Ο Βαγγέλης Βουλγαρίδης μέτρησε πολλά χιλιόμετρα στην καριέρα του παρά το γεγονός ότι έπαιξε σε μόλις 12 ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου.
Γεννήθηκε σαν σήμερα το 1940 και φέτος κλείνει τα 84 του χρόνια.
Οι ταινίες που έγινε γνωστός ήταν κυριώς δίπλα στις πιο όμορφες γυναίκες του κινηματογράφου, όπως «Το δόλωμα», «Ο κατήφορος», «Νόμος 4.000» γινόταν άλλοτε το αγόρι της Αλίκης Βουγιουκλάκη, άλλοτε της Ζωής Λάσκαρη και και άλλοτε το κολεγιόπαιδο που παραστρατούσε.
Διαβάστε επίσης: Αυτό είναι το πρώτο καφέ για σκύλους στην Αθήνα
Οι σπουδές
Ήταν ένα πανέμορφο ψηλόλιγνο αγόρι, με μεγάλα μαύρα μάτια. Το ευγενικό παρουσιαστικό του, η ομιλία και η άρθρωση του, ακόμη και ο τρόπος που σε κοίταζε ήταν διαφορετικά από των άλλων αντρών εκείνης της εποχής. Σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Λυκούργου Σταυράκου και αμέσως ξεχώρισε ανάμεσα σε άλλους ηθοποιούς της γενιάς του. Διακρίθηκε για το ταλέντο του, αλλά κυρίως για το ήθος του, και η πρώτη επαγγελματική πρόταση ήρθε από τον Ορέστη Λάσκο, για την ταινία «Νύχτες στο Μιραμάρε», όπου σε ηλικία 16 ετών έκανε το ντεμπουτο του στο πλευρό της Σμαρούλας Γιούλη και της Ζωζώς Σαπουντζάκη, ενσαρκώνοντας τον Δημήτρη Αντωνίου. Από εκεί και πέρα η καριέρα του εκτινάχθηκε στα ύψη, μια και τον ανέλαβε ο Γιάννης Δαλιανίδης για να τον κάνει τον επόμενο ζεν πρεμιέ της εποχής, σε ρόλους-σταθμούς, σε ταινίες όπως «Ο κατήφορος», που έσπασε ταμεία το 1961, «Νόμος 4.000» το 1962, «Μερικοί το προτιμούν κρύο» την ίδια χρονιά και μερικές ακόμα…
Αίγλη
Στις αρχές της δεκαετίας του ’70 αποσύρθηκε από την ενεργό δράση, την ίδια περίοδο που ο ελληνικός κινηματογράφος έχανε πλέον την αίγλη του. Η τελευταία ταινία του ήταν το 1973 με τίτλο «Τανγκό 2001». Την ίδια περίοδο της μεγάλης δόξας του έπαιξε και σε θεατρικά έργα, όχι όμως σε πολλά, άλλωστε δεν είχε βιοποριστικό πρόβλημα. Προτιμούσε να κάνει ελάχιστα πράγματα, αλλά προσεγμένα.
Το παράπονο για τη Ζωή Λάσκαρη
Σε μία σπάνια συνέντευξη που είχε δώσει το 2019 είχε μιλήσει για τον χαμό της Ζωής Λάσκαρη αλλά εξέφρασε και το παράπονο του.
«Ο θάνατος της Ζωής με γονάτισε. Κάτι έσπασε μέσα μου… Ηταν σύμβολο η Ζωίτσα και ο Θεός τής έκανε ένα δώρο: την πήρε στον ύπνο, χωρίς να καταλάβει το παραμικρό. Ολοι επιθυμούμε να φύγουμε με τον ίδιο τρόπο. Ομως, θα πω και ένα ψιλοπαράπονο που είχα από εκείνη: όταν μιλούσε για τις ταινίες που παίξαμε μαζί, ποτέ δεν ανέφερε το όνομά μου. Δεν ξέρω γιατί. Θέλω να είναι καλά εκεί όπου είναι, γιατί ήταν πολύ καλή ψυχή».
Διακρίθηκε για το ταλέντο του, αλλά κυρίως για το ήθος του, και η πρώτη επαγγελματική δουλειά του ήρθε από τον Ορέστη Λάσκο, για την ταινία «Νύχτες στο Μιραμάρε», όπου σε ηλικία 16 ετών έκανε το ντεμπούτο του στο πλευρό της Σμαρούλας Γιούλη και της Ζωζώς Σαπουντζάκη, ενσαρκώνοντας τον Δημήτρη Αντωνίου. Από εκεί και πέρα η καριέρα του εκτινάχθηκε στα ύψη, μια και τον ανέλαβε ο Γιάννης Δαλιανίδης για να τον κάνει τον επόμενο ζεν πρεμιέ της εποχής, σε ρόλους-σταθμούς, σε ταινίες όπως «Ο κατήφορος», που έσπασε ταμεία το 1961, «Νόμος 4.000» το 1962, «Μερικοί το προτιμούν κρύο» την ίδια χρονιά και μερικές ακόμα.
“Ήθελε να ακολουθήσω το επάγγελμά του γιατί είχε συνεργείο ολόκληρο που ασχολούνταν με αυτή την δουλειά, λέει ο Βαγγέλης Βουλγαρίδης. Και πως έμαθε ο πατέρας μου ότι σπούδαζα κρυφά υποκριτική στη Σχολή Σταυράκου; Σε κάποιο διάλειμμα με είδε που καθόμουν απέξω από την σχολή και άρχισε το…πανηγύρι. Φωνές και δεν συμμαζεύεται. Εν τέλει έφυγα από το σπίτι και έψαχνα για δουλειά. Και ξαφνικά με βρίσκει ο Γιώργος Θεοδοσιάδης και μου λέει: η Έλσα Βεργή ανοίγει θέατρο, θες να έρθεις να κρατάς το μικρόφωνο. Και τρέχω και πάω. Έπαιζαν η Βεργή, ο Καρούσος, ο Κούρκουλος. Εγώ το μόνο που έκανα ήταν να πατάω το κουμπί στο κασσετοφωνάκι και να παίζει η μουσική. Ξαφνικά στο σενάριο βρίσκεται και ένα βουβό πρόσωπο, ένας ναύτης τον οποίο μου πρότειναν να τον κάνω εγώ” . Από τα λεφτά αυτού του βωβού ρόλου, νοίκιασε διαμέρισμα και η ζωή του άρχισε να ρέει σα νερό.
Βαγγέλης Βουλγαρίδης: Η αποχώρηση από την υποκριτική
Στη δεκαετία του 1970 ο Βαγγέλης Βουλγαρίδης αποσύρθηκε από την ενεργό δράση, την ίδια περίοδο που ο ελληνικός κινηματογράφος έχανε πλέον την αίγλη του. Η τελευταία ταινία του ήταν το 1973 με τίτλο «Τανγκό 2001». Την ίδια περίοδο της μεγάλης δόξας του έπαιξε και σε θεατρικά έργα, όχι όμως σε πολλά, άλλωστε δεν είχε βιοποριστικό πρόβλημα. Προτιμούσε να κάνει ελάχιστα πράγματα, αλλά προσεγμένα.
Ενσάρκωσε κυρίως ευαίσθητους χαρακτήρες και έμεινε στη συνείδηση του κοινού για τον ευγενικό χαρακτήρα του και τη σεμνότητα του. «Δεν δίστασα να μείνω άνεργος… Είναι πιο τίμιο να πάω να δουλέψω στα μπουζούκια από το να βγω στη σκηνή και να πω ασυναρτησίες, ανοησίες. Να κοροϊδέψω τον κόσμο» είχε αναφέρει σε μια από τις πολύ σπάνιες συνεντεύξεις του στο παρελθόν.
Πηγή: enimerotiko.gr