Εν έτει 1967, στην πρωτεύουσα του Ουζμπεκιστάν στην Τασκένδη, ιδρύθηκε ένα μουσικό συγκρότημα που έμελλε να χαράξει μνήμες και να εμπνεύσει φιλελληνικά αισθήματα σε εκατομμύρια πολίτες της Σοβιετικής Ένωσης. Πρόκειται για το ελληνικό συγκρότημα «Μπουζούκι», που ιδρύθηκε από παιδιά Ελλήνων πολιτικών προσφύγων. Μετά από 50 χρόνια, μέλη του συγκροτήματος, που επαναπατρίστηκαν, μένουν πλέον στην Ελλάδα […]
Εν έτει 1967, στην πρωτεύουσα του Ουζμπεκιστάν στην Τασκένδη, ιδρύθηκε ένα μουσικό συγκρότημα που έμελλε να χαράξει μνήμες και να εμπνεύσει φιλελληνικά αισθήματα σε εκατομμύρια πολίτες της Σοβιετικής Ένωσης. Πρόκειται για το ελληνικό συγκρότημα «Μπουζούκι», που ιδρύθηκε από παιδιά Ελλήνων πολιτικών προσφύγων. Μετά από 50 χρόνια, μέλη του συγκροτήματος, που επαναπατρίστηκαν, μένουν πλέον στην Ελλάδα και κάνουν νέα σχέδια για την καλλιτεχνική πορεία τους, μίλησαν στο «Πρακτορείο 104,9 FM» για το πώς ο αθάνατος ελληνικός πολιτισμός μπορεί να κλείσει πληγές της μεταπολεμικής ιστορίας…
Δύο φορές πολιτικοί πρόσφυγες
«Γεννήθηκα στο Κιλκίς το 1949, στην οικογένεια Ελλήνων προσφύγων από το Πόντο. Οι παππούδες μου ήταν διωγμένοι από την Τουρκία με απειλή θανάτου. Μετά από 25 χρόνια ξανά προσφυγιά. Βρέφος ακόμα, έγινα πολιτικός πρόσφυγας στην αγκαλιά της μητέρας μου. Αρχικά εγκατασταθήκαμε στην Τσεχοσλοβακία, από κει, το 1952, φύγαμε στην Τασκένδη» αφηγείται στην εκπομπή «Με σπαστά ελληνικά» του ραδιοφωνικού σταθμού του Αθηναϊκού-Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων, «Πρακτορείο 104,9», ο Παναγιώτης Μιχαηλίδης, μουσικοσυνθέτης, ιδρυτής και καλλιτεχνικός διευθυντής του συγκρότημα «Μπουζούκι», διακεκριμένος καλλιτέχνης του Ουζμπεκιστάν.
Η προσφυγιά των Ελλήνων ανταρτών του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδος, μετά την ήττα στον εμφύλιο πόλεμο (1946-1949), είναι μία ματωμένη σελίδα της ελληνικής ιστορίας. Αλλά παρόλα αυτά, έδωσε νέα, ελπιδοφόρα ζωή σε χιλιάδες οικογένειες, που πήραν τον δρόμο της προσφυγιάς και εγκαταστάθηκαν στη Σοβιετική Ένωση, προκειμένου να σωθούν από εκτελέσεις, φυλακές και εξορίες.
Οι πρώτοι Έλληνες πολιτικοί πρόσφυγες έφτασαν στην Τασκένδη το 1949. Ήταν γύρω στα 12.000 άτομα. Αργότερα, ο αριθμός των Ελλήνων αυξήθηκε και στα μέσα της δεκαετίας του 1960 η ελληνική κοινότητα της Τασκένδης αριθμούσε ήδη περίπου 35.000 άτομα.
«Όταν φτάσαμε εκεί μας υποσχέθηκαν πολλά, και όμως, όλα πραγματοποιήθηκαν, εκτός από το ότι δεν «φάγαμε με χρυσά κουταλιά», όπως έλεγαν στους γονείς μας…» λέει με χαμόγελο ο Παναγιώτης Μιχαηλίδης.
«Πράγματι, επί τέσσερις δεκαετίες, μέχρι που επαναπατριστήκαμε, είχαμε μία αξιοπρεπή ζωή, με εξασφαλισμένα από το σοβιετικό κράτος τη στέγη, την εργασία, τη δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη αλλά και εκπαίδευση, μόρφωση και όλες τις άλλες δραστηριότητες (σπορ, μουσική, θέατρο, ζωγραφική κ.ά). Όλοι οι νέοι αποκτήσαμε εφόδια να κάνουμε τα όνειρά μας πράξη» αναφέρει ο κ. Μιχαηλίδης και προσθέτει: Εκεί, στο μακρινό Ουζμπεκιστάν, κτίστηκαν από τους ίδιους τους γονείς μας -οικοδόμους- 14 ελληνικές πολιτείες. Εκεί ιδρύθηκε και το δικό μας μουσικό συγκρότημα «Μπουζούκι», που άφησε εποχή στη ζωή του σοβιετικού λαού!».
Ο Μίκης Θεοδωράκης μάς είχε «βαφτίσει» με τον Ζορμπά του
«Μια μέρα ήρθε στη Λέσχη μας, στην Τασκένδη, ο Μίκης Θεοδωράκης. Ήταν το 1966, ήμασταν ακόμα ερασιτέχνες, όπως και τα αλλά συγκροτήματα των ελληνικών πολιτειών (σ.σ η κάθε ελληνική πολιτεία είχε από ένα μουσικό συγκρότημα). Εγώ, νεαρός τότε, έπαιζα ακορντεόν. Τη στιγμή που μπήκε ο μεγάλος Έλληνας μουσικοσυνθέτης κάναμε την πρόβα του Ζορμπά του. «Παναγωτάκη, άσε λίγο το ακορντεόν, κάθισε στο πιάνο και να συνοδεύεις με αυτόν τον τρόπο…»» μου είπε ο Μίκης, με τόση αγάπη και ευγένεια! Από τότε δεν πήρα ξανά το ακορντεόν, παίζω μόνο πιάνο, που συνόδευε πολύ όμορφα την ορχήστρα μας» αφηγείται με νοσταλγία ο μαέστρος Μιχαηλίδης.
Με «νονό»-εμπνευστή τον ίδιο τον Μίκη Θεοδωράκη, και με πρώτο στο πρόγραμμα τον Ζορμπά του, το συγκρότημα «Μπουζούκι» ξεκίνησε τη λάμπρη πορεία στη Σοβιετικής Ένωση την εποχή του ’70-’80.
Στην Τασκένδη αποκτήσαμε εκπαιδευτικά και επαγγελματικά θεμέλια
Η πρώτη γενιά Ελλήνων πολιτικών προσφύγων εκπαιδεύτηκε και μορφώθηκε με σοβιετικά ιδανικά. Τον νόστο για την πατρίδα, την Ελλάδα, μετέτρεψαν σε μουσική και τραγούδια, που άγγιζε καρδιές εκατομμυρίων. «Το μουσικό ταλέντο μου το ανακάλυψαν οι δάσκαλοι στο σχολειό στο Ουζμπεκιστάν. Πήγα πρώτα στο Μουσικό Σχολείο, με κύκλο σπουδών επτά χρόνων, ενώ εγώ αποφοίτησα σε δύο χρόνια. Μετά Ωδείο. Μόλις αποφοίτησα, αποφάσισα να κάνω συγκρότημα, μια που άρχισα να γράφω τις δικές μου συνθέσεις με ελληνικό χαρακτήρα» σημειώνει ο Παναγιώτης Μιχαηλίδης. Ο ίδιος, ο οποίος μένει με την οικογένειά του στη Θεσσαλονίκη, συνέχισε τη δουλειά τού μουσικού, αλλά και του καθηγητή μουσικής στο Ελληνικό Κολλέγιο, ενώ έχει οργανώσει και σχήματα με παιδιά, που ταξίδεψαν στο εξωτερικό σε διάφορα φεστιβάλ.
Ο κιθαρίστας στο «Μπουζούκι», Ανδρέας Παπαδόπουλος, τονίζει: «Δεν καταθέσαμε ποτέ τα όπλα μας, συνεχίζουμε τη δημιουργική καλλιτεχνική πορεία ως σύνολο, ως «Μπουζούκι». Η πρόσφατη συναυλία του συγκροτήματος στη Μόσχα, στην εκδήλωση την Ημέρα του ΟΧΙ, απέδειξε, ότι στη Ρωσία, αν και πέρασαν 40 χρόνια, το «Μπουζούκι» παραμένει θρύλος».
Οι συναυλίες του «Μπουζούκι» μάς έδιναν τη δύναμη να ξανανιώσουμε άνθρωποι
Ο πρόεδρος του Ελληνικού Συλλόγου Μόσχας, Χρίστος Τσαχτσίδης, διακεκριμένος γιατρός της Ρωσίας, καθηγητής της Οφθαλμιατρικής, μιλώντας στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων μετά τη συναυλία, επισημαίνει: «Οι πολιτικοί πρόσφυγες ήρθαν στην Ασία από την Ελλάδα για καλύτερη ζωή, ενώ οι γονείς μου, οι Πόντιοι, εκτοπίστηκαν στην Ασία από το Σουχούμι και το Βατούμ, την ίδια χρονιά, το 1949, για μία νέα ζωή-κάτεργα. Θυμάμαι, το συγκρότημα «Μπουζούκι» ερχόταν με συναυλίες στο μέρος που ζούσαμε εξόριστοι, εμείς οι Πόντιοι, στο Καζακστάν. Στην περιοχή Παχταράλ, το μεγάλο χωριό Ιλίτς. Στην περιοχή μας έμειναν περίπου 10.000 εξόριστοι από τη Μαύρη Θάλασσα, Έλληνες, που έφτασαν στα μέρη με δύο αμαξοστοιχίες σε εμπορικά βαγόνια. Οι συναυλίες του «Μπουζούκι» μάς έδιναν τη δύναμη να ξανανιώσουμε άνθρωποι, Έλληνες. Ο ιδρυτής του «Μπουζούκι», Γιάννης Τσελεπίδης, και ο αδελφός του, Λάκης, καθώς και ο Παναγιώτης Μιχαηλίδης, δημιούργησαν μία όαση για μας, καμένους από τον σκληρό ήλιο στις αχανές στέπες της Ασίας».
Διακόσιες συναυλίες τον χρόνο
Από ερασιτεχνικό, το «Μπουζούκι» έγινε επαγγελματικό και σήμερα αριθμεί 15 μέλη: Μουσικούς, σολίστ και χορευτές. «Κάναμε 200 συναυλίες τον χρόνο και ήμασταν πέμπτοι στη λίστα με τα περιζήτητα εμπορικά μουσικά συγκροτήματα στη Σοβιετική Ένωση την εποχή του ’80», λέει ο «άλλος» Ανδρέας Παπαδόπουλος, ο οποίος παίζει μπουζούκι (στο συγκρότημα υπάρχουν δύο μουσικοί με το ίδιο όνομα και επώνυμο).
«Ήμασταν εικοσάχρονα… Θυμάμαι, με το μπουζούκι στο χέρι, ένα όργανο μουσικής άγνωστο στους Ρώσους, βγαίνω στη σκηνή, χτισμένη στη μέση του γήπεδο σε μία πόλη στη Νότια Ρωσία… Βλέπω όρθιους πάνω από 40.000 ανθρώπους να χειροκροτούν ασταμάτητα. Αλλά δεν αισθανόμαστε «σταρ», «φίρμες», απλά χαιρόμαστε πολύ που μεταφέρουμε σε εκατομμύρια κόσμο την περηφάνια και την ομορφιά του ελληνικού τραγουδιού!» υπογραμμίζει.
«Στο συγκρότημα τραγουδούσα περίπου δύο χρόνια, γιατί επαναπατρίστηκα νωρίς. Με ανοκάλυψε ο ένας από τους ιδρυτές του «Μπουζούκι», ο Γιάννης Τσελεπίδης. Ήμουν νεαρή, οι αυστηροί γονείς μου δεν με αφήναν να πηγαίνω στις περιοδείες μακριά, μόνο σε κοντινές συναυλίες, ημερήσιες» λέει, με χαμόγελο και το βλέμμα στραμμένο στα χρόνια της ανεμελιάς της Τασκένδης, η σολίστ του συγκροτήματος, Άνθη Τατσιούλη.
Στην Ελλάδα, η Άνθη έκανε τη δική της πορεία, συνεργάστηκε με πολλούς άλλους αξιόλογους μουσικοσυνθέτες και τραγουδιστές, όπως ο Γιάννης Σπανός και ο Βασίλης Λέκκας.
Μία άλλη γυναίκα με υπέροχη φωνή, η σολίστ Τζούλια Παπαδόπουλου, ήρθε στο συγκρότημα το 1977. Δούλεψε πέντε χρόνια. Μετά επαναπατρίστηκε, αλλά, όπως αναφέρει, από το 1982 «ξεκινήσαμε από την Ελλάδα ήδη τις περιοδείες στην ΕΣΣΔ. Ενώ είχαμε φύγει πίσω στην πατρίδα, παραμείναμε περιζήτητοι. Ο κόσμος δεν ήθελε να μας χάσει… Στις ημέρες της πρόσφατης συναυλίας μας στη Μόσχα, μετά από 35 χρόνια απουσίας, ένιωσα σαν να μην πέρασε ούτε μια μέρα! Από την άλλη, βλέπουμε πως άλλαξαν πολλά… Η Ρωσία είναι πλέον μία καπιταλιστική χώρα».
Μία αίθουσα γεμάτη με ελληνικές σημαίες
Το συγκρότημα «Μπουζούκι», με αποκλειστικά ελληνικό ρεπερτόριο, είχε κερδίσει καρδιές εκατομμυρίων ξένων θεατών σε μία μεγάλη χώρα. Υπήρχε, όμως, και μία άλλη κατηγορία θεατών, ήταν οι Πόντιοι, που με την παρουσία τους στις συναυλίες δήλωναν μαζί με τον θαυμασμό και τον πατριωτισμό τους.
«Σε μία συναυλία στην πόλη της περιοχής Σεβαστούπολης, Νότιας Ρωσίας, όταν βγήκαμε στη σκηνή, τρομάξαμε από χαρά και φόβο, όταν είδαμε μία αίθουσα γεμάτη με ελληνικές σημαίες. Ήταν εποχή του ’80. Η εκδήλωση του ελληνικού πατριωτισμού των σοβιετικών θεατών θα μπορούσε να μας στοιχίσει με την απαγόρευση τις περιοδείας. Ευτυχώς δεν μας πείραξαν, ποτέ δεν μας έγινε λογοκρισία ή παρατήρηση από τα όργανα ασφάλειας, το KGB», θυμάται ο Ανδρέας Παπαδόπουλος.
Τέλος, ο Παναγιώτης Μιχαηλίδης σημειώνει: «Είχαμε τη δόξα και την αγάπη του κόσμου, αλλά ο πλούτος που αποκτήσαμε ήταν τα πτυχία των ανώτερων σπουδών. Οι γονείς μας φύγανε από την Ελλάδα πρόσφυγες σε απόγνωση, ενώ εμείς επαναπατριστήκαμε στην Ελλάδα με σπουδές και ανοιχτά χαμόγελα, γεμάτοι θέληση να συνεχίζουμε στην πατρίδα τη ζωή με δημιουργική διάθεση».
Το συγκρότημα πολιτικών προσφύγων Ελλήνων «Μπουζούκι», μαζί με σύνολα του Σύγχρονου Ωδείου, θα εμφανιστεί την Παρασκευή 1 Δεκεμβρίου, στην Αίθουσα Τελετών του ΑΠΘ, σε συναυλία- αφιέρωμα στο Πάνο Λοΐζο.
Στη συναυλία συμμετέχουν: Παναγιώτης Μιχαηλίδης (πιάνο), Ανδρέας Παπαδόπουλος (μπουζούκι), Βασίλης Τσιούσιος (συνθεσάιζερ), Ανδρέας Παπαδόπουλος (κιθάρα) , Θεόδωρος Παππιδης (μπάσο-κιθάρα), Ηλίας Γουλέτσας (κρούστα), Ιουλιετα Παπαδοπούλου ( σολίστ), Άνθη Τατσιούλη (σολίστ), Ελένη Παναγιώτου (σολίστ), Κώστας Τριανταφυλλίδης (σολίστ) και ο Γιάννης Αγραφιώτης (ηχολήπτης)
πηγή: newsbeast