Όταν δεν μπορείς να «σχηματίσεις» νέες… αναμνήσεις; Προφανώς και θα πρέπει να ζήσεις με τις προηγούμενες.
Δεν ήταν δα και κάποιο… αριστούργημα, εξ ου και η «ειδική περιποίηση» από τους κριτικούς. Ήταν όμως σίγουρα αληθινός Ταραντίνο. Στα χρώματα, στις μουσικές. Στον δικό του πλανήτη. Και πάνω από όλα σε εκείνη την αδιαπραγμάτευτη στάση ζωής, του κινηματογραφιστή: Το ταξίδι του μυαλού που με έναν τρόπο συμβαίνει πάντα προς τα πίσω. Συμβαίνει σε πολλούς.
Σε τελική ανάλυση είμαστε ότι ζούμε.
Το Once Upon A Time In Hollywood δεν είναι τίποτε λιγότερο από αυτό. Ο διαχρονικός θαυμασμός του Ταραντίνο, για τη Σάρα Τέιτ. Η αγάπη του για τα «σπαγγέτι Γουέστερν» που υμνήθηκε άλλωστε και στο Django. Οι χίπις του Χόλυγουντ εκεί στο φινάλε των 60s σε μια περίοδο κοινωνικών ανατροπών για τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Μια εποχή παγιδευμένη στο «φιλμ» μιας άλλης.
Και μιας και είναι πλέον περίπου ένας μήνας που παίζεται στις κινηματογραφικές αίθουσες: Το timing φαντάζει τρομακτικό. Γιατί σε αυτόν τον μήνα, με τον τρόπο του η κατάσταση στον ελληνικό αθλητισμό εξήγησε σε όλους ότι θα πρέπει να ζούμε με τις αναμνήσεις.
Η αποτυχία της εθνικής ομάδας μπάσκετ στην Κίνα, είναι σαφώς το πιο πρόσφατο αλλά και πιο ισχυρό δείγμα γραφής. Διότι το μπάσκετ ήταν πάντα για την Ελλάδα κάτι άλλο. Που πλέον δεν είναι.
Κάποτε ήταν αποτυχία η 4η θέση στο Παγκόσμιο και το Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα. Τώρα δεν βλέπουμε «8άδα» ούτε με το κιάλι. Από τη Σαϊτάμα και μετά η ίδια ιστορία.
Όπως κάποτε ήταν αυτονόητο ότι ο Ολυμπιακός και ο Παναθηναϊκός θα πρωταγωνιστούσαν στην Ευρωλίγκα ξεκινώντας σε ετήσια βάση το ταξίδι τους με την φιλοδοξία της κατάκτησης.
Αντίστοιχα και στο ποδόσφαιρο. Μέσα στον Αύγουστο επιβεβαιώθηκε πως είμαστε πια μια χώρα που μπορεί να ξεκινά τους προκριματικούς των ευρωπαϊκών κυπέλλων με πέντε διαφορετικούς εκπροσώπους και τελικά να φτάνει στους ομίλους ένας.
Η ίδια χώρα, πρωταθλήτρια Ευρώπης 2004 –με τρεις διαφορετικούς εκπροσώπους στο Τσάμπιονς Λιγκ 2002- που πλέον δεν είναι σε θέση να διαχειριστεί σε επίπεδο εθνικής ομάδας αναμετρήσεις με την Αρμενία και την Λιχτενστάιν.
Τι έπαιξε ρόλο σε αυτή την μετάβαση; Πρωτίστως το χρήμα και το καταλαβαίνει ο καθένας. Η Ελλάδα είναι πια μια δεκαετία στην κοιλία του τέρατος της μεγαλύτερης οικονομικής κρίσης που την βρήκε μεταπολεμικά. Τίποτε δεν είναι το ίδιο. Ακόμη και όσοι «προσποιούνται» την επιστροφή στην κανονικότητα ξέρουν καλά πως κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει.
Σε αυτά τα δέκα χρόνια η ΑΕΚ βρέθηκε στην τρίτη κατηγορία, ο Παναθηναϊκός έγινε μόνιμα μια ομάδα εκτός ευρωπαϊκής σκηνής, ο Άρης ζαλίστηκε από το ανέβα και κατέβα του «ασανσέρ». Αν δεν ήταν ο Βαγγέλης Μαρινάκης; Κανείς δεν ξέρει πια περιπέτεια περίμενε και τον Ολυμπιακό. Όπως αντίστοιχα αν δεν ήταν ο Ιβάν Σαββίδης να αλλάξει τις δυνατότητες του ΠΑΟΚ. Του ΠΑΟΚ που κρατώντας πια άλλα… βιβλία σε σχέση με το παρελθόν σαφώς και δεν του είναι τόσο εύκολο να ανταποκριθεί στις προσδοκίες του.
Στο μπάσκετ τα πράγματα έγιναν ακόμη χειρότερα. Διότι στο ποδόσφαιρο με έναν τρόπο μπορείς να διεκδικήσεις έσοδα. Εδώ δεν υπάρχει «φως» για κανέναν. Πολλώ δε μάλλον έπειτα από τη «μαεστρία» του αιωνόβιου Βασιλακόπουλου και της σοφής ΕΟΚ: Οι χειρισμοί που οδήγησαν τον Ολυμπιακό εκτός λίστας του ελληνικού πρωταθλήματος.
Λένε πως το ελληνικό μπάσκετ δεν έχει «σουτέρ» για να στελεχώσουν τον Γιάννη. Στην πραγματικότητα το ελληνικό μπάσκετ δεν έχει «αντικείμενο» όπως το πάει. Κάποτε στην εθνική ομάδα πέραν του Ολυμπιακού και του Παναθηναϊκού, υπήρχαν παίκτες του Άρη, του ΠΑΟΚ, του Ηρακλή, του Πανιωνίου, του Περιστερίου που έρχονταν από ρόλους πρωταγωνιστικούς να στελεχώσουν το ρόστερ. Και τότε προπονητές ήταν ο Πολίτης, ο Κουμιουρτζόγλου κλπ. Δεν άλλαξε τώρα συνήθεις ο πρόεδρος της ΕΟΚ.
Τώρα όμως δεν υπάρχει κανονικός Πανιώνιος, κανονικός ΠΑΟΚ, κανονικός Άρης. Δεν υπάρχει καν στην Α1 ο Ηρακλής. Δε οι «αιώνιοι» δεν έχουν πια την οικονομική δυνατότητα, ή το «πακέτο φιλοδοξίας» για να κρατήσουν τους καλύτερους Έλληνες στην Ελλάδα. Ο Σλούκας είναι ένα παράδειγμα χαρακτηριστικό.
Όταν λοιπόν δεν υπάρχει το «χρήμα»; Οι συνθήκες σε αναγκάζουν να σκάψεις πιο βαθιά. Και εκεί τι ακριβώς συναντάς;
Τον Γραμμένο και τη «μπάντα» του στην ΕΠΟ. Τον Βασιλακόπουλο και το… χάος στην ΕΟΚ. Και όλους αυτούς τους «τύπους» που παριστάνουν τους επαγγελματίες παράγοντες μια ζωή στην Ελλάδα.
Το μεσημέρι οι ρεπόρτερ Ολυμπιακού είχαν το προνόμιο να καθίσουν γύρω από το ίδιο τραπέζι με τον Πέδρο Μαρτίνς. Κάποια στιγμή ρωτήθηκε ο Πορτογάλος αν είχε «πρότυπα» ξεκινώντας να γίνει προπονητής. Αν μπορούσε κάποιος να ακούσει πως μίλησε για τον Κάρλος Κεϊρόζ, να είστε βέβαιοι πως δεν θα ξεχνούσε ποτέ τα λόγια του.
Γιατί ξεχωρίζει τον νυν ομοσπονδιακό τεχνικό της Κολομβίας (και άλλοτε βοηθό του Sir Alex); Όχι, για την σημαντική καριέρα του στο διεθνές ποδόσφαιρο. Σε τελική ανάλυση υπάρχουν άλλοι συμπατριώτες του που πέτυχαν σπουδαιότερα πράγματα.
Ο θαυμασμός για τον Κεϊρόζ προκύπτει από την εποχή που ο 67άχρονος σήμερα προπονητής, άλλαξε την δομή ολόκληρου του Πορτογαλικού ποδοσφαίρου. Από την εποχή που το δικό του ποδοσφαιρικό «σχέδιο», το οποίο άλλαζε τα πάντα από το ερασιτεχνικό επίπεδο, έγινε το σχέδιο της Πορτογαλίας. Της σημερινής πρωταθλήτριας Ευρώπης…
Των Ιβήρων που είναι μια χώρα 10 εκατ σαν εμάς. Αλλά που δεν έχουν ανάγκη να ζουν με τις… αναμνήσεις.
Στην Ελλάδα τις επιτροπές της ΕΠΟ τις «καταλαμβάνουν» άνθρωποι των.,.. προέδρων. Που τις περισσότερες φορές ουδεμία σχέση έχουν με το ίδιο το ποδόσφαιρο. Οι «βλαχοδήμαρχοι» που λένε και οι ίδιοι.
Στην Ελλάδα, η ΕΠΟ ανήκει σε «χαλίφηδες», οι τεχνικοί διευθυντές της Εθνικής είναι «πόστο» που καλύπτεται με βάση από το ποιες ΠΑΕ έχουν το «πάνω χέρι» και τέλος πάντων τα υπόλοιπα είναι γνωστά.
Όπως γνωστός είναι και ο τρόπος με τον οποίο ο Θανάσης Σκουρτόπουλος βρέθηκε ο άνθρωπος εδώ και μια διετία στο τιμόνι της εθνικής μπάσκετ. Και κυρίως ο τρόπος που έμεινε σε αυτό.
Ένας «μπομπέρ» που βλέπει… Euroleague: Η χρονιά «εκτόξευσης» του Βασίλη Τολιόπουλου (vids)
Ας ζήσουμε λοιπόν με τις αναμνήσεις. Γιατί δύσκολα θα δημιουργηθούν «νέες»…