Καλό είναι να τιμάμε τη μνήμη των προγόνων μας και των θυμάτων του Πόντου (και όχι μόνο), αλλά οφείλουμε να το κάνουμε κοιτώντας και το παρόν και το μέλλον.
Μέρα που είναι (19/5) και τιμώνται τα 100 χρόνια από τη γενοκτονία των Ποντίων, θα γράψω κι εγώ δύο λόγια για το θέμα, για να τιμήσω τις ρίζες μου.
Η μητέρα μου (Μαίρη Σταθάκη) είναι Κρητικιά (από Σκαφιώτο Χανίων ήταν ο παππούς Μανώλης, από Γεράνι Ρεθύμνου η γιαγιά Ειρήνη). Ο πατέρας μου (Δημήτρης Παυλίδης) είναι Πόντιος. Από την πλευρά του πατέρα μου, ο παππούς μου ο Χρήστος ήταν από τη Σεβάστεια και η γιαγιά μου η Σωτηρία από τη Σινώπη. Ήρθαν πρόσφυγες στη Θεσσαλονίκη και μάλιστα ο παππούς μου δεν μιλούσε καν ελληνικά. Ήταν χριστιανός ορθόδοξος αλλά μιλούσε τουρκικά έχοντας μεγαλώσει σε ορφανοτροφείο. Όταν μπήκε εκεί ήταν τόσο μικρός που δεν ήξερε καν το πραγματικό του επίθετο. Ήξερε ότι ο πατέρας του ονομάζονταν Δημήτρης και η μητέρα του, Μαρία. Παυλίδης όμως βγήκε επειδή έλεγαν τον παππού του Παύλο. Έτσι έβγαιναν πολλά επίθετα τότε. Με αυτόν τον παππού μου έχω ακριβώς το ίδιο όνομα. Χρήστος Παυλίδης του Δημήτριου και της Μαρίας. Μάλιστα συμπτωματικά και η γυναίκα μου έχει το ίδιο όνομα με τη γιαγιά μου, λέγεται Σωτηρία!
Στις ιστορίες που διηγούνταν ο παππούς για τον ξεριζωμό, όταν αναφέρονταν στην άλλη πλευρά του Αιγαίου μιλούσε για την «πατρίδα». Έλεγε όμως ότι όταν έφτασαν στη Θεσσαλονίκη μετά από μεγάλη ταλαιπωρία πολλών εβδομάδων και αφού τους πέρασαν από τα λοιμοκαθαρτήρια στον Πειραιά, ο κόσμος δεν τους αποδέχονταν ως συμπατριώτες. Οι Έλληνες τους αποκαλούσαν «τουρκόσπορους», ενώ πριν φύγουν από την «πατρίδα», εκεί πολλοί τους αποκαλούσαν «γκιαούρηδες». Πολλοί, όχι όλοι.
Ο παππούς μου και η γιαγιά μου δεν έτρεφαν τυφλό μίσος για όλους τους Τούρκους. Η γιαγιά μου διηγούνταν ότι όταν ήταν να μπουν στο χωριό της Νεότουρκοι και Τσέτες που έκαναν σφαγές, οι Τούρκοι γείτονες τους βοηθούσαν να γλιτώσουν.
Χρόνια μετά από αυτές τις διηγήσεις, σε μια ομιλία του ο Μιχάλης Χαραλαμπίδης (περίπου το 2010), μου έδωσε να καταλάβω καλύτερα αυτό που μου έλεγε ο παππούς μου και η γιαγιά μου.
Ο κοινωνιολόγος και συγγραφέας υπήρξε επί σειρά ετών στέλεχος του ΠΑΣΟΚ αλλά μετά το 1996 ανεξαρτητοποιήθηκε. Το 1994, το Κοινοβούλιο υιοθέτησε την πρότασή του για την αναγνώριση της 19ης Μαΐου ως Ημέρα Μνήμης της Ποντιακής Γενοκτονίας. Έχοντας σπουδάσει Πολιτικές και Οικονομικές Επιστήμες με μεταπτυχιακό στην κοινωνιολογία, ασχολήθηκε ενδελεχώς με το θέμα της ποντιακής γενοκτονίας και θυμάμαι 2-3 πράγματα που τόνιζε χαρακτηριστικά.
Η γενοκτονία-σφαγή των Ποντίων δεν έγινε από όλους τους Τούρκους αλλά από τους Νεότουρκους σε μια προσπάθεια εθνοκάθαρσης για να αλλάξει η μορφή της καταρρέουσας οθωμανικής αυτοκρατορίας. Σε μια περίοδο εθνικής και οικονομικής κρίσης για την οθωμανική αυτοκρατορία ο πρώτος εχθρός που ανέδειξαν οι εθνικιστές (όπως γίνεται ιστορικά πάντα…) ήταν οι ξένοι προς αυτούς. Οι εθνικιστές φανατικοί Τούρκοι ήταν αυτοί που έκαναν τις σφαγές. Η πλειοψηφία του απλού τουρκικού λαού ζούσε αρμονικά με τους Πόντιους και τους υπόλοιπους Έλληνες της περιοχής. Το κίνημα του Κεμάλ ολοκλήρωσε τη σφαγή και οι μέθοδοί του ήταν εφάμιλλοι της ναζιστικής Γερμανίας του Χίτλερ. Δεν ήταν όμως όλοι οι Γερμανοί ναζιστές. Έτσι δεν ήταν και όλοι οι Τούρκοι εθνικιστές σφαγείς.
Καλό είναι να τιμάμε τη μνήμη των προγόνων μας και των θυμάτων του Πόντου (και όχι μόνο), αλλά οφείλουμε να το κάνουμε κοιτώντας και το παρόν και το μέλλον.
Ωραία τα έγραψε και ο Ιβάν Σαββίδης στο δικό του μήνυμα για τη σημερινή μέρα μνήμης.
Χαρακτηριστικά σημείωσε μεταξύ άλλων: «Κοιτάζοντας πίσω, αναλύοντας τα αίτια, τα γεγονότα και τις συνέπειες των τραγικών γεγονότων των αρχών του 20ού αιώνα γίνεται όλο και πιο εμφανής ο ρόλος της Μικρασιατικής Καταστροφής στην παγκόσμια ιστορική διαδικασία. Έλληνες, Αρμένιοι, Ασσύριοι – όλοι εμείς χάσαμε την πατρίδα μας, το σπίτι μας, τους αγαπημένους μας.
Ωστόσο διατηρήσαμε την πίστη και τη μνήμη μας. Και σήμερα μπορούμε να εκτιμήσουμε καλύτερα το βάθος και την κλίμακα της μνήμης μας. Έγινε αναπόσπαστο κομμάτι του λαού μας, διαμόρφωσε τη νοοτροπία και τη συνείδηση των Ποντίων.
Φυλάσσουμε κάθε κόκκο των ενθυμήσεών μας για τον Πόντο, παραδίδουμε τις ιστορίες των οικογενειών μας από στόμα σε στόμα, από την παλαιότερη γενιά στη νεότερη. Σε όλο τον κόσμο – στην Ελλάδα, στη Ρωσία, στην Αμερική, στον Καναδά, στη Γερμανία, στην Αυστραλία… Αυτές οι ιδιωτικές ιστορίες, οι μαρτυρίες και τα γεγονότα, που συγχωνεύονται σε ένα ισχυρό κοινό ρεύμα, μας βοηθούν να αισθανόμαστε σαν ένας λαός, ανεξάρτητα από το πού μας έφερε η μοίρα.
Σήμερα, σε αυτήν την πένθιμη ημερομηνία, καλώ όλους εμάς να αποτίσουμε φόρο τιμής στη μνήμη των προγόνων μας, αλλά και να διώξουμε μακριά τις σκέψεις του μίσους και της εκδίκησης.
Σήμερα η μνήμη μας πρέπει να μας οδηγήσει στο δρόμο της δημιουργίας.
Ίσως ο Κύριος ανέθεσε στους λαούς που βίωσαν τραγωδίες παρόμοιες με τη δική μας μία ειδική αποστολή, την υποχρέωση να προστατεύουμε τον κόσμο από τη βία, την επιθετικότητα και το κακό, μιλώντας ηχηρά για αυτές τις τραγικές σελίδες της παγκόσμιας ιστορίας.
Έφτασε ο καιρός να στρέψουμε το κοινό και την παγκόσμια επιστημονική σκέψη προς την ανάλυση της Μικρασιατικής Καταστροφής. Και είμαστε στον σωστό δρόμο. Σχεδόν σε όλες τις χώρες με ποντιακή παρουσία εκπονούνται επιστημονικές εργασίες πάνω σε αυτό το ζήτημα, διοργανώνονται συνέδρια, φόρουμ, εδραιώνεται συνεργασία και ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ πανεπιστημίων.
Εγκαινιάστηκε Έδρα Ποντιακών Σπουδών στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, ξεκίνησε η λειτουργία του Κέντρου Ποντιακών Ερευνών, το συνέδριο του Μαΐου με θέμα τη Γενοκτονία των χριστιανικών πληθυσμών στην Οθωμανική Αυτοκρατορία συγκέντρωσε επιστήμονες από δεκαπέντε χώρες του κόσμου… και αυτό είναι μόνο η αρχή.
Δεν θα σταματήσουμε την προσπάθειά μας, χρησιμοποιώντας ως παράδειγμα την τραγωδία των Ποντίων, να περάσουμε στους ανθρώπους το προφανές μήνυμα πως η αγνόηση παρόμοιων εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας, αναπόφευκτα θα οδηγήσει τον κόσμο σε νέες τερατώδεις καταστροφές. Έτσι αντιλαμβανόμαστε την επιστημονική και εκπαιδευτική αποστολή του ποντιακού λαού στο πλαίσιο του παγκόσμιου πολιτισμού.
Δεν μπορούν να μην μας ακούσουν. Ο κόσμος πρέπει να συναγάγει συμπεράσματα».