«Πήγα για τρίτη φορά στον άλλο κόσμο και δεν μου άρεσε καθόλου! Χωρίς σκηνικά, απέραντη μοναξιά και μύριζε αλβανική φούντα. Κάθισα ένα τέταρτο και όπου φύγει φύγει πίσω στο μπουρδέλο. Σε καμιά δεκαριά μέρες επιστρέφω στις πίστες!!! (Πρώτα ο γιατρός)».
Αυτό ήταν το τελευταίο μήνυμα του τραγουδοποιού, ερμηνευτή και performer Τζίμη Πανούση στην προσωπική ιστοσελίδα του ακριβώς πριν ένα μήνα και μία εβδομάδα: 7.XII. 2017.
Αυτή η τάση εξορκισμού του θανάτου με το οικείο ανατρεπτικό χιούμορ του που όλα τα έκανε κόσκινο, μα που δυστυχώς δεν πετυχαίνει πάντα. Διότι ο θάνατος όταν στην έχει στημένη στη γωνία δεν χαμπαριάζει από πνευματώδη καλαμπούρια. Και η αλήθεια είναι πως ο Πανούσης φλέρταρε άσχημα με το θάνατο.
Είχε προηγηθεί η κατάρρευση του από κολπική μαρμαρυγή στο Κύτταρο, κατά τη διάρκεια των τελευταίων παραστάσεων του. Εκεί που μάθαμε ότι οι νοσοκόμοι τον επανέφεραν με απανωτά ηλεκτροσόκ, καθώς η καρδιά του πάθαινε ανακοπές κατά τη μεταφορά του στο νοσοκομείο.
Το παράδοξο είναι πως ο χαρισματικός και μοναδικός αυτός Έλληνας καλλιτέχνης είχε τον…ακάθιστο.
Ενώ για οποιονδήποτε άλλον ασθενή στην κατάσταση του, θα ήταν απαγορευτική κάθε άλλη δραστηριότητα, τουλάχιστον για ένα πρώτο μεγάλο διάστημα, εκείνος είχε ήδη δρομολογήσει για τον επερχόμενο Μάρτιο τη συνέχιση των παραστάσεων του.
Θυμάμαι τώρα τα δικά του λόγια σε εκείνη τη συνέντευξη που μου είχε δώσει τον περασμένο χρόνο: «Δεν μπορώ να μην κάνω τίποτα, δεν μπορώ να κάθομαι σπίτι και να σκέφτομαι τον αδερφό μου που τον έχασα από καρκίνο ή σε τι κόσμο μεγαλώνουν τα παιδιά μου. Για τους άλλους το κάνω, όχι για μένα, μου έλεγε και το ύφος του ήταν τρομακτικά σοβαρό, καμιά σχέση μ’ αυτό του διασκεδαστή και του χαβαλετζή. Τον θυμάμαι τον Τζίμη Πανούση προ 10ετίας στο Κύτταρο πάλι μαζί με τον κουμπάρο του, τον στιχουργό και συγγραφέα Σωτήρη Κακίση. Δεν μιλούσε σχεδόν καθόλου, κοιτούσε μόνο τους ομοτράπεζούς του και ρουφούσε πληροφορίες, χρήσιμες και άχρηστες, σαν σφουγγάρι.
Ανέκαθεν εκτιμούσα αυτούς τους ανθρώπους, τους ευφυείς και λιγομίλητους, τους παρατηρητές. Εκεί μπόρεσα να καταλάβω την εκτίμηση που του είχε σε ανθρώπινο επίπεδο ο Μάνος Χατζιδάκις πέραν του ταλέντου του. Αργότερα μου το επιβεβαίωσε και ο ίδιος.«Τι να έλεγα δίπλα στον Χατζιδάκι και τον Γκάτσο; Απλά τους πρόσεχα και γέμιζα μπαταρίες».
Γεννημένος από γονείς πρόσφυγες στην Αθήνα τον Φεβρουάριο του 1954, ο Πανούσης μεγάλωσε στον Χολαργό κι από τα γυμνασιακά του χρόνια ανακατεύτηκε με τα μουσικά συγκροτήματα. Το 1973, στα 19 του, σε εποχές έντονης πολιτικοποίησης, ακολούθησε έναν περιοδεύοντα θίασο – από αγγελία, όπως πάλι χαριτολογούσε ο ίδιος. Σε μία όμως από εκείνες τις πρώτες καλλιτεχνικές περιπλανήσεις του, συνεργάστηκε με τον σκηνοθέτη Δήμο Αβδελιώδη στον Ερωτόκριτο.
Η οικονομική ανασφάλεια τον οδήγησε να γίνει υπάλληλος της Εθνικής Τράπεζας, απ’ την οποία όμως δήλωσε παραίτηση ύστερα από λίγο καιρό. Είχε άλλα στο μυαλό του. Τον συνάρπαζαν τα μυστήρια του ροκ με όλο αυτό το μεταχίπικο κλίμα που είχε δημιουργηθεί σιγά – σιγά από την Πλάκα μέχρι τα Εξάρχεια, όχι παραπέρα.
«Αντάρτικα παίζαμε ως αριστεροί απ’ τα γεννοφάσκια μας και ροκ του Zappa, των Stones και του Cat Stevens ως ροκάδες», όπως δήλωνε κατά καιρούς στο παρελθόν. Το 1977 εμφανίζεται στην «Αρχιτεκτονική» με το συγκρότημα του, τις θρυλικές Μουσικές Ταξιαρχίες, που είχαν φτιαχτεί πάνω – κάτω το ίδιο διάστημα και εμφανιστεί σε underground εκδηλώσεις. Ακόμα από το σχήμα περνούσαν πολλοί και διάφοροι μουσικοί σαν τον Γιάννη Γιοκαρίνη, τον Άκη Περδίκη, τον Πιέρ Χωρέμη κ.α.
Οι οριστικές Μουσικές Ταξιαρχίες θα αποτελούνταν τελικά από τον ίδιο, τον Γιάννη Δρόλαπα στην κιθάρα, τον συχωρεμένο Βαγγέλη Βέκιο στα τύμπανα, τον Δημήτρη Παπανικολάου στο πιάνο, τον Βαγγέλη Van Σβάρνα στο σαξόφωνο και τον Δημήτρη Δασκαλοθανάση στο μπάσο – ο τελευταίος σήμερα ζει μόνιμα στο Παρίσι και είχε αντικαταστήσει στο συγκρότημα τον πρώτο μπασίστα, τον γνωστό συνθέτη Άκη Δαούτη.
Οι Μουσικές Ταξιαρχίες ξεκινάνε το 1979 τα live στο Skylab, όπου μένουν για ένα χρόνο και ταυτίζονται με το συγκεκριμένο ροκ κλαμπ. Τον ίδιο καιρό κυκλοφορούν και το διαβόητο Disco Tsoutsouni, την παράνομη κασέτα τους με τα τραγούδια καλυμμένα από τους τίτλους σινεφιλικών ταινιών. Ανάμεσα τους και το Ερωτικό (το Κι εγώ σ’ αγαπώ γ@μώ το Χριστό μου) που έβαλε μπουρλότο στα θεμέλια του έρωτος ως ιδιοκτησιακή μικροαστική συνθήκη και που ακόμη είναι απορίας άξιον πως κυκλοφόρησε κανονικά στο πρώτο άλμπουμ των Μουσικών Ταξιαρχιών από την κραταιά MINOS εν έτει 1982.
Ένα χρόνο μετά, άλλωστε, δεσμευμένοι με συμβόλαιο στη MINOS, ο Πανούσης και το συγκρότημα του μετονομάζονται σε Alamana’ s Bridge και ηχογραφούν δύο κομμάτια στην ανεξάρτητη συλλογή ελληνικού ροκ με τίτλο »Made in Greece Vol. 1» – ένα απ’ αυτά τα κομμάτια ήταν και το »Sta Salona sfazoun frikia» που το τραγουδούσε ο Νίκος Γκίνης από το Σύνδρομο, αν τα λέω σωστά τώρα, και που υπήρξε αγαπημένη μουσική επιλογή της ηθοποιού και ποιήτριας Κατερίνας Γώγου.
Με τις Μουσικές Ταξιαρχίες ο Πανούσης έκανε και άλλους δύο δίσκους, το »Αν η γιαγιά μου είχε ρουλεμάν» (1984) και το θρυλικό »Hard core» (1985, Live από το Κύτταρο). Τα πράγματα όμως δεν έδειχναν να πηγαίνουν καλά σε »συνεταιρικό» επίπεδο.
Να τι είχε πει ο Πανούσης στο περιοδικό ΠΟΠ+ΡΟΚ, Απρίλιο του 1984: «Δεν ξέρω πόσοι το έχουνε καταλάβει, οι Μουσικές Ταξιαρχίες είναι μια μπλόφα.Κάτι δηλαδή πήγαινε να γίνει, αλλά άμα δεν υπάρχει υποδομή δεν γίνεται τίποτα. Γίνανε προσπάθειες να λειτουργήσει το συγκρότημα και με άμεση δημοκρατία και με δημοκρατικό συγκεντρωτισμό χωρίς αποτέλεσμα. Αφού η μοναδική δουλειά που γίνεται συλλογικά είναι η ενορχήστρωση των τραγουδιών που γράφω εγώ που έχω την ευθύνη και για όλα τα υπόλοιπα, δεν μας έμενε παρά το σύστημα της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, του ΚΥΝΟβουλευτισμού με όλα τα επακόλουθα π.χ. οι διαρροές. Να φεύγει δηλαδή κάποιος όπως έφυγε ο Μπουλούκος από το ΠΑΣΟΚ.
Απ’ την άλλη βέβαια δημιουργείται κι ένας υγιής θεατρικός πυρήνας άσχημων γυναικών με την επωνυμία «το θέατρο του κώλου». Βέβαια είναι ακόμα νωρίς για περισσότερες λεπτομέρειες».
Πρώτος προσωπικός του δίσκος στη MINOS, ως Τζίμης Πανούσης πλέον, ήταν το θρυλικό »Κάγκελα παντού» του 1986 για ν’ ακολουθήσει το »Χημεία και τέρατα» το ΄87. Είναι η ίδια περίοδος που ο Μάνος Χατζιδάκις δηλώνει την εκτίμηση του στον Πανούση (σε συνέντευξη του στην Αλίκη Βουγιουκλάκη στο ραδιόφωνο του ΑΝΤ1), ενώ δεν διστάζει να προμοτάρει τα προγράμματα του καλλιτέχνη στο »Μετρό».
Τη σαιζόν 1987 – 88 ο Χατζιδάκις καλεί δύο γκεστ στα προγράμματα που έστηνε με τους δικούς του καλλιτέχνες στον Σείριο, στο ZOOM: Τη Μαρίζα Κωχ και τον Τζίμη Πανούση. Θυμάται χαρακτηριστικά η Κωχ: »Πρώτα έβγαινε ο Πανούσης με το συγκρότημα του και μετά εγώ με το δικό μου συγκρότημα στα μελοποιημένα ποιήματα του Βάρναλη. Ο Χατζιδάκις γελούσε πολύ που ο Τζίμης έμπαινε μέσα στο ντεκόρ του Αργυράκη, ένα περίπτερο, και πουλούσε τάχα μου τσίχλες και εφημερίδες στους θαμώνες.
Δεν θα ξεχάσω μια μέρα που φόραγε άσπρο κολάν, το οποίο έγινε ξαφνικά κατακόκκινο. Είχε θέμα με τις αιμορροΐδες του ο Τζίμης. Έχασε κάθε κέφι και κάθε τάση για χαβαλέ, αποχώρησε και μου ζήτησε ευγενικά να καλύψω και το δικό τους πρόγραμμα»…Ο Πανούσης σύντομα αρχίζει να γίνεται κάπως σαν mainstream. Εκτός της συμπάθειας που του είχε ο Χατζιδάκις, είχε βγει και στην περίφημη εκπομπή »Ζήτω το ελληνικό τραγούδι» του Διονύση Σαββόπουλου.
Η δεκαετία του 1990 είναι αυτή της απόλυτης καθιέρωσης, των μεγάλων νυχτερινών μαγαζιών, των πολλών τηλεοπτικών συνεντεύξεων, αλλά και της εκτίναξης της δημιουργικότητας του. Το 1995 εμφανίζεται στον »Ηνίοχο» του Αλέξη Δαμιανού και το 1999 στο »Safe Sex» των Ρέππα – Παπαθανασίου ως παπάς. Η κινηματογραφική του καριέρα, βέβαια, παραμένει ταυτισμένη με τον αλησμόνητο καλτ »Δράκουλα των Εξαρχείων» (1981) του Νίκου Ζερβού.
Ταυτόχρονα είναι η περίοδος που ο Πανούσης ξεκινάει τις δικές του ραδιοφωνικές εκπομπές, περνώντας από πολλούς σταθμούς, καθώς και τη συγγραφική του δραστηριότητα. Έξι βιβλία πρόλαβε να κυκλοφορήσει με ενδεικτικούς τίτλους »Πικρέ μικρέ μου αράπη», »Μικροαστική καταστροφή» ή »Πούστευε και μη ερεύνα».
Το 1997 ξεκίνησε και η δικαστική διαμάχη του με τον τραγουδιστή Γιώργο Νταλάρα. Αιτία ήταν οι αφιλοκερδείς εμφανίσεις του Νταλάρα στην Κύπρο, που σε βίντεο στις παραστάσεις του Πανούση εμφανίζονταν λίρες να ξεπετάγονται από το στόμα του. Ο Νταλάρας έκανε ασφαλιστικά μέτρα στον Πανούση και η υπόθεση απασχόλησε τον Τύπο και τα κανάλια μέχρι τον Απρίλιο του 2004 που εκδικάστηκε οριστικά από τον Άρειο Πάγο.
Φυσικά δεν ήταν η μοναδική φορά που ο Πανούσης θα τραβιόταν στα δικαστήρια: Το 1980 είχε προηγηθεί η κατηγορία από το Πλημμελειοδικείο Καρδίτσας για περιύβριση κατά της αρχής σε μια πολύκροτη δίκη που τον δημιουργό – πέτρα του σκανδάλου είχαν στηρίξει με επιστολές, μεταξύ άλλων, ο Χατζιδάκις, ο Σαββόπουλος, ο Βαγγέλης Γερμανός, η Άννα Βαγενά κ.α. Οι δικαστικές μάχες με τον Πανούση στο επίκεντρο για τα επόμενα χρόνια περιελάμβαναν ένα κατηγορητήριο σχετικά με την περιύβριση εθνικών και θρησκευτικών συμβόλων, μέχρι και τηλεφωνική φάρσα σε συνταξιούχο αστυνομικό!
Ο Τζίμης Πανούσης από τον πρώτο του γάμο με τη Λίλη, η οποία τραγούδησε και στην κασέτα »Disco Tsoutsouni», είχε αποκτήσει έναν γιο, τον Άρη. Με τη δεύτερη γυναίκα του, την Αθηνά, απέκτησε μια κόρη, τη Φωτεινή και ζούσαν στο Ψυχικό. Γνωρίζω πόσο ο Τζίμης Πανούσης αγαπούσε τα παιδιά του και το θεσμό της οικογένειας, ασχέτως αν για κάποιους, ειδικά τα πρώτα χρόνια, φαινόταν να τον πολεμάει. Σ’ αυτούς είναι η σκέψη μου τώρα. Στους δικούς του ανθρώπους, όπως και στους αναρίθμητους φαν του, που δικαιολογημένα θρηνούν την απώλεια του.
Τηρουμένων των αναλογιών, αν ο Πανούσης ήταν περισσότερο συνθέτης και λιγότερο performer, θα μιλάγαμε τώρα για το θάνατο του Έλληνα Frank Zappa.
Δεν έχουν μεγάλη σημασία οι ταμπέλες. Σημασία έχει πως χάσαμε μία μοναδική περίπτωση φωτισμένου καλλιτέχνη, που το έργο του σηματοδότησε μια εποχή ολόκληρη για τα πιο ανήσυχα μυαλά αυτής της πόλης. Ο θάνατος του Τζίμη Πανούση, πρόωρος και άδικος, φέρνει πραγματικά ένα εξίσου άδικο και πρόωρο τέλος εποχής στην Ελλάδα και στο ελληνικό τραγούδι. Άδικος τελικά είναι ο κόσμος που ζούμε.
Καλό ταξίδι, αγαπημένε Τζίμη.
Παίρνεις μαζί σου κι εσύ ένα απ’ τα πιο οργισμένα κομμάτια της νιότης μας.
πηγή: lifo.gr