Γνωστότατος θεατράνθρωπος στον καιρό του και μεγάλος πρωταγωνιστής των αθηναϊκών σκηνών, ο Μηλιάδης έφτασε στους νεότερους μέσα από τους κωμικούς ρόλους που ενσάρκωσε στο ελληνικό σινεμά.
Γνωστότατος θεατράνθρωπος στον καιρό του και μεγάλος πρωταγωνιστής των αθηναϊκών σκηνών, ο Μηλιάδης έφτασε στους νεότερους μέσα από τους κωμικούς ρόλους που ενσάρκωσε στο ελληνικό σινεμά.
Ρόλοι που δεν μπορούν φυσικά να αποκαλύψουν το πλήρες υποκριτικό του ταλέντο, καθώς παρέμεινε δυστυχώς περιχαρακωμένος στην τυποποίηση του εμπορικού κινηματογράφου της εποχής.
Γιος ηθοποιών, δεν μπόρεσε να ξεφύγει από το μικρόβιο της υποκριτικής που κυλούσε στις φλέβες του κι έτσι παρά το πτυχίο της ιατρικής και το εξασφαλισμένο επάγγελμα ανοίχτηκε αγέρωχα στην περιπέτεια της θεατρικής καριέρας και πίσω δεν κοίταξε ποτέ.
Ο Μηλιάδης διακρίθηκε στο σανίδι, έπαιξε σχεδόν τα πάντα με μεγάλη επιτυχία και άφησε γερή παρακαταθήκη και στην εθνική μας κινηματογραφία, παίζοντας τον αδέψιο και θηλυπρεπή συνήθως τύπο δίπλα στα μεγάλα ονόματα της εποχής, σε περισσότερες από 40 ταινίες.
Ο «Μορίς Σεβαλιέ της Ελλάδας», όπως τον είπαν γιατί τον καταχειροκρότησε ο ίδιος ο Σεβαλιέ στο Παρίσι, γνώρισε τη δική του κινηματογραφική δόξα στο πλευρό του μεγάλου Θανάση Βέγγου…
Ο Δημήτρης Μηλιάδης γεννιέται στις 26 Σεπτεμβρίου 1922 στην Αθήνα μέσα σε οικογένεια ηθοποιών του μουσικού θεάτρου. Μεγάλωσε λοιπόν μέσα στα θέατρα και τα παρασκήνια, καθώς ο Νίκος και η Μαρίκα έπαιρναν τον μικρό μαζί στις παραστάσεις τους. Ο Τάκης μεγαλώνει με τη λόξα της υποκριτικής και δίνει από μικρός αυτοσχέδιες παραστάσεις με τους φίλους του σε κέντρα της γειτονιάς, θέλοντας να βαδίσει στα χνάρια των γονιών του.
Παρά το γεγονός ότι τις προθέσεις του τις έδειξε από νωρίς, οι γονείς του επέμειναν να σπουδάσει για να διεκδικήσει μια καλύτερη ζωή. Φωτεινό πνεύμα, γίνεται δεκτός στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και παράλληλα με τις σπουδές του συνεχίζει τις παραστάσεις με τον ερασιτεχνικό θίασο που είχε συστήσει. Η κομπανία έπαιζε σε έναν φούρνο που είχε ένα πιάνο και έκανε τους θεατές να σκάνε στα γέλια!
Από το πεπρωμένο του δεν θα μπορούσε όμως να ξεφύγει: φοιτητής ιατρικής ακόμα, τον ανακαλύπτει ο διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου, Κωστής Μπαστιάς, σε μια φοιτητική παράσταση που είχε στήσει και τον προτρέπει να ακολουθήσει καριέρα ηθοποιού. Με το πτυχίο του γιατρού ανά χείρας, ο Μηλιάδης θα βρεθεί να σπουδάζει θέατρο δίπλα στον Μπαστιά και τον Ροντήρη, με τους δασκάλους του να συμφωνούν για το άπλετο υποκριτικό του ταλέντο…
Ο «Μορίς Σεβαλιέ» στο θέατρο
Οι θεατρικές σπουδές του δεν κύλησαν χωρίς απρόοπτα καθώς οι γονείς του, ακριβώς επειδή ήταν άνθρωποι του θεάματος, αντιδρούσαν σφοδρά στην απόφασή του να μην ακολουθήσει το επάγγελμα του γιατρού. Σε πείσμα όλων, ολοκληρώνει τη δραματική σχολή κατά τη διάρκεια της Κατοχής και το 1944, σε ηλικία 22 ετών, κάνει το ντεμπούτο του στο θέατρο, στο διαχρονικά αγαπημένο του είδος της επιθεώρησης.
Σύντομα η Αθήνα θα υποδεχόταν το καινούριο υποκριτικό φιντάνι και ο Μηλιάδης θα γίνει γρήγορα γνωστός ως καλός θεατρικός ηθοποιός με μεγάλη δραματουργική γκάμα. Μετά το ντεμπούτο του με τον θίασο Καλουτά-Κόκκινη- Μακρή, ο Μηλιάδης θα γίνει αναπόσπαστο μέλος της θεατρικής εταιρίας και δίπλα στις αδερφές Καλουτά θα γνωρίσει μεγάλες επιτυχίες, τόσο στο εσωτερικό όσο και το εξωτερικό. Σε μια από τις παραστάσεις του θιάσου στο Παρίσι το 1952, στο κοινό θα βρεθεί ο μεγάλος γάλλος ηθοποιός Μορίς Σεβαλιέ, απ’ όπου και κόλλησαν στον Μηλιάδη το παρατσούκλι του: ο Σεβαλιέ χειροκρότησε θερμά τον έλληνα συνάδελφό του μετά το νούμερο και ο Τάκης απέκτησε το τιμητικό ψευδώνυμο με το οποίο θα έμενε γνωστός στους θεατρικούς κύκλους.
Στη μακρά θεατρική του καριέρα συνεργάστηκε με πάμπολλους θιάσους και όλους τους μεγάλους πρωταγωνιστές και έπαιξε πρακτικά τα πάντα, εκτός από τραγωδία. Αν και η επιθεώρηση ήταν η μεγάλη του αγαπημένη, αυτή που θα του χάριζε δόξες και χαρές.
Το 1959 έγινε θιασάρχης στο θέατρο Περοκέ και από τις αρχές της δεκαετίας του ’60 αφοσιώθηκε στην επιθεώρηση, αφήνοντας τη δική του εποχή στο θεατρικό αυτό είδος. Η τελευταία παράσταση του μεγάλου αυτού θεατρίνου θα έρθει το 1976, στο έργο «Ένας βουλευτής σήμερα», όπου ήταν και θιασάρχης…
Στο κινηματογραφικό πανί ο Μηλιάδης εμφανίστηκε ήδη από το 1947 και σε αισθηματικό μάλιστα δράμα («Μεγάλη Αγάπη»), παρά το γεγονός ότι σύντομα θα τυποποιούνταν σε κωμικούς ρόλους που έφερνε πάντα σε λαμπρό πέρας.
Από αδέξιος γαμπρός και αντίζηλος του πρωταγωνιστή μέχρι και θηλυπρεπής κομψευόμενος, ο Μηλιάδης χάριζε απλόχερα γέλιο με την ανεπιτήδευτη απλότητα και το άπλετο ταλέντο του…
Παράλληλα με την αδιάλειπτη θεατρική του παρουσία, ο Μηλιάδης έπαιξε σε πάμπολλες ταινίες του ελληνικού σινεμά, αν και τη μεγαλύτερη κινηματογραφική επιτυχία του έμελλε να τη γνωρίσει δίπλα στον Θανάση Βέγγο και τον θεότρελο πράκτορά του!
Πέρα από τη μακρά θεατρική και κινηματογραφική του καριέρα, ο Μηλιάδης εμφανίστηκε με την ίδια αμείωτη επιτυχία σε ραδιόφωνο και τηλεόραση, παραμένοντας μια από τις σταθερές αναφορές της ελληνικής τηλεόρασης στη δεκαετία του 1970.
Η χάρη του έφτασε μέχρι και το ραδιόφωνο της Γερμανίας, σε ελληνική εκπομπή της οποίας αποτελούσε βασικό συνεργάτη για χρόνια, την ίδια στιγμή που ήταν μόνιμος καλεσμένος της κυριακάτικης τηλεοπτικής εκπομπής «Κυριακή χωρίς σύννεφα».
Στην προσωπική του ζωή, είχε κάνει τρεις γάμους. Οι δύο πρώτες σύζυγοί του ήταν οι γνωστές ηθοποιοί Μπέτυ Μοσχονά και Σάσα Καζέλη, ενώ με την τρίτη του σύζυγο απέκτησε τον μοναχογιό του. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του αποσύρθηκε σταδιακά από την ενεργό δράση λόγω προβλημάτων υγείας, αν και το απρόοπτο τέλος του θα ερχόταν από άλλο γεγονός, ένα ελαφρύ τροχαίο που είχε με το αυτοκίνητό του.
Ο Τάκης Μηλιάδης νοσηλευόταν με πολλαπλά κατάγματα στο αθηναϊκό νοσοκομείο ΚΑΤ, όπου άφησε την τελευταία του πνοή στις 17 Απρίλιου 1985…
Πηγή: ellinikoskinimatografos.gr