Ο Κώστας Καίσαρης, με αφορμή την απόφαση για το Παναθηναϊκός-Ολυμπιακός, επανέρχεται. Για τις δημοσιογραφικές σαχλαμάρες και υπερβολές. Και σηκώνει τα χέρια ψηλά για την άγνοια.
ΜΕΙΟΝ τρεις ο Παναθηναϊκός και ξαναπαίζεται το ματς με τον Ολυμπιακό από το 70´ και μετά. Αν δηλαδή αναστηθεί ο Μακέντα, βγει από τον ποδοσφαιρικό τάφο, περπατήσει και κολλήσει δύο τεμάχια, ίσα βάρκα-ίσα νερά. Μείον τρεις, συν τρεις βαθμοί, μία η άλλη. Ιδού λοιπόν πώς δικαιώνεται η ταπεινότητά μου, όταν έγραφα στο αμέσως προηγούμενο μπλογκ ποστ, για τους νεκρούς που ποτέ δεν πεθαίνουν. Για το ρεσιτάλ της δημοσιογραφικής σαχλαμάρας. Για να μην πω κάτι χειρότερο. Τις υπερβολές, τα κλάματα, τις γελοιότητες, τα καραγκιοζιλίκια. Για τους αλήτες και τα καθάρματα, που διέκοψαν το ματς στο ΟΑΚΑ και κατέστρεψαν τον Παναθηναϊκό. Τον τελείωσαν, του έδωσαν τη χαριστική βολή κι έβαλαν και την ταφόπλακα από πάνω.
ΚΑΙ διατύπωνα την άποψη ότι πρόκειται για τρίχες κατσαρές. Ότι για τον Παναθηναϊκό δεν αλλάζει απολύτως τίποτα. Ούτε διεκδικούσε κάτι για να το χάσει, ούτε διατρέχει κάποιον κίνδυνο. Ούτε είχε καμία πιθανότητα για την 5η θέση, ούτε κινδυνεύει με υποβιβασμό. Κι αυτό θα ίσχυε ακόμα κι αν του είχαν βάλει -6. Αυτές οι σαχλαμάρες λοιπόν περί καταστροφής, ανέτρεχαν σε δημοσιογραφικά παραληρήματα. Για ποια δημοσιογραφία όμως μιλάμε; Για τη δημοσιογραφία που πούλαγε το μότο με τα πρωτοσέλιδα, ότι ο Τσάκας φέρνει τον πρίγκηπα καβάλα στ’ άλογο; Για τη δημοσιογραφία που αποθέωνε τον πολυεκατομμυριούχο Μπόμπ Κοζώνη που έρχεται από το Σικάγο για να σώσει την ΑΕΚ; Όπως τα κυρίζια οι Έλληνες πιστέψανε τον Αρτέμη Σώρρα, έτσι οι ανοιχτομάτηδες οι δημοσιογράφοι αβαντάρουνε τον κάθε σαλταδόρο που εμφανίζεται.
Η ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΑ στην Ελλάδα έχει πεθάνει προ πολλού. Και ειδικά η αθλητική. Οι εφημερίδες πεθαίνουν μαζί με το κοινό τους. Με δεδομένο ότι η συντριπτική πλειοψηφία αυτών που αγοράζουν εφημερίδες είναι στα 60+, κάθε ένας που πεθαίνει, χάνεται κι ένα φύλλο από την κυκλοφορία. Ποιος νέος άνθρωπος ν’ αγοράσει εφημερίδα; Να διαβάσει τι; Όταν ο ίδιος έχει καλύτερη γνώση και άποψη απ’ αυτόν που γράφει. Και δεν πάνε πίσω, βέβαια, ραδιόφωνο, τηλεόραση και σάιτ. Απλά στα ηλεκτρονικά μέσα υπάρχουν κάποια νέα παιδιά που κόβει η γκλάβα τους κι έχουνε κάτι να σου πούνε. Η πλειοψηφία είναι να παίρνεις δρόμο και να φεύγεις.
Μεταδίδει ο Καραλής και σχολιάζει σχετικά με το οφσάιντ. «Είναι τα φοβερά και τρομερά των κανονισμών που έχουν εξαιρέσει τα χέρια και δεν μπορείς να βρεις άκρη».
ΣΗΚΩΝΕΙΣ τα χέρια ψηλά. Την υπερβολή την καταλαβαίνεις. Και τα παραμύθια του Άντερσεν περί πριγκήπων. Είναι η ανάγκη μπας και πουλήσουμε κανένα φύλλο παραπάνω. Και τελικά δεν πουλάμε τίποτα. Είναι ο στόχος των like. Με αποτέλεσμα όλο αυτό το τουρλουμπούκι στο διαδίκτυο. Που χάνει η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα.
Η άγνοια; Για την άγνοια, τι μπορείς να πεις; Είναι ποτέ δυνατόν, καθηγητής, δάσκαλος, να μην ξέρει την προπαίδεια; Είναι ποτέ δυνατόν να κρατάς μικρόφωνο και να διερωτάσαι γιατί δε μετράνε τα χέρια στο οφσάιντ;
ΝΑ απορείς γι αυτά «τα φοβερά και τρομερά των κανονισμών»; Να αγνοείς το προφανές. Γκολ με το χέρι μπορείς να βάλεις; Κοντρόλ με το χέρι μπορείς να κάνεις; Μόνο αν είσαι ο Μάνταλος και σφυρίζει ο Ευαγγέλου. Γι αυτό δε μετράνε τα χέρια στο οφσάιντ. Επειδή δεν μπορείς να τα χρησιμοποιήσεις.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ. Ποτέ τα μικρά παιδιά μόνα τους στην τηλεόραση. Ο κίνδυνος είναι σοβαρός. Ό,τι ακούνε το πιστεύουν. Αν αφήσεις το μικρό παιδί μόνο του στην τηλεόραση να ακούει Γιώργο Μίνο, επιβάλλεται η εισαγγελική παρέμβαση. Για έκθεση ανηλίκου σε κίνδυνο.
Στη μουσική επιλογή, Elias Zaikos & Hammond organ trio-A change is gonna come.