγερι (712’ με τον Ολυμπιακό και πάλι το 2011-’12). Βάζοντας, πια, πλώρη για την all time πεντάδα και «τρέχοντας» το δεύτερο μισό μιας «διαδρομής», που στο κορυφαίο της σκαλί έχει τα (αξεπέραστα) 1.088’ του Τάκη Οικονομόπουλου απ’ το παναθηναϊκό αήττητο του 1964-’65.
ΣΤΑΘΕΡΗ ΛΕΖΑΝΤΑ: «ΔΑΝΕΙΣΜΟΣ»
Από μόνο του, εντυπωσιακό. Συνδυαστικά με το πώς μπήκε η σεζόν για τον Γιαννιώτη, περισσότερο. Μετά από μια εξαιρετική σεζόν στον Πανιώνιο, καλοκαίρι, επιστρέφει στο Λιμάνι. Βγάζει όλη την προετοιμασία του Ολυμπιακού ως δεύτερος, πίσω απ’ τον Καπίνο και πάνω που αρχίζει να «χτίζει» την πεποίθηση πως φέτος η ευκαιρία (έστω, κατ’ αρχήν ως δεύτερος) μοιάζει να του κλείνει πειστικά το μάτι, προκύπτει… Χάσι!
Η έλευση του Σίλβιο Προτό, τον αφήνει (πάλι) στον αέρα. Αρχές Σεπτέμβρη, τελευταία ημέρα των μεταγραφών, ο Γιαννιώτης βρίσκεται (σχεδόν) στα πιτς. Τελικώς, η «σανίδα» βρίσκεται: Ατρόμητος (όπως και για τον Ρισβάνη, αλλά και τους Ουάρντα και Χατζηϊσαϊα, που επίσης «δεν έκαναν» στον ΠΑΟΚ). Και η συνέχεια, γνωστή. Ένα μικρό, στρογγυλό «Μπεν Χουρ». Η «ρεβάνς» του tattoo «…es obligatorio», η δικαίωση των… χρόνων της υπομονής του Ελευθερίου.
Χρόνων, είπες; Nαι. Μην ξεγελά το (μόλις) ολιγοήμερο του προφανούς (αρχές Σεπτέμβρη- τέλη Οκτώβρη). Η «ερυθρόλευκη», η ολυμπιακή συνθήκη του Γιαννιώτη, αυτό το νευρικό, μονότονο, αμήχανο τραμπάλισμα ανάμεσα στη φιλοδοξία (του «να παίξω»), την προσπάθεια, τη «διάψευση» και τον κόπο της επιστροφής, βαστά αισίως πενταετία. Απ’ το 2012, που οι πρωταθλητές επενδύοντας στις καταπληκτικές εμφανίσεις του τότε 18χρονου με τον Εθνικό Γαζώρου στη Football League 2 (MVP της σεζόν), έσπευσαν να τον «δέσουν» στο Λιμάνι (τότε, πίσω από Μέγερι και Κάρολ). Αλλά…
Έλευση μεν, άφημα δε (Ρομπέρτο παρόντος, όχι ακριβώς παράλογο). Με σταθερή λεζάντα, μία λέξη: «δανεισμός». Πρώτα (2013) ήταν η Γλυφάδα. Μετά, (2014) ήταν ο Φωστήρας. Κατόπιν (2014-’15) ο ΠΑΣ Γιάννινα. Την τελευταία διετία (2015-’17), ο Πανιώνιος. Παντού, από… Γ’ έως Ευρώπη, ο Γιαννιώτης έπαιξε (πάνω από 50 επίσημα ματς). Καλά. Πολύ καλά. Τόσο, που τον περασμένο Ιούνιο (απόρροια της καταπληκτική του σεζόν στη Νέα Σμύρνη) ανάγκασε τον Σκίμπε να τον φωνάξει Εθνική!
Γι’ αυτό κι επέστρεψε, το καλοκαίρι, Ρέντη. Ήταν η πρώτη, ίσως, φορά που ο άλλοτε φέρελπις πιτσιρικάς του Θρακικού Άνω Μητρουσίου πίστεψε ότι θα ολοκλήρωνε το συμβόλαιό του (ως το 2019) ενταγμένος κανονικά στην κοινωνία των Πρωταθλητών. Την ώρα που άλλα, πιο αισιόδοξα σενάρια, έκαναν λόγο και για πιθανή επέκταση του deal, ίσαμε το 2021.
ΠΕΙΣΜΑ, ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ- ΜΕΓΑΛΕΙΟ, ΡΕΚΟΡ, ΚΟΡΥΦΗ!
Τα σχέδια των ανθρώπων, το γέλιο του Θεού… Και η «νέα εποχή» πήρε άλλη ρότα: του απότομου. Του λιγότερο «ομαλού». Όχι υπομονετικό, σταδιακό, αλλά γρήγορο, αστραπιαίο, «πήγαιν’- έλα» απ’ το άσπρο στο μαύρο. Ούτε επέκταση, ούτε εξάντληση του συμβολαίου, ούτε καν νέος δανεισμός (πόσο, εξάλλου, να κάλυπτε, πλέον, και τον ίδιο;). Το άλλο άκρο: Λύση! Μπαμ- μπαμ. Το (θεωρητικό) ναδίρ.
Αλλά και ούτε «χάσιμο», ούτε παράτημα, ούτε απογοήτευση. Το άλλο άκρο: Πείσμα! Εμφανίσεις- μεγαλείο! Ρεκόρ! Και κορυφή! Το (θεωρητικό) ζενίθ. Σαν ασανσέρ που ανεβοκατεβαίνει χοροπηδώντας, όχι με τον ρυθμό που επιβάλλουν οι κανόνες ασφαλείας. Αλλά με τα φρένα του σπασμένα.
Κατά έναν άτυπο κανόνα, όταν μια κατάσταση μοιάζει να πατά τα τέλμα, η λύση είναι μία: ή η ανούσια διαιώνιση ή η ριζική διαφοροποίηση. Η δυνητικά αναζωογονητική, η δυνητικά ικανή να φανερώσει πιο καθαρά, από μεγαλύτερη απόσταση, αλήθειες…
Τις τελευταίες μέρες, η σκέψη για επιστροφή Γιαννιώτη (ακόμη και από Γενάρη – οι πρωταθλητές έχουν τον πρώτο λόγο) κόβει τακτικότατα βόλτες εντός των «ερυθρόλευκων» τειχών. Κάποιοι, το θεωρούν ακόμη και (περίπου) δεδομένο. Θα είναι, αν συμβεί, το τρίτο απότομο μετακαλοκαιρινό του super fact. Το τρίτο push the button στο προσωπικό του «χαλασμένο» ασανσέρ.
Γι’ άλλους, θα έμοιαζε επικίνδυνο. Μα, μοναχά γι’ αυτούς που τη «διαχείριση κρίσεων» τη γνωρίζουν μόνο θεωρητικά, ως λήμμα λεξικού. Ο ίδιος, πάλι… Μέχρι τότε (αν γίνει, ό,τι γίνει) συνεχίζει να απολαμβάνει. Τις μέρες τις καλές. Κι αυτή την όμορφη ποδοσφαιρική ιστορία, που γράφεται εσχάτως στο (τελευταία) πιο ‘λιόφωτο ξημέρωμα των δυτικών συνοικιών…