Από το στίβο μάχης του 2017 στην ευρωπαϊκή έξοδο το 2019, ο Άρης και οι άνθρωποί του εξελίσσονται.
Η δεύτερη συνεχόμενη πετυχημένη χρονιά ως προς τη βασική της στόχευση, τελειώνει για τον Άρη με τον αγώνα κόντρα στην Ξάνθη στο Κλεάνθης Βικελίδης.
Και αυτό, ως κατάσταση, είναι το αντικείμενο αυτού του σημειώματος: Η μετάβαση από σεζόν σε σεζόν και από επίπεδο δυσκολίας σε επίπεδο δυσκολίας.
Η κακή πρώτη σεζόν στη φούτμπολ λιγκ για τον Άρη ήταν φυσικά αντίστοιχα κακή για τον Θόδωρο Καρυπίδη. Λένε ότι δεν μπορείς να έχεις άλλο αποτέλεσμα όταν επαναλαμβάνεις το ίδιο λάθος και ο ιδιοκτήτης της ΠΑΕ Άρης, έδειξε ότι κατάλαβε και διόρθωσε ένα λάθος το καλοκαίρι του 2017.
Επέλεξε να χτίσει την ομάδα που θα έδινε με μια ανάσα τη μάχη της επιστροφής, με έναν τεχνικό διευθυντή δίπλα του και όπλο τη γνώση των ιδιαιτεροτήτων της κατηγορίας.
Πράγματι, ο Παύλος Μυροφορίδης ήταν ο καταλληλότερος για να χτίσει αυτή την ομάδα «μιας χρήσης», που όμως έπρεπε να περάσει ανεπιστρεπτί το στίβο μάχης της κατηγορίας. Επέλεξε τους περισσότερους παίκτες, τον προπονητή, η συνεργασία με τον Καρυπίδη υπήρξε αποτελεσματική σε ορισμένες επιπλέον επιλογές και ο στόχος επετεύχθη.
Κομβικό, για την επόμενη πετυχημένη σεζόν, ήταν το σημείο στο οποίο ο Καρυπίδης αντιλήφθηκε ότι στο πρώτο επίπεδο της σούπερ λιγκ, ο Άρης θα μπορούσε να κινηθεί, αν υπάκουε στη λογική των απαιτήσεων της κατηγορίας και όχι στο συναίσθημα της ικανοποίησης και των δεσμών που προκάλεσε η αίσια έκβαση της προηγούμενης περιόδου.
Ξεκίνησε να χτίσει τον Άρη με υπεραρμοδιότητες προπονητή και τεχνικού διευθυντή στον Πάκο Ερέρα. Όταν φάνηκε ότι οι απαιτήσεις είναι περισσότερες από τις αντικειμενικές δυνατότητες ενός μόνο ανθρώπου, ήταν και πάλι αποφασιστικός: Συνεργάστηκε με έναν αθλητικό διευθυντή, για μένα τον καλύτερο Έλληνα και έδειξε και εμπιστοσύνη στο σχέδιο και τις δυνατότητές του.
Δεν δίστασε να πάρει δύσκολες αποφάσεις, όπως η αντικατάσταση του Ερέρα, που είχε ρεύμα στον κόσμο και η πρόσληψη Παντελίδη που χωρίς την «κολώνια» του «προφεσόρ» που φορούσε ο Ερέρα από τα χρόνια στα Ισπανικά και ευρωπαϊκά γήπεδα, θα έπρεπε άμεσα να βελτιώσει όλα τα κακώς κείμενα για να μη χαθεί το τρένο της Ευρώπης. Ο Παντελίδης έδειξε πράγματα σχεδόν παντού στις ομάδες του. Στον Άρη, έδειξε ότι είναι ώριμος και ικανός για το υψηλό επίπεδο.
Το Γενάρη, επιβεβαιώθηκε ότι η συνταγή είναι πετυχημένη: Οι μεταγραφές ήταν όλες από καλές ως άριστες και η ομάδα μέσα σε μισό πρωτάθλημα, από το ματς στην Ξάνθη μέχρι και το προηγούμενο με τον Ατρόμητο, από εκεί που ήταν μπροστά σε αποφάσεις που θα άλλαζαν τα πάντα (και λανθασμένα, αφού η πορεία έδειξε ότι η στήριξη Παντελίδη από τον Καρυπίδη ήταν η σωστή επιλογή) εξασφάλισε το ευρωπαϊκό εισιτήριο.
Έκανε όμως και πολλά εκτός αυτού: Βελτίωσε την απόδοση και την εικόνα της, αύξησε την υπεραξία αρκετών παικτών της, έχτισε έναν κορμό πάνω στον οποίο μπορεί να παρέμβει πια πολύ στοχευμένα και συνολικά, κέρδισε την εκτίμηση του κοινού. Αρκετά έγιναν και στις εγκαταστάσεις.
Σήμερα όλοι περιμένουν ότι μετά την οριστικοποίηση των δυνατοτήτων στα οικονομικά, το κλαμπ συνεχίζοντας στον ίδιο δρόμο θα αναζητήσει να προχωρήσει ένα βήμα παραπάνω, αφού στο «κόστος» της διαμόρφωσης του οριστικού προφίλ της ομάδας, εντάχθηκε φέτος ο αποκλεισμός από ομάδα κατώτερης δυναμικής και κατηγορίας στο κύπελλο.
Ο Άρης, χωρίς να είναι ισχυρός οικονομικά στο επίπεδο του ανταγωνισμού, ήταν ανταγωνιστικός γιατί μοιάζει ότι ξέρει να αξιοποιεί στο μέγιστο τα χρήματα που έχει.
Στο ποδόσφαιρο ισχύει ότι και στα ομόλογα: Οι προηγούμενες αποδόσεις δεν εξασφαλίζουν τις μελλοντικές. Όμως, όταν για δυο σεζόν, τόσο διαφορετικές μεταξύ τους, το κλάμπ πετυχαίνει στόχους, είναι δίκαιο να πει κανείς ότι ο Καρυπίδης, παρών και στις δύο φάσεις του πρότζεκτ, ωριμάζει μαζί με το σχέδιο και το όνειρό του.
«Το κιτρινόμαυρο ομόλογο» πραγματοποίησε ένα εντυπωσιακό ράλι μέσα σε 20 – 21 μήνες.