Λαμπερή και μποέμισσα, η μητέρα του Τζάστιν Τρουντό δεν σταμάτησε να απασχολεί με τα καμώματά της τον διεθνή Τύπο και την κοινωνία της χώρας
Τώρα που ο εκκεντρικός Τζάστιν έχει αρχίσει κατά κάποιο τρόπο να γίνεται ο περίγελος του διεθνούς Tύπου και το παγκόσμιο ιντερνετικό χωριό χλευάζει τα καμώματά του, θυμήθηκα τη μητέρα του (το μήλο κάτω από τη μηλιά θα πέσει!), τη λαμπερή και μποέμισσα Μάργκαρετ Τρουντό, που τόσο είχε απασχολήσει και η ίδια τον διεθνή Τύπο και την καναδική κοινωνία (που δεν είναι συντηρητική, το αντίθετο μάλιστα) στα νιάτα της, καθώς τα σκάνδαλα διαδέχονταν το ένα το άλλο.
Αλλά πώς θα μπορούσε να είναι διαφορετικά τα πράγματα; Τι άλλο περίμενε κανείς από μια νέα γυναίκα που δήλωνε χίπισσα και, πολύ πριν ενηλικιωθεί, κάθε της επιλογή, όσο τρελή κι αν ήταν, είχε την αμέριστη συμπαράσταση της οικογένειάς της, ενώ κλήθηκε να παίξει τον ρόλο της πρωθυπουργικής συζύγου εντελώς απροετοίμαστη; Γεννήθηκε στο Βανκούβερ το 1948. Ο πατέρας της ήταν πολιτικός με σκωτσέζικη καταγωγή και μέλος του Κοινοβουλίου με το Κόμμα των Φιλελευθέρων. Από την πλευρά της μητέρας της υπήρχαν πολλές ρίζες και πρόγονοι αποικιοκράτες στη Σιγκαπούρη. Εκείνη και οι τέσσερις αδελφές της μεγάλωσαν με όλες τις ανέσεις και ακόμα περισσότερες ελευθερίες.
Ήταν φοιτήτρια της Κοινωνιολογίας στο τελευταίο έτος όταν ακολούθησε την οικογένεια για χειμερινές διακοπές στην Ταϊτή, όπου τα έφτιαξε με τον εγγονό ενός εκ των ιδιοκτητών του Club Med και πρωταθλητή του σκι Yves Lewis, τον οποίο συνόδευε στις παραλίες δαμάζοντας τα κύματα. Λίγο παραπέρα έκανε σκι και ο Πιερ-Ελιό Τρουντό, επιφανής πολιτικός της πατρίδας της, υπουργός Δικαιοσύνης και «ομόσταβλος» του πατέρα της, με τον οποίο γνωρίζονταν κι έκαναν πολύωρες συζητήσεις. Ήταν 29 χρόνια μεγαλύτερός της, συνομήλικος της μητέρας της, οπότε ήταν φύσει αδύνατον να τον δει ερωτικά καταρχάς, αν και την ιντρίγκαρε η ευφυΐα του, ενώ και η καλή φυσική του κατάσταση δεν την άφηνε ασυγκίνητη. Άλλωστε στον Καναδά εκείνος είχε τη φήμη του σταρ της πολιτικής σκηνής, προερχόμενος από πλούσια οικογένεια του Μοντρεάλ. Ένας Κεμπεκουά αντιεθνικιστής και πολέμιος της απόσχισης, διανοούμενος και κοσμοπολίτης, που είχε ήδη διανύσει μια περιπετειώδη ζωή.
Επίσης, είχε πλούσια ερωτική ζωή. Εκείνο τον καιρό πάνω-κάτω πρέπει να σχετιζόταν και με μία από τις πιο πολυσυζητημένες ηθοποιούς της εποχής, την Μπάρμπαρα Στρέιζαντ. Πολλοί ήθελαν να τον δουν να την παντρεύεται, αν και ορκισμένος εργένης μέχρι εκείνη τη στιγμή, αλλά ο ίδιος είχε διακρίνει στοιχεία σταρ στο «παιδί των λουλουδιών» που ήταν ακόμα η 19χρονη Μάργκαρετ Σινκλέρ, όπως ήταν το πατρικό της όνομα. Με το που ολοκλήρωσε τις σπουδές της, πήρε τα χρήματα που κέρδισε πουλώντας μετοχές της γιαγιάς της και πήγε στο Μαρόκο να ζήσει σε ένα κοινόβιο χίπηδων, κάνοντας ελεύθερο σεξ (είχε κάνει ήδη μια έκτρωση στα 17 της) και καπνίζοντας ασταμάτητα μαριχουάνα και μεσκαλίνη. Στην Καζαμπλάνκα συνάντησε και συναναστράφηκε τον Λέοναρντ Κοέν, ενώ σχετίστηκε με έναν ντίλερ που παράτησε μόνο όταν κατάλαβε ότι την προόριζε για βαποράκι. Έτσι εγκατέλειψε τη βορειοαφρικανική χώρα για να επιστρέψει στον Καναδά. Ο Τρουντό είχε εκλεγεί πια πρωθυπουργός και οι πάντες είχαν πάθει παράκρουση με τα νέα ήθη και τον τρόπο ζωής που εισήγαγε στον Καναδά. Μια «τριντομανία» είχε αλώσει τη νέα γενιά, η οποία είχε αφεθεί στη γοητεία του πολιτικού! Στο Βανκούβερ η μητέρα της Μάργκαρετ δέχτηκε ένα τηλεφώνημα από τον Τρουντό, ο οποίος προσκαλούσε, μέσω εκείνης, την κόρη της σε έξοδο για να της προτείνει μια θέση στην κυβέρνησή του. Η νεαρή και εύπορη μποέμισσα δέχτηκε και λίγο καιρό μετά το πρώτο ραντεβού έγιναν ζευγάρι.
Ο δεσμός έμεινε κρυφός για ένα διάστημα 6 μηνών, μέχρι που στις 4 Μαρτίου του 1971 προχώρησαν σε γάμο-αστραπή σε κλειστό οικογενειακό περιβάλλον − το νυφικό το είχε ράψει η ίδια. Έφυγαν για ολιγοήμερο μήνα του μέλιτος στο οικογενειακό σαλέ στη λίμνη Άλτα στο Whistler Blackcomb, όπου ξημερώματα τους εντόπισε τηλεφωνικά η βασίλισσα Ελισάβετ για να τους δώσει τις ευχές της. Λίγες ώρες αργότερα ο Καναδάς μάθαινε ότι ο πρωθυπουργός του δεν ήταν πια εργένης. Κανονικό μήνα του μέλιτος έκαναν το καλοκαίρι στην Καραϊβική, στα Μπαρμπέιντος, στο Τρινιντάντ και Τομπάγκο και σε άλλα κοντινά νησιά. Τα χρόνια που ακολούθησαν στην Οτάβα η ζωή της νέας γυναίκας στην πρωθυπουργική κατοικία στην 24 Sussex Drive έμοιαζε με εκείνη της πριγκίπισσας Νταϊάνα: σαν χρυσωμένη φυλακή. Την ώρα που ο άντρας της προχωρούσε σε ανανέωση της νομοθεσίας σε ό,τι αφορούσε τη γυναικεία χειραφέτηση, απαγόρευε στη γυναίκα του να εργαστεί. Ο ρόλος της κυρίας πρωθυπουργού την έκανε να ασφυκτιά. Ο Τζάστιν Τρουντό γεννήθηκε ανήμερα Χριστούγεννα του 1971 και ακριβώς δύο χρόνια μετά ο Αλεξάντερ-Σάσα.
Αμέσως μετά πέταξε στο Παρίσι και από εκεί στην Κρήτη για να νιώσει λίγο ελεύθερη και να ξεπεράσει την επιλόχεια κατάθλιψη. Πίσω στον Καναδά την περίμεναν κοσμικές υποχρεώσεις, ενώ στο παραπέντε πρόλαβε να δώσει το «παρών» στο ετήσιο τουρνουά τένις της Νέας Υόρκης, όπου και συνάντησε τον γερουσιαστή Έντουαρντ Κένεντι, πιθανόν την πρώτη της εξωσυζυγική σχέση μέχρι εκείνη τη στιγμή. Ο σύζυγός της ηττήθηκε στις εκλογές του 1972 και το Κόμμα των Φιλελευθέρων βρέθηκε να συνεργάζεται ως μειοψηφία με το Νέο Δημοκρατικό Κόμμα του Καναδά. Μετά από πρόταση μομφής το 1974 προκηρύχθηκαν εκλογές και η Μάργκαρετ αποφάσισε να συνεισφέρει. Παρόλο που της χρέωσαν κάποιες «γκάφες», εκείνη επέμενε: το 52% του εκλογικού σώματος ήταν γυναίκες και με τη μεγάλη προσωπική της ακτινοβολία θα τις κέρδιζε − όπως και έγινε. Και κάπου εκεί η κατάσταση άρχισε να εκτροχιάζεται. Λέγεται ότι έκρυβε ναρκωτικά στα ταξίδια της με το πρωθυπουργικό αεροπλάνο, από τα πολλά που έκανε εκείνα τα χρόνια ο δημοφιλής κ. Τρουντό. Ήταν ο πρώτος που επισκέφτηκε το Πεκίνο και τη Μόσχα, επιβεβαιώνοντας τη φήμη του ως φιλελεύθερου αλλά και της χώρας ως μίας από τις πλέον δημοκρατικές, ενώ το 1976 επισκέφτηκε και την Κούβα, όπου συνήψε εξαιρετικές σχέσεις με τον κομαντάντε Φιντέλ Κάστρο, ο οποίος φλέρταρε έντονα τη Μάργκαρετ. Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε με βεβαιότητα αν την έριξε στο κρεβάτι του τελικά, αλλά ο μικρός Τζάστιν υπήρχε ήδη, οπότε οι συνωμοσίες της καναδικής ακροδεξιάς ότι είναι γιος του «κομμουνιστή και Εβραίου δικτάτορα» Κάστρο που έχουν δει τη δημοσιότητα τα τελευταία χρόνια μάλλον δεν ευσταθούν.
Σε επίσημο ταξίδι στην Ουάσινγκτον εμφανίστηκε σε γεύμα του προεδρικού ζεύγους Κάρτερ στον Λευκό Οίκο με ιδιαίτερα κοντή φούστα για το πρωτόκολλο. Βέβαια, την είχε εγκρίνει και ο σύζυγός της, αλλά η Αμερική του 1977 σκανδαλίστηκε αγρίως. Έσπευσε να την υπερασπιστεί η Ελίζαμπεθ Τέιλορ, όπως και η ίδια η Ρόζαλιν Κάρτερ, αλλά τα πρωτοσέλιδα μαίνονταν εναντίον της. Οι φεμινίστριες πήραν επίσης το μέρος της, οπότε στο ανταποδοτικό γεύμα στην Καναδική Πρεσβεία την επόμενη ημέρα όλες οι διάσημες κυρίες που παρευρέθηκαν φόρεσαν φόρεμα του οποίου το μήκος σταματούσε στο γόνατο. Η επανάσταση είχε ολοκληρωθεί! Το επόμενο σκάνδαλο συνέβη στην προεδρική κατοικία της Βενεζουέλας, όπου άρχισε να αυτοσχεδιάζει ένα τραγούδι προς τιμήν της πρώτης κυρίας της χώρας. Χρόνια αργότερα ομολόγησε ότι είχε πάρει παραισθησιογόνα, αλλά τίποτε από όλα αυτά δεν είχε τις συνέπειες που είχε το σκάνδαλο με τους Rolling Stones. Αυτό παραήταν σοβαρό για να το παραβλέψει ο Τρουντό. Όλα συνέβησαν στην 6η επέτειο του γάμου τους, το 1977, που, αντί να την περάσει με τον Τρουντό, βρέθηκε στο Τορόντο να παρακολουθεί από απόσταση αναπνοής τον Μικ Τζάγκερ να τραγουδάει στο κλαμπ El Mocambo. Ο υπεύθυνος δημοσίων σχέσεων της διάσημης μπάντας άρπαξε την ευκαιρία και διοχέτευσε το σκηνικό στις εφημερίδες. Ήθελε, όπως είπε, να δείξει ότι η κυρία πρωθυπουργού ήταν «γκρούπι». Την επομένη παρευρέθηκε στη μεγαλειώδη συναυλία τους και όταν τελείωσε τους κάλεσε στη σουίτα της στο ξενοδοχείο. Αν κοιμήθηκε με τον σούπερ σταρ δεν είναι βέβαιο, το έχουν αρνηθεί και οι δυο τους, αλλά είναι σίγουρο ότι κοιμήθηκε με τον κιθαρίστα Ρόνι Γουντ.
Μετά από αυτό η κατακραυγή ήταν γιγαντιαία, έπρεπε να ακολουθήσει τον δικό της δρόμο. Έτσι έκανε, αφήνοντας τα παιδιά στον Τρουντό και κυνηγώντας το όνειρό της στη Νέα Υόρκη. «Παντρεύτηκα τον άνθρωπο, όχι τον θεσμό» είπε και εγκαταστάθηκε στο Μανχάταν, αρχικά στο σπίτι της φίλης της Γιασμίν Αγά Χαν, κόρης του Αγά Χαν και της Ρίτα Χέιγουορθ. Προσπάθησε να μαθητεύσει δίπλα στον Ρίτσαρντ Άβεντον ως φωτογράφος (υπέγραψε ένα πορτρέτο για το περιοδικό «People»), έγινε κολλητή με τον Γουόρχολ, ακολουθώντας τον στις βόλτες του στις γκαλερί, ξημεροβραδιαζόταν στο θρυλικό πια Studio 54 και είχε μια σύντομη ερωτική ιστορία με τον σούπερ-σταρ της εποχής Ράιαν Ο’Νιλ.
Ακολούθησε ο Τζακ Νίκολσον τον καιρό που εκείνος γύριζε με τον Κιούμπρικ τη «Λάμψη» στο Λονδίνο και τα διεθνή κουτσομπολίστικα έντυπα βρήκαν στο ειδύλλιο φλέβα χρυσού. Ακολούθησε ο κληρονόμος των Perrier και άλλοι, ενώ, ως μέλος του τζετ σετ που σύχναζε στο διάσημο κλαμπ, τα ναρκωτικά ήταν για την πρώην κ. Τρουντό ρουτίνα. Ανήκε πια στον σταθερό θίασο του Studio 54: Maggie, Liz (Μινέλι), Andy (Γουόρχολ), Misha (Μπαρίσνικοφ). Παράλληλα, παρακολουθούσε μαθήματα υποκριτικής κι έτσι κάποια στιγμή συμπρωταγωνίστησε σε δύο αποτυχημένες ταινίες. Το 1979, τη βραδιά που ο Τρουντό έχασε τις εκλογές, εκείνη φωτογραφιζόταν να χορεύει ανέμελη. Χρόνια αργότερα δήλωνε ότι δεν έπαψε να τον αγαπάει κι ας είχαν χωρίσει. Το 1984, όταν βγήκε το συναινετικό διαζύγιό τους, ξαναπαντρεύτηκε τον Γερμανοκαναδό μεγαλοεργολάβο Fried Kemper κι έτσι επέστρεψε στο Μοντρεάλ. Τα χρόνια που ακολούθησαν απέκτησε δύο ακόμα παιδιά, δεν σταμάτησε να δίνει «αποκαλυπτικές» συνεντεύξεις και να γράφει βιβλία για τη μυθιστορηματική της ζωή. Ο Καναδάς εξακολουθούσε να την θεωρεί το χαϊδεμένο του παιδί.
Το 1998 ο τρίτος της γιος Μισέλ Τρουντό χάνει τη ζωή του στα 23 του. Ενώ έκανε σκι, έπεσε πάνω του χιονοστιβάδα και ο ίδιος βούλιαξε μέσα σε παγωμένη λίμνη. Το σώμα του δεν βρέθηκε ποτέ. Η οικογενειακή αυτή τραγωδία θα ολοκληρωνόταν με τον θάνατο του Τρουντό από καρκίνο δύο χρόνια μετά. Στο μεταξύ είχε χωρίσει και με τον δεύτερο σύζυγό της. Τότε άρχισε τις αποκαλύψεις για τη διπολική διαταραχή. Νοσούσε σε όλη της τη ζωή, αλλά ούτε η οικογένειά της ούτε η ίδια ήθελε να την αντιμετωπίσει. Από τον καιρό που ήταν έφηβη δεν έκανε καμία σοβαρή θεραπεία, δεν πήρε καμία φαρμακευτική αγωγή.
Έτσι εξηγούνται όλες οι μεταπτώσεις, οι μανίες, η υπερενέργεια και η κατάθλιψη που παρατηρούνταν, αλλά δεν ομολογούνταν, όπως και οι απόπειρες αυτοκτονίας και οι περιστασιακές εισαγωγές σε κλινικές. Η δημόσια παραδοχή έφερε τις ομιλίες και τις ανοιχτές συζητήσεις στην τηλεόραση και σε ειδικά συνέδρια. «Η κατάστασή μου συνίσταται σε 80% κατάθλιψη, 10% μανία και μόλις 10% κανονικότητα όταν βγαίνω για ψώνια» λέει σήμερα, προσθέτοντας λίγο χιούμορ στις αφηγήσεις της για την πολύπαθη ζωή της. Στις εκλογές που ανέδειξαν τον γιο της Τζάστιν πρωθυπουργό του Καναδά, οι επί των δημοσίων σχέσεών δεν την έφεραν στο προσκήνιο για να μη θεωρηθεί ότι ο Τρουντό είναι παιδί της μαμάς του.
Άραγε ήταν αυτό ή φοβήθηκαν μην ταυτιστεί μ’ εκείνη; Τη βραδιά της νίκης του την πλησίασε και της έδωσε ένα ζουμερό φιλί, ανταποδίδοντάς της όλα όσα της χρωστούσε. Όπως είπε η Νταϊάν φον Φίρστενμπεργκ στο «Vanity Fair»: «Αυτός ο συμπονετικός, δυνατός ηγέτης θυμίζει τόσο πολύ τη μητέρα του. Μια γυναίκα που όλοι όσοι την συναναστράφηκαν τη θυμούνται ως μια πονόψυχη, αυθεντική και γεμάτη ζωή γυναίκα». Αν, τώρα, είχε αδυναμία στο σεξ και στους άντρες με δύναμη, αυτό δεν την έκανε και κακιά μάνα – το αντίθετο. Όλα της τα παιδιά τη λατρεύουν και βρίσκεται πάντα δίπλα τους, όπως και στα εγγόνια της. Ποιος δεν θα ήθελε, άλλωστε, μια γιαγιά τόσο λαμπερή και έξυπνη;
Πηγή: www.lifo.gr