Την επομένη ενός ντάρμπι* που κρίθηκε από το γόνατο ενός Ένγκελς, μια επιστροφή δική μου στο γλυκό μαρτύριο μιας ιντερνετικής στήλης περί τα αθλητικά, είναι μάλλον πρέπον να ανοίξει με την γοητευτικά παράλογη φιλοσοφία ενός Μαρξ. Όχι του Καρόλου, αλλά του Ιουλίου Ερίκκου «Γκράουτσο» Μαρξ, εννοώ βεβαίως. Του ανθρώπου που, μεταξύ άλλων, πιστώνεται και με […]
Την επομένη ενός ντάρμπι* που κρίθηκε από το γόνατο ενός Ένγκελς, μια επιστροφή δική μου στο γλυκό μαρτύριο μιας ιντερνετικής στήλης περί τα αθλητικά, είναι μάλλον πρέπον να ανοίξει με την γοητευτικά παράλογη φιλοσοφία ενός Μαρξ.
Όχι του Καρόλου, αλλά του Ιουλίου Ερίκκου «Γκράουτσο» Μαρξ, εννοώ βεβαίως. Του ανθρώπου που, μεταξύ άλλων, πιστώνεται και με το εξής εκπληκτικό: «Ποτέ», είχε δηλώσει, «δε θα ήθελα να ήμουν μέλος μιας λέσχης που θα με αποδεχόταν ως μέλος της».
Η δημοσιογραφία είναι καλή αν την εγκαταλείψεις εγκαίρως –να πα’ να γίνεις, ας ‘ούμε, βουλευτής ή ευρωβουλευτής ή μέλος μιας οποιασδήποτε συμμορίας (ουπς: λάθος. Λέσχης ήθελα να πω) τόσο ποταπής ώστε να σε αποδέχεται ως μέλος της. Εγώ δεν την παράτησα νωρίς. Και, μετά, όταν πράγματι αισθάνθηκα ότι θα συνιστούσε αυτοαναίρεση το να είμαι μέλος της, ήταν πια αργά.
Οι παλιές αγάπες δεν ξεχνιούνται, όμως. Και συχνά βρίσκουν έναν ωραίο, εξαγνιστικό και φρέσκο τρόπο να ξαναμπαίνουν στη ζωή σου. Ενίοτε και με συστατικά παρόμοια σε ποιότητα μ’ εκείνα της νιότης…
Συνεπώς, το δηλώνω ευθαρσώς: δεν ήταν ένας Γκράουτσο-Μαρξ-τύπου σνομπ αυτοσαρκασμός που με κράτησε όλα αυτά τα χρόνια μακριά από σάιτ, εφημερίδες, ραδιόφωνα, τηλεοράσεις. Ήταν κάτι άλλο. Αρκετά άλλα. Θα τα βρούμε, ελπίζω, στην πορεία, από εδώ. Από μια στήλη που ξεκινάει, βασικά και κυρίως, για να ξεδίνω. Ίσως και για να (σας) τη δίνω πού και πού. Όπως πάντοτε, χωρίς ύβρεις, αλλά πάντοτε με την ευχή να αποτελούμε νέμεση για την όποια ύβριν.
Και, καλώς ή κακώς, τέτοιου είδους ύβρις, με την έννοια της αρχαίας τραγωδίας, εξακολουθεί και απαντάται ασταμάτητα στα αθλητικά πράγματα της χώρας. Ή μάλλον και στα αθλητικά πράγματα της χώρας. Ή μάλλον και στα αθλητικά και στα άλλα πράγματα μιας χώρας που είναι από μόνη της μια τραγωδία. Αλλά κι αυτά είναι για να τα βρούμε στην πορεία.
Σήμερα θέλω απλώς να σας καλωσορίσω από πλευράς μου και να ευχηθώ καλή επιτυχία στην προσπάθεια μιας λέσχης, αυτής του to10.gr, που, δεν ξέρω ακριβώς γιατί, αλλά θέλησα εύκολα να με αποδεχθεί ως μέλος της.
Μάλλον επειδή εγώ ήμουν και θα είμαι πάντοτε γραφιάς απ’ τη μία. Κι απ’ την άλλη, επειδή θυμίζει παλιά αγάπη –όταν όλα ήταν πιο απλά και πιο όμορφα. Όχι επειδή γράφαμε με γραφομηχανές σε papers, αλλά επειδή δεν ήμασταν μηχανές αναπαραγωγής non-papers.
Οφείλω να ομολογήσω ότι λίγο άγχος, το έχω. Ίσως όχι τόσο όσο ο Παναθηναϊκός όταν το πούλμαν του έχει πληρώσει διόδια ενόψει κάποιου ματς. Ίσως όχι τόσο όσο και ο Λουτσέσκου, όταν πρέπει να αποδείξει ότι ο ΠΑΟΚ θέλει να μπορεί να είναι το «хозяин» («αφεντικό» στα ρωσικά είναι αυτό, βρε) στο παιχνίδι. Ίσως ούτε καν όσο ο Παπάς, όταν προσπαθεί να περάσει μέσω instagram τη βελόνα του στο βουντού-ομοίωμα του Σκουρτόπουλου. Αλλά ένα άλφα, το έχω.
Ελπίζω όχι για πολύ. Καλώς σας βρίσκω…
* Το ντάρμπι-derby (άκουσον εδώ), είναι ίσως η μόνη λέξη που οι γλωσσολόγοι-διδάσκαλοι-συνάδελφοι σπορτκάστερς δεν έχουν επιμείνει εμμονικά να προφέρουν ακριβώς όπως οι αναγνωρισμένοι πατέρες της έκφρασης, εν προκειμένω οι Αγγλουά ή Brexitες. Τους το θυμίζω, έτσι ώστε να έχουμε έναν ακόμη λόγο να ανεβάζουμε πίεση κατά τις μεταδόσεις –αλλά για την υγρασία θα τα πούμε μετά, καθώς λέει και το ανέκδοτο…
** Σοκαρίστηκα από τον τόσο πρόωρο θάνατο του Θανάση Καλογιάννη. Υπήρξε μέγιστο ταλέντο, ωραίος τύπος, με χιούμορ, με ανησυχίες, με κουλτούρα, με πολλά ενδιαφέροντα και σπάνιο ήθος. Και έφυγε πολύ νέος, γμτ. Τα πιο θερμά συλλυπητήρια στην οικογένειά του…