Δεν είναι το καθεαυτό διεγερτικό, είναι το σταυροπόδι, το ξύσιμο των όρχεων με την απαραίτητη ατάκα «τι λέει ρε μ@λ@κ@, πώς τη βλέπεις την ομάδα φέτος;»
Λατρεύω τα Κυριακάτικα άρθρα του καλοκαιριού, που ξεφεύγουν από την τυποποιημένη και μίζερη καθημερινότητα.
Κι αυτά έχουν την αξία τους δε λέω, καταντούν μονότονα όμως. Ο Φερέιρα, ο Ιβάν, ο Κεφτετζόγλου, ο Βαγγέλας, ο Γραμμένος, ο Τζάμπας, ο πρόστυχος Κασναφέρης, ο Άγγελος και τα θαύματα Των Αγίων, νισάφι πια.
Φτάνει-φτάνει, η ζωή μου κύκλους κάνει, όπως τραγουδά η Χαρούλα Αλεξίου.
Τα καλοκαίρια στον ΠΑΟΚ δεν είναι ποτέ ήσυχα βέβαια, εκτός από τα Ευρωπαϊκά και τις μεταγραφές που τα έχουν σχεδόν όλοι, φέτος υπήρχε και η αλλαγή προπονητή. Ίσα ίσα που προλάβαμε να κάνουμε μια ανέμελη βουτιά δηλαδή, καημό το έχουμε να περάσουμε ένα ήρεμο καλοκαίρι.
Τέλος πάντων, διανύοντας την τελευταία Κυριακή πριν την έναρξη του πρωταθλήματος, είπα να καταπιαστώ με τον περίφημο αντικαπνιστικό νόμο.
Όσο κράξιμο κι αν έχει φάει, όσο κι αν αποτελεί την προσωποποίηση της κοινοβουλευτικής κωμικότητας, ο Κυριάκος Βελόπουλος έκανε την πιο ουσιαστική τοποθέτηση:
«Η απαγόρευση της φούμας στους δημόσιους χώρους, συνιστά φασισμό.»
Δεν είναι δυνατόν να υποχρεώνεις κάποιον επιχειρηματία να κλείνει τις πόρτες του καταστήματος του, σε όσους θέλουν να καπνίσουν. Να μην του δίνεις έστω τη δυνατότητα, να προβλέψει ειδικούς χώρους γι αυτούς
Καλώς ή κακώς το τσιγάρο αποτελεί νόμιμο προϊόν, το κράτος κονομά εκατομμύρια από τους φόρους, ποσά εξωφρενικά σε σχέση με το καθαρό κέρδος παραγωγών κι εμπόρων.
Δε γίνεται να γεμίζεις την τσέπη σου και να περιθωριοποιείς ταυτόχρονα εκείνους που στη γεμίζουν.
Θα πει κάποιος πως κάνει κακό στην υγεία, καμμία αντίρρηση. Και το αλκοόλ βλάπτει τον οργανισμό, γιατί δεν το απαγορεύουν κι αυτό;
Και στα μπαράκια να πίνουν μόνο καφέδες κι αναψυκτικά.
Η πλάκα είναι πως και τα αναψυκτικά είναι βλαπτικά, ζημιά μπορεί να σου κάνει και το απλό νεράκι της βρύσης με το χλώριο που περιέχει.
Αφού η κυβέρνηση νοιάζεται τόσο πολύ για την υγεία μας λοιπόν, ν΄απαγορεύσει τα πάντα όλα. Να πηγαίνουμε για κλάμπινγκ και να τρώμε τα νύχια μας. Ή να κουβαλάμε φυσικούς χυμούς από το σπίτι που θα έχουμε φτιάξει με τα χεράκια μας, σαν τους οπαδούς του «ο Άρης» που πραγματοποίησαν τη μεγαλύτερη οπαδική μετακίνηση, γεμίζοντας τα πούλμαν τάπερ με κεφτεδάκια.
Ακόμα και τα φρούτα όμως ραντισμένα είναι, τι διάολο να πίνουμε τελικά;
Καλύτερα να μην πίνουμε τίποτα λέω ‘γω, να εισπνέουμε μόνο καθαρό αεράκι!
Τι εννοείς Βίρνα, πως ούτε το αεράκι είναι καθαρό;
Το λιγότερο ανθυγιεινό τείνει να γίνει ο μπάφος, με όλη αυτή τη μόλυνση τριγύρω.
Ο αντικαπνιστικός νόμος εφαρμόζεται στην Ευρώπη εδώ και μια δεκαπενταετία περίπου. Στο ξεκίνημα του βρισκόμουν Γλασκόβη και θυμάμαι την πλάκα που είχα πάθει, βλέποντας μέσα στο καταχείμωνο και το κρύο να τρυπάει τα κόκαλα, τύπους και τύπισσες με κοντομάνικα κι εξώπλατα να φουμάρουν, έξω από τα μπαρ.
Είχε μια εξήγηση, άντε να βάλεις πουλόβερ και μπουφάν για να βγεις έξω για τσιγάρο, να επιστρέψεις μέσα να ξεντυθείς και καπάκι να τα φορέσεις ξανά για να κάνεις το επόμενο.
Έβγαιναν έξω λοιπόν και πλάκωναν δυο μαζεμένα να ξεχαρμανιάσουν, αφήστε που οι Βρετανοί πίνουν σα μοσχάρια και ανεβάζουν εσωτερική θερμοκρασία.
Ότι είναι γι΄αυτούς το αλκοόλ, είναι για τον Έλληνα το τσιγάρο.
Κάθε ράτσα έχει ταυτίσει τη διασκέδαση, το άραγμα, το ξελαμπικάρισμα που λέμε, με διαφορετική συνήθεια.
Για τους Βρετανούς το «let’s have a beer» μεταφράζεται σε «ώρα για διάλειμμα, πάμε να χαλαρώσουμε, ν΄αλλάξουμε παραστάσεις». Η μπύρα είναι απλά η αφορμή…
Έτσι και για τον Έλληνα, το «πάμε για τσιγάρο», σημαίνει «πάμε να τα πούμε, να κουτσομπολέψουμε, να κάνουμε ραχάτι».
Στην πραγματικότητα λοιπόν δεν απαγορεύεις το τσιγάρο, καταργείς όλη την ιεροτελεστία.
Όπως ακριβώς ο καφές που δεν είναι το καθεαυτό διεγερτικό, αλλά η έννοια του πρωινού ξυπνήματος, του στοχασμού έστω και ως ψευδαίσθηση, της συντροφικότητας που κατά βάσει τον συνοδεύει, το ανακάτεμα του αφρού με το καλαμάκι (σουβλάκι για εσάς τους χαμουτζήδες), το σταυροπόδι, το ξύσιμο των όρχεων με την απαραίτητη ατάκα «τι λέει ρε μαλάκα, πως τη βλέπεις την ομάδα φέτος».
Είναι λοιπόν όλο αυτό το γύρω γύρω που διαγράφεται μαζί με την απαγόρευση κάθε μορφής «καθιερωμένης συνήθειας» κι αυτό είναι το ζόρι.
Όλα τα υπόλοιπα είναι θέμα συνήθειας, το τσιγάρο δεν ενοχλεί τόσο, όσο η κατάργηση του τελετουργικού.
Δεν τίθεται θέμα ότι κάνει κακό, ούτε πως είναι βασανιστικό ν΄αναγκάζεις και τον μη καπνιστή να εισπνέει καπνό.
Είναι αρχικά η υποκρισία πως δήθεν κόπτονται για την υγεία των πολιτών, ενώ στην πραγματικότητα θέλουν να περιορίσουν το κόστος των δημόσιων ασφαλιστικών ταμείων, για τις θεραπείες των ασθενών από τις βλαβερές συνέπειες του καπνίσματος.
Είναι επίσης η επίδειξη αυστηρότητας σε τέτοια θέματα, την ίδια στιγμή που οι μεγαλοοφειλέτες του δημοσίου συμπληρώνουν συντάξιμα χρόνια από τη γέννηση του χρέους, χωρίς να τους ενοχλεί κανείς.
Ειδικά η ΝΔ ως φρέσκια στην εξουσία, θα εξαντλήσει κάθε ίχνος τσαμπουκά, για να δείξει ότι και καλά δε μασάει. Κι όταν προσεχώς οι Σκοπιανοί επαναφέρουν τον ήλιο της Βεργίνας στα σύμβολά τους, θα διαμαρτυρηθεί με ρητορική Ζαμπούνη.
Τέλος, είναι ο φασισμός που ανέφερα στο ξεκίνημα, με τον οποίον επιβάλλουν σε κάθε ιδιώτη, τον τρόπο που θα διαχειριστεί την πελατεία του.
Αφήστε που το όλο concept, παραπέμπει στην πρόσφατη περίπτωση με τις πλαστικές σακούλες, που ξεκίνησαν να τις χρεώνουν δήθεν για την προστασία του περιβάλλοντος.
Και οι οποίες γεμίζουν με λογής λογής συσκευασίες πλαστικού.
Έτσι και τώρα, απαγορεύουν το κάπνισμα δήθεν για την προστασία των πολιτών, που μπορούν ωστόσο να μπεκρουλιάζουν, να τρώνε μεταλλαγμένα και ραντισμένα προϊόντα που κυκλοφορούν ανεξέλεγκτα.
Και την ίδια στιγμή που που θα σε νουθετούν για να σβήσεις το τσιγάρο, τα ντουμάνια στην Πτολεμαΐδα θα συνεχίσουν να ξερνάνε καρκίνο…