Περιγράφει με δάκρυα και λυγμούς το βιασμό της.
Συγκλονίζει η κατάθεση της γυναίκας που κατήγγειλε τον Πέτρο Φιλιππίδη, κατά τη δίκη που διεξάγεται σήμερα, Πέμπτη 5 Δεκεμβρίου, στο Εφετείο. Παρουσία της Ελπίδας Νίνου, η καταγγέλλουσα, με δάκρυα και λυγμούς, περιγράφει με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες τη σκηνή του βιασμού από τον γνωστό ηθοποιό, που έχει τα δικά του χαρτιά για να μείνει αθώος.
Σύμφωνα με όσα ισχυρίστηκε: «Το 2010 που θα πήγαινα στο θέατρο να δουλέψω με τον Πέτρο Φιλιππίδη. Άνθρωπος από εκεί που γνώριζα μου είχε πει ότι ο Πέτρος Φιλιππίδης είναι περίεργος και θα του έλεγε ότι είμαι ανιψιά του για να με προσέξει.
Με παίρνει τηλέφωνο ο ίδιος ο Φιλιππίδης. Ήμουν στο σπίτι μαζί με τον αρραβωνιαστικό μου. Με παίρνει λοιπόν και μου λέει έχεις δει την παράσταση Μπακαλόγατος που είμαι;
Θα χρειαστώ αντικατάσταση έλα να δεις την παράσταση και μετά να συζητήσουμε στο καμαρίνι μου. Πήγα το ίδιο απόγευμα, με πήγε ο σύντροφος μου. Πράγματι παρακολούθησα την παράσταση. Πριν ξεκινήσει, μου στέλνει μήνυμα ότι ξέρω ότι έφτασες ελπίζω να σου αρέσει και να περάσεις καλά. Ήμουν από κάτω λοιπόν και παρακολουθούσα και ο Φιλιππίδης μου απηύθυνε μια ατάκα.
Στο διάλειμμα μου έστειλε πάλι μήνυμα, σου αρέσει περνάς καλά; Σε περιμένω μετά στο καμαρίνι. Του απάντησα όλα καλά, οκ. Όταν τελείωσε πήγα προς τα καμαρίνια. Μπήκε μέσα μια κυρία που τον βοηθούσε να ντυθεί. Μετά έφυγε. Κάθισα στον καναπέ εγώ, μου έλεγε ο ρόλος είναι αυτός, η κοπέλα που παίζει στην παράσταση θα φύγει. Και σε θέλω για τις παραστάσεις που θα γίνουν στην Θεσσαλονίκη. Δεν θα γίνονταν πρόβες μου ‘πε απλώς θα έβλεπα την παράσταση για να τα μάθω και ότι ήθελα θα ρώταγα. Συμφώνησα. Όταν μπήκα στο καμαρίνι μου είπε βγάλε το μπουφάν και κάνε μια στροφή να δω παρουσιαστικό. Μου ‘πε είσαι πολύ όμορφη ταιριάζεις με τον ρόλο. Όλα καλά εκείνη την ημέρα. Αυτή ήταν η πρώτη μας παράσταση.
Τις επόμενες ημέρες που ακολούθησαν εγώ πήγαινα παρακολουθούσα την παράσταση και όταν τελείωνε πήγαινα στο καμαρίνι και λέγαμε πέντε πράγματα για το θέατρο. Με είχε ρωτήσει αν έχω σχέση, που μένω, μου είχε πει από εδώ και πέρα εγώ θα είμαι ο μέντορας σου, ο θείος Πέτρος. Μου είχε πει να του μιλάω στον ενικό.
Μια μέρα μπήκα στο καμαρίνι ενώ ήταν με το εσώρουχο και την ενδυματολόγο. Μου λέει τι κάθεσαι έξω, μπες μέσα ηθοποιοί είμαστε. Ούτε αυτό το θεωρούσα επιλήψιμο εκείνη την στιγμή. Τότε πρωταγωνιστούσε στον «Λάκη τον Γλυκούλη» και μου είπε υπάρχει ρόλος που σου ταιριάζει, θα το κανονίσω να τον πάρεις. Εγώ χάρηκα πάρα πολύ».
Η καταγγέλλουσα συνέχισε: «Ένα βράδυ που είχαμε τελειώσει από την παράσταση, με ρώτησε αν είμαι με το αμάξι μου και του είπα ναι. Με βρήκε στο δρόμο που πήγαινα για το αμάξι και μου λέει μπες θα σε πάω εγώ. Είπα μια δικαιολογία γιατί ένιωσα άβολα. Εκείνος επέμεινε. Μπήκα για να μην τον προσβάλλω.
Με πήγε μέχρι το σημείο που του είπα και όλα καλά. Την επόμενη μέρα που ήταν Κυριακή εγώ είχα κανονίσει να βγω με μια φίλη μου. Το πρωί εκείνης της ημέρας με πήρε τηλέφωνο ο Πέτρος Φιλιππίδης να πάω νωρίτερα γιατί μου ‘πε ότι έχει το σενάριο για τον «Λάκη τον Γλυκούλη». Με πήγε ο σύντροφος μου με άφησε στο θέατρο. Αυτό ήταν κλειστό. Δεν ήξερα ότι ήταν κλειστό δεν το σκέφτηκα και καθόλου. Μου ‘πε να μπω από την πλαϊνή πόρτα. Μου άνοιξε εκείνος. Ήταν μια πόρτα σιδερένια, από τα παλιά κτίρια. Ξαφνιάστηκα όταν τον είδα φόραγε παντελόνι και ένα ραντάκι.
Τον ακολουθούσα για να φτάσουμε στο καμαρίνι του. Σαν κλίμα άρχισα να νιώθω άβολα κυρίως επειδή τον είδα με το φανελάκι. Μπαίναμε σε μια σχέση οικειότητας που δεν με έκανε να αισθάνομαι καλά. Μπήκαμε μέσα κάθισα στον καναπέ όπως πάντα και εκείνος στο μπουντουάρ. Μου ζήτησε να βγάλω το παλτό μου του είπα κρυώνω. Μου λέει βγαλ’ το και έλα εδώ. Ήθελε να μου δείξει κάποιες φωτογραφίες. Σηκώθηκα και πήγα στην μεριά του και όπως τον πλησίασα έβαλε το χέρι του γύρω από τον πισινό μου και με κάθισε στα πόδια του. Έφυγα και προσποιήθηκα ότι χτυπά το κινητό μου και καλά το είχα στην δόνηση. Εκείνη τη στιγμή δεν φαντάστηκα τι θα ακολουθήσει».
«Έκανα πως μιλάω μαζί με την μαμά μου και κλείνοντας του λέω πρέπει να φύγω. Μου λέει καλά – καλά κάτσε και θα φύγεις. Και έκατσα πάλι στον καναπέ να μου πει δυο κουβέντες να φύγω. Σηκώθηκε αυτός κάθισε δίπλα μου και μου χίμηξε μου όρμησε άρχισε να με φιλάει στον λαιμό να με γλύφει προσπαθούσε να φτάσει στο στόμα μου. Του έλεγα “σας παρακαλώ σταματήστε, δεν αισθάνομαι καλά, σταματήστε”. Κατά τη διάρκεια αυτής της επίθεσης μου έλεγε χυδαία λόγια, με βαθιά φωνή. Του έλεγα συνέχεια να σταματήσει.
Με πονάγε μου με είχε καθηλώσει έτσι στην γωνία του καναπέ. Η ορμή που είχε μου ασκούσε πίεση στο σώμα. Πονούσα. Εκείνος ήταν ογκώδης. Μου κράταγε τα χέρια για να μην σηκωθώ. Εγώ κουνιόμουν διαρκώς προσπαθώντας να φύγω. Όπως ήταν καθισμένος δίπλα μου κατάλαβα ότι είχε κατεβάσει παντελόνι και εσώρουχο είχε βγάλει τα γεννητικά του όργανα. Με τα πόδια του λυγισμένα ανέβηκε πάνω στα δικά μου πόδια. Ήταν πάνω μου. Με τα χέρια του έβγαλε και το φανελάκι που φορούσε. Με τα χέρια του μου τράβηξε το κολάν που φορούσα. Παρέσυρε και το εσώρουχο μου» πρόσθεσε συναισθηματικά φορτισμένη η καταγγέλλουσα.
Η κορύφωση της κατάθεσης με δάκρυα στα μάτια και η ερώτηση του Φιλιππίδη
Η σοκαριστική περιγραφή της καταγγέλλουσας συνεχίζεται με κλάματα. «Μου άνοιξε τα πόδια και προσπάθησε να ολοκληρώσει αυτό που είχε στο μυαλό του. Έπιασε με το χέρι του το μόριο του και τότε μπόρεσα και τον απέκρουσα. Σηκώθηκα με κατεβασμένο κολάν και κοπάνισα το γόνατό μου σε έπιπλο. Πήγα προς την πόρτα ήρθε με πήρε και ακούμπησε το μόριο του στο γυμνό κομμάτι του σώματος μου. Βγαίνοντας προς την πόρτα, σήκωσα το κολάν μου και αντιλήφθηκα ότι η πόρτα είναι κλειδωμένη. Φώναζα, ούρλιαζα, μου λέει “μη φωνάζεις τζάμπα, δεν είναι κανείς”. Τον παρακάλεσα να ανοίξει. Έκατσε στο μπουντουάρ, του φαινόταν πως είχε παραιτηθεί από την προσπάθεια του, είχε ξενερώσει και εγώ χτύπαγα την πόρτα φώναζα. Ήρθε κοντά μου και μου είπε “αν περάσεις αυτή την πόρτα, δεν υπάρχει επιστροφή. Μπορώ να σου καταστρέψω την καριέρα και να μην παίξεις πουθενά, τόσο εύκολα όσο σε έβαλα σε όλα”. Τότε μου άνοιξε την πόρτα».
Η κατάθεση της καταγγέλλουσας συνεχίστηκε και η ίδια είπε με λυγμούς: «Περπάταγα για ώρες στην Αθήνα. Πήρα τηλέφωνο την φίλη μου που είχαμε κανονίσει τότε για να έρθει να με βρει. Ήρθε πολύ γρήγορα. Με βρήκε στην κατάσταση που με βρήκε. Είχα κοκκινίλες στον λαιμό. Με ρώτησε τι συνέβη. Της εξήγησα. Δεν σκεφτήκαμε ούτε για μια στιγμή να το καταγγείλουμε. Αρχικά δεν μπορούσα ψυχολογικά. Δεν μπορώ καθόλου τις εντάσεις αρχικά. Δεν μπορώ να γίνεται λόγος για εμένα. Δεν το μπορώ. Σκέφτηκα ότι εμένα δεν θα με πιστέψει κανείς. Ούτε για μια στιγμή δεν σκέφτηκα να πάω σε ιατροδικαστή κλπ. Δεν ήξερα τυπικά τι έπρεπε να κάνω. Πώς αντιδράς σε τέτοιες καταστάσεις. Μεγάλωσα σε μια συντηρητική κοινωνία, με υπερπροστατευτικούς γονείς, με σεβασμό. Ο μπαμπάς μου με βλέπει ακόμη σαν κοριτσάκι. Έπρεπε να αυτονομήθω. Δεν ήμουν έτσι.
Σε αυτό το σημείο ο Πέτρος Φιλιππίδης αντέδρασε και ρωτά την καταγγέλλουσα αν τα έχει καταθέσει όλα αυτά.
«Σκεφτόμουν πώς θα πω στο σπίτι μου αυτό το πράγμα. Η μάνα μου ήταν πάνω κοντά μας. Πώς θα της το έλεγα θα σκεφτόταν ότι εκείνη δεν με προστάτευσε. Θα το έπαιρνε πάνω της. Δεν της το ‘πα θα την καταρράκωνε. Ο πατέρας μου είναι απρόβλεπτος. Φοβόμουν ότι θα πάει να τον χτυπήσει ή θα πάει στα κανάλια. Ήθελα να το κρύψω κάτω από το χαλί. Είπα λοιπόν «αυτό το ξέρω μόνο εγώ» θα κάνω σαν να μην έχει συμβεί».
Πηγή: athensmagazine.gr