Ο ανικανοποίητος Ανδρέας Μπουχαλάκης, ο κατά Μαρτίνς «πιο έξυπνος παίκτης του Ολυμπιακού», πέρασε τρικυμίες, έπαθε, έμαθε, επέστρεψε, «έφτιαξε» στομάχι. Αλλά δεν του φτάνουν...
Η δικαιοσύνη στα σπορ είναι μια έννοια υποκειμενική. Ο καθένας έχει την άποψή του, τις προτιμήσεις του, τον τρόπο του να αντιλαμβάνεται τα πράγματα. Ο Ολυμπιακός διαχρονικά διέθετε ποδοσφαιριστές που προκαλούσαν ακραία συναισθήματα στους οπαδούς του. Ενθεν κι ένθεν. Θετικά και αρνητικά. Αυτό συνέβαινε πάντα. Συμβαίνει και τώρα.
Κάποτε, ο Νταβίντ Φουστέρ, μία από τις πιο σημαντικές μορφές που έχουν περάσει τα τελευταία χρόνια από τον Ολυμπιακό και το ελληνικό ποδόσφαιρο, ήταν «παιδί του Βαλβέρδε και για αυτό παίζει». Το «παιδί» του Βαλβέρδε χρειάστηκε 2-3 χρόνια, πρησμένα μάτια από τις αγκωνιές και τις κλοτσιές των αντιπάλων του, γκολ-σταθμούς στην ιστορία του Ολυμπιακού, αλλά και τόνους ψυχής, ιδρώτα και αίματος στον αγωνιστικό χώρο για να καταφέρει να πείσει τον οπαδό του Ολυμπιακού ότι… μάλλον δεν του έκανε… χάρη ο Ερνέστο. Και όσοι ακολούθησαν μετά τον Ερνέστο.
Το παράδειγμα του Φουστέρ και το ανάθεμα που δέχθηκε ο εν τέλει, ένας από τους πιο αγαπητούς ξένους ποδοσφαιριστές που πέρασαν ποτέ από τον Ολυμπιακό, είναι ένας καλός λόγος να προσπαθεί ο καθένας να μετριάζει τις ακραίες αντιδράσεις του ακόμη και για ποδοσφαιριστές που πιθανότατα δεν του ταιριάζουν. Που δεν θεωρεί ότι του κάνουν. Αλήθεια, όμως, τι σημασία έχει εάν κάνουν σε κάθε έναν από εμάς ο Μπουχαλάκης και όλοι οι παίκτες που πιθανόν να μην «αρέσουν»; Στον άνθρωπο που αποφασίζει, του κάνουν και του περισσεύουν.
Ο Πέδρο Μαρτίνς, μάλλον δεν θέλει το κακό του. Ούτε της ομάδας του. Και μάλλον θεωρεί ότι ο Μπουχαλάκης μόνο κακό δεν κάνει με την παρουσία του στην 11άδα. Ο ίδιος Μπουχαλάκης που ξεκινούσε για βασικός και επί Μίτσελ και Μάρκο Σίλβα, ήταν εξαιρετικός και βασικός στα φιλικά εκείνων των ομάδων, αλλά πάντα «κάτι» γινόταν (συνήθως τραυματισμός και υποτροπή… εξαμήνου) και έχανε το τρένο της 11άδας, αλλά και της εξέλιξης. Αυτή η εξέλιξη ήρθε. Το ταξίδι στην Αγγλία (2017-18) και το άγριο «ξύλο» της σκληρής Championship τον έκαναν… άλλο ποδοσφαιριστή.
Όταν το καλοκαίρι του 2018 επέστρεψε στον Ολυμπιακό για να τον… δει ο Μαρτίνς, δεν είχε καμία σχέση με τον παίκτη που είχε φύγει. Επέστρεψε έτοιμος να γίνει αυτό που σχεδόν όλοι οι προπονητές του έβλεπαν ότι μπορεί, αλλά ο ίδιος, για διάφορους λόγους, δεν τους δικαίωνε. Και έγινε. Με τον Μαρτίνς να τον βάζει με το «καλημέρα» στην 11άδα, κλείνοντας τα αυτιά του στις παράλογες αντιδράσεις. Τελείωσε τη χρονιά με 30 συμμετοχές, 1 γκολ, 2 ασίστ. Κυρίως, επειδή στην πορεία έκανε την αγωνιστική του «έκρηξη» ο Γκιγιέρμε, ενώ μοιραζόταν ο χρόνος και με τους Καμαρά, Νάτχο.
Φέτος ο Μπουχαλάκης ξεκίνησε ως δίδυμο με τον Βραζιλιάνο μέσο. Και οι δυο τους αποτέλεσαν δύο από τους βασικούς πυλώνες της φετινής χρονιάς, της πρόκρισης στους ομίλους του Champions League, αλλά και την πρωτιά στο πρωτάθλημα. Με την εμφάνιση του «Μπούχα» στο πρόσφατο παιχνίδι με τον Ατρόμητο να είναι πιθανότατα η κορυφαία της φετινής σεζόν, μαζί με εκείνες κόντρα σε Τότεναμ και Μπάγερν. Μια εμφάνιση τόσο γεμάτη, τόσο καλή και τόσο ουσιαστική, που οδήγησε τον Ολυμπιακό στη νίκη, παρά το γεγονός ότι ο 26χρονος μέσος δεν «έγραψε» ούτε ασίστ, ούτε γκολ.
Αυτό είναι και το βασικό ζητούμενο για τον Μαρτίνς. Για αυτόν τον λόγο χρησιμοποιεί τον Μπουχαλάκη. Και θα συνεχίσει να το κάνει. Διότι η ανιδιοτέλειά του, είναι πάνω από όλα. Πρώτα και πάνω από όλα η ομάδα, το σύνολο. Αλλά και μυαλό. Πολύ μυαλό. Με τον Πορτογάλο τεχνικό να μην φείδεται εγκωμίων, αναφορικά με την αντιληπτική ικανότητα του ποδοσφαιριστή του. «Είναι ο πιο έξυπνος ποδοσφαιριστής μας. Το μυαλό του είναι το μεγαλύτερο ταλέντο του. Είναι πανέξυπνος μέσα στον αγωνιστικό χώρο, ευφυής»!
Ο Μπουχαλάκης, που φέτος ήδη μετράει 17 συμμετοχές (σε σύνολο 20 αγώνων), θα συνεχίσει να παίζει. Και θα συνεχίσει να βάζει τον εαυτό του κάτω από την ομάδα και το τεράστιο κορμί του σε όλες τις φάσεις που «καίνε». Διότι, πλέον, νιώθει ότι βρίσκεται κάπου όπου τον εκτιμούν, τον σέβονται και του δείχνουν εμπιστοσύνη με όλη τη σημασία της λέξης. Για αυτό και ο ίδιος θέτει διαφορετικά όρια στον εαυτό του. Με τη βελτίωση να είναι μια λέξη καθημερινής χρήσης στο λεξιλόγιό του.
* ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ: Η νοοτροπία του Μπουχαλάκη αποτυπώνεται γλαφυρά στον παρακάτω διάλογο. Μετά το τέλος του αγώνα με τον Ατρόμητο, αρκετοί έσπευσαν να τον συγχαρούν για την εμφάνισή του. Ευχαρίστησε, αλλά ανταπάντησε πως «καλό είναι να νικάμε, αλλά και να παίζουμε καλά παντού. Σήμερα έπαιξα καλά, αλλά με την Μπάγερν;»… Διότι ούτε στον Μπουχαλάκη αρέσει ο… Μπουχαλάκης. Είναι ανικανοποίητος. Τον θέλει καλύτερο. Να βελτιώνεται. Να εξελίσσεται. Να γίνει ακόμη πιο σημαντικός. Ακόμη πιο έξυπνος…