Υπό νορμάλ συνθήκες, το ντέρμπι της Τούμπας θα είχε πολλά θέματα για συζήτηση. Ποδοσφαιρικά. Τον Πέλκα, π.χ., πρώτο απ’ όλους. Το κοουτσάρισμα των δύο τεχνικών. Τον Πρίγιοβιτς. Την απουσία από την αρχική ενδεκάδα του Χουλτ και του Χίλιεμαρκ.
Τέτοια ώρα, τέτοια λόγια όμως. Ποιον ενδιαφέρουν; Και ποιες νορμάλ συνθήκες;
Οι φίλοι του ΠΑΟΚ κρατούν την τεσσάρα και τα υπόλοιπα θα τα βρει, συν τω χρόνω, η «υπερεσία». Έτσι κι αλλιώς, το ποδόσφαιρο είναι παιχνίδι και στο παιχνίδι το αποτέλεσμα μετράει περισσότερο από τις λεπτομέρειες. Αρκετές από τις λεπτομέρειες του ματς δεν είναι υπέρ του Λουτσέσκου, ούτε υπέρ της νοοτροπίας που έδειξε μετά το πρώτο γκολ ο «Δικέφαλος». Μπροστά στο 4-0, όμως, αυτά είναι ψιλά γράμματα. Στα υπ’ όψιν μεν, αλλά στον καιρό τους. Δεν είναι ο τωρινός…
Απ’ την άλλη, κι εγώ μπορεί να απόρησα με τις αρχικές επιλογές του Ουζουνίδη και το πνεύμα που έμοιαζαν να αποπνέουν. Αλλά, για να είμαστε σοβαροί, όταν ο Παναθηναϊκός έχει φτάσει στο σημείο να τρέμει μήπως στη συνέντευξη Τύπου πει ο Μαρίνος «φεύγω κι εγώ» -διότι διαισθάνεται ότι, σε τέτοια περίπτωση και ο τελευταίος συνδετικός ιστός στο σύλλογο θα έχει πλέον χαθεί- πόσο δίκαιη θα είναι μια αμιγώς αγωνιστική κριτική στον προπονητή; Κατά τη γνώμη μου δε θα είναι.
Κατ’ αναλογίαν, στο ομαδικό παιχνίδι που λέγεται δημοσιογραφία, έχω βρεθεί περισσότερες φορές στη θέση του Ουζουνίδη, απ’ ό,τι στου Λουτσέσκου. Ξέρω πολύ καλά τι σημαίνει να προσπαθείς να κρατήσεις το προϊόν σε αξιοπρεπή επίπεδα και τον απλήρωτο, ανήσυχο και απογοητευμένο κόσμο που το παράγει πάνω στο καράβι, την ώρα που ο πλοιοκτήτης έχει δείξει με κάθε τρόπο ότι καρφάκι δεν του καίγεται αν γίνει Φαλκονέρα το πράγμα.
Δε γίνεται να ρίξω το φταίξιμο για τη βαριά αυτή ήττα στον προπονητή. Ούτε και στους παίκτες. Πολλές ώρες πριν από το ντέρμπι, άλλωστε, είχα διακινδυνεύσει να περιγράψω το έργο που θα παιζόταν. Το να συνέβαινε το αντίθετο, θα ήταν θαύμα.
Το πιο σημαντικό και ουσιώδες, όμως είναι ότι και το αντίθετο να είχε συμβεί, το θαύμα δηλαδή, πάλι ο ΠΑΟΚ θα ήταν τώρα καβάλα στο άλογο και ο Παναθηναϊκός πάλι θα ήταν φορτηγό χωρίς φρένα στην κατηφόρα.
Τις τεσσάρες και δη στα ντέρμπι, βλέπετε, τις γράφει η ιστορία. Είναι καλές για το ηθικό και για την αυτοπεποίθηση. Αλλά στο τέλος της ημέρας, τρεις βαθμούς δίνουν και οι νίκες σ’ αυτά και οι νίκες απέναντι σε οποιονδήποτε άλλον. Και να τους έχανε τους τρεις βαθμούς ο ΠΑΟΚ απόψε, θα εδικαιούτο βάσιμα να πιστεύει ότι θα τους έβρισκε αλλού στην πορεία.
Ενώ ο Παναθηναϊκός, όπως είναι αυτή τη στιγμή, σε τίποτε δε θα είχε να ελπίζει στην πραγματικότητα, ακόμη κι αν έφευγε νικητής από το αποψινό ντέρμπι. Τους τρεις βαθμούς απ’ αυτό, είναι ολοφάνερο πια ότι θα τους έχανε αλλού, διότι η εικόνα που παρουσιάζει είναι αποσύνθεσης και παρακμής. Και παρά τη βεβαιότητα που εξέφρασε ο Ουζουνίδης ότι και αγωνιστικά και οικονομικά «θα βρεθεί λύση», η κοινή αίσθηση όλων πλέον είναι ότι κάτι τέτοιο αποτελεί ευσεβή πόθο και όχι υπαρκτό ενδεχόμενο.
Πολύ φοβούμαι, λοιπόν, ότι οι φίλοι του θα πρέπει να συμβιβαστούν με την πιθανότητα να ζήσουν ό,τι δεν φαντάζονταν ποτέ πως θα τους λάχει -και μάλιστα σύντομα. Αν θα παραμείνουν αδρανείς ή όχι είναι άλλη κουβέντα. Αλλά ότι οφείλουν να προετοιμάζονται, το οφείλουν πλέον…
(Αντιστοίχως, γερή προπόνηση στον πραγματικό πρωταθλητισμό χρειάζεται, καθώς διαπίστωσα και η κερκίδα της Τούμπας, αλλά είπαμε: σε στιγμές χαράς και ενθουσιασμού, αυτά είναι πράγματα που η «υπερεσία» θα βρει στην κατάλληλη ώρα. Όχι τώρα…)